Μενού Κλείσιμο

Αργυρούπολη Ρεθύμνου

Στο νοτιοδυτικό άκρο της επαρχίας Ρεθύμνης βρίσκεται το ιστορικό χωριό Αργυρούπολη ή Πόλη. Είναι κτισμένο πάνω στη ράχη ένός επιμήκη γραφικού λόφου που δεσπόζει της περιοχής. Δεξιά κι αριστερά απ’ το χωριό βρίσκονται οι κυριότερες πηγές των ποταμών Πετρέ (κοντά στο ναό των Αγίων Πέντε Παρθένων) και Μουσέλλα (αρχαίος Μέσαπος ή Μεσάπιος), όπου η κατάφυτη και δροσόλουστη τοποθεσία ΑγίαΔύναμηή Μύλοι της Πόλης. Από το θαυμάσιο αυτό τοπίο διέρχεται ο δρόμος που συνδέει την Αργυρούπολη με τα χωριά Ασή Γωνιά και Καλλικράτης. Στην οχυρή και προνομιούχο αυτή περιοχή κτίστηκε το χωριό Αργυρούπολη.

Στην ίδια θέση βρισκόταν η αξιόλογη αρχαία πόλη Λάππα ή Λάμπη, η κυριαρχία της οποίας εκτεινόταν στις σημερινές επαρχίες Σφακίων, Αποκορώνου, Ρεθύμνης και Αγίου Βασιλείου.

Η Αργυρούπολη είναι χωριό και κοινότητα της επαρχίας Ρεθύμνης με 500 περίπου κατοίκους. Απέχει από το Ρέθυμνο 27 χμ. Βρίσκεται σε υψόμετρο 260 μ. Αποτελείται από δυο κύριες συνοικίες: το Απάνω Χωριό και το Κάτω Χωριά. Είναι κτισμένη στα ερείπια της αρχαίας πόλης Λάππαή Λάμπη, για την οποία υπάρχουν αρκετά ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία ήδη από τους υστερομινωικούς χρόνους. Το 1940 ο πληθυσμός της ήταν πάνω από 1.000 άτομα και ήταν το εμπορικό κέντρο τριών επαρχιών.

Το χωριό ονομάστηκε (γύρω στο 1822) Αργυρούπολη, ονομασία που στηρίζεται στις ακόλουθες εκδοχές: Σύμφωνα με την παράδοση, στα χωριά των Ρωμαίων και Ενετών κατακτητών, λειτουργούσε νομισματοκοπείο όπου κόβονταν αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Η παράδοση αναφέρει ακόμα ότι στην Αργυρούπολη υπήρχε μεταλλείο αργύρου. Έτσι, εξηγείται και το διατηρημένο τοπωνύμιο Ασημόχωμα. Πρόκειται για ένα λόφο στα νοτιοανατολικά του χωριού. Στην περιοχή, τα πετρώματα έχουν χρώμα που μοιάζει με ασήμι (άργυρο).

Σύμφωνα με μια τρίτη εκδοχή, το όνομα του χωριού προέρχεται από τη βυζαντινή αρχοντική οικογένεια των Αργυρόπουλων ή Αγιοστεφανιτών, στους οποίους δόθηκε σαν φέουδο η Αργυρούπολη, μετά την ανάκτηση της Κρήτης από το Νικηφόρο Φωκά (961). Κατά τη θ’ βυζαντινή περίοδο, η Αργυρούπολη δόθηκε στους Χορτάτζηδες, ενώ στους Αργυρόπουλους δόθηκαν φέουδα στο Κουστογέρακο και στον Αζω-γυρέτου Σελίνου.

Το χωριό έζησε μέσα στους αιώνες, κάτω από διάφορες ονομασίες. Με το όνομα Λάππα υπάρχει ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα. Από το έτος 220 μ.Χ. και εξής αναπτύσσεται σε μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της δυτικής Κρήτης. Ακμάζει ιδιαίτερα στη ρωμαϊκή περίοδο, όπως φαίνεται από τα ερείπια οικοδομημάτων της εποχής εκείνης – ανάμεσα στα οποία ξεχωριστή θέση κατέχουν οι θέρμες – και από τα άφθονα νομί-σματα της. Την α’ βυζαντινή περίοδο, η Λάππα υπήρξε η έδρα της ομώνυμης Επισκοπής. Άγνωστη παραμένει η αιτία της καταστροφής της αρχαίας πάλης. Αποδίδεται στους Σαρακηνούς, σε σεισμό και στην πανούκλα.

Τη β’ βυζαντινή περίοδο η περιοχή δόθηκε σαν φέουδο στους Χορτάτζηδες. Στο μεταξύ, κτίζεται καινούρια κωμόπολη, πάνω στα ερείπια της παλιάς, της οποίας ξεχάστηκε και το όνομα. Έτσι, ονομάζεται απλά Πόλη, όπως φαίνεται στη συνθήκη Ενετών – Καλλέργη του 1299. Με τη συνθήκη αυτή, η Πόλη δίνεται σαν φέουδο στον Αλέξιο Καλλέργη, ύστερα από τη γνωστή επανάσταση του εναντίον των Ενετών.

Λεπτομέρειες για τους ναούς της περιοχής Αργυρούπολης – Επισκοπής βλέπει ο ενδιαφερόμενος στο έργο του Γ.Β. Αντουράκη, «Τοιχογραφημένοι Βυζαντινοί ναοί της Κρήτης», Αθήναι 1985, σελ. 70-92.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η Πόλη λεγόταν Γαϊδουρόπολη και Σα-μαρόπολη.Τον Ιούνιο του 1821, οι Κρητικοί, με αρχηγούς τον Αναγνώστη Μανουσέ-λη και τον Γεώργιο Δεληγιαννάκη, επιτίθενται από δω και τρέπουν τους Τούρκους σε άτακτη φυγή.

