Μενού Κλείσιμο

Ορθές Ρεθύμνης

Χωριό και κοινότητα της επαρχίας Μυλοποτάμου Ρεθύμνης. Βρίσκεται στις βορειοδυτικές υπώρειες του Ψηλορείτη, σε υψόμ. 320 μ. Κατά την απογραφή του 1981 είχε 280 κατοίκους.

Για την προέλευση του ονόματος του χωριού δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες. Εχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές, που υποστηρίζουν ότι προήλθε από τις λέξεις Ορθέα. Ορθός, Όρθα (κότα-όρνιθα), όρος-θέση κ.ά.

Είναι γένους αρσενικού (ο Ορθές). Επειδή στην περιοχή του χωριού δεν συνηθίζεται αντιστροφή του γένους των ονομάτων, πρέπει να αποκλειστούν οι εκδοχές προέλευσης από θηλυκού γένους ονοματικές όπως Ορθέα Αρτέμιδα, Όρθα (όρνιθα) κ.ά.

Η κατάληξη -ες είναι συνηθισμένη στην Κρήτη, ιδιαίτερα στο διαμέρισμα δυτικά του Ψηλορείτη (νομοί Ρεθύμνης – Χανίων), ιδίως στα τοπωνύμια της ορεινής διαλεκτικής ζώνης: Βάτος-Βατές. Πλάτανος-Πλατανές. Πρίνος-Πρινές κ.ά.

Έτσι ο Ορθός έγινε Ορθές. Η λέξη Ορθός σχετίζεται με τη θέση του χωριού και τα φυσικά χαρακτηριστικά του.

Το χωριό είναι κτισμένο στο βραχώδες, σχεδόν επίπεδο πλάτωμα (πλάκα), που δεσπόζει της γύρω περιοχής. Δυτικά του χωριού υπάρχει ο κατακόρυφος γκρεμός Δετής, ύψους 100 μ., γεγονός που τονίζει την τοποθεσία. Το πέτρωμα είναι σκληρό ασβεστολιθικό μεγάλου πάχους, πράγμα που δεν ευνοεί τη βλάστηση αλλά πλεονεκτεί στη θεμελίωση των οικοδομών (δεν ανοίγονται θεμέλια στα κτίρια απλά εδράζο-νται στο βράχο).Έτσι ο οικισμός στέκει ορθός στη θέση του.

Υπάρχει ακόμα η εκδοχή που υποστηρίζει ότι το όνομα του χωριού προέρχεται από τη συνένωση των λέξεων Όρος-θέση (ο) – Ορ-θες(ο) μετά την καταλυτική και αφαιρετική προφορά της ορεινής διαλέκτου. Η λέξη ο Όρος έχει την έννοια όριο, σύνορο, το τελευταίο άκρο είτε του ορεινού όγκου του Ψηλορείτη, είτε του πεδινού της βόρειας περιοχής. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά του χωριού υποστηρίζουν την εκδοχή αυτή που υλοποιεί το σύνορο, την οροθετική γραμμή της περιοχής.

Στους αρχαίους χρόνους ο Όρος χρησιμοποιόταν πλατύτερα επάνω σε χαρακτηριστικά φυσικά σημεία (βράχοι, λόφοι, ποταμοί κ.ά.) και σε ευδιάκριτα τεχνητά σημεία (κτίσματα, πέτρες με επιγραφές κ.ά.)

Χρονολογικά στοιχεία εντοπισμού της πραγματικής ηλικίας του οικισμού – χωριού χάνονται στα βάθη των αιώνων. Στη θέση Αλευριδάς έχουν εντοπιστεί ερείπια κυκλώπειου τείχους, που θα πρέπει να κάλυπτε οικιστικές ανάγκες. Δεν βρέθηκε ακόμη τόσο παλιός οικισμός. Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας (1646-1898) οι οικογένειες του χωριού είχαν χαρακτηρισθεί εύπορες, που σήμαινε βαριά φορολογία των κατοίκων και εχθρικό για τους Τούρκους χωριό.

Ερείπια κατοικιών στην περιοχή του χωριού, όπως στις θέσεις Άι-Γιάννη, Σμαϊλιανά, Καρυδάκι, Πούπες αποδεικνύουν την ύπαρξη Μετοχιών, γύρω από την τελική θέση του σημερινού χωριού.

Ερείπια Χριστιανικών εκκλησιών, απροσδιόριστης ηλικίας υπάρχουν: στη βόρεια παρυφή του χωριού του Σωτήρα Χριστού (με ίχνη τοιχογραφιών 900 χρόνων), στην ανατολική πλευρά του Αι-Γιάννη στην τοποθεσία Καβούσι. που χρησιμοποιήθηκε σαν ορμητήριο των επαναστατών κατά των Τούρκων κατακτητών, επειδή παρέχει πλήρη κάλυψη. Δεν φαίνεται παρά μόνο όταν ο επισκέπτης βρεθεί πολύ κοντά στην εκκλησία.

