Αν γυρίσει κανείς τον χρόνο πίσω θα διαπιστώσει ότι οι ρίζες του Αλέξανδρου Θεοδωρίδη προέρχονται από την Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος, όμως, γεννήθηκε το 1947 στη Θεσσαλονίκη καθώς εκείνη την περίοδο η οικογένειά του είχε εγκατασταθεί εκεί και σήμερα ζει στην Αθήνα όπου διατηρεί τη δική του επιχείρηση που φέρει την επωνυμία «ΙΝΤΕΡΤΡΕΙΝΤ ΙΚΕ».
Ο παππούς του βιογραφούμενου, Δημήτριος Θεοδωρίδης, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Είχε τρία αδέρφια, την Ιφιγένεια, την Αγγελική και τον Σόλωνα. Το επάγγελμά του ήταν Πολιτικός Μηχανικός και εργαζόταν σε τούρκικη εταιρεία σιδηροδρόμων ως επιθεωρητής. Ήταν άτομο μορφωμένο και είχε ολοκληρώσει τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Γνώριζε άπταιστα την Ελληνική, την Τούρκικη, την Ιταλική, τη Γαλλική και τη Γερμανική γλώσσα. Σπούδασε στη Ροβέρτειο Σχολή (Robert College) της Κωνσταντινούπολης. Νυμφεύθηκε την Άννα Επαινετού και μαζί απέκτησαν έξι παιδιά· τον Σταύρο, τον Γιώργο, τον Αιμίλιο, την Ελένη, τον Όθωνα, πατέρα του βιογραφούμενου, και τη Σεβαστή (Σέβω). Ο Δημήτριος ήταν αυστηρός αλλά πολύ αγαπητός στο κοινωνικό σύνολο. Τιτλοφορήθηκε «δημογέροντας» από το Πατριαρχείο, όντας μάλιστα στενός φίλος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Έλεγαν για αυτόν πως είναι «μπαξές», αναφερόμενοι στην τεράστια καλοσύνη του, επειδή ήταν δίκαιος, ιδιαίτερα αγαπητός και άνθρωπος με μεγάλο ενδιαφέρον. Είχε παρασημοφορηθεί από τον Κάιζερ για το έργο που είχε κατασκευάσει, τον μεγάλο σταθμό του Χαϊντάρ Πασά. Είχε λάβει μέρος σε ένα μεγάλο έργο στην Ιερουσαλήμ, όπου έφεραν νερό στην περιοχή, καθώς δεν υδροδοτείτο έως τότε. Το έργο αυτό, το ανέλαβε σε συνεργασία με τον σύζυγο της αδερφής του, κ. Φραγκιά, που ήταν και εκείνος Πολιτικός Μηχανικός με σπουδές στο Παρίσι της Γαλλίας. Σαν άτομο, ήταν ιδιαιτέρως δυναμικό, δημιουργικό και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού. Έφυγε από τη ζωή το 1917, σε ηλικία μόλις 53 ετών. Το οικογενειακό δράμα δεν σταμάτησε όμως εκεί, καθώς ο μεγάλος του γιος, ο Σταύρος, πέθανε από επιδημία τύφου.
Η σύζυγος του Δημήτριου, Άννα (γιαγιά του βιογραφούμενου), ήταν τελειόφοιτη του Ζαππείου. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από πολύτεκνη οικογένεια και είχε έντεκα αδέρφια. O πατέρας της λεγόταν Βενετός αλλά μετέτρεψε το όνομά του σε Επαινετός. Επρόκειτο για έναν πάρα πολύ πλούσιο έμπορο. Λέγεται ότι ζήλευε τόσο πολύ τη γυναίκα του, η οποία ήταν μια καλλονή, που είχε κτίσει ολόκληρη εκκλησία μέσα στο σπίτι του για να μην βγαίνει καθόλου έξω και την κοιτάζουν. Η γιαγιά Άννα δεν εργάστηκε ποτέ αλλά αφοσιώθηκε αποκλειστικά στον άνδρα της και στην ανατροφή των παιδιών της, τα οποία μεγάλωσε με πολλή αγάπη, στοργή και φροντίδα. Ήταν άτομο με πολύ έντονη προσωπικότητα, που δέσποζε με τη γνώμη της. Την αγαπούσαν βαθύτατα και τη σέβονταν.