Το 1822 μεταφέρεται εδώ από το Λουτρό Σφακίων η έδρα της Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία όμως θεώρησε ως κακόηχη την ονομασία Γαϊδουρόπολη και γι’ αυτό την αντικατέστησε. Από τότε, το χωριό ονομάζεται Αργυρούπολη. Μέχρι σήμερα όμως, οι κάτοικοι λέγονται Πολιθιανοί, από το απλό όνομα Πόλη.

Τον Ιανουάριο του 1867, ο τούρκικος στρατός καταλαμβάνει την Αργυρούπολη, κακοποιεί πολλούς χωριανούς, αλλά εξαιτίας των μεγάλων απωλειών του, την εγκαταλείπει. Τον Απρίλιο του 1867, οι Τούρκοι με αρχηγό τον Ομέρ Πασά, καταλαμβάνουν και πάλι την Αργυρούπολη. Οι μάχες που προηγήθηκαν, υπήρξαν ολέθριες για τον τούρκικο στρατό. Όπως λέγεται, οι Τούρκοι από τη μεγάλη τους αγανάκτηση, άνοιξαν τάφους Χριστιανών κι έριξαν τα οστά στους δρόμους!

Οι οπλαρχηγοί της Κρήτης αποφασίζουν εδώ τη συνέχιση της επανάστασης. Το 1869 οι Τούρκοι καταλαμβάνουν και πάλι την Αργυρούπολη. Αυτή τη φορά. οχυρώνονται καλά. Ιδρύουν επαρχείο και μεγαλοπρεπές διοικητήριο και ισχυρό πύργο, για να την κρατήσουν πιο πολλά χρόνια. Πράγματι, έμειναν ως το 1878, οπότε διώχτηκαν και πάλι από τους επαναστάτες, που μετέφεραν εδώ την έδρα της Γενικής Συνέλευσης των Κρητών. Στις 3 Φεβρουαρίου του 1878, ψηφίστηκε στην Αργυρούπολη η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα κι έτσι καταργήθηκε οριστικά η κυριαρχία των Τούρκων. Παράλληλα, οι επαναστάτες κατέστρεψαν από τα θεμέλια όλα τα τούρκικα οχυρωματικά έργα.

Από τις παλιότερες οικογένειες της Αργυρούπολης είναι οι Παπαμαρκάκηδες ή

Μαρκιανοί, οι Βου γιου καλά κηδες, οι Παπαμιχελάκηδες, οι Δεληγιάννη δες, οι Ζωγρα· φάκηδες κ.ά.

Βορειοανατολικά της Αργυρούπολης, υπάρχει ένας σπουδαίος τάφος, λαξευτός στο βράχο, ίσως ελληνορωμαϊκής εποχής. Στην ίδια σειρά του βράχου υπάρχουν 4-5 λαξευμένες σπηλιές. Δίπλα από το βράχο, βρίσκεται ένα θαυματουργό εκκλησάκι, αφιερωμένο στις Άγιες Πέντε Παρθένες (Θέκλα, Μαριάμνη, Αθανά, Μάρθα και Μαρία). Πριν εξηγήσει η αρχαιολογική επιστήμη τι ήταν αυτή η σπηλιά, οι κάτοικοι πί-στευαν ότι εκεί βρίσκονταν οι τάφοι των Αγίων Πέντε Παρθένων.

Ο περιηγητής ΒυοηάβΙπΊοπΙί, που επισκέφτηκε την Κρήτη κατά το 1415, γράφει σχετικά: «Προς τ’ ανατολικά (της Πόλης), έξω από το τείχος, παρατηρεί κανείς μια κρήνη που έχει είκοσι βήματα πλάτος και σαράντα μήκος και η οποία είναι στολισμένη με ανάγλυφα. Πολύ κοντά, εκατό βήματα πιο πέρα, κάτω απ’ αυτά τα νερά. υπάρχει ένα εκκλησάκι. Κοντά του βλέπει κανείς πέντε τάφους ανοιχτούς και γεμάτους νερό. Οι άρρωστοι που σέβονται τις Πέντε Παρθένες, τις οποίες πιστεύουν θαμμένες εκεί, λούζονται μ’ αυτό το νερό. Φαίνεται ότι η ευσέβεια τους τους γιατρεύει».

Το εκκλησάκι γιορτάζει ανέκαθεν την τρίτη μέρα του Πάσχα. Στο γραφικό αυτό μέρος συγκεντρώνονται πολλοί προσκυνητές από τα γύρω χωριά.

Νότια, έξω από το χωριό, υπάρχει μια παλιά δεξαμενή, ίσως από τη ρωμαϊκή περίοδο, στην οποία διοχετευόταν νερό με ένα θαυμάσιο υδραγωγείο – από τις πηγές Καστανιές και Κολλητά. Αυτή η δεξαμενή τροφοδοτούσε με νερό τα περίφημα λουτρά του χωριού, τις θέρμες. Η δεξαμενή υπάρχει μέχρι σήμερα αλλά επισκευασμένη πολλές φορές κι έχει χωρητικότητα πάνω από 1.000 κυβικά μ.

Ένας μύθος του χωριού, που είναι σχετικός με την παραπάνω δεξαμενή, αναφέρει: «Πριν από πολλά χρόνια, δυο αρχοντόπουλα αγαπούσαν μια αρχοντοπούλα, που ήταν και αδερφή τους. Τα αρχοντόπουλα δεν ήξεραν την αλήθεια, αλλά η αρχοντοπούλα την ήξερε. Ήθελαν λοιπόν και οι δυο νέοι να την παντρευτούν. Τότε, η αρχοντοπούλα τους έθεσε έναν όρο: να ξεκινήσουν και οι δυο μαζί αλλά από δυο διαφορετικά σημεία (το καθένα απ’ αυτά βρισκόταν σε απόσταση 3 χμ. από τη δεξαμενή). Όποιος έριχνε πρώτος νερό στη δεξαμενή, εκείνος θα γινόταν ο άντρας της.

Τα αρχοντόπουλα κατάφεραν τελικά με ειδικά αυλάκια  από τα οποία φαίνονται και σήμερα ορισμένα ίχνη  να φέρουν το νερό ταυτόχρονα στη δεξαμενή. Όταν όμως γέμισε, η αρχοντοπούλα έπεσε μέσα και πνίγηκε, για να αποφύγει την αιμομιξία».

