Μενού Κλείσιμο

Παλαιοχώρα, Χανιά

Η Παλαιοχώρά ή Παλιόχωρα είναι ακμαία παραλιακή κωμόπολη της επαρχίας Σελίνου, κτισμένη σε μια μικρή χερσόνησο στη νοτιοδυτική άκρη του νομού Χανίων και βλέπει προς το Λιβυκό πέλαγος. Βρίσκεται σε απόσταση 75χλμ. από τα Χανιά και σε υψόμετρο 56μ. Σήμερα έχει 1500 περίπου κατοίκους. Στην κοινότητα Παλαιοχώρας υπάγονται οι οικισμοί Αζωγυρές, Άνυδροι, Ασφεντηλές, Βλιθιάς, Κάλαμος, Πλατανές, Προδρόμι, Σπανιάκος, Αγία Τριάς ή Τσαλιανά, Αχλαδιάκες, Στράτοι και Βασιλάκι.

Οι κάτοικοι της περιοχής ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, αλλά αρκετά ανεπτυγμένη είναι και η αλιεία. Οι ελιές της περιοχής είναι πολύ παραγωγικές (50 ρίζες λέγεται ότι μπορούν να δώσουν μέχρι 4 τόνους λάδι). Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε και η χειμερινή καλλιέργεια της ντομάτας (κυρίως σε θερμοκήπια). Επίσης η οικιακή υφαντουργία και η βιοτεχνία βρίσκεται σε άνθιση.

Η Παλαιοχώρα είναι μια πολύ σπουδαία κωμόπολη της δυτικής άκρης της Κρήτης. Το υγιεινό της κλίμα, οι ωραίες αμμουδιές της, η ηλιοφάνειά της και τα πλούσια μεσαιωνικά και βυζαντινά μνημεία της, προσελκύουν πολλούς τουρίστες, που την κατακλύζουν κατά χιλιάδες κάθε χρόνο. Τελευταία εξελίχθηκε σε ένα αξιόλογο τουριστικό κέντρο.

Ονομάστηκε Παλιόχωρα ή Παλαιοχώρα, γιατί βρίσκεται στην περιοχή όπου υπήρχαν δυο αρχαίες πόλεις της Κρήτης: η Καλαμύδη και η Λισσός. Στην περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η Παλαιοχώρα ήταν’ παλιότερα λιβάδια βοσκής. Όταν ρωτούσαν τους βοσκούς, που έβοσκαν στην περιοχή τα πρόβατά τους από πού έρχονται ή πού πάνε, απαντούσαν: «Στο παλιό χωριό ή στην παλιά χώρα». Έτσι έμεινε η ονομασία Παλαιοχώρα.

Ο σημερινός κάμπος της Παλαιοχώρας, σε πολύ παλιά χρόνια, ήταν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και το ύψωμα του φρουρίου ήταν νησίδα. Με τις γεωλογικές μεταβολές και προσχώσεις που ακολούθησαν, ο πυθμένας της θάλασσας μεταβλήθηκε σε γόνιμο έδαφος.

Η εικόνα που παρουσίαζε η μικρή χερσόνησος, στην οποία βρίσκεται η κωμόπολη της Παλαιοχώρας πριν από την επανάσταση του 1897, σύμφωνα με πληροφορίες ηλικιωμένων κατοίκων της περιοχής, ήταν η εξής: Στο νότιο άκρο της χερσονήσου και συγκεκριμένα στο ύψωμα Καστέλα, το οποίο και σήμερα εξακολουθεί να ονομάζεται έτσι ή και Φορτέτζα, υπήρχε ένα προστατευτικό τείχος (μήκους 30μ. περίπου με πολεμιστές λιθόκτιστες), καθώς και θολωτά κτίσματα και ένα υπόγειο υδραγωγείο (δεξαμενή).