Όταν ο Δημήτριος Θεοδωρίδης έφυγε από τη ζωή και εν συνεχεία τα δυο του μεγάλα παιδιά, ο Σταύρος από τύφο και ο Γιώργος από πνιγμό καθώς κολυμπούσε, η οικογένεια έμεινε ακέφαλη και εξασθένησαν οι οικονομικοί της πόροι καθώς τα υπόλοιπα παιδιά ήταν σε μικρή ηλικία και δεν μπορούσαν να εργαστούν. Έτσι, το 1924, η Άννα αναγκάζεται να πάρει τα παιδιά και να εγκατασταθεί μαζί τους στη Θεσσαλονίκη, καθώς η Κωνσταντινούπολη αντιμετώπιζε φοβερά δύσκολες καταστάσεις λόγω των γεγονότων του 1922 τα οποία οδήγησαν σε καταστροφή και μεγάλους διωγμούς. Η γιαγιά του βιογραφούμενου, Άννα, έφυγε σε ηλικία 92 ετών.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Όθωνας, γεννήθηκε το έτος 1908 στην Κωνσταντινούπολη. Αποφοίτησε από το Γερμανικό και το Γαλλικό σχολείο και γνώριζε απταίστως όχι μόνο τα Γερμανικά και τα Γαλλικά, τα οποία μιλούσαν και στο οικογενειακό του περιβάλλον, αλλά τα Τούρκικα και σαφώς τα Ελληνικά. Όσο ζούσαν στη Θεσσαλονίκη, ο Όθωνας αναζητούσε εργασία και τελικά θα δουλέψει σε μία Γερμανική εταιρεία η οποία κατασκεύαζε σπίτια για τους πρόσφυγες και χρειαζόταν ανθρώπινο δυναμικό με καλή γνώση της Γερμανικής γλώσσας. Συγχρόνως, πραγματοποιούσε μεταφράσεις βιβλίων και όντας αυτοδίδακτος έμαθε να γράφει άριστα την Ελληνική γλώσσα. Παράλληλα, σπούδαζε στο Ελληνικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο. Στη συνέχεια, θα εργαστεί στην Ελληνική Εταιρεία Καπνού. Ασχολήθηκε έντονα με θαλάσσια σπορ, την κωπηλασία και την ιστιοπλοΐα. Λάτρευε τη θάλασσα και ήταν ένα από τα πιο παλιά μέλη του Ιστιοπλοϊκού Ομίλου Θεσσαλονίκης και έφορος ιστιοπλοΐας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής του ’40, ασχολήθηκε με το εμπόριο και συγκεκριμένα με ρούχα και υφάσματα. Μετά την απελευθέρωση του 1949, μετοικούν οικογενειακώς στην Αθήνα. Εν τω μεταξύ, το 1943, νυμφεύεται την Αγγελική Αλεξοπούλου με την οποία αποκτά δυο παιδιά, τον Δημήτρη και τον Αλέξανδρο. Εγκαθίστανται στο Παλαιό Φάληρο και ιδρύει επιχείρηση με κινητήρες τύπου Diesel από τη Γερμανία για αντλίες και σκάφη ως αντιπροσωπεία της Faryman. Οι μηχανές αυτές χρησιμοποιούντο, ως επί το πλείστον, στις μπετονιέρες αλλά και σε αντλίες για το πότισμα στις αγροτικές καλλιέργειες.
