Μενού Κλείσιμο

Κυβέλλος Σπύρος

• Έτος Γεννήσεως: 1969
• Επάγγελμα: Ομοιοπαθητικός
• Τόπος Καταγωγής: Μάνη, Πελοπόννησος, Ελλάδα
• Τόπος Διαμονής: Αθήνα, Αττική, Στερεά Ελλάδα, Ελλάδα

Ο Σπύρος Κυβέλλος είναι Ιατρός, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην Ομοιοπαθητική εκπαιδεύτηκε στο Βασιλικό Ομοιοπαθητικό Νοσοκομείο του Λονδίνου και στη Διεθνή Ακαδημία Κλασσικής Ομοιοπαθητικής που ίδρυσε ο Γεώργιος Βυθούλκας. Το 1997 ίδρυσε το Κέντρο Κλασσικής Ομοιοπαθητικής στο οποίο εργάζεται μέχρι σήμερα. Ασκεί ανελλιπώς την Ομοιοπαθητική, αρθρογραφεί, διδάσκει και είναι ο πρώτος Έλληνας Ομοιοπαθητικός ιατρός που συνεργάστηκε με Δημόσιο Νοσοκομείο.

Ο παππούς του, Βασίλειος Κυβέλος, γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο Μεσσηνίας, τη λεγόμενη Σελινίτσα, το 1882. Ο Άγιος Νικόλαος είναι ένα γραφικό ψαροχώρι της Μεσσηνιακής Μάνης. Βρίσκεται 30 χλμ. νοτιοανατολικά της Καλαμάτας, 6 χλμ. νότια της Στούπας, βρέχεται από τον Μεσσηνιακό κόλπο και ανήκει στον Δήμο Λεύκτρου του νομού Μεσσηνίας. Το χωριό πρωτοκατοικήθηκε κατά την περίοδο 1830-1840 και οι κάτοικοί του ασχολήθηκαν αποκλειστικά με το ψάρεμα και αντάλλασσαν τα ψάρια τους με άλλα προϊόντα από τα γειτονικά χωριά.

Ο παππούς του όταν μεγάλωσε διατηρούσε το καφενείο του χωριού. Παντρεύτηκε την Περσεφόνη, το γένος Παπαδοπούλου, και απέκτησαν επτά παιδιά, τον Γιώργο, τον Ιωάννη, τον Νίκο, τον Ανδρέα, την Ελένη, τον Αντώνη και την Αντωνία. Ο Εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα την περίοδο 1946-1949 στιγμάτισε σχεδόν ολόκληρη την οικογένειά του. Ένα βράδυ απήχθηκαν η γιαγιά και η κόρη της Ελένη και έκτοτε δεν τις ξαναείδαν ποτέ. Τα δε μικρά αγόρια, ο Αντώνης και ο Νίκος, κρύφτηκαν στο κελάρι του πατρικού τους σπιτιού και επειδή οι κάτοικοι του χωριού είχαν σοκαριστεί και φοβηθεί με το γεγονός αυτό δεν πήγαιναν στο σπίτι τους, με αποτέλεσμα τα μικρά παιδιά να μείνουν για μέρες κρυμμένα εκεί. Μετά από κάμποσο καιρό, βρέθηκε ένας τρόπος και τα δύο αυτά παιδιά πήγαν στη Καλαμάτα και βρήκαν τον πατέρα τους αφήνοντας πίσω όλη την περιουσία. Υπάρχει η φήμη ότι η γιαγιά και η κόρη βιάστηκαν, βασανίστηκαν και ρίχθηκαν σε έναν γκρεμό, ο οποίος υπάρχει κοντά στο χωριό. Στην αρχή, σύμφωνα με τα λεγόμενα των μικρών παιδιών Αντώνη και Νίκου που έβγαιναν κρυφά από το κελάρι μετά τις πρώτες ημέρες και έψαχναν να τις βρουν, τις είχαν φυλακίσει σε κάποιο κτήριο στο χωριό σαν σχολείο.