Η παράδοση αυτή θέλει να δείξει το δύσκολο έργο της μεταφοράς του νερού, από την πηγή στο παλιό υδραγωγείο – δεξαμενή.

Νοτιοδυτικά της Αργυρούπολης, και σε μικρή απόσταση, υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη, που είναι πιο γνωστό με την ονομασία Αγία Δύναμη. Βρίσκεται μέσα με μεγάλο σπήλαιο, απ’ όπου πηγάζει ο ποταμός Μουσέλλας και δημιουργούνται καταρράκτες. Ένα μέρος από το άφθονο νερό τους μεταφέρεται στη δεξαμενή και το υπόλοιπο χρησιμοποιείται για το πότισμα όλης σχεδόν της περιοχής, μέχρι και τη Γεωργιούπολη. Η δεξαμενή αυτή χρησιμοποιείται για την ύδρευση και άρδευση του χωριού.

Τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, όταν διαβάζεται το Ευαγγέλιο της Ανάστασης, καίγεται στην πλατεία της Αργυρούπολης το ομοίωμα του Ιούδα. Για το σκοπό αυτό, έχουν συγκεντρωθεί από πριν άφθονα καυσόξυλα. Αυτός είναι ο γνωστός σε πολλά χωριά της Κρήτης «Οφανός της Λαμπρής». Την τρίτη μέρα του Πάσχα, όταν πανηγυρίζει η εκκλησία των Αγίων Πέντε Παρθένων, ξαναζεί στην Αργυρούπολη, μια ωραία ποιμενική γιορτή. Οι βοσκοί συγκεντρώνουν στην εκκλησία τα αιγοπρόβατα τους, τ’ αρμέγουν και μετά τη Θεία Λειτουργία, προσφέρουν στους ξένους και ντόπιους προσκυνητές γάλα, αλλά και ανθάτυρο, τυρί και κρέας.

Το ίδιο έθιμο διατηρείται και στο γειτονικό χωριό Ασή Γωνιά τη μέρα της γιορτής του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου).

Στην περιφέρεια του σημερινού χωριού Αργυρούπολη, υπάρχουν αρκετοί (πάνω από δέκα) και μάλιστα πολύ αξιόλογοι ναοί. Η ύπαρξη τόσων ναών, μαρτυρεί όχι μόνο την ευσέβεια των κατοίκων, αλλά και τη μεγάλη ακμή που είχε ανέκαθεν η Αργυρούπολη – αρχαία Λάππα Καταγράφονται εδώ μερικές μόνο εκκλησίες, όπως: στην τοποθεσία Καρλεντζή βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Κυριακής, με υπολείμματα τοιχογραφιών. Υπάρχουν επίσης διάφορα ερείπια παλιών κτισμάτων. Λέγεται ότι παλιά ήταν εδώ μοναστήρι.

Από τις παλιές εκκλησίες του χωριού, είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου ή απλά η Παναγία, στην τοποθεσία Μπαροτσιανά. Διατηρούνται αρκετές παραστάσεις, καθώς και πολλά υπολείμματα τοιχογραφιών. Λέγεται ότι κτίστηκε από την οικογένεια των Μπαρότσηδων. Στον ίδιο ναό προστέθηκε αργότερα και ένα κλίτος για να τιμηθεί παράλληλα και ο Άγιος Αντώνιος. Πρόκειται δηλαδή για δίκλιτο – διμάρτυρο ναό.

Καλά διατηρημένες παραστάσεις ή υπολείμματα τοιχογραφιών σώζονται επίσης στον Άγιο Γεώργιο, στη θέση Π ή γάδος, στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα και κυρίως στο ξωκλήσι Άγιος Νικόλαος, στην τοποθεσία Κουμαρές, όπου σώζονται οι τοιχογραφίες της Ζωοδόχου Πηγής στη θέση Ποταμός και του Αγίου Γεωργίου στη θέση Βορεινός. Η τελευταία αυτή εκκλησία ήταν ερειπωμένη, αλλά αναστηλώθηκε. Ερειπωμένη είναι και η εκκλησία του Εσταυρωμένου, στην ομώνυμη τοποθεσία. Η κεντρική εκκλησία του χωριού είναι διμάρτυρη: Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και Άγιος Ιωάννης (κτίστηκε το 1895).

Στην τοποθεσία Σκοτεινή, μέσα σε μια σπηλιά βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Νικολάου ή και Άγιος Νικόλαος ο Χωστός. Στον αξιόλογο και ιστορικό αυτά ναό διασώζονται τοιχογραφίες. Παλιά ήταν εδώ μοναστήρι, όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι στις δύσκολες στιγμές της Τουρκοκρατίας. Κάποτε, όμως, οι Τούρκοι μπήκαν με τέχνασμα στη σπηλιά (όπου βρίσκεται και η εκκλησία) και τους βρήκαν τους Χριστιανούς να κοιμούνται. Τους έσφαξαν όλους, εκτός από έναν που απουσίαζε. Όταν γύρισε, σχημάτισε με το αίμα των συγχωριανών του τέσσερις σταυρούς που φαίνονται και σήμερα. Μετά το θάνατο του προστέθηκε κι ένας πέμπτος σταυρός. Αυτά διηγούνται ακόμα και σήμερα οι κάτοικοι του χωριού.

Σύμφωνα με αρχαίες παραδόσεις, η Λάππα ιδρύθηκε από τον Αγαμέμνονα κατά την περίοδο του πρώτου αποικισμού (Τρωικός Πόλεμος). Έτσι, ο Στέφανος Βυζάντιος, γράφει: «Λάμπη πόλις Κρήτης, Αγαμέμνονος κτίσμα από Λάμπου του Ταρραίου». ‘Αλλη μεταγενέστερη παράδοση αναφέρει ότι η Λάππα – Λάμπη ιδρύθηκε από κάποιον Λάππη ή Λαπίθη, ο οποίος κατά τη μυθολογία ήταν Κένταυρος. Αυτός αναφέρεται σαν γνήσιος πατέρας του Μίνωα και πρώτος βασιλιάς της Κνωσού. Η παράδοση αυτή φαίνεται πολύ πιθανή, γιατί στα νομίσματα της Λάππης παριστάνονται πανάρχαιες θεότητες, όπως ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας και κυρίως η κρητικής (πρωτομινωικής) προέλευσης Βριτόμαρπις Άρτεμις.