Η παλιότερη από τις τρεις εκκλησίες του χωριού είναι η Παναγία, με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Περδικιώτισσας. Η εκκλησία κτίστηκε στη θέση που βρέθηκε ανέπαφη η θαυματουργή εικόνα εξαιτίας του κελαϊδήματος μιας πέρδικας καθημερινά κάτω από τα βάτα. Η νεότερη εκκλησία είναι του Αγίου Νεκταρίου, που κτίστηκε στη δεκαετία του ’60.

Η τρίτη εκκλησία του Αγίου Φανουρίου είναι αφιερωμένη και στα Εισόδια της Θεοτόκου. Στη θέση της προϋπήρχε, μέχρι το 1863, βυζαντινός ναός του ίδιου Αγίου.

Σύμφωνα με την παράδοση, ο βυζαντινός ναός κτίστηκε χάρη στον αρχηγό -υποκινητή της επανάστασης των κατοίκων του Μυλοποτάμου και Ρεθύμνης κατά των Ενετών κατακτητών τον Αλέξιο Καλλέργη, το έτος 1365. Ο Αλέξιος μαζί με τους αδερφούς του Ιωάννη και Γεώργιο ύψωσαν τη σημαία του δικέφαλου αετού των Παλαιολόγων του Βυζαντίου και κήρυξαν την ένωση της Κρήτης με το Βυζάντιο, ύστερα από τις επιτυχίες της επανάστασης αυτής στο Λασίθι (Ιωάννης). Μυλοπόταμο (Αλέξιος) και Σφακιά (Γεώργιος).

Οι Ενετοί περιορίσθηκαν στο Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο) και σε λίγα άλλα φρούρια. Σκοπός των αδελφών Καλλέργη ήταν να εκπορθήσουν και τα υπόλοιπα φρούρια των Ενετών στην Κρήτη με τη βοήθεια του Βυζαντίου.

Το Βυζάντιο όμως είχε εξαντληθεί από τις εσωτερικές διαμάχες και την τούρκικη απειλή. Έτσι δεν έστειλε βοήθεια στην Κρήτη. Αντίθετα οι Ενετοί αποβίβασαν στρατό για ενίσχυση των πολιορκημένων στα ελάχιστα φρούρια που διατηρούσαν το 1367 και την καταστολή της επανάστασης των κατοίκων. Οι υποκινητές – αρχηγοί αδερφοί Καλλέργη συνελήφθησαν και αποκεφαλίστηκαν.

Ο Αλέξιος με τους επαναστάτες κατοίκους του Μυλοποτάμου θα πρέπει να έδωσε την τελευταία του μάχη στη φυσική γραμμή άμυνας που χωρίζει τον ορεινό όγκο του

Ψηλορείτη από την ημιπεδινή περιοχή του Μυλοποτάμου, η οποία παρέχει απεριόριστη παρατήρηση μέχρι τη θάλασσα και κάλυψη των νώτων, λόγω του ορεινού όγκου

Απόγονοι του Αλεξίου Καλλέργη ήταν οι ιδρυτές του ναού του Αγίου Φανουρίου (ίσως έκαναν «τάξιμο» να φανερωθεί η θέση της ταφής του). Μέσα στο ναό είχε κτιστεί τάφος – κενοτάφιο μεγαλοπρεπής, με διακοσμήσεις από ανάγλυφες πλάκες τοπικής πέτρας (ασβεστόλιθου). Μια πλάκα φέρει τη χρονολογία α φ π δ (1584) Απριλίου και τη φράση «ετελειώθη το κοιμητήριον Μαρτίου μηνός».

Άλλη πλάκα φέρει το οικόσημο του πεθαμένου Καλλέργη και κεφάλι ιππότη με κράνος.

Η κατασκευή του τάφου μέσα στην εκκλησία ικανοποιούσε το θρησκευτικό συναίσθημα και εξασφάλιζε τις λαξευμένες ασβεστολιθικές πέτρες από τις καιρικές συνθήκες.

Η σημερινή εκκλησία του πολυούχου του χωριού Αγίου Φανουρίου, στον ευρύχωρο περίβολο της οποίας πραγματοποιείται κάθε χρόνο μεγάλο πανηγύρι, στις 27 Αυγούστου, είναι δίκλιτη, τεχνοτροπίας Μπαρόκ, απομίμηση της αρχιτεκτονικής της εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης, της ιστορικής Μονής Αρκαδίου.

Οι κάτοικοι του χωριού είναι γνήσιοι Κρητικοί. Παλιότερες οικογένειες είναι οι Πα-δουβάς (πιθανότατα προέρχεται από την Πάδοβα της Ιταλίας και ήρθε στην Ελλάδα την εποχή της Ενετοκρατίας), Δράγασης (βυζαντινό επίθετο), Καλαϊτζάκης, Ανδρου-λιδάκης, Καλλέργης, Πατεράκης, Σηφάκης, Παλιεράκης, Παπαδάκης. Φανουράκης, Βαβουδάκης. Βασιλάκης, Μαρκάκης κ.ά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κρητικής Πολιτείας το χωριό Ορθές ανήκε από το 1900 στο δήμο Ελεύθερνας, που αριθμούσε είκοσι χωριά της περιοχής. Μετά την ένωση της Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα έγινε κοινότητα, στην οποία υπαγόταν και το χωριό Καλανδαρέ για αρκετά χρόνια.

