Ο Κυριάκος Καπελώνης γεννήθηκε το 1942 στο χωριό Αποδούλου Αμαρίου στην Κρήτη, απόγονος του Μιχάλη Καπελώνη, με καταγωγή από Κουρούτες (ή Κουρήτες) και της Ευγενίας Ριζικιανού, με καταγωγή από το Αποδούλου.
Τα παιδικά χρόνια του βιογραφούμενου ήταν δύσκολα λόγω οικονομικής ανέχειας, γιατί γεννήθηκε στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής. Θυμάται τα παιδικά του χρόνια με νοσταλγία μεν, γιατί τότε ήταν όλα αγνά και απλά, με πόνο δε, γιατί ο πατέρας του πολεμούσε για χρόνια μακριά τους και η μάνα του τα έφερνε δύσκολα βόλτα.
Επηρεασμένος από τον Γεώργιο Ψαρουδάκη, σημαντικό φιλόλογο, αποφάσισε να φοιτήσει στην Εκκλησιαστική Σχολή και στη συνέχεια σπούδασε θεολογία στην Αθήνα. Έγινε ιερέας το 1965 και από το 1978 διορίζεται καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση, γυμνάσια και λύκεια. Λόγω της αγάπης που έτρεφε και τρέφει για τους νέους αγαπούσε πολύ τη δουλειά του και την επαφή με τα παιδιά. Στην προσωπική του ζωή παντρεύτηκε το 1965 τη Χαρίκλεια Λαντζουράκη και απέκτησαν τρία παιδιά, τον Μιχάλη, την Ασπασία και τον Πέτρο.
Επί των ημερών του βιογραφούμενου ως εφημέριου κτίστηκε ο νέος καθεδρικός ναός Ανάληψη του Κυρίου από τα θεμέλιά του, καθώς και το πνευματικό κέντρο της ενορίας, στο οποίο σήμερα γίνονται διάφορες εκδηλώσεις, πολιτιστικές και κοινωνικές.
Ο Κυριάκος Καπελώνης, γεμάτος ανησυχίες και ευαισθησίες θλίβεται βαθιά, όταν παρατηρεί τις αλλοιώσεις και τις ξένες λεκτικές παρεμβάσεις που δυστυχώς καταστρέφουν την ελληνική γλώσσα, μία γλώσσα που οφείλουμε ως έθνος να κρατήσουμε αλώβητη. Επίσης, η διαστρέβλωση της ελληνικής ιστορίας, η κρίση ηθικών αξιών, η απομάκρυνση των ανθρώπων γενικότερα και των νέων ειδικότερα από την ορθοδοξία, προβληματίζουν πολύ τον βιογραφούμενο ως δάσκαλο, ως πατέρα και ως ιερέα.
Το Αποδούλου είναι μικρό χωριό που βρίσκεται στα νότια του Νομού Ρεθύμνης, κάτω από τους πρόποδες του Ψηλορείτη, με θέα το Λιβυκό πέλαγος. Το χωριό έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός.
Σήμερα αριθμεί 230, περίπου, μόνιμους κατοίκους, ενώ κοντά στο χωριό ανασκάπτεται μινωικός οικισμός, ο οποίος λειτουργούσε συμπληρωματικά αυτού της Φαιστού, που δεν απέχει πολύ.
Το χωριό είναι επίσης γνωστό για το αρχοντικό της Καλλίτσας Ψαρουδάκη, η οποία μικρό παιδί, στα χρόνια της Επανάστασης του 1821, απήχθη από τους Τούρκους, που είχαν υπό την κυριαρχία τους τότε το νησί της Κρήτης και πουλήθηκε στην Αίγυπτο. Όμως ευτύχησε, αφού παντρεύτηκε το 1828 τον Ρόμπερτ Χέιν, γόνο πλούσιας οικογένειας από τη Σκωτία και, μη ξεχνώντας το χωριό της, επέστρεψε και έφτιαξε το αρχοντικό που υπάρχει μέχρι σήμερα.
