Μενού Κλείσιμο

Σκορτσινός Αρκαδίας

Ο Σκορτσινός  είναι όμορφο ορεινό χωριό της Φαλαισίας, χτισμένο σε περιοχή με αρκετή βλάστηση και κατάφυτη με ελαιόδενδρα. Κοντά στο χωριό βρίσκεται η πηγή του Ευρώτα σε μια υπέροχη τοποθεσία με πλατάνια, πολλά νερά και άφθονο πράσινο, ενώ στα νότια του χωριού  φαίνεται επιβλητικός ο Ταΰγετος. Διοικητικά υπάγεται στον Δήμο Μεγαλόπολης και είχε 139 κατοίκους κατά την απογραφή του 2011.

Η περιοχή του Σκορτσινού φαίνεται ότι κατοικείται από τα νεολιθικά χρόνια, καθώς δυτικά από το χωριό έχει ανακαλυφθεί το νεολιθικό σπήλαιο «Τρουπίτσες» με πλήθος ευρημάτων που χρονολογούνται στην Τελική Νεολιθική Εποχή (4200–3300 π.Χ. περίπου).

Στα ανατολικά από τις πηγές του Ευρώτα υψώνεται με απότομες πλαγιές ο επιβλητικός όγκος του λόφου Χελμού (υψόμ. 770μ.). Στο πλάτωμα της κορυφής του και περιμετρικά από αυτό σώζονται μέχρι σήμερα σημαντικά κατάλοιπα από το περίφημο αρχαίο οχυρό «Αθήναιον» που ήταν η ακρόπολη της αρχαίας πόλης Βελεμίνας και υπήρξε το μήλο της έριδος Σπαρτιατών και Μεγαλοπολιτών. Το οχυρό, το οποίο είχε χτίσει ο βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης Γ΄ το 229 π.Χ., έχει περίμετρο σχεδόν 2 χλμ. (1.955,65μ.) και το σύνολο των ισχυρών οχυρώσεών του ενισχύεται με 33 ημικυκλικούς πύργους. Στον λόφο του Χελμού, εκτός από το αρχαίο οχυρό «Αθήναιον», υπάρχουν και τα κατάλοιπα ισχυρού κάστρου των βυζαντινών χρόνων που χτίστηκε τον 13ο αιώνα και καταλαμβάνει το ψηλότερο σημείο του λόφου στο νότιο τμήμα του πλατώματος. Το κάστρο αυτό έχει περίμετρο 345,38μ. και ενισχύεται με 6 πύργους. Επίσης, στην περιοχή γύρω από το εξωκλήσι του Αγ. Βασιλείου έχουν βρεθεί τα αρχαιολογικά κατάλοιπα οικιστικών εγκαταστάσεων των ρωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών χρόνων που χρονολογούνται από τον 1ο έως τον 5ο μ.Χ αιώνα και πολλά ευρήματα και νομίσματα των βυζαντινών χρόνων.

Οι κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν στα Ορλωφικά το 1770 και μετά την ήττα των Ρώσων, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν τους Αλβανούς κατά των επαναστατών, με αποτέλεσμα να ζήσει το χωριό μια περίοδο καταστροφών, σφαγών και δουλεμπορίου και να ερημώσει. Μάλιστα, ο Άγγλος περιηγητής W.M. Leake που περιηγήθηκε στην περιοχή το 1805 έγραψε στο βιβλίο του ότι βρήκε το χωριό κατεστραμμένο και μόνο μερικές καλύβες κατοικούνταν από τους λιγοστούς που είχαν διασωθεί. Οι εναπομείναντες Σκορτσιναίοι επέστρεψαν μετά την απελευθέρωση και έχτισαν τα σπίτια τους στη θέση που είναι σήμερα το χωριό.

Σιγά σιγά το χωριό αναπτύχθηκε και έφτασε να έχει 700 περίπου κατοίκους, αλλά τον Μάρτιο του 1944 κάηκε ξανά ολοσχερώς, αυτή τη φορά από τους Γερμανούς. Τότε έχασαν τη ζωή τους και δύο κάτοικοι που δεν είχαν προλάβει να απομακρυνθούν. Και πάλι όμως οι χωριανοί, αλληλοβοηθούμενοι, και με τη βοήθεια των ξενιτεμένων Σκορτσιναίων κατάφεραν να ξαναχτίσουν τον οικισμό τους.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενοριακή εκκλησία των Παμμεγίστων Ταξιαρχών που είναι στην κεντρική πλατεία του χωριού και έχει ένα εξαιρετικής τέχνης πέτρινο καμπαναριό. Λίγο πιο κάτω επί του κεντρικού δρόμου είναι το επιβλητικό μαρμάρινο μνημείο προς τιμή των πεσόντων Σκορτσιναίων στους διάφορους πολέμους.  Το χωριό έχει και λαογραφικό μουσείο που δημιουργήθηκε από τον αείμνηστο Σκορτσιναίο δάσκαλο Παναγ. Ν. Σπυρόπουλο.  Στις αίθουσές του παρυσιάζονται λαογραφικά αντικείμενα και διάφορα άλλα ενδιαφέροντα εκθέματα, ενώ έχει δημιουργηθεί ένα πέτρινο παραδοσιακό αρκαδικό σπίτι του 19ου αιώνα με όλον τον εξοπλισμό του. Στο χώρο αυτό είναι και το εξωκλήσι του Εσταυρωμένου.

Στον όμορφο χώρο των πηγών του Ευρώτα διοργανώνονται κάθε Αύγουστο πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις, τα «Ευρώτεια» που προσελκύουν αρκετό κόσμο από την περιοχή. Στο Σκορτσινού γιορτάζονται με ιδιαίτερα παραδοσιακό τρόπο και οι Απόκριες.