Ο Αντώνης Καϊάφας, γιος του Στέλιου Καϊάφα και της Σταματούλας Ράπτη, γεννήθηκε στο Καραβόσταμο της Ικαρίας το 1935. Το όνειρό του ήταν να γίνει ναυτικός και μόλις τελείωσε την τρίτη τάξη του γυμνασίου ξεκίνησε να ταξιδεύει, γυρίζοντας τον κόσμο. Αρκετά χρόνια αργότερα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη θάλασσα και να ζήσει μόνιμα στις Η.Π.Α. Εκεί εργάστηκε αρχικά σε κατασκευαστικές εταιρείες και το 1965 ίδρυσε τη δική του, την Kayafas Contracting Co, η οποία συνεχίζει μέχρι σήμερα την ιδιαίτερα επιτυχημένη της πορεία στον χώρο. Είναι μέλος της Pan–Icarian Brotherhood of America και του Pan–Icarian Foundation, στο οποίο έχει διατελέσει επί αρκετά χρόνια πρόεδρος. Με τη σύζυγό του, Άννα Βατούγιος, έχουν αποκτήσει τρία παιδιά, τον Στέλιο, τον Χαράλαμπο και την Κατερίνα, ενώ οι γιοι του δραστηριοποιούνται στην οικογενειακή επιχείρηση. Τον ελεύθερο χρόνο του τον αφιερώνει στη γυναίκα του, στα παιδιά και στα εγγόνια του, δεν παραλείπει όμως κάθε καλοκαίρι να επισκέπτεται την Ικαρία και να επιδίδεται στο αγαπημένο του σπορ, το ψάρεμα.
Οι ρίζες της οικογένειας του βιογραφούμενου χάνονται μέσα στον χρόνο, φθάνοντας μέχρι το Βυζάντιο. Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου εξόρισε κάποιον πρόγονο του Αντώνιου Καϊάφα στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας. Χρόνια αργότερα, ένας απόγονός του μπήκε σε ένα καΐκι, πήγε στην Ικαρία και κρύφτηκε σε ένα βουνό, το οποίο πήρε από αυτόν το όνομά του, δηλαδή Κουνιάδος, καθώς εκείνον τον αποκαλούσαν Κουνιά (που σημαίνει «αυτός που ήρθε από το Ικόνιο). Στο ίδιο μέρος έχει χτιστεί από την οικογένεια του βιογραφούμενου μια εκκλησία, ο Αη-Γιάννης. Στην περιοχή υπάρχουν ακόμη τα κτήματα του Καϊάφα και διάφορα κτίσματα, ενώ στέκει ακόμη όρθιος ο νερόμυλος που ονομάζεται «Μύλος του Καϊάφα».
Ο Κουνιάς ήταν άνθρωπος πολύ μορφωμένος και έγινε δικαστής στον Χαλικά, μια όμορφη, πετρόχτιστη περιοχή του Καραβόσταμου με πυκνή βλάστηση. Επειδή ήταν δίκαιος και σωστός στις αποφάσεις του, όλοι έλεγαν ότι δίκαζε σαν τον Καϊάφα, τον γνωστό δικαστή της Ιερουσαλήμ. Έτσι, προέκυψε γύρω στο 1400, την εποχή δηλαδή που έζησε ο Κουνιάς, το επώνυμο της οικογένειας και διατηρήθηκε στα επόμενα χρόνια. Ο Κουνιάς παντρεύτηκε μια Ικαριώτισσα και απέκτησε δύο γιους. Ο ένας δεν μιλούσε καθαρά και ψέυδιζε (γαγλιάριζε, όπως λένε στο νησί), γι’ αυτό και του