Ο βιογραφούμενος μεγαλώνει στο Αποδούλου, ονομασία που προέρχεται από τη λέξη “Απόδουλος”, που σημαίνει απελεύθερος, ο δούλος που απελευθερώθηκε. Στο χωριό αυτό τελείωσε το σχολείο και στη συνέχεια πήγε στα Χανιά, στην Εκκλησιαστική Σχολή επταετούς φοίτησης.
Το 1965 έγινε ιερέας και το 1967 εισάγεται κατόπιν εξετάσεων στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, την οποία τελειώνει το 1972. Στη συνέχεια γυρίζει στον τόπο του, στις Κουρούτες και γίνεται εφημέριος στον ιερό ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Το χωριό πήρε την ονομασία του από την παραφθορά του ονόματος Κουρήτες, οι οποίοι ήταν οι μυθικοί κάτοικοι της Ίδης που προστάτευσαν τον νεογέννητο Δία από την παιδοκτόνο μανία του πατέρα του Κρόνου, χορεύοντας πολεμικό χορό και χτυπώντας τα όπλα τους, για να μην ακουστούν τα κλάματα του βρέφους. Ο τόπος όπου φέρεται να κατοικούσαν οι μυθικοί ήρωες ήταν η ευρύτερη περιοχή του Αμαρίου, την οποία αρχαίες πηγές αναφέρουν με την ονομασία “Αμαρία και Κουρητία Γη”. Οι σημερινοί κάτοικοι, λοιπόν, μπορούν να υπερηφανεύονται ότι είναι απόγονοι εκείνων των μακρινών ημίθεων!
Ο Κυριάκος Καπελώνης το 1978 διορίζεται στη Μέση Εκπαίδευση, όπου διετέλεσε και γυμνασιάρχης και λυκειάρχης στο Λύκειο Φουρφουρά και στο Γυμνάσιο Συβρίτου. Το 1998 συνταξιοδοτήθηκε από τη Μέση Εκπαίδευση και συνεχίζει ως εφημέριος στις Κουρούτες μέχρι και σήμερα.
Στην προσωπική του ζωή παντρεύτηκε το 1965 τη Χαρίκλεια Λαντζουράκη του Πέτρου, με καταγωγή από τη Νίθαυρη Αμαρίου και της Ασπασίας Τρουλλινού, με καταγωγή από Αγία Παρασκευή Αμαρίου. Ο Κυριάκος Καπελώνης και η Χαρίκλεια Λαντζουράκη απέκτησαν τρία παιδιά: ο Μιχάλης είναι ξενοδοχοϋπάλληλος και μένει στο Ρέθυμνο. Η Ασπασία είναι παντρεμένη με τον Στέλιο Ανδρουλακάκη, ο οποίος κατάγεται από το Τυμπάκι, και ζουν στην Αθήνα, στο Περιστέρι, με τα τρία παιδιά τους, Σοφία, Μηνά και Κυριακή. Τέλος, ο Πέτρος είναι παντρεμένος με την Ευγενία Γελασάκη και μένουν στο Ρέθυμνο. Οι τελευταίοι έχουν τρία παιδιά, τον Κυριάκο και τη Μιχαέλα, που είναι δίδυμα, και τον Μιχάλη.
