Μενού Κλείσιμο

Ασώματος Αγίου Βασιλείου

Ο Ασώματος είναι χωριό και κοινότητα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Απέχει 27 χμ. από το Ρέθυμνο, σε υψόμ. 220 μ. και έχει 180 κατοίκους. Βρίσκεται στο νότιο μέρος του νομού σε απόσταση 7 χμ. από το Λιβυκό Πέλαγος, πολύ κοντά στο Κουρταλιώτικο φαράγγι. Στην κοινότητα υπάγεται και η μονή Πρέβελη, το Κάτω Μοναστήρι και το Πίσω Μοναστήρι.

Το όνομα του χωριού προέρχεται από την πιο παλιά εκκλησία του χωριού, των Αγίων Ασωμάτων, βυζαντινής εποχής. Το χωριό αναφέρεται στις βενετσιάνικες απογραφές ως ΑδδΟΓπβίο και από τον «Καστροφύλακα». Παλιότερες οικογένειες είναι οι Τσουδεροί, Καλλέργηδες, Σουμιτασάκηδες, Γκαλονάκηδες και Γεωργουλάκηδες.

Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Παράγουν λάδι, χαρούπια, λίγα κηπευτικά. Είναι πατρίδα των Τσουδερών. Ο Γεώργιος Τσουδερός ήταν στρατηγός του 1821. Ο Μελχισεδέκ Τσουδερός ηγούμενος της μονής Πρέβελη. Ο Εμμανουήλ Τσουδερός ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας την περίοδο της Μάχης της Κρήτης.

Κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας οι Τούρκοι κατέβηκαν στο χωριό από τους Ατσιπάδες, και στη μάχη που έγινε σκοτώθηκε ένας Έλληνας. Ο τότε ηγούμενος της Μονής Μελχισεδέκ Τσουδερός ζήτησε από τους Τούρκους να του δώσουν πίσω τον πατέρα του – που τον είχαν στο μεταξύ συλλάβει – καθώς και τα άρματα τους, πράγμα που τελικά έκαναν. Αργότερα οι Τούρκοι θέλησαν να τον σκοτώσουν. Ο Μελ-χισεδέκ τότε τους κάλεσε για φαγητό και αφού τους πότισε άφθονο κρασί κατόρθωσε να τους ξεφύγει, παίρνοντας μαζί του και τους υπόλοιπους καλόγερους. Κατέφυγαν στο ύψωμα Κουρκουλό, κοντά στο χωριά Ροδάκινο, όπου εκεί ύψωσαν, το 1821, τη σημαία της Επανάστασης. Τελικά όμως το 1823, σε μια μάχη στο Πολεμά ρχι Κι-σάμου με τους Τούρκους σκοτώθηκε.

Στη Μάχη της Κρήτης πολέμησαν πέντε – έξι άτομα από το χωριό. Το μεγαλύτερο όμως μέρος των κατοίκων βοηθούσε τους Έλληνες και ξένους αντιστασιακούς φυγαδεύοντας τους. Η φυγάδευση των αντιστασιακών γινόταν από μια λίμνη που βρίσκεται κοντά στο φαράγγι, όμως οι Γερμανοί κατόρθωσαν και.βρήκαν το σημείο φυγάδευσης και αρχές Αυγούστου 1941 κατέλαβαν την περιοχή.

Στο χωριό των Ασωμάτων υπάρχει το Κουρταλιώτικο φαράγγι. Το όνομα του το οφείλει στο γεγονός, ότι όταν φυσάει, από τον αντίλαλο που δημιουργείται νομίζει κανείς ότι χτυπάνε κούρταΚα (κρόταλα). Το φαράγγι έχει μήκος 2 χμ. περίπου, αλλά δεν υπήρχε νερά. Σήμερα όμως υπάρχει.