Αξιοπρόσεκτο είναι ότι την Λάππα αναφέρουν πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης (4, 53-55), ο Πτολεμαίος Κλαύδιος (2, 7 και 3,10-15), ο Δίων ο Κάσιος (35,1 και 51, 2), ο Στράβων (10,475), ο Στέφανος Βυζάντιος και άλλοι. Έτσι, π.χ. ο Πολύβιος (4,53-55) και ο Δίων ο Κάσιος (51,2) εξυμνούν τη διορατικότητα και την υπεροχή των Λαππαίων κατά τους εμφύλιους πολέμους των χρόνων 220 π.Χ. (καταστροφή της Λύττου) και 31 π.Χ. (μάχη του Ακτίου). Πρβλ. και Ν. Σταυράκη, «Στα-τιστική του πληθυσμού της Κρήτης», Αθήναι 1890, σελ. 81-83. Επίσης, βλέπε Στέργιου Γ. Σπανάκη, «Η Κρήτη. Τουρισμός, Ιστορία, Αρχαιολογία» τόμ. Β’, Ηράκλειο (χωρίς χρονολογία έκδοσης), σελ. 242-245.

Η Λάππα ήταν ισχυρή μεσογειακή πόλη με τεράστια ενδοχώρα (ορεινή και πεδινή), με πλούσιες πηγές και εύφορους ποτιστικούς αγρούς, μεταξύ των ποταμών Πετρέ, Μουσέλλα και Αλμυρού, όπου σήμερα το παραθαλάσσιο και ακμαίο χωριό Γεωρ-γιούπολη Αποκορώνου.

Είναι όμως βέβαιο, ότι η Λάππα είχε στενές σχέσεις και με τη θάλασσα. Έτσι, σύμφωνα με τον Πτολεμαίο (2. 15, 7), η Λάππα «διήκει αμφοτέρωθεν» των θαλασσών (Κρητικού και Λιβυκού Πελάγους). Πρβλ. και Στράβωνα (10,475), που αναφέρει «Φοίνικα των Λαμπαίων» ως κτήση και επίνειο της Λάππας κοντά στο Λιθυκό Πέλαγος (παρά το σημερινό Λουτρό Σφακίων). Ας σημειωθεί δε, ότι σύμφωνα με την εντόπια παράδοση, η Λάππα ήταν και λιμάνι, αν και τα ερείπια της βρίσκονται σε μέρος υψηλό και μάλιστα μακριό από τη θάλασσα (σε απόσταση 7-8 χμ. από τις εκβολές του ποταμού Μουσέλλα). Η άποψη αυτή βασίζεται στην ανεύρεση κρίκων πρόσδεσης πλοίων στις όχθες του ποταμού Μουσέλλα, ο οποίος σύμφωνα με την ίδια παράδοση φαίνεται να ήταν πλωτός, καθώς και στο τοπωνύμιο (κοντά στη δυτική όχθη του Μουσέλλα) Περιγιάλονες, το οποίο πιθανώς να δηλώνει το περιγιάλι, την παράλια.

Στη Λάππα τιμούσαν πολύ τον Ποσειδώνα και τον Απόλλωνα, όπως διαπιστώνεται από τα νομίσματα της πόλης. Η εμπορική και ναυτική δύναμη της Λάππας οφειλόταν κυρίως στα δυο λιμάνια (επίνεια) των Λαππαίων, δηλ. την Υδραμία στο Κρητικό Πέλαγος και τον Φοίνικα στο Λιβυκό. Έτσι, η Λάππα ήταν ισχυρή και ακμάζουσα πόλη και στην ξηρά και στη θάλασσα. Από την έκταση των ερειπίων της – τα περισσότερα των οποίων είναι ρωμαϊκών χρόνων – υπολογίζεται ότι θα είχε πάνω από 10.000 κατοίκους.

Στην περιοχή της Αργυρούπολης ανευρέθηκαν – και ανευρίσκονται ακόμα – διάφορα αρχαία ευρήματα, όπως: υλικά δομής (μάρμαρα, λαξευτοί λίθοι, πλίνθοι), ερείπια πολυτελών ιδιωτικών και δημοσίων οικοδομημάτων (οικίες, λουτρά, θέρμες, γυμναστήρια, εγκαταστάσεις κ.ά.), τάφοι, αγάλματα, αγγεία, πολλά νομίσματα και πολλές επιγραφές. Ας σημειωθεί δε ότι οι περισσότερες επιγραφές της Λάππας αρχίζουν με τη στερεότυπη φράση «Έδοξε Λαππαίων τη πόλει…» ή «έδοξε τοις κόσμοις και τη πόλει…».

Μεγάλη σπουδαιότητα έχουν τα πολλά και διαφορετικά νομίσματα της Λάππας, τα οποία μάλιστα ο I. Ν. Σβορώνος κατατάσσει σε 26 είδη. Δεν αποκλείεται και αυτό το όνομα της πόλης Λάππης – Λάμπης, να σχετίζεται με τα νομίσματα και τους πολύτιμους λίθους.

Όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει και σήμερα το τοπωνύμιο Ασημόχωμα, το οποίο προέρχεται από τα άργυρούχα μεταλλεία της περιοχής. Αλλά κι αυτό το όνομα του σημερινού χωριού Αργυρούπολη, σχετίζεται με τον άργυρο ή με άλλους πολύτιμους λίθους. Ίσως το όνομα Λάππα δόθηκε από τους Ρωμαίους, μετά την κατάκτηση της Κρήτης απ’ αυτούς.