Τα παιδικά χρόνια του βιογραφούμενου ήταν δύσκολα λόγω οικονομικής ανέχειας, γιατί γεννήθηκε στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής. Ο πατέρας του είχε πάει στο Αλβανικό Μέτωπο και η μητέρα του μεγάλωνε μόνη της τέσσερα παιδιά. Ως παιδί βοηθούσε πολύ στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Μετά το δημοτικό σχολείο ο Κυριάκος Καπελώνης δούλεψε για τέσσερα χρόνια σε ένα καφενείο στο Αποδούλου, προκειμένου να βοηθήσει την οικογένειά του. Μετά πήγε στην Εκκλησιαστική Σχολή. Θυμάται πολύ έντονα τα παιδικά του χρόνια στο χωριό, χρόνια αγνά, όταν οι χωριανοί ήταν πολύ αγαπημένοι μεταξύ τους, με τα γλέντια τους, τις παρέες τους, τις συγκεντρώσεις σε γιορτές, Χριστούγεννα, Πάσχα και Απόκριες. Ήταν πολύ όμορφα χρόνια, οι άνθρωποι ήταν απλοί, έκαναν γλέντια με λύρες και λαούτα, όλοι μαζί, μικροί και μεγάλοι διασκέδαζαν. Στις 29 Αυγούστου, γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, είχαν και τοπικό πανηγύρι και μαζεύονταν πολλοί και από τα γύρω χωριά. Την εποχή εκείνη τα πανηγύρια ήταν μεγάλο γεγονός για ένα χωριό και την περιφέρεια του.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Μιχάλης Καπελώνης, γεννήθηκε στις Κουρούτες το 1911 και πέρασε εκεί τα παιδικά του χρόνια. Από μικρό παιδί έμαθε και έκανε τη δουλειά του αγρότη. Γύρω στα 16 του χρόνια πήγε στο χωριό Αποδούλου ως υπηρέτης (φαμέγιος). Φαμέγιος ήταν ο βοσκός αιγοπροβάτων που δεν ανήκαν σε αυτόν αλλά σε κάποιον άλλο ιδιοκτήτη και φαμεγική η δουλειά του φαμέγιου. Φαμεγική, λοιπόν, είναι η συμφωνία που προβλέπει ότι για ένα από κοινού αποδεκτό χρονικό διάστημα ο ένας συνεισφέρει τα αιγοπρόβατα και τα χωράφια του, ο άλλος την προσωπική του εργασία και ότι κάθε χρόνο θα μοιράζονται εξίσου το παραγόμενο γάλα και κρέας και στη λήξη της συμφωνίας θα μοιράζονται εξίσου το κοπάδι των αιγοπροβάτων. Η λέξη φαμέγιος πολύ πιθανόν να προέρχεται από την Ιταλική λέξη Familia, που σημαίνει οικογένεια. Επειδή η δουλειά του βοσκού απαιτούσε την ενασχόλησή του όλες τις ώρες της ημέρας και όλες τις μέρες του χρόνου, συνήθως την δουλειά αυτή την αναλάμβαναν ολόκληρες οικογένειες προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της.
Ο Μιχάλης Καπελώνης, λοιπόν, πήγε φαμέγιος στον Μανώλη Μιναδάκη, όπου βοηθούσε στις δουλειές. Εκεί γνώρισε την Ευγενία Ριζικιανού, μητέρα του βιογραφούμενου, γεννημένη το 1904, με την οποία παντρεύτηκαν και απέκτησαν τέσσερα παιδιά, τρία αγόρια και ένα κορίτσι. Ο Γιώργος βρίσκεται στη Γερμανία, ο Αντώνης ζει στην Αθήνα παντρεμένος με τη Ναυσικά Βεστάκη, ο Κυριάκος (βιογραφούμενος) και τέλος, την Μαρία, η οποία ζει στην Αθήνα με το σύζυγό της, Σοφοκλή Κυπραίου και τα δύο παιδιά τους.
Ο Μιχάλης Καπελώνης, ο πατέρας του βιογραφούμενου, μετά το γάμο του παραμένει αγρότης και κτηνοτρόφος. Ήταν άνθρωπος του μεροκάματου και την περίοδο του ελαιομαζώματος δούλευε στις φάμπρικες του χωριού. Υπηρέτησε στον Αλβανικό Πόλεμο και πήρε και κάποιο παράσημο για τη γενναιότητά του. Η μητέρα του, Ευγενία, έμεινε μόνη και προσπαθούσε να μεγαλώσει τα τέσσερα παιδιά της δουλεύοντας σε αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Ο Κυριάκος Καπελώνης θυμάται τόσο έντονα τη μητέρα του να ζυμώνει στη σκάφη το ψωμί του σπιτιού. Του άρεσε ιδιαιτέρως, όταν έφτιαχνε εφτάζυμο ψωμί. Στο πανηγύρι του χωριού, στις 29 Αυγούστου πάντα ζύμωνε ψωμί. Ξακουστές ήταν οι μηζυθρόπιτές της.