Λέγεται, λοιπόν, ότι κάποιο παιδί ζήτησε από κάποιον κάτοικο του κάμπου της Με-οαράς να το μεταφέρει στο φαράγγι. Επειδή, όμως εκείνος νόμισε, ότι το παιδί πήγαινε να τον κλέψει, το χτύπησε και το τραυμάτισε. Όταν τελικά έφθασαν στο φαράγγι

δίψασε και αναζήτησε νερό. Τότε το παιδί, αφού γονάτισε και έκανε πολλές προσευχές, ακούμπησε τα δάκτυλα του στο χώμα και τότε άρχισαν να τρέχουν οι πέντε πηγές που στέλναν το νερό τους στους αντίστοιχους καταρράκτες. Λέγεται, μάλιστα, ότι στο σημείο, που γονάτισε το παιδί έχουν μείνει τα αποτυπώματα των γονάτων του.

Το παιδί πιστεύεται ότι ήταν ο Άγιος Νικόλαος. Προς τιμή του υπάρχει και μια ομώνυμη εκκλησία στο φαράγγι. Η παράδοση πάλι, αναφέρει ότι το εκκλησάκι του Άγιου Νικόλα το χτίζαν πολλές φορές. Κάθε φορά που το έχτιζαν την άλλη μέρα το έβρισκαν γκρεμισμένο. Τελικά το έχτισαν λίγο πιο πέρα από κείνο το σημείο και έτσι αντί το ιερό να βλέπει στην ανατολή βλέπει στο Βορρά. Το πιθανότερο είναι να το έχτισε κάποιος Τούρκος που φερόταν υβριστικά στους Χριστιανούς και γι* αυτή του τη συμπεριφορά ο Άγιος τον τιμώρησε, δίνοντας του μεγάλη συμφορά, που όμως επανορθώθηκε μόλις ο Τούρκος μετάνιωσε. Από ευγνωμοσύνη λοιπόν έκτισε το εκκλησάκι του Άι Νικόλα.

Άλλη μια ιστορία, που έχει σχέση με την εκκλησία του Άι Νικόλα είναι και η εξής: Στο φαράγγι υπάρχουν πολλά περιστέρια και είκοσι άτομα προσπάθησαν πυροβολώντας να τα σκοτώσουν. Συνέβαινε όμως το εξής παράξενο: “Οταν τα χτυπούσαν, έτρεχε άφθονο αίμα πάνω στις πλάκες της εκκλησίας, τα περιστέρια όμως σηκωνό-ντουσαν και πέταγαν χωρίς να έχουν πάθει απολύτως τίποτα. Αυτό συνέβαινε την ημέρα της εορτής του Αγίου ή την εποχή της αναπαραγωγής τους.

Ένας θρύλος που ακούγεται από τους χωριανούς λέει ότι, σ’ ένα παλιό ελαιοτριβείο, κοντά στο χωριό, παρουσιαζόταν κάθε βράδυ ένα φραγκάκι (φάντασμα μικρού παιδιού), το όποιο βοηθούσε τους μυλωνάδες, πιάνοντας και δένοντας τα άλογα να δουλεύουν γύρω από το μύλο.

Στο χωριό υπάρχουν και οι εξής εκκλησίες, εκτός του Αγίου Νικολάου, των Αγίων Ασωμάτων – λένε ότι το καμπαναριό της εκκλησίας αυτής το είχαν κρύψει για να μην το βρουν οι Τούρκοι – της Αγίας Άννας, του Αγίου Ιωάννη του Πρασιώνη (από κάποιο μοναχό που καταγόταν από τον Πρασέ), του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ιωάννη θεολόγου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στη θέση Ταλιεράδες.

Η Μονή Πρέθελη που σήμερα έχει μόνο 7 κατοίκους, από τους οποίους δυο είναι καλόγεροι, υπάγεται στην κοινότητα Ασωμάτου και λέγεται και Πίσω Μοναστήρι. Απέχει 37 χμ. από το Ρέθυμνο. Το ηγουμενείο κτίστηκε στα 1900.

Η μονή σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από κάποιο Κρητικό από τα Πρεβελια-νά Μονοφατσίου, που αγόρασε την περιοχή από τον αγά της επαρχίας Αλμπάνη. Αυτός ξανάκτισε στη θέση της παλιάς καταστρεμμένης μονής την καινούρια και έτσι δόθηκε το όνομα του στη μονή.