Από την Καλαμάτα ο παππούς του Σπύρου Κυβέλλου μαζί με τα παιδιά που του είχαν απομείνει έφυγε το 1949 για την Αθήνα, χωρίς όμως να περάσει κανείς από το χωριό και έκτοτε ο πατέρας του Αντώνης δεν ξαναπήγε ποτέ στο χωριό του, παρά μόλις πριν μερικά χρόνια. Ο πατέρας του στην Αθήνα δούλεψε πολύ σκληρά γιατί τα χρόνια τότε ήταν πολύ δύσκολα. Το όνειρό του ήταν να γίνει δάσκαλος και επειδή δεν τα κατάφερε λόγω των συνθηκών, φρόντισε να σπουδάσει τα παιδιά του. Μάλιστα, όπως με νοσταλγία θυμάται ο Σπύρος Κυβέλλος, του άρεσε να τους βάζει κουίζ και όταν επέστρεφε σπίτι από τη δουλειά του τα παιδιά του χαρούμενα του έδιναν τις λύσεις. Τελικά ο πατέρας του Αντώνης έγινε Δικαστικός Επιμελητής. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι το όνομα Κυβέλος, ο πατέρας του το μετέτρεψε σε Κυβέλλος (με δύο λάμδα) από την εποχή του Εμφυλίου για λόγους ασφαλείας. Είναι η μόνη οικογένεια από τους Κυβέλους, που το επώνυμό τους γράφεται με δύο λάμδα.

Ο πατέρας του Αντώνης παντρεύτηκε το 1964 την Ειρήνη Νικολάου Αλειφέρη από τον Πειραιά και έμειναν στον Πειραιά, στην Καστέλα, όπου κατοικούν μέχρι σήμερα. Απέκτησαν δύο παιδιά, το 1966 τον Βασίλη και το 1969 τον Σπύρο Κυβέλλο. Πέρασαν όμορφα παιδικά χρόνια σε ένα παλιό νεοκλασικό με αυλή και με το αγιόκλημα στη γειτονιά, τριγυρισμένοι από φυσιογνωμίες που ζούσαν στη περιοχή, που κουβαλούσαν άλλοι μνήμες από τη Μικρά Ασία, άλλοι από τη Μάνη -όσοι ζούσαν στα Μανιάτικα, άλλοι από τη Κρήτη -όσοι ζούσαν στα Κρητικά (περιοχές του Πειραιά κοντά στην Καστέλα όπου κατοικούσε με την οικογένειά του). Τότε, όπως χαρακτηριστικά θυμάται, υπήρχε επίσης και μια παράδοση με το παρατσούκλι, με το πείραγμα. Η γιαγιά του, η μητέρα της μητέρας του, έβγαζε συχνά παρατσούκλια σε όλους στη γειτονιά, επιτυχημένα που αντικατόπτριζαν τη φυσιογνωμία ή τον χαρακτήρα του καθένα. Μια γειτονιά, που όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους και συνέτρεχε με αλτρουισμό και πραγματική συμπόνια ο ένας τον άλλο.

Ο πατέρας του ως Δικαστικός Επιμελητής απέφευγε τις εξώσεις και τους πλειστηριασμούς εκ πεποιθήσεως. Ήταν και είναι άνθρωπος ελεύθερος και ιδιαίτερα δημοκρατικός, συμπονετικός με τους συνανθρώπους του και με μεγάλη δυνατότητα υπέρβασης των γεγονότων. Σταθερός στις απόψεις του και με ευρύτητα πνεύματος, έδινε πάντα μηνύματα περισσότερο με το παράδειγμά του παρά με τα λόγια του.

Ο Σπύρος Κυβέλλος όπως και ο αδελφός του σπούδασε Ιατρική. Με υπερηφάνεια δηλώνει ότι σε όλες τις σχολικές τάξεις ο αδελφός του ήταν πάντα ο πρώτος μαθητής, πάντα σημαιοφόρος και ο ίδιος ακολουθούσε, ήταν ο δεύτερος. Κοντά τους βρισκόταν συνεχώς και αδιαλείπτως η λατρεμένη του μητέρα Ειρήνη, πανταχού παρούσα με αγάπη, με στοργή, με φροντίδα. Δεν θα ξεχάσει ποτέ ότι στα δύσκολα εκείνα χρόνια, η μητέρα του εξοικονομούσε από το χαρτζιλίκι της για να μπορέσουν τα παιδιά της να παρακολουθήσουν μαθήματα και να μάθουν αγγλικά. Για την καταγωγή τους από τη Μάνη έμαθαν μέσα από τα παραμύθια του πατέρα τους, ο οποίος νοσταλγούσε ιδιαίτερα μέσα από αυτές τις διηγήσεις το χωριό του. Παρόλα αυτά όμως, όταν του ζήταγαν να πάνε στη Μάνη και να επισκεφθούν το χωριό του, εκείνος έβρισκε πάντα μία δικαιολογία για να μην πάει εκεί και έλθει σε επαφή με τις οδυνηρές μνήμες του παρελθόντος. Η πρώτη επαφή που είχαν με τον τόπο καταγωγής τους ήταν το 1991 όταν ο αδελφός του, ο οποίος έκανε το αγροτικό του στη Πλάτσα -ένα ημιορεινό χωριό κοντά στο δικό τους- είχε υπό την ιατρική του επίβλεψη όλα τα γύρω χωριά και μεταξύ αυτών και το χωριό του πατέρα τους. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο χωριό υπάρχει ακόμα το πατρικό τους σπίτι, πέτρινο, τρίπατο. Και τα δύο αδέλφια έχουν σκοπό μαζί με τα ξαδέλφια τους να το αξιοποιήσουν.