έμεινε ως επίθετο το παρωνύμιο Γαγλίας. Η απόγονοί του ζουν ακόμη στην Ικαρία και αποτελούν μια από τις πιο γνωστές οικογένειες εκεί, ενώ είναι εξαδέλφια των Καϊαφάτων. Ο άλλος γιος του Κουνιά ήταν κυνηγός και επειδή σημάδευε τα θηράματά του («κανέβη», όπως λένε στα Ικαριώτικα) του δόθηκε το παρωνύμιο Κανέτης που στη συνέχεια διατηρήθηκε ως επίθετο. Και εκείνου του γιου οι απόγονοι ζουν ακόμη στην Ικαρία.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, Γεώργιος Καϊάφας, είδε το φως της ζωής σε ένα γραφικό παραθαλάσσιο χωριό του νησιού, το Καραβόσταμο. Ήταν το έκτο παιδί μιας πολυμελούς οικογένειας. Ο Γιώργος Καϊάφας εργαζόταν ως γεωργός και διέθετε μεγάλη κτηματική περιουσία, ενώ είχε και πολλά ζώα. Ήταν ένας άνθρωπος ιδιαίτερα δραστήριος και αγαπητός σε όλον τον κοινωνικό του περίγυρο. Με τη σύζυγό του, Ζαχαρούλα Τσιμπίδου, απέκτησαν εννέα παιδιά, τον Νικόλα, την Περέζα, την Ευαγγελία, την Αννούλα, την Τασία, τον Χρυσόστομο, τον πατέρα του βιογραφούμενου Στυλιανό, τον Σταμάτη και την Κωστούλα. Η γιαγιά Ζαχαρούλα γεννήθηκε και εκείνη στο Καραβόσταμο και η οικογένειά της ήταν πολυμελής. Γυναίκα πολύ όμορφη και καλοσυνάτη, φιλόξενη και φιλότιμη, μετά τον γάμο της αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στον άνδρα της και στα παιδιά της. Όλοι στο χωριό την αγαπούσαν. Λάτρευε τα εγγόνια της και της άρεσε να συνοδεύει το φαγητό της με λίγο κρασί ή τσίπουρο. Ο παππούς Γιώργος πέθανε σε ηλικία 75 ετών, ενώ η γιαγιά τον ακολούθησε στο μεγάλο ταξίδι στα 85 της χρόνια.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Στυλιανός Γεωργίου Καϊάφας, γεννήθηκε στο Καραβόσταμο το 1901. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και ασχολήθηκε στη συνέχεια με τα κτήματα και τα ζώα του πατέρα του. Ήταν ένας άνθρωπος καλός και πολύ δραστήριος. Φιλότιμος και φιλόξενος, αγαπητός σε όλον τον κόσμο, διέθετε πολύ ωραία φωνή και πάντα, πηγαίνοντας από τον γιαλό προς το σπίτι του, σιγοτραγουδούσε και όλα τα κορίτσια της γειτονιάς έβγαιναν στα παράθυρα για να τον ακούσουν. Κατά την περίοδο του πολέμου, βοήθησε πολλούς ανθρώπους να μην πεθάνουν από την πείνα, αφού εκείνοι πήγαιναν στο μαντρί του και τους έδινε γάλα, τυρί και ό,τι άλλο είχε. Μάλιστα, στη γιορτή του Αη-Γιώργη πρόσφερε όλο το γάλα της ημέρας στους ανθρώπους που πήγαιναν στην ομώνυμη εκκλησία, η οποία βρισκόταν κοντά στο μαντρί του.
