Μενού Κλείσιμο

Μουρί Χώρας, Χανιά

Οικισμός της κοινότητας Χώρας Σφακίων της επαρχίας Σφακίων. Κατοικείται μόνο το καλοκαίρι. Η προέλευση του ονόματος του προέρχεται από το λατινικο murum – muros (το τείχος, το οχυρό μέρος).

Το 1782 γεννήθηκε στο Μουρί ο Χατζή Γιώργης Κελαϊδής ή Μοuριώτης. Ήταν φιλικός και πολέμησε με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Πολέμησε επίσης για την απελευθέρωση της Σάμου μαζί με άλλους Κρητικούς. Το 1822 ήταν και αυτός ανάμεσα σ’ αυτούς, που εξολόθρευσαν τους Τούρκους του Γετίμ Αλή. Το 1941 ο περιβόητος Γερμανός Σούμπερτ εκτέλεσε 6 κατοίκους, επειδή υπέθαλπταν ανταρτικές ομάδες και συγκεκριμένα την ομάδα του Μπαντουβά, που ήρθε από το Ηράκλειο.

Το Μουρί είχε το προβάδισμα στην πρόοδο σε σχέση με τα γύρω χωριά και ο ι κάτοικοί του επιδίδονταν στο εμπόριο. Σήμερα βρίσκεται σε παρακμή και τέλεια εγκατάλειψη. Η πολιτεία δεν είχε κατασκευάσει δρόμο και οι συνθήκες διαβίωσης στο υψόμετρο των 1.000 περίπου μ. όπου βρίσκεται, ήταν αφόρητες.

Παλιότερα είδε μέρες μεγάλης δόξας. Από εδώ κατάγονταν στρατηγοί και ναυμάχοι των διαφόρων επαναστάσεων. Οι κάτοικοί του έδιδαν πάντα ένα δυναμικό παρόν, τόσο στις εθνικές εξεγέρσεις, όσο και στις προσπάθειες για την κοινωνική και πνευματική άνοδο της επαρχίας. Ήταν ο τόπος καταγωγής του αρχιμανδρίτη Παρθενίου Κελαϊδή, ο οποίος ήταν «πρωτουργός της επανάστασης του 1866-69» κατά τους ιστορικούς. Από το Σφακιανό Μουρί κατάγονται πολλές και ένδοξες οικογένειες, όπως π.χ. οι Ψίλλοι – Ψιλλάκηδες (ή και Ψήλοι – Ψηλάκηδες, επειδή ήταν ψηλοί). Γνωστός είναι π.χ. ο περίφημος λαγουτιέρης Σταύρος Ψιλλάκης.

Την εποχή του Δασκαλογιάννη (1770-71) το χωριό είχε 250 κατοίκους και στην απογραφή του 1881 είχε 184.

Στον οικισμό υπάρχουν οι εκκλησίες της Κοίμησης της Παναγίας, του Αγίου Γεωργίου και του Τιμίου Σταυρού, με ίχνη βυζαντινών τοιχογραφιών. του χωριού δεν παρουσιαζόταν για να πάνε να δουλέψουν «αγγαρεία» στο Τυμπάκι.

Στο Μουρνέ υπάρχουν όπως είπαμε πολλές εκκλησίες. Αυτές είναι της Ζωοδόχου Πηγής στη θέση Διπλοχώρι, η πιο παλιά εκκλησία του χωριού, βυζαντινής εποχής με τοιχογραφίες. Υπήρχε σκαλιστό τέμπλο το οποίο κάηκε και έμεινε μόνο ένα τμήμα του, του Αγίου Γεωργίου, της Κοίμησης της Θεοτόκου, στη θέση Δενδρικά, του Αγίου Ιωάννη ο οποίος κάποτε ήταν μοναστηριακός ναός, που τον είχαν φτιάξει για να προφυλακτούν από τους Τούρκους, της Αγίας Μαρίνας, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Βλάση, του Αγίου Ονούφριου, του Αγίου Χαραλάμπους, της Αγίας Ειρήνης, του Αγίου Φανουρίου, η κεντρική εκκλησία του χωριού, του Αγίου Στυλιανού και του Αγίου Νεκταρίου.

Στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη υπήρχε μια πολύ αξιόλογη εικόνα που τώρα βρίσκεται για φύλαξη στη μητρόπολη Λάμπης και Σφακίων.
Σύμφωνα με την παράδοση, κάποτε έζησε εδώ ο ασκητής Γεράσιμος, ο οποίος λίγο πριν πεθάνει (είχε προβλέψει το θάνατό του) είπε σε μια γυναίκα, πως θα βρίσκει κάθε πρωί ένα πρόσφορο στο παράθυρό της φτάνει να μην το πει σε κανέναν. Κάποτε όμως η γυναίκα μαρτύρησε το μυστικό και από τότε δεν ξαναβρήκε πρόσφορο στο παράθυρό της.