Λέγεται μάλιστα ότι μέσα στα θολωτά αυτά προχώματα φυλασσόταν πολεμικό υλικό (ήταν δηλαδή οι αποθήκες των κατακτητών). Οι θόλοι αυτοί δεν διατηρούνται σήμερα, ενώ η δεξαμενή του νερού, καθώς και το τείχος του φρουρίου σώζονται σε καλή κατάσταση.

Η κατασκευή του φρουρίου τη ς Παλαιοχώρας ανάγεται στην εποχή της Ενετοκρατίας, γι’ αυτό και ονομάζεται Καστέλι Σελίνου. Το φρούριο κτίστηκε από τον τότε δούκα της Κρήτης Marino Gradonico γύρω στο 1282 και το ονόμασε Σέλινο. (Φαίνεται ότι η περιοχή εκείνη είχε τότε αυτό το όνομα). Έτσι, από το φρούριο αυτό ονομάστηκε ολόκληρη η επαρχία Σελίνου. Το φρούριο κατεδαφίστηκε και ξαναοικοδομήθηκε το 1338, από τους Βενετούς. Τότε δημιουργήθηκε γύρω από το φρούριο ο συνοικισμός Βούργος, που ήταν και ο πρώτος συνοικισμός της σημερινής Παλαιοχώρας.

Γύρω στο 1332 κατέλαβε το φρούριο ο επαναστάτης Βάρδας Καλλέργης, ο οποίος σκότωσε τη φρουρά και τον καστελάνο Ερμόλαο Βελένιο (με την οικογένειά του). Κατά το έτος 1539 το φρούριο καταστράφηκε εντελώς από τον πειρατή Barbarossa. Από τότε εγκαταλείφθηκε και σιγά – σιγά κατέρρευσε, αλλά το 1595 αναστηλώθηκε και πάλι.

Η ιστορία του φρουρίου έχει συνδεθεί με τους Τούρκους, που το πολιόρκησαν και το κατέλαβαν, το 1653, ενώ μετά από λίγο καιρό το εγκατέλειψαν. Ο περιηγητής Pashley αναφέρει ότι το 1834 το βρήκε εντελώς κατεστραμμένο. Το φρούριο του Σελίνου έχει κριθεί ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο.

Σήμερα στην Παλαιοχώρα σώζονται μερικά ερείπια από την Ενετοκρατία. Εκείνη την εποχή οι Βενετοί για να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις εχθρικές επιθέσεις είχαν κατασκευάσει μια βαθιά τάφρο, κατά πλάτος της χερσονήσου, με διεύθυνση από την ανατολή προς τη δύση, όπου κυκλοφορούσε θαλάσσιο νερό.

Η Παλαιοχώρα μέχρι το 1866 ήταν σχεδόν ακατοίκητη. Υπήρχαν μόνο μερικές αποθήκες (μαγατζέδες). Από τότε όμως που έφυγαν οι Τούρκοι από την περιοχή, άρχισε σιγά – σιγά να γίνεται ένα σημαντικό κέντρο – λιμάνι, που είχε εμπορική επικοινωνία με τα Χανιά. Από δω εξάγονταν τα προϊόντα όλης της περιοχής προς τις άλλες πόλεις της Κρήτης γιατί δεν υπήρχε ακόμη ασφαλής δρόμος επικοινωνίας με τα Χανιά και τις άλλες πόλεις. Κατά την επανάσταση του 1866, ένα πλοίο της εποχής, το «Αρκάδι», που ήταν στην υπηρεσία των επαναστατών, αναμετρήθηκε με ένα ισχυρό τούρκικο πολεμικό το «Ιτζεδίν», κοντά στα νερά της Παλαιοχώρας και συγκεκριμένα στα δυτικά της κωμόπολης στην περιοχή Παχειά Αμμος. Τον Αύγουστο του 1867 το πλοίο ξεφόρτωσε στην Αγία Ρουμέλη πολεμοφόδια και παρέλαβε πολλές οικογένειες. Ο πλοίαρχός του όμως ο Κουρεντής κατάφερε να το ρίξει έξω στην ξηρά. Μετά το σκληρό αγώνα που ακολούθησε, ο καπετάνιος κατάφερε να σώσει το πλοίο, το πλήρωμα και τα γυναικόπαιδα που επέβαιναν σ’ αυτό.

