Χωριό και κοινότητα της επαρχίας Αμαρίου, που επί Ενετοκρατίας ήταν η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου, σε απόσταση 40 χμ. απ’ αυτό. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 460 μ. και έχει 180 κατοίκους μαζί μ’ αυτούς του οικισμού Οψυγιάς.
Το χωριό ιδρύθηκε πιθανώς κατά τη Β’ βυζαντινή περίοδο από έναν άποικο του βυζαντινού οίκου Αμάρη ή τον Ενετό άρχοντα Αιτιβο, απ’ όπου προέρχεται και η ονομασία του.
Κατά τον Αθανάσιο Σκληρό όμως, που ήταν αρχίατρος, η λέξη Αμάρι προήλθε από την ιταλική λέξη 3γπ3γο (= πικρός). Η λέξη πικρός δικαιολογείται από το γεγονός ότι το Αμάρι έκανε πολλούς πολέμους, στους οποίους πικραίνονταν οι αντίπαλοι, γιατί δεν μπορούσαν να το κατακτήσουν.
Άλλοι πάλι ετυμολογούν το όνομα από την ομηρική λέξη αμάρη (= αυλάκι, υδραγωγός).
Οι δυο τελευταίες εκδοχές δε φαίνονται πιθανές, γιατί.πριν την Ενετοκρατία στην Κρήτη η περιοχή της επαρχίας Αμαρίου λεγόταν Σύβριτος. Και είναι σχεδόν απίθανο πριν απ’ αυτήν την ονομασία να ξαναλεγόταν Αμάρι («Κρήτη» Σ. Σπανάκης, τόμος Β’, σελ. 48).
Τη λέξη Νεφς, που είναι αραβική, την πρόσθεσαν οι Τούρκοι για να ξεχωρίζουν το κυρίως Αμάρι, την πρωτεύουσα δηλ. από την επαρχία Αμάρι. Σήμερα το χωριό αποκαλείται απλά Αμάρι.
Το Αμάρι, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ήταν πρωτεύουσα της επαρχίας στην περίοδο της Ενετοκρατίας στην Κρήτη. Ο «Καστροφύλακας» αναφέρει ότι το 1583, το χωριό είχε 131 κατοίκους. Σήμερα έχουν διασωθεί ενετικά ερείπια μικρού πύργου που βρισκόταν στο κέντρο του χωριού στο πιο ψηλό σημείο του.
Οι κάτοικοι του χωριού την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πολέμησαν εναντίον των Τούρκων γνωρίζοντας τη σκληρότητα των γενίτσαρων, οι οποίοι σκότωσαν πολλούς απ’ αυτούς. Ο Γ. Ανδρεδάκης μάλιστα στο βιβλίο του «Ιστορικά σημειώματα» αναφέρει ότι οι γενίτσαροι πήγαν στο σπίτι της Γιακουμοπούλας, η οποία μόλις τους είδε να πλησιάζουν έκλεισε την πόρτα του σπιτιού και πήρε αγκαλιά το παιδί της. Οι γενίτσαροι όμως την πυροβόλησαν απ’ έξω και η σφαίρα διαπερνώντας την πόρτα βρήκε την καρδιά της γυναίκας που πέθανε αμέσως. Το παιδί της, βρέφος ακόμη, δεν το κατάλαβε και συνέχιζε να θηλάζει από τη μητέρα του. Όταν μεγάλωσε, επειδή ήταν κίτρινο, είπαν πως έφταιγε γι” αυτό, το γεγονός ότι θήλασε γάλα νεκρής.
Αργότερα το χωριό έγινε κέντρο των Τούρκων. Μετά την απελευθέρωση της Κρήτης δεν έμεινε τίποτα στο χωριό που να θυμίζει ότι κάποτε ζούσαν εκεί Τούρκοι. Εξαιτίας της παραμονής των Τούρκων στο χωριό, δεν έγινε εκεί ποτέ καμιά σημαντική μάχη. Οι κάτοικοι όμως πήραν μέρος σε διάφορες μάχες.
Ο πιο γενναίος άντρας του χωριού θεωρείται ο Νικόλαος Πρικάκης του Ιωάννου που γεννήθηκε το 1892 και σήμερα είναι 88 χρονών. Αυτός πολέμησε στη Μ. Ασία, στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και στο Μπιζάνι.
Παλιότερες οικογένειες είναι οι Δαμβουνέληδες, οι Αρχοντάκηδες, οι Κουτάκηδες, οι Δρυγιαννάκηδες, οι Δρετουλάκηδες, οι Σπιθουράκηδες και οι Ανδρουλάκηδες.
Στο χωριό έχουν βρεθεί πολλές εκκλησίες βυζαντινής εποχής με πολλές τοιχογραφίες, τις περισσότερες ίσως που έχουν βρεθεί στην Κρήτη. Μια απ’ αυτές τις εκκλησίες είναι η Αγία Άννα. Είναι διμάρτυρη με τον Άγιο Κωνσταντίνο που κτίστηκε γύρω στα 1225 και του οποίου σώζονται μόνο τα ερείπια. Είναι από τις παλιότερες βυζαντινές εκκλησίες της Κρήτης.
Άλλες εξίσου παλιές εκκλησίες είναι ο Άγιος Ιωάννης, η Παναγία η Κερά, οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Τίμιος Σταυρός, ο Άγιος Τίτος, οι οποίες έχουν ανακαινιστεί όπως του Αγίου Τίτου. Επίσης βυζαντινή με αξιόλογες τοιχογραφίες είναι και η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, από την οποία σώζονται μόνο δυο τοίχοι. Η εκκλησία αυτή ήταν ιδιωτική και ανήκε στο κτήμα της οικογένειας Παναγιώτη Ρολόη.
Υπάρχει ακόμη η εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων που κτίστηκε το 14ο με 15ο αιώνα και που σήμερα είναι ερείπιο. Κτήτοράς της ήταν κάποιος Θεόδωρος.
* Στοιχεία από 15ετή έρευνα 1980-1995.