Μενού Κλείσιμο

Κακαβάς Νικόλαος

Ο Νικόλαος Κακαβάς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Οδοντιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ από το 1989 διατηρεί το ιδιωτικό του ιατρείο στην Πετρούπολη, αναβαθμισμένο πλέον με συνεργάτες όλων των ειδικοτήτων αλλά και τον απαραίτητο εξοπλισμό, έτσι ώστε να καλύπτονται όλες οι οδοντιατρικές ανάγκες. Το ενδιαφέρον του για τα κοινά τον οδήγησε σε ενεργό συμμετοχή στην αυτοδιοίκηση, διατελώντας Δημοτικός Σύμβουλος στον Δήμο Πετρούπολης από το 2011, ενώ το 2019 ανέλαβε Αντιδήμαρχος Παιδείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Πολιτικής, με αξιοσημείωτο ήδη έργο. Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών.

 Η καταγωγή της οικογένειας, από την πλευρά του πατέρα του, είναι από τους Δομιανούς Ευρυτανίας, ένα χωριό που απέχει 38 χλμ. από το Καρπενήσι και βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μ. Η κύρια ενασχόληση των κατοίκων είναι η κτηνοτροφία. Πήρε το όνομά του από τον πρώτο ηγούμενο του μοναστηρίου της Παναγίας Δομιανών, που λεγόταν Δαμιανός ή Δομιανός. Το μοναστήρι, το οποίο περιέχει αγιογραφίες του 16ου αιώνα, βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού και έχουν υπάρξει πολλοί κληρικοί με το επώνυμο Κακαβάς. Στο χωριό έχει βρεθεί ένα άγαλμα του Διονύσου και αγγεία στα ερείπια του αρχαίου χωριού, που ονομαζόταν Χτιμένια.

Εκεί γεννήθηκε ο παππούς του βιογραφούμενου, Νικόλαος Κακαβάς. Στα 18 του και ενώ είχε μόλις παντρευτεί, φεύγει μετανάστης στην Αμερική. Εργάζεται στο σιδηροδρομικό δίκτυο και έρχεται στην Ελλάδα κάθε δυο χρόνια για να δει την οικογένειά του, η οποία αποτελείται από τη σύζυγο Ευανθία Παπαγεωργίου και τα τέσσερα παιδιά του: την Πελαγία, τον Κωνσταντίνο, τον Κλεομένη και τη Μαρία. Ήταν πολύ εργατικός, αλλά και αγχώδης, σε σημείο που έπαθε έμφραγμα που τον οδήγησε στον θάνατο το 1938, σε ηλικία 43 ετών. Φοβόταν μήπως δεν μπορέσει να στηρίξει πλέον την οικογένειά του λόγω των δύσκολων οικονομικών συνθηκών που αντιμετώπισε στην πορεία στην Αμερική.

Στο ίδιο χωριό γεννήθηκε και η Ευανθία Παπαγεωργίου, κόρη του μεγαλύτερου γαιοκτήμονα των Δομιανών. Η περιουσία αυτή μοιράστηκε μετά τον θάνατό του στις τρεις κόρες του, Ευανθία, Αικατερίνη και Ελένη. Η Ευανθία υπήρξε αυστηρή ως μητέρα, έχοντας να παίξει τον διπλό ρόλο της μητέρας και του πατέρα. Απεβίωσε το 1974 στα 82 της χρόνια.

Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Κωνσταντίνος Κακαβάς, γεννήθηκε στους Δομιανούς το 1921, όπου και πήγε σχολείο. Στα 13 του, έχοντας χάσει ήδη τον πατέρα του, πηγαίνει στην Αθήνα να εργαστεί. Ξεκινώντας ως σερβιτόρος, έφτασε στην ηλικία της συνταξιοδότησης έχοντας εργαστεί ως μετρ σε πολλά κοσμικά κέντρα πολυτελείας, ένα ιδιαίτερα κλειστό επάγγελμα εκείνα τα χρόνια.

Είχε συμμετάσχει στο Αντάρτικο και στην Αντίσταση, ως εντεταλμένος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην περιοχή της Ευρυτανίας, στον Εμφύλιο Πόλεμο, όμως, δεν πήρε μέρος καθώς ήταν προστάτης οικογενείας. Ωστόσο, ο Κλεομένης και η Μαρία που ενεπλάκησαν σκοτώθηκαν και την ίδια μοίρα θα είχε και η μητέρα τους, αν δεν την έσωζαν στρατιώτες από τον γκρεμό που την είχαν ρίξει. Είχε καταφέρει να κρατηθεί ζωντανή γιατί καθώς έπεφτε, πιάστηκε από μια ρίζα του γκρεμού.

Με την Ανθούλα Τσεμπερλίδου απέκτησαν τρία παιδιά: τον Νίκο (πέθανε σε ηλικία τεσσάρων ετών), τον Νίκο και τη Μαρία. Υπήρξε πολύ δραστήριος άνθρωπος και γνώριζε πολύ καλό κόσμο. Ο μισθός του, ιδιαίτερα καλός για την εποχή λόγω του ότι δεν μετρούσε πολλούς το επάγγελμα, του επέτρεψε να κάνει καλές επενδύσεις σε ακίνητα. Όντας δημοκρατικός σαν πατέρας, το μόνο που ζητούσε από τα παιδιά του ήταν να μορφωθούν. Πέθανε σε ηλικία 81 ετών.