Αγνοείται όμως το αρχικό όνομα της προϊστορικής (μινωικής) αυτής πόλης, την οποία οι Λατίνοι θα ονόμασαν Λάππα (από το λατινικό Ιβρίβ). Ίσως η αρχαιότατη αυτή πόλη ονομαζόταν Λάμπη ή και διαφορετικά. Το όνομα πάντως Λάππα, είναι άγνωστης ετυμολογίας.

Στην τοποθεσία Π αυλής, ανακαλύφτηκε (κατά το 1885) μεγάλος αριθμός νομισμάτων (περίπου 1.000 κομμάτια), τα οποία μεταφέρθηκαν στο Ρέθυμνο ή σε διάφορα μουσεία. Επίσης, στην περιοχή Ελληνικά ανακαλύφτηκαν εξαρτήματα μηχανημάτων νομισματοκοπείου, το οποίο θα λειτουργούσε κατά την ελληνο – ρωμαϊκή εποχή, ίσως και παλιότερα.

Στη μια όψη των περισσοτέρων νομισμάτων της Λάππης, εικονίζεται το κεφάλι μιας ωραιότατης γυναίκας – ίσως της Άρτεμης – και στην άλλη το κεφάλι ενός ταύρου. Σε άλλη κατηγορία νομισμάτων, πάνω στη μια όψη αναγραφόταν η λέξη ΛΑΠΠΑΙΩΝ και πάνω στην άλλη παριστάνονταν ελληνικές ή μάλλον προελληνικές θεότητες. Ιδιαίτερα εικονιζόταν ο Ποσειδώνας (από το πόσις + γαν = ο σύζυγος της Γης) και η Άρτεμη (από το αρτεμάω = σφαγιάζω, ή από το αρταμής – Άρταμις, που σημαίνει: η σκέπου-σα, η σώτειρα, η προστάτις). Την Άρτεμη τιμούσαν πολύ στις μεσογειακές κυρίως πόλεις της δυτικής Κρήτης, όπου ήταν γνωστή ως Βριτόμαρπις. Το σπάνιο προελληνικό αυτό όνομα, προέρχεται από το επίθετο βριτύ ( = γλυκύς, ηδύς) και από το όνομα Μάρπις ή Μάρπησσα, η οποία ήταν Νύμφη της ακολουθίας της Άρτεμης. Έτσι, Βριτό-μαρπις (από το βριτύ + μάρπις) σημαίνει τη γλυκιά νύμφη (κόρη ή παρθένα), που συνόδευε την προστάτιδα θεά Άρτεμη.

Η Βριτόμαρπις Άρτεμις ήταν η θεά των δασών, του κυνηγίου και των κοπαδιών, και γι’ αυτό ιδιαίτερα λατρευόταν στις ημιορεινές περιοχές της Κρήτης. Έτσι, η Βριτό-μαρπις Άρτεμις ήταν ιδιαίτε ρα προσφιλής στις πόλεις Φαλάσαρνα,Δίκτυνα,Πο-λυρρήνια, Κυδωνία, Τάρρα, Λάππα, Γόρτυνα, Ολούντα κ.ά. Προς τιμήν της θεάς αυτής, υπήρχαν ναοί στις περισσότερες αρχαίες πόλεις της Κρήτης. Η Βριτό-μαρπις αναφέρεται σε διάφορες συνθήκες μεταξύ των κρητικών πόλεων, οι οποίες επικαλούνταν τη θεά ως μάρτυρα, προστάτιδα και βοηθό. Στην Ολούντα, μάλιστα, τελούσαν και ειδική γιορτή, τα Βριτομάρπεια.

Θεωρείται βέβαιο, ότι η λατρεία της Πόντιας Αρτέμιδος (είτε ως.Βριτόμαρπις, είτε ως Δίκτυ να, είτε ως Αφαία), συναντάται πρώτα στη μινωική Κρήτη. Ιδιαίτερα η Βριτό-μαρπις Άρτεμις είναι καθαρά κρητική θεότητα.

Τα παραπάνω στοιχεία ενισχύονται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής, και μάλιστα από δυο πολύ αξιόλογους ύστερο μινωικούς τάφους, που μπορούν να χρονολογηθούν γύρω στο 1500 π.Χ. Ο ένας βρέθηκε στα Δράμια Αποκορώνου (αρχαία Υδραμία). Πρόκειται για λαξευτό τάφο, μέσα στον οποίο βρέθηκε η μοναδική πήλινη σαρκοφάγος του νομού Χανίων. Και ο δεύτερος υστερομινωικός τάφος βρέθηκε κι αυτός, το 1981, στην ίδια περιοχή στη Φυλακή. Πρόκειται για υπόγειο θολωτό και κεραμιδοειδή θόλο. Στον τάφο αυτό (που ευτυχώς δεν είχε συληθεί), βρέθηκαν πολύτιμα αντικείμενα – κτερίσματα, όπως ελεφάντινη διακόσμηση κιβωτίου με κεφαλές κρανοφόρων πολεμιστών, σφίγγες, ασπίδες κλπ.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα Δράμια και η Φυλακή είναι κοντά στην αρχαία Λάππα -Αργυρούπολη. Στην περιοχή αυτή θα υπήρχε κάποιο μετανακτορικό – υστερομινωικό κέντρο, όπως αποδεικνύεται από τους τάφους Δραμιών (Υδραμίους) και Φυλακής. (Πρβλ. και τη μελέτη της Μαρίας Ανδρεαδάκη-Βλαζάμη, με τίτλο «Ο νομός Χανίων στα προϊστορικά χρόνια», Χανιά, 1982, σελ. 14-21). Το κέντρο αυτό θα πρέπει να υπήρχε μεταξύ των σημερινών χωριών Δράμια – Επισκοπή – Αργυρού πολη, και μάλιστα στην περιφέρεια Αργυρούπολης, όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη Λάππα -Λάμπη. Γεγονός πάντως είναι ότι άλλο μινωικό ή υστερομινωικό κέντρο δεν επισημάνθηκε ακόμα στην περιοχή αυτή.