Ο Όθωνας ήταν άτομο δραστήριο και ικανό, ήπιων τόνων, ολιγόλογο, πολύ αγαπητό στον κοινωνικό περίγυρο καθώς ήταν ιδιαίτερα κοινωνικός και τον θυμούνται μέχρι σήμερα στους ιστιοπλοϊκούς ομίλους. Παράλληλα, διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας ως εκπρόσωπος των Ιστιοπλοϊκών Συλλόγων της Βορείου Ελλάδος. Ήταν αρχηγός της Ελληνικής Ολυμπιακής Ιστιοπλοϊκής αποστολής στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1968 στο Μεξικό καθώς και της Ιστιοπλοϊκής αποστολής, των πρώτων βαλκανικών αγώνων στην Κωνσταντινούπολη. Στις σχέσεις του με τα παιδιά του ήταν πολύ δημοκρατικός, δίνοντας τους τις ελευθερίες που χρειάζονταν έτσι ώστε να επιλέξουν τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό. Έφυγε σε ηλικία 70 ετών.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Αγγελική Αλεξοπούλου, γεννήθηκε το 1913 στην Καβάλα. Σχολείο φοίτησε στην Καβάλα, στην Πάτρα και ολοκλήρωσε στη Θεσσαλονίκη το ιδιωτικό σχολείο του Καλαμαρί, που ήταν σχολείο καλογραιών και Γαλλικό γυμνάσιο. Γνώριζε απταίστως τη Γαλλική και μάλιστα τη δίδασκε για αρκετά χρόνια. Μετά τον γάμο της, αφοσιώθηκε στην ανατροφή των παιδιών της και στην οικογένειά της. Ήταν άτομο χαμηλών τόνων, εκπληκτικής ομορφιάς, εξαίρετη νοικοκυρά και μια άριστη μητέρα, ιδιαίτερα τρυφερή, που έκανε όλα τα χατίρια στα παιδιά της, τα οποία ανέτρεφε με μεγάλη στοργή, αγάπη και φροντίδα. Πέθανε σε ηλικία 87 ετών.
Ο πατέρας της Αγγελικής και παππούς του βιογραφούμενου ονομαζόταν Αλέξανδρος Αλεξόπουλος, γεννήθηκε στην Καβάλα και το επάγγελμά του ήταν καπνέμπορος. Νυμφεύθηκε την Ελισάβετ Τζήμου με καταγωγή από το Δοξάτο Δράμας και μαζί απέκτησαν τρία παιδιά· τον Γιάννη, την Αγγελική και τη Μαίρη. Πηγαίνοντας ο Αλέξανδρος με την οικογένειά του στην Πάτρα, αποφασίζει να καλλιεργήσει καπνά στο Αγρίνιο και στα Καλάβρυτα, τα οποία επεξεργάζεται και διαθέτει στο εξωτερικό. Ήταν συγγενής με την οικογένεια Κυριαζή, των γνωστών καπνεμπόρων που διέμεναν στην Αίγυπτο, όπου και έμαθε τη δουλειά.
Η μητέρα της Αγγελικής Αλεξοπούλου και γιαγιά του Αλέξανδρου, ονομαζόταν Ελισάβετ Τζήμου και γεννήθηκε στο Δοξάτο Δράμας. Μάλιστα αποτέλεσε ένα από τα ενεργά μέλη του Μακεδονικού Αγώνα. Ο πατέρας της ήταν επίσης μέλος του Μακεδονικού Αγώνα και δούλεψε πάρα πολύ για αυτόν σε συνεργασία με τον Μητροπολίτη Δράμας. Μετέφερε με τα αμάξια του όπλα και πολεμοφόδια στους αγωνιστές του για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Το σπίτι τους είχε κρυφά δωμάτια για τους Μακεδονομάχους, οι οποίοι πήγαιναν κρυφά για να τους φιλοξενήσουν και να τους ταΐσουν και έφευγαν από εκεί πάλι τη νύχτα όταν τους έκαναν σήμα τα παιδιά πως οι δρόμοι είναι ελεύθεροι. Δολοφονήθηκε από τους Τούρκους στη Σφαγή στο Δοξάτο μαζί με άλλους αγωνιστές και το κράτος αναγνωρίζοντας τις μεγάλες τους υπηρεσίες προς την πατρίδα έχει αναγείρει προς τιμήν τους στήλη στην περιοχή πάνω στην οποία αναγράφονται τα ονόματα των πεσόντων.
