Μενού Κλείσιμο

Τριβουρέας Κωνσταντίνος

• Έτος Γεννήσεως: 1972
• Επάγγελμα: Δικηγόρος, Νομικός Σύμβουλος
• Τόπος Καταγωγής: Μάνη, Πελοπόννησος, Ελλάδα
• Τόπος Διαμονής: Αθήνα, Αττικής, Στερεάς Ελλάδας, Ελλάδα

Ο Κωνσταντίνος Τριβουρέας, του Νικολάου και της Δήμητρας, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαρτίου 1972. Αποφοίτησε με άριστα από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, με υποτροφία του ιδρύματος «Αλέξανδρος Ωνάσης» και του γερμανικού κράτους. Η ειδίκευσή του είναι η πολιτική δικονομία και το εμπορικό δίκαιο και εργάζεται σήμερα ως νομικός σύμβουλος σε ανώνυμες εταιρίες. Μιλάει γερμανικά, αγγλικά, ισπανικά και γαλλικά. Έχει κάνει πολλές εισηγήσεις πάνω σε διάφορα θέματα στο Ινστιτούτο Δικονομικών Μελετών, ενώ έχει συντάξει και την εισήγηση για τα ασφαλιστικά μέτρα της Ελλάδας, προκειμένου το ασφαλιστικό της σύστημα να ενοποιηθεί με την ευρωπαϊκή πολιτική δικονομία.

Το επώνυμο της οικογένειας του πατέρα του προερχόταν αρχικά από το παρώνυμο Κιτρινιάρης, που δόθηκε σε κάποιον μακρινό του πρόγονο εξαιτίας του ίκτερου, που εκείνα τα χρόνια θέριζε. Η οικογένεια αργότερα άλλαξε το επίθετό της σε Τριβουρέας, λόγω μιας μανιάτικης βεντέτας, στην οποία βρέθηκε ανακατεμένη. Μέλη της αρχικής οικογένειας των Κιτρινιάρηδων είχαν συμμετάσχει ενεργά στην επανάσταση του 1821 και είχαν πολεμήσει στη μάχη του Αλμυρού/Βέργας το 1826.

Ο παππούς του, Κωνσταντίνος Τριβουρέας, καταγόταν από το χωριό Εξωχώρι της Μεσσηνιακής Μάνης, που βρισκόταν στις παρυφές του Ταΰγετου. Μαζί με τα ξαδέλφια του εργαζόταν ως βοσκός και είχαν στην ευθύνη τους πεντακόσια περίπου αιγοπρόβατα. Το 1939 κατατάχθηκε στην Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή, αλλά το 1942 λιποτάκτησε, για να μην αναγκαστεί να συνεργαστεί με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς. Ανέβηκε τότε στο Δυρράχιο, στα σύνορα της Αρκαδίας με τη Μεσσηνία και εντάχθηκε σε μια δεξιά αντάρτικη ομάδα.

Ο αδελφός του, Βασίλης Τριβουρέας, υπήρξε κι εκείνος αντάρτης και μάλιστα ο διοργανωτής και ο αρχηγός της ισχυρότερης ομάδας που δρούσε τότε στη Μεσσηνιακή Μάνη. Μετά από προδοσία κάποιου συντρόφου του, η σπηλιά στην οποία κρυβόταν, βρέθηκε περικυκλωμένη από Ιταλούς. Στην προσπάθειά του να τραβήξει την κοπέλα, με την οποία συνδεόταν και η οποία βρισκόταν τότε μαζί του, προς την κρυφή πίσω έξοδο της σπηλιάς για να διαφύγουν, τραυματίστηκε σοβαρά από τους Ιταλούς και συνελήφθη. Τον μετέφεραν στην Τρίπολη όπου, μαζί με ακόμα διακόσιους πατριώτες, τον εκτέλεσαν πάνω στο δρόμο που συνδέει την Τρίπολη με τη Μεγαλόπολη. Το όνομά του έχει σήμερα δοθεί στο δρόμο που συνδέει το χωριό του με τα Τσέρια, ενώ στον τόπο της εκτέλεσής του έχει στηθεί μνημείο με τα ονόματα όλων των πεσόντων. Ο προδότης, που προκάλεσε τον θάνατό του, εκτελέστηκε λίγο αργότερα από τους συντρόφους του στο παράθυρο του σπιτιού του.

Πενήντα χρόνια μετά από αυτά τα θλιβερά γεγονότα, ένας ηλικιωμένος κύριος πλησίασε τον Κωνσταντίνο Τριβουρέα στην αγορά της Καλαμάτας και του δήλωσε ότι εκείνος ήταν που εκτέλεσε τον άντρα που πρόδωσε τον αδελφό του.

Ο παππούς του βιογραφούμενου παντρεύτηκε τη Μαρία Κατσικέα και μαζί έφεραν στον κόσμο τέσσερα παιδιά, τον Βασίλη, τον Νικόλαο, την Πηνελόπη και την Αλεξάνδρα. Ο Βασίλης έχασε τη ζωή του στο Πεταλίδι σε ηλικία μόλις δεκαπέντε χρονών, στην προσπάθειά του να βοηθήσει έναν φίλο του, που πνιγόταν. Το ζευγάρι των παππούδων συμπλήρωσε σχεδόν επτά δεκαετίες έγγαμου βίου. Η γιαγιά Μαρία απεβίωσε το 2012 και ο παππούς Κωνσταντίνος έφυγε το 2016.

Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Νικόλαος Τριβουρέας, γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Όταν τελείωσε το σχολείο, έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Νομική Σχολή Αθηνών, από όπου και αποφοίτησε. Έβγαλε τη δικηγορική του άδεια, αλλά επέλεξε τελικά υπαλληλική σταδιοδρομία και εργάστηκε μέχρι και τη συνταξιοδότησή του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.

Το 1971 παντρεύτηκε τη Δήμητρα Σιαμίκου, υπάλληλο του ΠΙΚΠΑ, που καταγόταν από τη Βλαχιά. Οι πρόγονοί της ήρθαν από εκεί στην Ελλάδα το 1880 και εγκαταστάθηκαν στη Βέροια.

Ο πατέρας της, ο Απόστολος Σιαμίκος και η μητέρα της, η Μαρία Νταντάμη, απέκτησαν πέντε κόρες, τη Ζωή, τη Φούλα, την Τασούλα και την ίδια μαζί με τη δίδυμη αδερφή της, τη Λίτσα. Η οικογένεια ήταν πλούσια με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πραγματικά άκμαζε, διαθέτοντας σαράντα αγελάδες και πολλά στρέμματα ακίνητης περιουσίας. Κατά τη διάρκεια, ωστόσο, της γερμανικής κατοχής η μοίρα τους άλλαξε. Οι δίδυμες δε γνώρισαν ποτέ τον πατέρα τους, καθώς αυτός εκτελέστηκε, μαζί με τον πεθερό του και όλους τους υπόλοιπους άντρες της οικογένειας, από τους αντάρτες του ΕΛ.Α.Σ (Ελληνικού Απελευθερωτικού Στρατού). Οι αντάρτες επίσης κατέκλεψαν όλα τα ζώα της οικογένειας, αφήνοντάς τους μονάχα μια κατσίκα, η οποία με το γάλα της ανέστησε τις νεογέννητες τότε δίδυμες αδελφές.

Για να μπορέσει να θρέψει τις κόρες της, η Μαρία Σιαμίκου αναγκάστηκε μετά την εκτέλεση του συζύγου της να εργαστεί σε μια οικοδομή, δουλεύοντας το πηλοφόρι, σαν να ήταν άντρας. Σύντομα ωστόσο αρρώστησε από τη σκληρή δουλειά και το κρύο και έπαθε πνευμονία. Όταν ξεπέρασε την ασθένειά της, έγινε πρακτική γιατρός και μαμή, με ειδικότητα στα κατάγματα.

Το 1949 το ελληνικό κράτος επέταξε όλη την ακίνητη περιουσία της, διακόσια δέκα στρέμματα στο λόφο του Προφήτη Ηλία, έξω από τη Βέροια, χωρίς να της δώσει αποζημίωση και τα μετέτρεψε σε πεδίο βολής για το δεύτερο σώμα στρατού. Η έκταση αποδόθηκε πάλι στην οικογένεια με απόφαση του Αρείου Πάγου το 1989, χωρίς και πάλι να της χορηγηθεί καμία αποζημίωση για τα σαράντα χρόνια παράνομης χρήσης της.

Και οι πέντε κόρες της Μαρίας Σιαμίκου παντρεύτηκαν και απέκτησαν πολλά παιδιά. Η μητέρα του βιογραφούμενου, Δήμητρα και ο πατέρας του, Νικόλαος, έφεραν στον κόσμο τρία παιδιά, τον ίδιο, τη Μαρία και τον Απόστολο.

Η Μαρία είναι βιολόγος με μεταπτυχιακό στη θαλάσσια βιολογία από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Ο Απόστολος είναι οικονομολόγος με μεταπτυχιακό από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ της Ουαλίας.

Ο βιογραφούμενος Κωνσταντίνος Τριβουρέας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαρτίου 1972. Τελείωσε με άριστα τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, με υποτροφία του ιδρύματος «Αλέξανδρος Ωνάσης» και του γερμανικού κράτους. Η ειδίκευσή του είναι η πολιτική δικονομία και το εμπορικό δίκαιο και εργάζεται σήμερα ως νομικός σύμβουλος σε ανώνυμες εταιρίες. Μιλάει γερμανικά, αγγλικά, ισπανικά και γαλλικά. Έχει κάνει πολλές εισηγήσεις πάνω σε διάφορα θέματα στο Ινστιτούτο Δικονομικών Μελετών, ενώ έχει συντάξει και την εισήγηση για τα ασφαλιστικά μέτρα της Ελλάδας, προκειμένου το ασφαλιστικό της σύστημα να ενοποιηθεί με την ευρωπαϊκή πολιτική δικονομία.

Από τον γάμο του με τη Σπυριδούλα Κακλαμάνη, δικηγόρο Αθηνών, απέκτησε μια κόρη το 2016, τη Δήμητρα.

Τον θλίβει βαθύτατα η σημερινή κατάσταση, όπου η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων θα αναγκαστεί να σπουδάσει κάτι άλλο από αυτό που ήθελε, να δουλέψει σε κάτι άλλο από αυτό που σπούδασε, να παντρευτεί κάποιον άλλο από αυτόν που αγάπησε και τελικά να πεθάνει έχοντας ζήσει μια άλλη ζωή από αυτή που ονειρεύτηκε. Ρίχνει τις ευθύνες γι’ αυτό κυρίως στην ελληνική κοινωνία και οικογένεια και υπόσχεται να μην αφήσει να συμβεί το ίδιο και στο δικό του παιδί.