Μενού Κλείσιμο

Σκουλούφια Μυλοποτάμου

Χωριό και κοινότητα της επαρχίας Μυλοποτάμου. Βρίσκεται στο δυτικό μέρος της επαρχίας, σε απόσταση 20 χλμ. από το Ρέθυμνο, σε 220 μ. υψόμετρο και έχει 250 κατοίκους. Στο χωριό υπάγεται και ο οικισμός Ρούπες.

Η ονομασία του χωριού παλαιότερα θεωρούνταν ότι προέρχονταν από λέξη τούρκικης προέλευσης όμως δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τη σημασία της. Σίγουρα όμως το χωριό υπήρχε ήδη .Επίσης αναφέρεται στο έργο του Μαρίνου Τζάνε Μουνιά «Ο μεγάλος πόλεμος», που περιγράφει την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, (1640-1665) και μάλιστα διαπιστώνουμε εύκολα ότι το χωριό βρισκόταν τότε σε ακμή. Αρχαιολόγοι κατά τις έρευνες τους βρήκαν το χωριό ως «Σπηλιούρια» και αναρωτήθηκαν μήπως ο τόπος ονομάστηκε έτσι από τα πολλά σπήλαια που βρίσκονται στη γύρω περιοχή.

Επίσης υπάρχει πιθανότητα ο τόπος να πήρε την ονομασία αυτή από κάποιο ναό του Ασκληπιού, που πολύ πιθανόν είναι να υπήρξε εκεί κατά τη διάρκεια των προχριστιανικών χρόνων, αφού τα Σκουλούφια βρίσκονται στην περιφέρεια της αρχαίας Ελευθέρνας, που πολιούχος Θεός της ήταν ο Απόλλωνας και συνηθισμένο ήταν δίπλα στους ναούς του Απόλλωνα να υπάρχει ναός του Ασκληπιού.

Το χωριό πρέπει να υπήρχε κατά τα βυζαντινά χρόνια, γεγονός που αποδεικνύουν οι πολλές βυζαντινές εκκλησίες. Λέγεται ότι κάθε μια από τις οικογένειες του χωριού διέθετε δικό της εκκλησάκι. Από τα χρόνια της ενετοκρατίας σήμερα διασώζεται μια γέφυρα από την οποία λέγεται ότι περνούσε ο ενετός πρίγκηπας Αμπελάρης. Υπάρχει η τοποθεσία Αμπελάκια στην οποία κατοικούσε ο πρίγκηπας για τον οποίο λέγονταν ότι όταν πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Ευστρατίου έπαιρνε το αντίδωρο με το σπαθί του.

Στη θέση Τσίδος υπήρχε ένας ψήλος Πύργος με πατώματα, θηρίδες και πολεμίστρες, παχιούς τοίχους στενά παράθυρα και πόρτες με χοντρά παραθυρόφυλλα. Σύμφωνα με την παράδοση στον πύργο είχαν εγκαταστήσει οι ενετοί φρουρά επειδή τα Σκουλούφια όλα τα χρόνια της ενετοκρατίας ήταν κέντρο επαναστατικών συγκεντρώσεων. Επίσης πάντα υπήρχε στο χωριό ο ειδικός για τη συγκέντρωση των φόρων που έπρεπε να πληρώνουν οι κάτοικοι στη Γαληνότατη. Διατηρείται μέχρι σήμερα το μέρος όπου παραδίδονταν οι φόροι και ονομάζεται ακόμα «Φόρος».

Η γύρω περιφέρεια του χωριού λέγονταν ότι ήταν ιδιοκτησία, φέουδο, κάποιου Γαβαλά απόγονου του άρχοντα Γαβαλά που είχε φέρει μαζί του μαζί με άλλα εννέα αρχοντόπουλα και εγκατέστησε στην Κρήτη ο Νικηφόρος Φωκάς. Σήμερα διασώζονται ακόμα τοπωνύμια που θυμίζουν τον άρχοντα Γαβαλά όπως «Ταμπέλια του Γαβαλά», του Γαβαλά τα πεζούλια κ.ά.

Στο χωριό σώζεται η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, η Παναγία του Γαβαλά, ο Άγιος Ευστράτιος, ο Άγιος Ιωάννης, ο Μιχαήλ Αρχάγγελος, οι οποίες σύμφωνα με τον Καλοτήρη ανήκουν στην εποχή του Μιχαήλ Παλαιολόγου.

Στην τοποθεσία Κουμαρέ βρίσκεται το νεκροταφείο με την εκκλησία της Παναγίας των Εισοδίων, που ανήκει στο Αρκάδι. Υπάρχει επίσης και η μικρή σπηλιά του Αγίου Φανουρίου.

Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας το χωριό είχε πολλούς τούρκους κατοίκους ενώ οι χριστιανικές οικογένειες ήταν λίγες.

Από τα Σκουλούφια κατάγονταν και ο μεγάλος ήρωας της επανάστασης του 1866 ο Λεωνίδας Μπογιατζόγλου ή Βογιατζόγλου του οποίου η επαναστατική δράση είχε αρχίσει πριν από το 1858, οπότε πήρε το βαθμό του εκατόνταρχου. Κατά την επανάσταση του 1866 ο αρχηγός Γιάννης Σγουρός του έδωσε το βαθμό του οπλαρχηγού.

Επίσης από τα Σκουλούφια κατάγονταν και η Ελένη Βολανοπούλα ή Βολάνη. αρχοντοπούλα καλονή την οποία άρπαξε με τη βία από τους δικούς της ο Μουσταφά Πασάς Ναϊλή. Όταν ο Ναϊλή έγινε Μέγας Βεζίρης την πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη και έζησαν μέσα σε μεγάλα πλούτη και χλιδή. Απόκτησαν τρία παιδιά και ανάμεσα τους το Βελή Πασά, το σκληρό διοικητή της Κρήτης του 1856, που επέβαλε νέους φόρους και καταπίεζε τους χριστιανούς ώστε να αναγκαστούν να επαναοτή-σουν το 1858. Η Ελένη Βολάνη τάφηκε ως χριστιανή.

Από τις οικογένειες που κατοικούν σήμερα στο χωριό λίγες είναι εκείνες που έχουν απώτερες ρίζες σ’ αυτόν τον τόπο, ενώ όλες οι άλλες εγκαταστάθηκαν στο χωριό κυρίως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.

Παλαιότερες οικογένειες είναι οι Μακρυδάκηδες. των οποίων τα σπίτια παρουσιάζουν σχέδια βυζαντινής τεχνοτροπίας, οι Μανωλακάκηδες, οι Καρλάκηδες και ίσως οι Χριστοδουλάκηδες και Γιαννακάκηδες.

Τα Σκουλούφια χαρακτηρίζονται από τη φυσική τους ομορφιά καθώς είναι από τα πολύ προνομιούχα χωριά με άφθονο νερό από δύο πήγες που βρίσκονται σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των τριακοσίων μέτρων από τα τελευταία σπίτια του χωριού.

Στο χωριό διατηρούνται πολλά από τα παλαιά χριστιανικά έθιμα όπως το κάψιμο του Ιούδα ή η περιφορά του Επιταφίου, ο οποίος σταματά σε κάθε σπίτι του χωριού. Παλαιότερα γίνονταν και λαμπαδοφορία αφού έφτιαχναν τις λαμπάδες τους από κλαδιά ‘ασφεντιλιές’.

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα 1980-1995.