Η οικογένεια Αλεξοπούλου, υπήρξε μια από τις πιο εύπορες της εποχής. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του χρηματοπιστωτικού κραχ του 1930, τεράστιος όγκος καπνών παρέμεινε απούλητος με αποτέλεσμα να χάσουν την περιουσία τους εξαιτίας των τραπεζικών κεφαλαίων κίνησης τα οποία είχαν λάβει. Τότε αποφασίζουν να γυρίσουν στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Αλέξανδρος Αλεξόπουλος θα εργαστεί πλέον ως ειδικός στα καπνά. Σε ένα από τα ταξίδια του αρρώστησε σοβαρά και έφυγε σε ηλικία 52 ετών.
Ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης γεννήθηκε το 1947 στη Θεσσαλονίκη και το 1949 σε ηλικία μόλις δύο ετών μετακομίζει με την οικογένειά του στο Παλαιό Φάληρο όπου ολοκλήρωσε το δημοτικό στο δημόσιο σχολείο και τη σχολή Χατζηκωνσταντίνου. Στο γυμνάσιο πήγε στη Γερμανική Σχολή Αθηνών και στη σχολή Χατζηκωνσταντίνου. Εισάγεται στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) και στο Πανεπιστήμιο του Mannheim της Γερμανίας, απ’ όπου παίρνει το πτυχίο του στα Οικονομικά. Τη στρατιωτική του θητεία την υπηρέτησε στο Ναυτικό κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ΑΣΟΕΕ.
Επιστρέφοντας από τη Γερμανία το 1974 μπαίνει στην εταιρεία που είχε ο πατέρας του με τον πρώτο του ξάδελφο, Δημήτριο Θεοδωρίδη, με την επωνυμία «Α.ΕΙ.Μ.Α», η οποία από το 1960 έχει την αντιπροσωπεία των πετρελαιοκινητήρων MWM και έχουν επίσης συνέταιρο τον εξάδελφό του Δημήτριο Θεοδωρίδη. Το 1992 φεύγει από την «Α.ΕΙ.Μ.Α» και ιδρύει τις εταιρείες «ΙΝΤΕΡΤΡΕΙΝΤ ΕΠΕ» και «Δ.Ε.Τ» μαζί με τους συνεργάτες του από την «A.ΕΙ.Μ.Α» Γιάννη Νέγκα και Φώτη Κούζιο. Η Δ.Ε.Τ ασχολείται με το εμπόριο ανταλλακτικών πετρελαιοκινητήρων και η ΙΝΤΕΡΤΡΕΙΝΤ έχει διάφορες αντιπροσωπείες. Οι εταιρείες αυτές ασχολούνται με διάθεση ανταλλακτικών για πετρελαιοκινητήρες και αντιπροσωπεύουν τους οίκους REINTJES, DR. E. HORN, CHESTERTON, POLARMARINE, BERG, VULKAN DMR, SPW, AP και VAN VOORDEN. Η πορεία και των δύο αυτών εταιρειών κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων είναι ανοδική και εξελισσόμενη καθώς αποτελούν μια πολύ επιτυχημένη εταιρεία στο χώρο της. Την επιτυχία τους αυτή την αποδίδουν στην πολύ καλή γνώση του αντικειμένου, στις άριστες επαφές που έχουν δημιουργήσει με τους πελάτες, στο καλό όνομα που έχουν στην αγορά και στο γεγονός ότι ζητούν πάντα να αποκτήσουν αντιπροσωπείες οίκων άριστων και με ποιότητα καθώς στοχεύουν στις διαχρονικές σχέσεις και συνεργασίες με τους πελάτες τους.