Από την περιοχή της Παλαιοχώρας κατάγεται ο γνωστός οπλαρχηγός Πολιουδόβαρδας και ο γενικός αρχηγός της επαρχίας Σελίνου Κριάρης, που έδρασαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Γ ι’ αυτούς γράφτηκε και το ριζίτικο τραγούδι που ακολουθεί:

«Όποιος στoν Άδη κατεβεί

Να μην το λησμονήσει

Vα πα vα βρει τουςαρχηγούς

Κριάρη και Κορκίδη,

το γέρο Πολιουδόβαρδα

και το Δασκαλογιάvvn,

vα τονε πει τα vέικα,

που έχουv επιθυμία,

πως ελευθερωθήκαμε

από τnv τυραvvία!

Κι ο Τούρκος δεv δικάζει μπλιo»

Κατά την επανάσταση του 1897, αναφέρεται ότι οι Τούρκοι μετά τη σφαγή του άμαχου πληθυσμού στη Σαρακίνα, όρμησαν σε δυο σπίτια της Παλαιοχώρας όπου είχαν κλεισθεί αρκετοί Χριστιανοί εμπορευόμενοι, που κατοικούσαν την εποχή εκείνη την περιοχή και τους έσφαξαν όλους. Ανάμεσά τους ήταν αρκετές γυναίκες και πολλά παιδιά. Μετά τη σφαγή οι Τούρκοι έθαψαν τα πτώματα σ’ ένα λάκκο.

Το Μάρτιο του 1897 οι Τούρκοι της περιοχής μαζεύτηκαν στο φρούριο της Παλαιοχώρας απ’ όπου τους παράλαβαν τα πολεμικά των «Προστάτιδων Δυνάμεων» για να τους σώσουν από την εκδίκηση των Χριστιανών.

Η Παλαιοχώρα έφθασε σε μεγάλη ακμή τα προπολεμικά χρόνια, γιατί είχε θαλάσσια συγκοινωνία με τον Πειραιά. Από το 1940 όμως μέχρι το 1960 παρουσιάζει κάποια κάμψη. Μετά το 1960 όμως η ανάπτυξη του τουρισμού της της έδωσε καινούρια άνθιση και ζωή.

Οι κάτοικοι της Παλαιοχώρας πήραν μέρος στις μάχες της Μακεδονίας, της Βορείου Ηπείρου και της Μ. Ασίας. Έδωσαν επίσης το ηρωικό παρόν και στη Μάχη της Κρήτης.

Τα παλικάρια της Παλαιοχώρας και των γύρω χωριών, όταν πληροφορήθηκαν ότι οι Γερμανοί έρχονται από τα Χανιά, για να καταλάβουν τα νότια παράλια του νομού και ιδιαίτερα την Κάντανο και την περιοχή τους, συγκεντρώθηκαν στο φαράγγι της Καντάνοu. Το μέρος αυτό προσφέρονταν γι’ αυτό το σκοπό, γιατί ήταν δύσβατο. Η οχύρωση των συγκεντρωθέντων έγινε κυρίως στις δυο πλευρές του κεντρικού δρόμου, που οδηγεί από τα Χανιά προς την Παλαιοχώρα και μέχρι το χωριό Φλώρια. Κατά τη μάχη αυτή, που έγινε το Μάιο του 1941 και είναι γνωστή σαν η μάχη των Φλωρίων, σκοτώθηκαν 25 Γερμανοί αλεξιπτωτιστές. Αυτό έγινε αφορμή να καταστραφεί η Κάντανος από τους Γερμανούς. Οι ναζί όμως δεν ικανοποιήθηκαν από την καταστροφή της Καντάνου και προσπαθούσαν να βρουν την ευκαιρία για να εκδικηθούν το φόνο των δικών τους στα Φλώρια.