Η μητέρα του βιογραφούμενου, Ανθούλα Τσεμπερλίδου, γεννήθηκε το 1936 στη Γρόσνα της Γεωργίας, από Έλληνες γονείς με καταγωγή από την Τραπεζούντα. Είχε αποφοιτήσει από την Ανωτάτη Εμπορική Σχολή και ήταν υπεύθυνη λογιστηρίου σε μια εταιρεία εισαγωγών. Μετά τον γάμο της έπαψε να εργάζεται, αλλά χάρη στις γνώσεις της έκανε άριστη διαχείριση των χρημάτων στο σπίτι και βοήθησε πολύ τον σύζυγό της. Ήταν δυναμική και είχε την ικανότητα να προβλέπει τα προβλήματα και να τα λύνει πριν καν εμφανιστούν.

Ο πατέρας της, Χαράλαμπος Τσεμπερλίδης, ήταν έμπορος και είχε γεννηθεί στην Τραπεζούντα, όπως και η μητέρα της, Παρέσα (Παρεισάτις), κόρη επίσης εμπόρου. Φοβούμενοι τα αντίποινα των Τούρκων μετά τον Ρωσο-τουρκικό πόλεμο, πήγαν στη Γεωργία ακολουθώντας τον Ρώσικο Στρατό. Πήραν μαζί τους την κινητή τους περιουσία, η οποία αυξήθηκε μετά από δωρεές του Τσάρου. Οι Έλληνες της περιοχής δεν αντιμετωπίζονταν εχθρικά και μάλιστα είχαν ελεύθερη οικονομία, αλλά από το 1937 και μετά, υπό τον Στάλιν, οι άνδρες μεταφέρθηκαν στη Σιβηρία, όπου και χάθηκε ο Χαράλαμπος Τσεμπερλίδης. Έτσι, η Παρέσα με τα τέσσερα παιδιά της (την Τασία, τον Γρηγόρη, την Ανθούλα και ένα κορίτσι που πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία) ήρθαν στην Ελλάδα μέσω Οδησσού. Αγόρασαν ακίνητα στον Πειραιά και κατάφεραν να επιβιώσουν.

Ο βιογραφούμενος, αποφοιτώντας από το 2ο Πρότυπο Γυμνάσιο-Λύκειο Αθηνών, εισάγεται τρίτος με υποτροφία στην Οδοντιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Όταν τελειώνει, εργάζεται για έξι μήνες ως βοηθός της καθηγήτριάς του, κας Μαργέτου.

Στη συνέχεια, υπηρετεί τη θητεία του στο Υγειονομικό και συγκεκριμένα στο Νοσοκομείο Μυτιλήνης, όπου κρατούσε το στρατιωτικό και το πολιτικό ιατρείο παράλληλα. Όταν απολύεται το 1989, ανοίγει δικό του ιατρείο στην Πετρούπολη. Για έξι μήνες παρακολουθεί την ειδικότητα της γενικής χειρουργικής στο Νοσοκομείο Αγία Όλγα για να γίνει γναθοχειρουργός, αλλά την εγκαταλείπει επειδή του ζητούν να κλείσει το ιατρείο του, που πήγαινε ήδη πολύ καλά.

Είναι παντρεμένος με την Ζωή Παβέλη, που γεννήθηκε στον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας και ήταν βοηθός ακτινολόγου. Το 1999 απέκτησαν τα δίδυμα παιδιά τους, τον Κώστα και την Ιωάννα, οι οποίοι σήμερα σπουδάζουν Ιατρική και Οδοντιατρική αντίστοιχα.

Τον ελεύθερό του χρόνο τον αφιερώνει στην οικογένεια και τους φίλους του. Του αρέσει να περιηγείται ορεινές περιοχές της Ελλάδας και γενικότερα να ταξιδεύει τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Παράλληλα, έχει ασχοληθεί με τα κοινά της πόλης του. Είναι ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Αιτωλοακαρνανών και Ευρυτανών Πετρούπολης. Ακόμα είναι χορηγός σε αρκετούς εξωραϊστικούς και αθλητικούς συλλόγους στην Πετρούπολη και στην Ευρυτανία. Ασχολείται επίσης με τις επενδύσεις σε ακίνητα σε επιλεγμένες περιοχές και στο χρηματιστήριο.

Αξιοσημείωτη είναι η εμπλοκή του με την Αυτοδιοίκηση. Το 2010, με αφορμή το ενδιαφέρον του για τα κοινά της πόλης που ζει και εξαιτίας της δύσκολης κατάστασης που περιήλθε ο ελληνικός λαός και ιδιαίτερα οι συμπολίτες του από τα μνημόνια, αποφάσισε να διεκδικήσει το αξίωμα του Δημοτικού Συμβούλου. Εκλέγεται από το 2011 και το 2019 ανέλαβε Αντιδήμαρχος Παιδείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Πολιτικής του Δήμου Πετρούπολης. Σε διάστημα 18 μηνών και εν μέσω πανδημίας, μερικές από τις δράσεις του ήταν η δημιουργία ΚΕΠ και Ιατρείου Άνοιας, ενώ έγινε δυνατή η συνταγογράφηση στα μέλη των ΚΑΠΗ. Λειτούργησαν ασφαλείς μηχανισμοί διανομής τροφίμων και συσσιτίων κατά τη διάρκεια της πανδημίας καθώς και δομές ιατρικής και ψυχολογικής υποστήριξης των Δημοτών. Προστέθηκε ένας νέος βρεφικός σταθμός, επισκευάστηκαν τα περισσότερα σχολεία της πόλης, ενώ δόθηκε η δυνατότητα στους μαθητές της Α΄ τάξης Λυκείου να συμμετάσχουν σε δωρεάν ψυχομετρική μελέτη επαγγελματικού προσανατολισμού.