Ο Σπύρος Κυβέλλος ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή Αθηνών το 1992. Εργάστηκε στη συνέχεια στη Μονάδα AIDS του Νοσοκομείου «Α. Συγγρός», στη Νευρολογική Κλινική της «Πολυκλινικής Αθηνών», στην Ορθοπεδική Κλινική του Νοσοκομείου «Άγιος Σάββας» και στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών. Εκπαιδεύτηκε στην Ομοιοπαθητική στο “The Royal London Homeopathic Hospital” και στη «Διεθνή Ακαδημία Κλασσικής Ομοιοπαθητικής» που ιδρύθηκε από τον Γ. Βυθούλκα, βραβευμένο με το εναλλακτικό βραβείο Νόμπελ 1996 για την προσφορά του στην Ομοιοπαθητική. Είναι τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ομοιοπαθητικής Ιατρικής. Το 1997 ίδρυσε το Κέντρο Κλασσικής Ομοιοπαθητικής στο οποίο εργάζεται μέχρι σήμερα, παρέχοντας και εκπαίδευση σε νέους Ομοιοπαθητικούς ιατρούς.

Ο Σπύρος Κυβέλλος ασκεί ανελλιπώς την Ομοιοπαθητική, αρθρογραφεί, διδάσκει και είναι ο πρώτος Έλληνας Ομοιοπαθητικός ιατρός που συνεργάστηκε με Δημόσιο Νοσοκομείο, συγκεκριμένα με το Ιατρείο Κεφαλαλγίας του Νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς» για την άσκηση της Ομοιοπαθητικής στο πλαίσιο του Ε.Σ.Υ. για βαρέως πάσχοντες κεφαλαλγικούς ασθενείς. Επίσης διδάσκει σε Μεταπτυχιακά Προγράμματα Ιατρικών Σχολών στην Ελλάδα σχετικά με τη δράση της Ομοιοπαθητικής στα σύνδρομα του χρόνιου άλγους. Το 2021-22 παρακολούθησε και ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό πρόγραμμα “Genomic Medicine and Healthcare του Πανεπιστημίου Νοτίου Ουαλίας, προκειμένου να συνδέσει ερευνητικά την Ομοιοπαθητική και τη Γονιδιωματική Ιατρική.

Παντρεύτηκε το 2000 την Αγγελική Τσινώνη του Φωτίου και της Ιωάννας με καταγωγή από το χωριό Σκορτσινού Τριπόλεως, γεννημένη στο Γιοχάνεσμπουργκ της νοτίου Αφρικής, η οποία ζήτησε και διεκδίκησε να πάρει το επίθετο του συζύγου της, Κυβέλλου. Έχει αποκτήσει τέσσερα αγόρια: τον Αντώνη, τον Φώτη, τον Ιωάννη και τον Λευτέρη.