Ένα από τα κορίτσια που έβγαιναν στο παράθυρό τους για να ακούσουν το τραγούδι του Στέλιου ήταν και η Σταματούλα Ράπτη. Αυτήν διάλεξε εκείνος για γυναίκα του, αποκτώντας μαζί της τέσσερα παιδιά, τον Γιώργο, τον Λευτέρη, τον βιογραφούμενο Αντώνη και τον Δημοσθένη. Τα παιδιά του τα μεγάλωσε με αγάπη και στοργή, ενώ πάντα ήταν σύμφωνος με τις επιλογές τους και τα στήριζε σε κάθε τους βήμα. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Σταματούλα Ράπτη, γεννήθηκε στο Καραβόσταμο το 1900. Αν και φοίτησε μόνο στις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όλοι θαύμαζαν τον υπέροχο γραφικό της χαρακτήρα. Ο πατέρας της, Λευτέρης Ράπτης, που ήταν ψαράς, την έπαιρνε από μικρή μαζί του στο καΐκι του κι έτσι η Σταματούλα έμαθε από νωρίς τα μυστικά της αλιείας. Όταν παντρεύτηκε τον Στέλιο Καϊάφα, ασχολήθηκε με τα μποστάνια του συζύγου της και με την κηπουρική, ενώ παράλληλα αφοσιώθηκε στην οικογένειά της. Μεγάλωσε τα παιδιά της με απέραντη φροντίδα, τρυφερότητα και αγάπη, διδάσκοντάς τους το ήθος, τις αξίες και τις αρχές που χρειάζονταν για να αναπτύξουν μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα και να γίνουν χρήσιμοι άνθρωποι στην κοινωνία. Είχε πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της φιλοξενίας και το σπίτι της ήταν πάντα ανοιχτό για όλους. Γενναιόδωρη και φιλότιμη, εισέπραττε την αγάπη και τον σεβασμό από τον κοινωνικό της περίγυρο. Πέθανε σε ηλικία 93 ετών.
Ο πατέρας της, Λευτέρης Ράπτης, γεννήθηκε κι εκείνος στο Καραβόσταμο. Ήταν ψαράς με δικό του καΐκι, διέθετε όμως και κτήματα. Σε νεαρή ηλικία είχε μείνει για ένα διάστημα στην Αμερική, αλλά επέστρεψε στην Ικαρία πριν από το 1930. Υπήρξε ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, καλοσυνάτος και καλόκαρδος. Από τον γάμο του με τη σύζυγό του Βασιλική απέκτησε δύο παιδιά, την Τρισεύγενη και τη μητέρα του βιογραφούμενου, Σταματούλα. Έφυγε από τη ζωή στα 70 του χρόνια.
Οι θείοι του βιογραφούμενου, γιοι του παππού του Γιώργου Καϊάφα, ο Νικόλας και ο Χρυσόστομος Καϊάφας, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και πήγαν στην Αμερική, ο πρώτος το 1905 και ο δεύτερος το 1912, θέλοντας να χτίσουν ένα καλύτερο μέλλον από αυτό που τους επιφύλασσε η Ικαρία. Δούλεψαν ως ψαράδες, ψαρεύοντας με μικρές βάρκες στο Όρεγκον και στην Αστόρια. Σιγά-σιγά, οι δουλειές τους μεγάλωσαν και έτσι μετακόμισαν στο Σιάτλ, στην πολιτεία Ουάσινγκτον. Εκεί, έφτιαξαν έναν στόλο από 12 καΐκια, το μεγαλύτερο από τα οποία 350 τόνων, και ψάρευαν από την Αλάσκα μέχρι το Σαν Πέντρο της Καλιφόρνιας. Η επιτυχία, βέβαια, δεν άλλαξε τον χαρακτήρα τους και όποτε συναντούσαν Έλληνες, και ειδικά Ικαριώτες, τους φιλοξενούσαν στο σπίτι τους.