Αφορμή και παράδειγμα για τον βιογραφούμενο να ακολουθήσει τον ιερατικό κλάδο ήταν ο Γεώργιος Ψαρουδάκης, ο οποίος καταγόταν από το Απόδουλου και ήταν καθηγητής φιλόλογος στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης. Όταν ο Κυριάκος Καπελώνης γύρισε στις Κουρούτες το 1965, λειτουργούσε ήδη σχολείο δημοτικό με 25 παιδιά και δάσκαλο το Μανώλη Τζωρτζάκη. Την εποχή εκείνη μοίραζαν φαγητό στα παιδιά και σε κάθε σχολείο υπήρχε μαγειρείο και αίθουσα τραπεζαρίας. Στις μέρες μας, δε λειτουργεί δημοτικό σχολείο στις Κουρούτες και έχει κλείσει εδώ και πολλά χρόνια. Υπάρχει, όμως, δημοτικό σχολείο στο Φουρφουρά. Σήμερα, σε ολόκληρο το Δήμο Αμαρίου λειτουργούν τρία δημοτικά σχολεία, στο Φουρφουρά, στον Πλάτανο και στους Αποστόλους.
Ο βιογραφούμενος είναι ένα άτομο με μεγάλες ευαισθησίες και ιδιαίτερη αδυναμία στα παιδιά, τα οποία με τη σειρά τους τον σέβονται και τον αγαπούν μέχρι και σήμερα που δεν διδάσκει πια.
Επί των ημερών του βιογραφούμενου ως εφημέριου κτίστηκε ο νέος καθεδρικός ναός Ανάληψη του Κυρίου από τα θεμέλιά του, καθώς και το πνευματικό κέντρο της ενορίας, στο οποίο σήμερα γίνονται διάφορες εκδηλώσεις, πολιτιστικές και κοινωνικές. Το καλό με το κέντρο αυτό είναι ότι μπορεί να φιλοξενήσει εντελώς δωρεάν εκθέσεις και εκδηλώσεις για όποιον θα θελήσει.
Ο Κυριάκος Καπελώνης έχει ανακαινίσει τόσο τους ναούς όσο και τα ξωκλήσσια της ενορίας του. Δίδασκε και στο κατηχητικό σχολείο του χωριού τα παλαιότερα χρόνια, όταν υπήρχαν παιδιά και με τη συνεργασία του εκάστοτε δασκάλου έκαναν πολλές εκδηλώσεις και δρώμενα.
Στο χώρο όπου μένει σήμερα, ο βιογραφούμενος έχτισε ένα μικρό εκκλησάκι του Αγίου Κυριάκου, ο οποίος λειτούργησε για πρώτη φορά στις 29 Σεπτεμβρίου, στη γιορτή του Αγίου.
Ο Κυριάκος Καπελώνης, γεμάτος ανησυχίες και ευαισθησίες θλίβεται βαθιά, όταν παρατηρεί τις αλλοιώσεις και τις ξένες λεκτικές παρεμβάσεις που δυστυχώς καταστρέφουν την ελληνική γλώσσα, μία γλώσσα που οφείλουμε ως έθνος να κρατήσουμε αλώβητη. Επίσης, η διαστρέβλωση της ελληνικής ιστορίας, η κρίση ηθικών αξιών, η απομάκρυνση των ανθρώπων γενικότερα και των νέων ειδικότερα από την ορθοδοξία, προβληματίζουν πολύ τον βιογραφούμενο ως δάσκαλο, ως πατέρα και ως ιερέα.
Η κοινωνία πρέπει να γυρίσει στα παλιά της μοτίβα, τότε που υπήρχε αγνότητα, ανθρωπιά και φιλότιμο, τότε που μπορούσες να κοιμηθείς με ανοιχτή την πόρτα στο σπίτι σου…