Η αφορμή δόθηκε όταν οι Γερμανοί πληροφορήθηκαν ότι πολλοί Σελινιώτες περιφέρονται ένοπλοι στα βουνά.

Την πρώτη Σεπτεμβρίου 1941, επίλεκτες μονάδες από την Παλαιοχώρα και τα Χανιά περικύκλωσαν ολόκληρη την επαρχία και έπιασαν όλους τους ύποπτους και τους μετέφεραν στην Παλαιοχώρα. Τους συγκέντρωσαν στο ελαιουργείο του χωριού, που χρησίμευε για φυλακή, τους ανέκριναν τυπικά σε πρόχειρα στρατοδικεία και τους εκτελούσαν έξω από τον περίβολο του νεκροταφείου. Πολλές φορές έφθαναν στο σημείο να οδηγούν εκεί και τους άλλους φυλακισμένους για να ανοίγουν τους τάφους και να μεταφέρουν με σανίδες τα πτώματα των θυμάτων για να τα θάψουν. Οι εκτελέσεις αυτές κράτησαν τέσσερις ημέρες και οι εκτελεσθέντες έφθασαν τους 29. Στο χώρο της θυσίας των παλικαριών αυτών υπάρχει σήμερα ένας απέριττος μεγάλος τάφος.

Οι κάτοικοι της Παλαιοχώρας είναι γηγενείς Κρητικοί και μερικοί απ’ αυτούς είναι άποικοι από τα γύρω μέρη, τα Σφακιά και τη Γαύδο. Το ένα τρίτο των κατοίκων σήμερα κατάγονται από τη Γαύδο και φυσικά έχουν τη δική τους ιστορία. Από τις. παλιότερες οικογένειές της είναι οι Φρατζεσκάκηδες, οι Βαρδουλάκηδες, οι Θεοδωράκηδες, οι Ξηρουχάκηδες, οι Ιερωνυμάκηδες, οι Κληρονομάκηδες, οι Κλεινάκηδες, οι Βαρδινογιάννη δες οι Φραντζεσκάκηδες και οι Καλογρήδες.

Σ’ όλη την περιοχή της Παλαιοχώρας ο επισκέπτης θα συναντήσει ενδιαφέρουσες εκκλησίες. Σπουδαία είναι ο καθεδρικός ναός της Παλαιοχώρας, η Παναγιά η Ευαγγελίστρια, κτισμένη πριν από 100 περίπου χρόνια. Σύμφωνα με τη ντόπια λαϊκή παράδοση, όταν οι εργάτες έκτιζαν τον τρούλο της εκκλησίας ένας απ’ αυτούς έπεσε από ύψος 14μ. Όταν όμως βρέθηκε στο έδαφος στάθηκε όρθιος και δεν έπαθε τίποτα. Όλοι οι κάτοικοι θεωρούν αυτό το γεγονός ως θαύμα της Παναγίας.

Ενδιαφέρον συγκεντρώνει και ο κοιμητηριακός ναός του Αγίου Γεωργίου. Ας σημειωθεί ότι το νεκροταφείο της Παλαιοχώρας έχει μια πολύ καλή ρυμοτομία. Άλλες παλιές εκκλησίες, που έχουν ανακαινιστεί, είναι η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Άγιος Αντώνιος, η Ανάληψη, η Αγία Τριάδα και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Σήμερα η Παλαιοχώρα είναι μια κωμόπολη που ευημερεί. Η όμορφη «νύφη του Λιβυκού πελάγους», όπως πολλοί την ονομάζουν, διαθέτει γυμνάσιο, οικοτροφείο της Μητρόπολης Κισάμου και Σελίνου, ξενοδοχεία, εστιατόρια, κέντρα αναψυχής, πολλά καταστήματα και ότι άλλο θα μπορούσε να προσφέρει μια άνετη διαμονή όχι μόνο στον ξένο επισκέπτη, αλλά και στους ντόπιους. Η ρυμοτομία της είναι πολύ καλή και προβλέπεται να γίνει ένα πολύ σπουδαίο τουριστικό κέντρο.

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα, 1980-1995.