Όταν πήγαιναν στην Αλάσκα και δεν μπορούσαν να ψαρέψουν, κυνηγούσαν αρκούδες. Μάλιστα, έβαζαν το φαγητό τους μέσα στο χιόνι, για να διατηρηθεί και να μη χαλάσει. Πήγαιναν για κυνήγι με μεγάλες ομάδες από τους άνδρες που εργάζονταν στα καΐκια τους. Κάποια φορά, ο Χρυσόστομος είχε απομακρυνθεί από την ομάδα και προχωρώντας μπροστά μόνος του ήρθε αντιμέτωπος με μια τεράστια αρκούδα, η οποία του επιτέθηκε. Πάλεψε μαζί της, όμως εκείνη, ούσα σαφώς δυνατότερη, τον κατασπάραξε και τον άφησε μισοπεθαμένο. Όταν τον βρήκαν οι υπόλοιποι, ήταν θαμμένος μέσα στο χιόνι. Τον μετέφεραν εσπευσμένα στο νοσοκομείο, όπου παρέμεινε για έναν ολόκληρο χρόνο παλεύοντας για τη ζωή του, αφού τα τραύματά του ήταν ιδιαίτερα σοβαρά. Κατάφερε, όμως, και βγήκε νικητής από την περιπέτειά του, η οποία δεν φάνηκε να τον πτοεί διόλου, καθώς όχι μόνο ξαναπήγε για κυνήγι αλλά πήρε και εκδίκηση για το πάθημά του. Σκότωσε μια μεγάλη αρκούδα, που πίστευε πως ήταν εκείνη που του επιτέθηκε, τη βαλσάμωσε και την είχε μέσα στο σπίτι του μέχρι την ημέρα του θανάτου του, υπερήφανος που εκδικήθηκε τον παραλίγο δολοφόνο του.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ο Αμερικανικός Στρατός κατάσχεσε τα καΐκια των δύο αδελφών για να τα χρησιμοποιήσει στις πολεμικές επιχειρήσεις. Με το τέλος του πολέμου, όχι μόνο τους τα επέστρεψε, αλλά ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες τους τούς παραχώρησε και μια τεράστια περιοχή στο Σιάτλ. Έτσι, ο Χρυσόστομος αποφάσισε να ασχοληθεί με το Real Estate και ξεκίνησε να χτίζει σπίτια στην περιοχή εκείνη, πουλώντας τα στη συνέχεια. Επίσης, είχε ιδρύσει έναν συνεταιρισμό με άλλες αλιευτικές εταιρείες και κονσερβοποιούσαν τα ψάρια που αλίευαν.
Ο Νικόλας Καϊάφας, που μεγάλωσε κυριολεκτικά μέσα στη θάλασσα, ήταν επικεφαλής στα καΐκια τους. Ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δουλειά του και δεν παντρεύτηκε ποτέ. Ο Χρυσόστομος παντρεύτηκε, αλλά δεν απέκτησε παιδιά.
Ο βιογραφούμενος Αντώνης Καϊάφας γεννήθηκε το 1935 στο Καραβόσταμο της Ικαρίας. Τελείωσε το δημοτικό και τις τρεις πρώτες τάξεις του γυμνασίου στον Εύδηλο, όμως δεν συνέχισε το σχολείο καθώς το όνειρό του ήταν να «φτερώσει», να ταξιδέψει δηλαδή, αλλά και να πάει στην Αμερική. Έτσι, για να αποκτήσει την απαραίτητη εμπειρία και να καταφέρει να βγάλει ναυτικό φυλλάδιο, εργάστηκε σε καΐκια. Το 1955 έφυγε μαζί με έναν εξάδελφό του για την Ολλανδία, γιατί θεώρησαν ότι από εκεί θα ήταν πιο εύκολο να βρουν δουλειά σε καράβι. Δέκα ημέρες μετά, μπαρκάρουν στο πλοίο «Νικόλαος» του εφοπλιστή Εμπειρίκου, ένα Liberty (είδος φορτηγού πλοίου) με προορισμό την Κούβα. Στη συνέχεια και για τα επόμενα δέκα χρόνια πραγματοποιεί το ταξίδι Κούβα-Αμερική στο πλοίο «Elizabeth».
Το 1956 ζει την πρώτη μεγάλη περιπέτεια στη θάλασσα. Ταξίδευε προς την Ιαπωνία με ένα καράβι φορτωμένο με κάρβουνο. Εξαιτίας όμως της έντονης θαλασσοταραχής, το ταξίδι καθυστέρησε, με αποτέλεσμα να μείνουν από καύσιμα στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού. Για δύο ολόκληρες ημέρες έπλεαν ακυβέρνητοι, αντιμέτωποι με την οργή της θάλασσας. Ευτυχώς, ένα αμερικανικό πολεμικό πλοίο έσπευσε για βοήθεια και τους ρυμούλκησε μέχρι την Ιαπωνία. Επόμενος σταθμός, όπου θα φόρτωναν ξυλεία, ήταν το Σιάτλ, όπου γνώρισε για πρώτη φορά τον θείο του Χρυσόστομο. Ήρθε εκείνος να τον συναντήσει, καθώς ο βιογραφούμενος δεν μπορούσε να βγει από το καράβι γιατί του είχαν πάρει το ναυτικό του φυλλάδιο.