Για την οικογένεια υπάρχουν διαφορετικές παραδόσεις ως προς την καταγωγή, το όνομα, την εμφάνιση του πρώτου Κυβέλου. Υπάρχει η παράδοση ότι ο πρώτος Κυβέλος ήλθε στη Μάνη από τη Μονεμβασιά, όπου αποβιβάστηκε από το Βυζάντιο κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν οι αναχωρήσεις από εκεί είχαν προσλάβει μορφή γενικής φυγής. Όμως επικρατέστερη θεωρείται η παράδοση που υπάρχει ότι ο πρώτος Κυβέλος ήλθε στη Μάνη από το Λεοντάρι της Αρκαδίας, όπου εγκλημάτησε σκοτώνοντας έναν Τούρκο προύχοντα, προς αποφυγή διώξεως. Η προτίμηση για καταφύγιο στη Μάνη έγινε, διότι η Μάνη ήταν τότε το πλησιέστερο μέρος στο οποίο μπορούσε να καταφύγει, όπου δεν υπήρχαν Τούρκοι. Την είσοδο στη Μάνη την έκανε από την Καλαμάτα στην Αβία, χωριό της Μεσηνιακής Μάνης και στη συνέχεια πήγε στο χωριό Πηγάδια, που φαίνεται προτίμησε, αφενός γιατί είναι ορεινό και η επικοινωνία του με τα άλλα χωριά της Αβίας δεν είναι τακτική και αφετέρου γιατί ως κυρίως κτηνοτροφικό χωριό ήταν κατάλληλο για να εξασφαλίσει τη διαμονή ενός προσώπου που δεν διέθετε περιουσιακά στοιχεία αλλά μόνο προσωπική εργασία, η οποία εξασφαλιζόταν με τη προσφορά του να εργασθεί ως ποιμένας. Όπως φαίνεται επίσης, το επώνυμο με το οποίο πρωτοπαρουσιάστηκε ήταν ψεύτικο, αφού σύμφωνα με την παράδοση λεγόταν Στρατάκης και τέτοιο επώνυμο από έρευνες που έγιναν στο Λεοντάρι δεν υπάρχει. Όσο για τον χρόνο εγκατάστασης δεν αναφέρει η παράδοση επακριβώς αλλά μάλλον θα έγινε κατά τον 16ο μ.Χ. αιώνα.

Με το όνομα Κυβέλος εμφανίζεται για πρώτη φορά ένα πρόσωπο στη Ζαρνάτα Αβίας το έτος 1690, συνυπογράφων επιστολή των Μανιατών προς την Ενετική Δημοκρατία να τους βοηθήσει για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τούρκικο ζυγό (Κουγέας), γεγονός που δείχνει ότι ο υπογράφων Κυβέλος εθεωρείτο σημαίνον πρόσωπο της περιφέρειας και όπως αποδεικνύεται σε μεταγενέστερη αναφορά του ονόματος «Κυβέλος» και συγχρόνως Στρατάκης, φαίνεται ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο ή απόγονο του προηγούμενου εισελθόντος στη Μάνη από το Λεοντάρι. Όσο για το όνομα «Κυβέλος», η παράδοση δεν διευκρινίζει γιατί και πώς προστέθηκε στο πρώτο όνομα Στρατάκης. Το πιθανότερο είναι ότι έγινε για να συσκοτίσει περισσότερο την ταυτότητα του προσώπου ή προσώπων, αφού με το ίδιο όνομα αναφέρεται σύγχρονο της τότε εποχής πρόσωπο, μετά εγκατεστημένο σε χωριό της Μέσα Μάνης καθώς και στο Εξωχώρι Καρδαμύλης με την επικρατούσα εκεί κατάληξη -έας δηλαδή Κυβελέας. Ανεξακρίβωτο παραμένει πότε, πώς και γιατί ο Στρατάκης από το Λεοντάρι ή οι απόγονοί του άλλαξαν το επώνυμο Στρατάκης με το επώνυμο Κυβέλος και περίεργο επίσης είναι πού το βρήκαν αυτό το όνομα, αφού είναι τουλάχιστον ασυνήθιστο για τη Μάνη. Και μέχρι τώρα δεν μπορεί να εξηγηθεί. Άρα, το πιθανότερο είναι ότι προέρχεται από το όνομα Κυβέλη. Είναι όμως άγνωστο γιατί συσχετίστηκε με το όνομα Κυβέλη. Ίσως λόγω πολυτεκνίας κάποιας συζύγου του, συσχετίζοντάς την με την Κυβέλη, τη μητέρα των 12 θεών του Ολύμπου. Αξιόλογο επίσης για την οικογένεια των Κυβέλων είναι και το γεγονός ότι επί Τουρκοκρατίας στο χωριό Μηλιά, που βρίσκεται στην ορεινή βορειοδυτική Μάνη, έδρα μίας εκ των πέντε Επισκοπών της Μάνης τότε, υπήρχαν τρεις καπετάνιοι. Ένας εξ αυτών ήταν ο Καπετάν Γ. Κυβέλος που είχε στις διαταγές του 200 ένοπλους Μηλιανίτες.

Ο Σπύρος Κυβέλλος θαυμάζει ιδιαίτερα τη συνολική προσπάθεια του Οικουμενικού Ελληνισμού και συγχαίρει κάθε συντελεστή. Θεωρεί ότι η διατήρηση της μνήμης μας ως έθνος, η γνώση της ιστορίας μας και η διαφύλαξη των παραδόσεών μας δεν μπορεί παρά να είναι πάντα ζωογόνος.