Κοντά στο ερειπωμένο χωριό Διπλοχώρι σώζονται τα ερείπια της εκκλησίας του Άι-Γιώργη και υπάρχουν ίχνη από τα υπόλοιπα μοναστηριακά κτίσματα. Πολλοί θρύλοι για τον Άι-Γιώργη του Μαλαθρέ λέγονται στα γύρω χωριά. Λέγεται πως στο Μαλαθρέ υπήρχε αρχαίος ναός με ιερείς, που συνέχιζε να ακμάζει και κατά τους χρόνους της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Κρήτη. Όταν επικράτησε ο Χριστιανισμός, ο «ειδωλολατρικός» ναός γκρεμίστηκε για να ξεριζωθεί η παλιά εκκλησία. Στα ερείπια της κτίστηκε αργότερα χριστιανική εκκλησία.

Άλλος θρύλος μας λέει πως ο ναός είχε 101 πόρτες και η τελευταία προς το ιερό πύλη ήταν χρυσή. Λέγεται επίσης πως κάτω από τα ερείπια του ναού, στο μέρος που βρίσκονταν η «χρυσή πύλη», βρίσκεται θαμμένος αμύθητος θησαυρός (χρυσά, αργυρά και άλλα πολύτιμα αντικείμενα).

Μια άλλη παράδοση μας διασώζει το εξής περιστατικό που συνέβη στους καλόγερους της μονής.

Οι πρόγονοι των σημερινών κατοίκων του χωριού Αγία Πελαγία κατοικούσαν στο κοντινό χωριό Καστανέ, ερειπωμένο σήμερα οικισμό. Σε κάποια από τις επαναστάσεις κατά των Ενετών, οι κάτοικοι του χωριού επαναστάτησαν και αρνήθηκαν να πληρώσουν τους φόρους που επέβαλε η ενετική Διοίκηση.

Οι Ενετοί για αντίποινα επιτέθηκαν στο χωριό και το έκαψαν. Οι κάτοικοι κυνηγημένοι κατέφυγαν στην Αγία Πελαγία, όπου οι μοναχοί τους έκρυψαν στα κτίρια του μετοχιού. Μετά από λίγο καιρό, όταν ηρέμησαν τα πράγματα, οι καλόγεροι ζήτησαν να επιστρέψουν οι κάτοικοι στο χωριό τους. Εκείνοι όμως ζηλεύοντας τα πλούτη του μετοχιού δεν ήθελαν να φύγουν και έτσι ανάγκασαν τους καλόγερους να επιστρέψουν στη μονή του Μαλαθρέ.

Για το διωγμό τους αυτόν οι καλόγεροι καταράστηκαν τους νέους κατοίκους της Αγίας Πελαγίας να μη ξεπεράσουν ποτέ τις δεκατρείς και κατ’ άλλους τις εικοσιπέντε οικογένειες.

Στο χωριό Μουρνέ υπάρχει ένα φαράγγι, το Διπλοχωριανό Φαράγγι και ένα σπήλαιο, το Μαύρο Σπήλαιο. Το χωριό διασχίζει ο Σπηλιανός ποταμός.

Μεταξύ των κατοίκων του Μουρνέ διασώζεται παράδοση σχετική με τον Βουϊδά. Ο Boυϊδάς ήταν ο πρώτος γιος του Γιώργη Αγγελιδάκη που σε ηλικία 16 χρόνων βρέθηκε δούλος – βοσκός – στη Μεσαρέ στο σπίτι πλούσιου Τουρκοκρητικού. Μια νύχτα αφού βεβαιώθηκε πως όλοι στο αρχοντικό του αφεντικού του κοιμήθηκαν, πήγε στο σταύλο, έλυσε δυο βόδια, τα έβγαλε έξω από το χωριό και τα οδήγησε προς το Μουρνέ. Μετά από δυο μερόνυχτα κατόρθωσε να τα φτάσει σπίτι του. Από τότε όλοι τον φώναζαν Βουϊδά.

Ακολούθησε σπουδαία δράση του Βουϊδά που έγινε ο φόβος και το τρόμος των Τούρκων, οι οποίοι αν και ήξεραν ότι αυτός τους έκλεβε τα ζώα δεν τολμούσαν να τον πιάσουν. Όμως ένας τέτοιος τολμηρός άνθρωπος είχε έναν άδοξο θάνατο. Από προδοσία βρέθηκε σκοτωμένος σε μια σπηλιά. Πιστεύεται ότι τον σκότωσε κάποιος από το Σπήλι εκδικούμενος το θάνατο ενός συγγενή του που τον είχε σκοτώσει ο αδελφός του Βουϊδά.

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα, 1980-1995.