Δυστυχώς, η Λάππα δεν έχει προσεχθεί όσο θα έπρεπε. Ποτέ δεν έγιναν σ’ αυτήν συστηματικές ανασκαφές! Υπάρχει, πάντως, αρκετό υλικό για την εκπόνηση ιστορικό – αρχαιολογικής μελέτης.

Κατά τους ιστορικούς χρόνους, έχουμε περισσότερες πληροφορίες για τη Λάππα. Εμφανίζεται ως ισχυρή και αυτόνομη πόλη, εκδίδει δικά της νομίσματα και συμμαχεί με άλλες ελληνικές πόλεις. Στους εμφύλιους πολέμους μεταξύ των αρχαίων κρητικών πόλεων, κατόρθωσε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της, κυρίως εξαιτίας της οικονομικής και πολιτικής της δύναμης. Οι Λαππαίοι διακρίνονταν όχι μόνο για την πολιτική τους σύνεση, αλλά και για την πολεμική τους αρετή. Έτσι, η συμβολή της Λάπ-πας στα πολιτικά πράγματα της αρχαίας Κρήτης, υπήρξε σπουδαία. Η δύναμη και η ευημερία της πόλης, μαρτυρείται ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα και εξής, και μάλιστα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους.

Η Λάππα διατηρήθηκε ακμαία, όχι μόνο ολόκληρη την πρωτοθυζαντινή περίοδο, αλλά και μέχρι τις αρχές της Αραβοκρατίας στην Κρήτη. Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες μέχρι και το τέλος του 10ου αιώνα, αποτέλεσε την έδρα του επισκόπου Λάππης ή Λάμπης. Ο επίσκοπος – αναφερόμενος ως 7ος κατά σειρά, μεταξύ των επισκόπων της Αποστολικής Εκκλησίας της Κρήτης – παίρνει μέρος σε Οικουμενικές Συ-νόδους, μνημονεύεται σε πολλά σημεία στους επισκοπικούς καταλόγους και μάλιστα κατά τα χρόνια 431, 451,457 – 458,528 – 535, 731 – 746, 787 και 980. Έτσι, η σημαντική αυτή πόλη – επισκοπή, υπήρξε το κυριότερο χριστιανικό και πολιτιστικό κέντρο της περιοχής.

Είναι απορίας άξιο, γιατί δεν επισημάνθηκαν ακόμα τα ερείπια της εκεί παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Δεν αποκλείεται όμως, να έρθουν κάποτε στο φως τέτοια ερείπια, δεδομένου ότι η Λάππα, ως έδρα σημαντικής επισκοπής, θα είχε και αξιόλογο καθεδρικό ναό (βασιλική). Ίσως, ο καθεδρικός ναός της παλαιοχριστιανικής Λάππας, βρισκόταν στην είσοδο της Αργυρούπολης, και μάλιστα στη θέση όπου βρίσκεται το εικονοστάσι (και ο σύγχρονος ναός) του Μεγάλου Αθανασίου. Πρβλ. Γ. Β. Αντουράκη, «Τοιχογραφημένοι ναοί της Κρήτης», Αθήναι 1985, σελ. 70-71.

Ο πληθυσμός της Λάππης – ο οποίος θα ξεπερνούσε τις 10.000 – θα τράπηκε στην περίοδο της Αραβοκρατίας σε ημιορεινές περιοχές και μάλιστα στις περιφέρειες των σημερινών χωριών Επισκοπή, Φυλακή, Κουρνάς, Κάστελος, Ασή Γωνιά, Σφακιά, Ρούστικα, Μούνδρος, Ροδάκινο κ.ά. και εγκαταστάθηκε στα τριγύρω μικρά χωριά, που υπάρχουν μέχρι σήμερα. Η ίδρυση των περισσότερων χωριών τα οποία βρίσκονται σήμερα στην αρχαία Λάππα (σημερ. Αργυρούπολη), πρέπει να αναζητηθεί σε ανώμαλες ιστορικές περιόδους του Έθνους μας: ρωμαϊκή εποχή, Αραθο-κρατία, Ενετοκρατία και Τουρκοκρατία.

Γεγονός πάντως είναι όπ με τη βεβιασμένη συνοίκηση των περισσοτέρων χωριών της Ελλάδας, διατηρήθηκε βέβαια ανόθευτη η γλώσσα, η θρησκεία και τα έθιμα του Έθνους μας, γεννήθηκαν όμως-και θα γεννιούνται συνέχεια – τεράστια οικονομικά, οικιστικά και αναπτυξιακά προβλήματα (σχολεία, δρόμοι, ύδρευση, αποχέτευση, τηλεπικοινωνίες, κ.ά.) στη διοίκηση του Κράτους. Το πρόβλημα της καλής οικιστικής μορφής των χωριών της Ελλάδας, πρέπει να μελετηθεί και να απασχολήσει σοβαρά την Πολιτεία.

Μετά την ανάκτηση της Κρήτης από το Νικηφόρο Φωκά (961) και μέχρι την Ενετοκρατία, η Λάππα εξακολουθούσε να βρίσκεται σε παρακμή. Ίσως υπήρχε ως μικρή και ασήμαντη πόλη ή χωριό. Γεγονός πάντως είναι, ότι μετά την Αραβοκρατία, η ένδοξη και ισχυρή Λάππα δεν μπόρεσε πια να ξαναβρεί το

αρχαίο της μεγαλείο. Ακριβώς γι’ αυτό, μεταφέρθηκε από εκεί (κατά το τέλος του 10ου αιώνα) και η έδρα της σημαντικής επισκοπής Λάππης ή Λάμπης, στο ακμαιότατο σήμερα κέντρο – χωριό Επισκοπή Ρεθύμνης. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Κρητικός λόγιος που περιόδευσε κατά το τέλος του 10ου αιώνα από τις περιοχές Λάππης, Μουσέλλα, Όνυχα, Μυριοκεφάλων, Άγιος Ιωάννης ο Ξένος, δεν αναφέρει τίποτα για τη Λάππη. Αντ’ αυτής, μνημονεύει τα χωριά «Μουσέλλα και Τούρμα του Καλαμώνος». Μνημονεύει επίσης εκεί «παμμέ-γεθες ελληνικόν κτίσμα», το οποίο θα βρισκόταν όχι μέσα στη Λάππα, αλλά νοτιοδυτικά της, και πιθανότατα στην περιφέρεια των σημερινών χωριών Ασή Γωνιά και Μυριοκέφαλα.