Υπάρχει και μια δεύτερη παράδοση που μιλάει για την ίδρυση της μονής. Η μονή ιδρύθηκε από κάποιον φεουδάρχη που κατοικούσε στην Άρδακτο και τον έλεγαν Πρέβελη. Στη μονή αφιέρωσε το φέουδο του. Τον ιδρυτή μιμήθηκαν αργότερα κι άλλοι Χριστιανοί και έτσι η μονή απέκτησε μια τεράστια περιουσία. Στα χρόνια μάλιστα της Τουρκοκρατίας λειτούργησε σαν κρυφό σχολειό χάρη στις προσωπικές και οικονομικές θυσίες των καλόγερων, για να μην αλλοιωθεί η Κρητική γλώσσα, στη διάρκεια της ξένης κατοχής.

Στη μονή υπάρχει από το 1769 ασημένιος σταυρός με το τίμιο ξύλο, που λέγεται ότι μεταφέρθηκε από την Κωνσταντινούπολη. Στις μάχες με τους Τούρκους οι Κρήτες πάντα έπαιρναν θάρρος απ’ αυτόν το σταυρό. Μάλιστα σε κάποια μάχη στην οποία οι Τούρκοι υπερτέρησαν και ανάγκασαν τους Κρητικούς να υποχωρήσουν οι τελευταίοι πέταξαν το σταυρό σ’ ένα θάμνο για να μην πέσει στα τούρκικα χέρια, σε περίπτωση που οι Τούρκοι θα τους αποδεκάτιζαν. Όμως οι Τούρκοι τον βρήκαν και στη συνέχεια τον πούλησαν στους Ενετούς. Ενετικά καράβια πλέοντος δίπλα στις νότιες ακτές της Κρήτης, έφτασαν έξω από το μοναστήρι και εκεί το πλοίο σταμάτησε ξαφνικά ενώ υπήρχε ευνοϊκός αέρας. Έπειτα από τρεις μέρες ακινησίας, οι Ενετοί ανέβηκαν στο μοναστήρι και παρέδωσαν το σταυρό.

Μια άλλη φορά, σύμφωνα πάντα με τις διηγήσεις των κατοίκων, οι Γερμανοί σε αντίποινα για τη βοήθεια που πρόσφερε η μονή στην αντίσταση πήραν όλη την περιουσία του μοναστηριού μαζί με το σταυρό, παρά τις προειδοποιήσεις των Ελλήνων να μην τον πάρουν μαζί τους. Τα αεροπλάνα όμως, στα οποία τον έβαλαν, για να τον μεταφέρουν στη Γερμανία δεν μπορούσαν να απογειωθούν, παρόλο που δεν παρουσίαζαν καμιά μηχανική βλάβη. Έτσι αναγκάστηκαν να τον επιστρέψουν στη Μονή. Αυτό έγινε στις 13 Σεπτεμβρίου τη στιγμή ακριβώς που άρχιζε ο εορτασμός του Τιμίου Σταυρού.

Στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας ηγούμενος της Μονής ήταν ο Μελχισεδέκ Τσουβερός, ο οποίος μυήθηκε στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας και μόλις άναψε η φλόγα της επανάστασης, μετέβαλε την ιερή μονή σε στρατώνα. Τελικά ο Μελχισεδέκ σκοτώθηκε σε μια μάχη στο Πολεμάρχι Κισάμου (3 Φεβρουαρίου 1823). Μέχρι την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους, πολλές φορές χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο των επαναστατών και οπωσδήποτε αυτή η δραστηριότητα της μονής προκάλεσε την οργή των Τούρκων, που το Δεκέμβριο του 1823 τη λεηλάτησαν, χωρίς να καταφέρουν όμως να ανακόψουν την εθνική προσφορά της μέχρι του τέλους του αγώνα.

Σήμερα ζουν στο μοναστήρι ο ηγούμενος Καλλίνικος και ο πατέρας Βασίλειος, που ήρθε από τη μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους στα 1948. Εκείνη την εποχή υπήρχαν στο μοναστήρι 22 καλόγεροι και βοηθοί, οι οποίοι μετανάστευσαν στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στη Γερμανία.

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα

Φωτογραφία:https://rethemnos.gr