Το 1959 ο Αντώνης Καϊάφας επιστρέφει στην πατρίδα του για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στο Ναυτικό και συγκεκριμένα στην Κέρκυρα. Έναν χρόνο μετά, ταξιδεύει στη Γένοβα με το πλοίο «Πολεμιστής», την ίδια περίοδο που ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος κερδίζει χρυσό μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης. Όταν εκπληρώνει τη θητεία του, μπαρκάρει και πάλι και ταξιδεύει αρχικά στον Περσικό Κόλπο, ενώ στη συνέχεια πηγαίνει στο Νιου Τζέρσεϊ με ένα εμπορικό πλοίο. Τότε, παίρνει την απόφαση να εγκαταλείψει τη θάλασσα και να ζήσει μόνιμα στην Αμερική. Επί δύο χρόνια εργάζεται σε κατασκευαστικές εταιρείες και το 1965 ιδρύει τη δική του, την Kayafas Contracting CO, την οποία διατηρεί μέχρι σήμερα. Πρόκειται για μια επιχείρηση με διαρκώς ανοδική πορεία, η οποία διαθέτει δυναμικό 60 ατόμων. Την επιτυχία της την οφείλει στο πείσμα και στην εργατικότητα, την υπευθυνότητα και τη συνέπεια, την εντιμότητα και τις καλές δημόσιες σχέσεις του ιδρυτή της. Ο βιογραφούμενος έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των συνεργατών και των πελατών του, γι’ αυτό και εκείνοι τον επιλέγουν εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια.
Το 1970 ο Αντώνης Καϊάφας συνάντησε για πρώτη φορά τον θείο του Νικόλα και τη θεία του Κωστούλα, οι οποίοι ζούσαν στο Σιάτλ. Δύο χρόνια νωρίτερα, είχε φύγει από τη ζωή ο θείος του Χρυσόστομος. Την ίδια χρονιά, ήρθε στις Η.Π.Α και ο μικρότερος αδελφός τους, ο Σταμάτης, ο οποίος ήταν αγέννητος όταν ο Νικόλας έφυγε από την Ικαρία. Η γνωριμία των δύο αδελφών ήταν τόσο συγκινητική, που όλες οι εφημερίδες του Σιάτλ την ανέφεραν στο πρωτοσέλιδό τους, αφού είναι εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο να πρωτοσυναντιούνται δύο αδέλφια 60 ολόκληρα χρόνια μετά τη γέννηση του μικρότερου. Λίγες ημέρες μετά, ο Νικόλας απεβίωσε, σε ηλικία 93 ετών. Μπορεί να ήταν ένας απόλυτα επιτυχημένος επιχειρηματίας, να διέθετε ένα σπίτι που κτίστηκε το 1929 και κόστισε 62.000 δολάρια, να δεχόταν σε αυτό πολιτικούς και να το διαθέτει για συνέδρια, όμως πάντα είχε καημό που δεν γνώρισε τον μικρό του αδελφό. Έτσι, μόλις πραγματοποίησε και αυτό του το όνειρο, έκλεισε ευτυχισμένος τα μάτια του.