Εάν, κατά την ίδρυση της βυζαντινής Μονής Μυριοκεφάλων από τον Κρητικό Άγιο Ιωάννη Ξένο, υπήρχε πόλη ή χωριό Λάππα ή Λάμπη, θα αναφερόταν στο κείμενο του Αγίου Ιωάννη του Ξένου. Σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, μετά το 10ο αιώνα, λησμονήθηκε ακόμα και το όνομα της αρχαίας Λάππας, το οποίο αντικαταστάθηκε με το όνομα Πόλη, σε ανάμνηση της ένδοξης αρχαίας πόλης Λάππας – Λάμπης. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι στην περιοχή της πρωτεύουσαι* του Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, στο Σπήλι, διασώζεται το τοπωνύμιο Λάππας, όπου και το εκκλησάκι του Αγίου Πνεύματος. Είναι γνωστό ότι το όνομα Λάππα – Λάμπη, φέρει και σήμερα η μητρόπολη Λάμπης και Σφακίων, που έχει έδρα το Σπήλι. Επίσης, το ίδιο όνομα υπάρχει και στον περίφημο βυζαντινό ναό της Παναγίας της Λάμπηνής, που σχετίζεται με τη Λάμπη – Λάππα. Βλέπε σχετικά το άρθρο του καθηγητή Κ.Δ. Καλοκύρη, με τίτλο «Η επισκοπή Λάμπης και η Παναγία η Λαμπηνή», Κρητ. Χρονικά, τόμ. Γ, 1956, σελ. 305-316. Για τους ναούς της περιοχής αυτής, βλέπε τη μελέτη του Στυλ. Πελαντάκη, «Βυζαντινοί ναοί της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, νομού Ρεθύμνης», Ρέθυμνο 1973.

Κατά την περίοδο ΤΓ Ενετοκρατίας (1210-1669), η Λάππα ή και Πόλη, εμφανίζεται πάλι ακμαία. Υπήρξε το σπουδαιότερο ενετικό κέντρο της περιοχής, όπως διαπιστώνεται όχι μόνο από τα πολυτελή ενετικά κτίρια, αλλά και από τους πολλούς τοπογραφημένους ναούς. Πολλοί απ* αυτούς, αν και ανεγέρθηκαν και εικονογραφήθηκαν κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, όμως μπορούν και αυτοί να ονομαστούν βυζαντι-νοί, δεδομένου ότι καθόλου δεν επηρεάζονται από το δόγμα και την τέχνη της Δύσης.

Και οι ναοί της περιοχής αυτής, ακολουθούν σταθερά την από το Βυζάντιο εξαρτημένη τεχνοτροπία. Τα περισσότερα ενετικά κτίρια της Πόλης, διασώζονταν μέχρι το 1900-1920, ενώ λίγα απ’ αυτά διατηρούνται σήμερα. (Για τα μνημεία αυτά, βλέπε Π. ΡβδπΙβν, ΤίΒνβΙε ίπ ΟθΙβ, τόμ. Α’, σελ. 81 κ.ε., Θ. ββτοΐβ, Μοηυπτβηϋ, τόμ. Β’, σελ. 45,53 κ.ε., τόμ. Γ’, ο. 270, τόμ. Δ’, σελ. 370). Σε υπέρθυρο σπιτιού, διατηρείται ακόμα η επιγραφή «όλα τα εγκόσμια είναι καπνός και σκιά». Το λατινικό αυτό γνωμικό μπορεί να έχει σχέση με τις πολλές ιστορικές περιπέτειες της αρχαίας Λάππας, η οποία γνώρισε τόσο ακμή, όσο και παρακμή.

Πηγές Αργυρούπολης Φωτογραφία https://www.tripadvisor.com.gr

Η περιφέρεια της Αργυρούπολης, που μνημονεύεται ως «καβαλαρία της Πόλης», παραχωρήθηκε, επί Ενετοκρατίας, σε διάφορες πλούσιες ευγενείς οικογένειες (φεουδάρχες), όπως είναι οι Χορτάτζηδες, οι Καλλέργηδες, οι Μελισσηνοί, οι Σκορδίληδες κ.ά.

Κατά τη συνθήκη του 1217, ο ποταμός Μουσέλλας (αρχ. Μέσαπος ή Μεσάπιος), αποτέλεσε το όριο των καβαλαριών, που παραχωρήθηκαν τότε από τους Ενετούς στους επαναστάτες Μελισσηνούς και Σκορδίληδες. Βλέπε Στ. Ξανθουδίδου, «Η Ενετοκρατία εν Κρήτη και οι κατά των Ενετών αγώνες των Κρητών», Αθήναι 1939, σελ. 34 και εξής.

Ας σημειωθεί ότι το χωριό Αργυρούπολη, λόγω της προνομιούχας και στρατηγικής θέσης (βρίσκεται μεταξύ δύο νομών και τεσσάρων επαρχιών της Κρήτης), υπήρξε όχι μόνο το κυριότερο ορμητήριο Ενετών και Τούρκων, για την καταστολή πολλών επαναστάσεων (Ροδάκινο, Ασή Γωνιά, Σφακιά κ.ά.), αλλά και τόπος συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων κατά την Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία.

Οι ιστορικοί της Κρήτης: Ψιλάκης, Μουρέλλος, Κριάρης, Ξανθόυδίδης κ.ά. αφιερώνουν πολλές σελίδες οτη νεότερη ιστορία της περιοχής Αργυρούπολης – Λάππας. (Πρβλ. και Στεργ. Γ. Σπανάκη, «Η Κρήτη», τόμ. Β’, σελ. 73-76, όπου λίγα συνοπτικά ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία της περιφέρειας Αργυρούπολης – Λάππας). Αυτό διαπιστώνεται και από πολλά τοπωνύμια, τα οποία διέσωσαν ονόματα μεγάλων βυζαντινών ή ενετικών οικογενειών. Τέτοια τοπωνύμια είναι: του Βλαστού, του Δρα-κοντόπουλου ή Αρχοντόπουλου, του Καλαμαρά, του Χορτάτζη, του Μπολάνη,του Μπαρότσηκ.ά.