Τον Απρίλιο του 2020 ίδρυσε με την κόρη του Δάφνη, τον Φώτη Κούζιο και τη Φανή Κούζιου την εταιρεία ΘΚ ΙΝΤΕΡΤΡΕΙΝΤ ΙΚΕ που δραστηριοποιείται στη διάθεση και service ων προϊόντων των εργοστασίων REINTJES, CHESTERTON, SPW και VULKAN.
Το 1974 ο Αλέξανδρος Θεοδωρίδης ενώθηκε με τα ιερά δεσμά του γάμου με την Astrid Baumgartner, Γερμανίδα από το Erzinger στο Schwarzwald κοντά στα ελβετικά σύνορα. Με την Astrid γνωρίστηκαν το 1972 στο Πανεπιστήμιο του Mannheim κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η Astrid πήρε το πτυχίο της και άρχισε αμέσως το διδακτορικό της εργαζόμενη στο πανεπιστήμιο. Με την ολοκλήρωση των σπουδών του ο Αλέξανδρος έφυγε για την Ελλάδα για να υποστηρίξει τους γονείς του, διότι ο πατέρας του ήταν ήδη ασθενής. Επέστρεψε στη Γερμανία για τον γάμο του και ξαναγύρισε αμέσως για να εργαστεί. Η Astrid τον ακολούθησε στην Αθήνα μερικούς μήνες αργότερα διακόπτοντας το διδακτορικό της. Εργάστηκε στην Α.ΕΙ.Μ.Α. που είχε στο μεταξύ αναλάβει ο σύζυγός της λόγω της ασθενείας του πατέρα του και απουσία του συνεταίρου του, παρακολουθώντας μαθήματα ελληνικής γλώσσας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε μέχρι λίγες μέρες πριν τη γέννηση της πρώτης τους κόρης Kerstin τον Μάρτιο του 1976. Αφοσιώθηκε στην οικογένειά της και στην ανατροφή των παιδιών τους. Την Kerstin ακολούθησαν η Αλεξάνδρα, η Δάφνη και η Καρολίνα. Όλα τα κορίτσια πήγαν στο δημοτικό σχολείο της περιοχής τους, μετά αποφοίτησαν από τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και στη συνέχεια σπούδασαν στη Γερμανία.
Η Kerstin είναι πτυχιούχος του τμήματος Οικονομικών του Πανεπιστημίου του Saarbruecken. Γνωρίζει άπταιστα τη γερμανική και την αγγλική όπως και όλες οι αδελφές της. Επιπλέον έχει και το πτυχίο της γαλλικής γλώσσας. Εργάζεται στη Ζυρίχη στην τράπεζα U.B.S.
Η Αλεξάνδρα, τελείωσε επίσης τη Γερμανική Σχολή, σπούδασε εσωτερική αρχιτεκτονική στο Düsseldorf και σήμερα εργάζεται στο Βερολίνο πάνω στον κλάδο της.
Η Δάφνη, είναι απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής και σπούδασε ναυπηγός στο Αμβούργο. Εργάστηκε στη ναυτιλιακή εταιρεία MARAN TANKERS για 6 χρόνια και τώρα είναι στην εταιρεία ΙΝΤΕΡΤΡΕΙΝΤ ΙΚΕ.
Η Καρολίνα, όπως και οι υπόλοιπες αδελφές της, ολοκλήρωσε τη Γερμανική Σχολή και είναι απόφοιτος της Κτηνιατρικής Σχολής του Πανεπιστήμιου του Ανόβερου. Έκανε το διδακτορικό της σε «tissue engineering» και εργάζεται στην έρευνα στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ανόβερου σε μία ομάδα καθηγητών καρδιοχειρουργών.