Ο Αντώνης Καϊάφας παντρεύτηκε την Άννα Βατούγιος, που κατάγεται από το Μάραθο Ικαρίας, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, τον Στέλιο (1968), τον Χαράλαμπο (1969) και την Κατερίνα (1972). Ο Στέλιος Καϊάφας γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στο St.John’s University, ενώ σήμερα δραστηριοποιείται στην οικογενειακή επιχείρηση. Η σύζυγός του, Ελένη, κατάγεται από τη Χίο και του έχει χαρίσει τρία παιδιά, τον 15χρονο Αντώνη, τον 12χρονο Λευτέρη και την 8χρονη Άννα. Ο Χαράλαμπος Καϊάφας γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και σπούδασε Αρχιτεκτονική στο N.Y Technology στο Λονγκ Άιλαντ. Ασχολείται και εκείνος με την οικογενειακή επιχείρηση, είναι παντρεμένος με την Young, με την οποία έχει αποκτήσει ένα παιδί και τρία παιδιά, με την Vasiliki. Η Κατερίνα Καϊάφα γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και σπούδασε Κοινωνιολογία στο St. Francis University, ενώ έχει πάρει master στην ίδια επιστήμη. Είναι παντρεμένη με τον Δημήτρη Νάκο και μητέρα τριών παιδιών, του 15χρονου Γιώργου, του 12χρονου Αντώνη και της 9χρονης Βαλεντίνας.
Ο βιογραφούμενος αφιερώνει τον ελεύθερο χρόνο του στην οικογένειά του και χαίρεται ευτυχισμένες στιγμές στο σπίτι του στη Φλόριντα. Κάθε καλοκαίρι επισκέπτεται την Ικαρία, όπου επιδίδεται στο αγαπημένο του σπορ, το ψάρεμα, αλλά και στο κυνήγι.
Από το 1963 είναι μέλος της Πανικαριακής Αδελφότητας Αμερικής. Η Αδελφότητα ιδρύθηκε το 1903 από τους Ικαριώτες του νοτίου κομματιού του νησιού και αποτελείται από 28 ενεργά τμήματα σε όλη την Αμερική. Οι Ικαριώτες του βόρειου τμήματος ίδρυσαν την αδελφότητα «Άρτεμις» το 1912. Το 1936 οι δύο αδελφότητες ενώθηκαν και σύστησαν την Pan-Icarian Brotherhood of America. Αυτή έχει ως στόχο να μαζεύει χρήματα για τους αρρώστους και τους ασθενείς, αλλά και για την ταφή των νεκρών. Έκτισε στην Ικαρία νοσοκομείο, γηροκομείο και σχολείο, ενώ επί τουρκοκρατίας έστειλε χρήματα στην πατρίδα για τους αγώνες του έθνους. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η Ικαρία ανεξαρτητοποιήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1912 και επί πέντε μήνες αποτέλεσε ανεξάρτητο κράτος, την Ελευθέρα Πολιτεία Ικαρίας, με δική του μάλιστα σημαία. Ενσωματώθηκε στην Ελλάδα με απόφαση της εθνοσυνέλευσης. Το 1965 οι Ικαριώτες των Η.Π.Α ίδρυσαν το Pan-Icarian Foundation, σκοπός του οποίου ήταν η μεταφορά παιδιών από το νησί στην Αμερική για ιατρικούς λόγους. Κάθε χρόνο, το ίδρυμα συνεδριάζει σε διαφορετική πολιτεία των Η.Π.Α., ενώ τα χρήματα που συγκεντρώνονται πηγαίνουν κατά το ήμισυ στις ανάγκες του ιδρύματος και κατά το ήμισυ στις ανάγκες του Chapter που διοργανώνει το συνέδριο. 80.000-100.000 δολάρια διατίθενται ετησίως σε υποτροφίες σε Ικαρία και Αμερική. Ο βιογραφούμενος έχει επίσης διατελέσει πρόεδρος στο τμήμα «Πανδίκη» του ιδρύματος, αλλά και πρόεδρος του Pan-Icarian Foundation από το 2001 μέχρι το 2007, ενώ συνεχίζει να παρέχει σε αυτό τις υπηρεσίες του μέχρι σήμερα.
Όταν ο Αντώνης Καϊάφας περπατάει στους δρόμους της Νέας Υόρκης χαίρεται να βλέπει τα κτίρια που ο ίδιος έχει κατασκευάσει να υψώνονται επιβλητικά. Παραμένει πάντα δραστήριος, καθώς, όπως αναφέρει ο ίδιος: «Εις τα 80 περπατάω, στα 100 θα φθάσω, και τότε θα σκεφτώ αν θα γεράσω!»