Η ακμή της Αργυρούπολης – Πάλης, κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, διαπιστώνεται όπως σώθηκε και από τις παλιές της εκκλησίες (είκοσι περίπου).

Παλιότερα, στην περιοχή υπήρχε δήμος με έδρα την Αργυρούπολη. Χωριά του δήμου αυτού ήταν η Ασή Γωνιά, ο Όνυχας, τα Μυριοκέφαλα, η Μαρουλού, το Μπιλανδρέδω, η Μεγάλη Επισκοπή, η Αρκούδαινα (σήμερα Αρχοντική), η Κούφη και η Καρωτή. Βλ. Εμμ. Λαμπρινάκη, «Γεωγραφία της Κρήτης», Ρέθυμνα 1890, σελ. 89 κ,ε. στον οποίο καταγράφονται οι τοιχογραφημένοι ναοί των χωριών Μεγάλη Επισκοπή και Αρκούδαινα (σήμερα Αρχοντική), όπου όμως δεν υπάρχει τοιχογραφημένος ναός.

Μετά την παρακμή της αρχαίας Λάππης, και μάλιστα μετά την από εκεί μεταφορά ομώνυμης επισκοπής (τέλη 10ου αιώνα), αναπτύχθηκε κοντά σε αυτή (5 χμ. βόρεια της Λάππας) άλλο αξιόλογο χωριό – κέντρο, η Επισκοπή ή Μεγάλη Επισκοπή Ρεθύμνης. Το όνομα οφείλεται ασφαλώς στην εκεί διαπρέψασα (κατά την Ενετοκρατία) Επισκοπή Καλαμώνος, η έδρα της οποίας μεταφέρθηκε (περί τα μέσα του 15ου αιώνα) στην πόλη του Ρεθύμνου την αρχαία Ρίθυμνα. Πρβλ. Κ.Δ. Καλοκΰρη, «Η Επισκοπή Λάμπης και η Παναγία η Λαμπηνή», «Κρητ. Χρονικά», τ. Γ1956, σελ. 305-316 και Ν. Β. Τω-μαδάκη, «Η Επισκοπή Λάμπης και οι επίσκοποι αυτής» ΕΕΦΣ, Αθήναι 1956, σελ. 339-353.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, θα πρέπει να τονιστούν τα εξής:

1. Δεν έχει διαφωτιστεί ακόμα η ιστορία της μινωικής ή υστερομινωικής πόλης, στην περιφέρεια της οποίας υπήρξε η αρχαία πόλη Λάππα ή Λάμπη.

2. Η δράση και η ακτινοβολία της Λάππας – Λάμπης, είναι γνωστή κυρίως από τον 4ο π.Χ. αιώνα, και μέχρι την Αραβοκρατία (826-961), οπότε καταστράφηκε και ερημώθηκε.

3. Στα ερείπια της αρχαίας Λάππας κτίστηκε (ίσως κατά τη Β’ βυζαντινή περίοδο), το χωριό Πόλη ή Αργυρούπολη, του οποίου η παρουσία – λόγω θέσης και παράδοσης – υπήρξε έντονη και κατά την Ενετοκρατία και κατά την Τουρκοκρατία, ενώ διατηρείται ακμαίο μέχρι και σήμερα.

4. Η παράδοση για την αρχαία Λάππα υπήρξε τόσο ισχυρή, ώστε και αυτό το όνομα του σημερινού χωριού Αργυρούπολη ή Πόλη, είναι ακόμα γνωστό, όχι μόνο στους κατοίκους του, αλλά και σ’ όλα τα γύρω χωριά.

5. Είναι ευνόητο ότι και η ιστορία των σημερινών χωριών, που βρίσκονται σε μεγάλη ακτίνα γύρω από τη σημερινή Πόλη – Αργυρούπολη, πρέπει οπωσδήποτε να συνδεθεί με τις ιστορικές περιπέτειες της ένδοξης αρχαίας πόλης Λάππας – Λάμπης. Διαφορετικά, αδικούνται οι τόσοι οικισμοί – χωριά και τονίζεται μόνο η αρχαία Λάππα – Λάμπη, όπως γινόταν μέχρι και τα τελευταία χρόνια, προτού δηλαδή αξιολογηθεί η Μονή των Μυριοκεφάλων, και η όλη δράση του Κρητικού Αγίου Ιωάννου του Ξένου στην περιοχή.

6. Επιβάλλεται να μελετηθεί ιστορικά και αρχαιολογικά, ολόκληρη η έκταση της αρχαίας Λάππας-Λάμπης, και μάλιστα από τη σημερινή Γεωργιούπολη (Αμείμαλλα), την αρχαία Υδραμία (Δράμια) μέχρι και το Φοίνικα (Λουτρό Σφακίων). Ιδιαίτερα, πρέπει να μελετηθούν τα σημερινά χωριά που βρίσκονται κοντά στις όχθες του ποταμού Μουσέλλα, όπως: Επισκοπή, Φυλακή, Αρχοντική, Αργυρούπολη, Ασή Γωνιά, Μυριοκέφαλα, Καλλικράτης, Ασφέντου,από Αγιά Ρούμελη μέχρι Φραγκοκάστελοκαιτα παραλιακά χωριά των Σφακίων.

Από τα πορίσματα των μελετών αυτών, θα διαφωτισθεί καλύτερα η ιστορία της περιοχής αυτής από το Κρητικό μέχρι το Λιβυκό Πέλαγος  η οποία, δυστυχώς, δεν έχει προσεχθεί όσο θα έπρεπε.

 

*Στοιχεία από 15ετή έρευνα.