Στο χωριό υπάρχουν δημοτικό σχολείο, εκπολιτιστικός σύλλογος, σύγχρονο ελαιοτριβείο, νεόκτιστο κοινοτικό κατάστημα και δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτρικού ρεύματος, τηλεφώνου. Η δημογραφική σταθερότητα του πληθυσμού του Ορθέ, διατηρείται σταθερή με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η παραγωγική μορφή ζωής και η εξελικτική πορεία του χωριού.

Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την πτηνοτροφία, την χειροτεχνία, αλλά και με εξειδικευμένες τέχνες όπως, οικοδόμου, ξυλουργού, μηχανουργού κ.ά., τις οποίες εξασκούν όχι μόνο στο χωριό, αλλά και σε άλλες περιοχές. Συγκριτικά με τον πληθυσμό του έχει αρκετά μεγάλο αριθμό εγγραμμάτων.

Η ιδιαίτερη αγάπη των Ορθιανών για το κυνήγι έγινε αφορμή να συσταθεί σκοπευτικός σύλλογος Ορθέ στις αρχές του αιώνα μας (βλ. «Σκοποβολή στην Κρήτη»).

Σ’ όλους τους αγώνες για την ελευθερία της Κρήτης και τους αγώνες για την ανεξαρτησία όλων των άλλων ελληνικών περιοχών, έδωσαν το παρόν οι από τον Ορθέ καταγόμενοι στρατευμένοι νέοι και εθελοντές καταβάλοντας το αντίστοιχο τίμημα αίματος.

Το χωριό, αν και δεν είναι παραθαλάσσιο, διαθέτει πολύ αξιόλογες τουριστικές τοποθεσίες, τελείως ανεκμετάλλευτες μέχρι σήμερα, όπως ο Δέτης, κατακόρυφος γκρεμός ύψους πάνω από 100 μ. και μήκους πάνω από 300 μ. το Κιργιαχέλι, με την ομώνυμη πηγή παγωμένου και κατακάθαρου νερού, το Κλίμα, στις υπώρειες του Ψηλορείτη με πηγή νερού τόσο παγωμένου που ο διψασμένος αναγκάζεται να πίνει με διακοπές, τη Λιμνιανή, με τη μαγευτική θέα (εδώ υπήρχε φυλάκιο παρατήρησης κατά τον αγώνα και το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου), το ορθιανό φαράγγι Κορακιές με την ποικιλία των πτηνών, το Γαβρά, με τις γύρω δασώδεις περιοχές, τη Μέλισσα και τον Άγιο Στέφανο, δύο ορεινές τοποθεσίες με πανοραμική θέα κ.ά.

Οι παραδόσεις και η εθιμική λατρεία διατηρούνται αναλλοίωτα στον Ορθέ. Διατηρείται π.χ. ολοζώντανο το κάψιμο του Ιούδα, την ώρα που ο παπάς εκφωνεί το Χριατός Ανέστη, ένα παμπάλαιο έθιμο, μια θρησκευτική (ιεροτελεστία) καταβολή των πιστών κατά της προδοσίας του Ιούδα του Ισκαριώτη.

Από νέους και παιδιά του χωριού συγκεντρώνονται κομμένα κλαδιά και κορμοί δέντρων και θάμνων, στον περίβολο της εκκλησίας του Αγίου Φανουρίου, όπου κατασκευάζεται μεγάλος σωρός με την ονομασία Ορφανός. Πάνω του τοποθετείται ομοίωμα του Ιούδα για να αφεθεί στις φλόγες και να καεί τη βραδιά της Ανάστασης, μέσα σε πανδαιμόνιο βεγγαλικών και κροτίδων. Εδώ διατηρούνται ζωηρά ακόμη όλα τα έθιμα του τόπου.

Οι γυναίκες του Ορθέ επιδίδονται ιδιαίτερα στη λαϊκή τέχνη. Υφαίνουν στον «αργαλειό» τα περίφημα κρητικά υφαντά (πατανίες, τραπεζομάνδηλα, πετσέτες, σεμέν, πάντες, βουργιάλα κ.ά.), πλέκουν ωραιότατα πλεκτά και προπαντός δαντέλες με βελονάκι και χρησιμοποιούν το «σαϊτάκι» για φιρφολιτέ και κεντούν με όλα τα γνωστά είδη «βελονιάς». Έτσι εκτός από τα ωραιότατα και πλούσια προικιά εξασφαλίζουν και προσωπικό εισόδημα, από την πώληση των έργων τους.

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα 1980-1995.