Μενού Κλείσιμο

Άκοβος Αρκαδίας

Ο Άκοβος (ή τo Άκοβο) είναι ένα ορεινό και ιστορικό χωριό της Φαλαισίας, χτισμένο στις πλαγιές του Ταΰγετου σε υψόμετρο 825 μ. Απέχει από τη Μεγαλόπολη 32 χλμ., την Καλαμάτα 28 και την Τρίπολη 66 χιλ. Υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Μεγαλόπολης και κατά την απογραφή του 2011 απογράφησαν 182 κάτοικοι. Κύριες ασχολίες τους είναι η γεωργία και κτηνοτροφία.

Η ονομασία Άκοβος φαίνεται να ανάγεται τουλάχιστον στην περίοδο της Ενετοκρατίας και προέρχεται από το λατινική λέξη aqua (νερό), λόγω των πολλών πηγών που υπήρχαν στην περιοχή.

Ο Άκοβος είναι στενά δεμένος με τη ζωή και τη δράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος έζησε στο χωριό για 12 χρόνια. Μετακόμισε στο χωριό το 1785, σε ηλικία μόλις 15 ετών, με τη μητέρα και τα αδέρφια του γιατί εκεί ζούσε ο θείος του Αναγνώστης. Διορίστηκε αρματολός εναντίον των κλεφτών που λυμαίνονταν την περιφέρεια του Λεονταρίου. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1790, παντρεύτηκε την κόρη προεστού του Ακόβου, την Αικατερίνη Καρούτσου. Ο Κολοκοτρώνης έζησε άλλα επτά χρόνια παντρεμένος στον Άκοβο, όπου εγκατέστησε το σπιτικό του παίρνοντας προίκα σπίτι και χωράφια.

Με το ξεκίνημα της επανάστασης ο Κoλοκοτρώνης, που είχε καταφύγει στη Ζάκυνθο το 1806, επέστρεψε στην Πελοπόννησο και επισκέφτηκε το χωριό όπου είχε αφήσει το σπίτι του, τους συγγενείς, φίλους και συμπολεμιστές του. Κατά την επέλαση του Ιμπραήμ το 1825 προς την Τριπολιτσά, και αφού είχαν προηγηθεί οι μάχες στη Σφακτηρία, το Κρεμμύδι και το Μανιάκι, η Κυβέρνηση του Μαυροκορδάτου τον απελευθέρωσε από τη φυλακή της Ύδρας για να του αναθέσει την αντιμετώπιση του εισβολέα. Τότε ο Κολοκοτρώνης αποφάσισε να αναχαιτίσει με μικρή δύναμη τον Ιμπραήμ στο ύψωμα της Δραμπάλας κοντά στον Άκοβο. Όταν ο στρατός του Ιμπραήμ (15.000 άνδρες) έφθασε στην Πολιανή και έβαλε φωτιά στα σπίτια, ο Κολοκοτρώνης μάζεψε όλους τους κατοίκους στην εκκλησία της Αγίας Σωτήρας, για να λειτουργηθούν και να κοινωνήσουν. Συγχρόνως διέταξε να εγκαταστήσουν ταμπούρια στη θέση Δραμπάλα. Ο ίδιος τότε κάθισε δίπλα στην εκκλησία, στην πέτρα που έχει γράψει το όνομα του (και υπάρχει ακόμα) και τους μίλησε. Τους ενθάρρυνε και τους υποσχέθηκε πως η λευτεριά θα έλθει και τότε θα φτιάξουν την εκκλησία μεγαλύτερη (γεγονός που πραγματοποιήθηκε το 1917 όταν οι Ακοβίτες έφτιαξαν στη θέση της μεγαλύτερη εκκλησία, στη μορφή που είναι σήμερα). Η μάχη της Δραμπάλας δόθηκε στις 5-7 Ιουνίου του 1825. Δυστυχώς, παρά τη γενναία αντίσταση, οι Έλληνες αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν προ της αριθμητικής υπεροχής του εχθρού. Καθυστέρησαν όμως τον Ιμπραήμ και του προκάλεσαν βαριές απώλειες (700 νεκροί και 300 τραυματίες).

Έξι μήνες πριν το θάνατό του ο Κολοκοτρώνης επισκέφθηκε τον Άκοβο, στις αρχές Αυγούστου του 1842, όπου έμεινε 8 μέρες. Εκεί αντάμωσε τους συγγενείς, τους φίλους και συμπολεμιστές του και εκκλησιάστηκε. Μάλιστα, φεύγοντας από το χωριό, επισκέφτηκε τη βρύση του Λεζονά, που βρίσκεται 1 χιλ. βόρεια του χωριού κοντά στο δρόμο που ενώνει τον Άκοβο με το Λεοντάρι. Εκεί κατέβηκε από το άλογο του και αφού ήπιε νερό, αγνάντεψε την περιοχή, αφήνοντας το βλέμμα του να πλανηθεί στην Τραπεζόραχη και την Ρουπακόραχη…. Φεύγοντας από τη βρύση είπε : «Άντε καημένε Λεζονά αρκετά σε γλέντησα. Τώρα ας σε γλεντήσουν και άλλοι». Στις 4 Φλεβάρη του 1843 πέθανε.

Στο χωριό υπάρχουν μέχρι και σήμερα πολλά σημεία που θυμίζουν τη σχέση του Κολοκοτρώνη με τον Άκοβο. Το σπίτι του έγινε αργότερα Σχολείο, ενώ σήμερα έχει διαμορφωθεί σε Πολιτιστικό Κέντρο του χωριού. Η πέτρα με τα αρχικά του (Θ.Κ. 1821) που σκάλισε ο ίδιος έχει τοποθετηθεί σε βάθρο στην πλατεία του ναού της Αγίας Σωτήρος, στην οποία είχε κάνει το μεγάλο τάμα. Εκεί βρίσκεται και η προτομή του. Επίσης είναι αναγνωρίσιμα τα χωράφια του  και το αλώνι του, γνωστό με το τοπωνύμιο «Μεταξαίικα αλώνια» από το όνομα των συγγενών του πρώτου βαθμού και κληρονόμων του, ανάμεσα στη Δραμπάλα και στα όρια του χωριού Κάτω Γιαννέικα.

Σε ένα μικρό λόφο με πανύψηλα κυπαρίσσια, νότια του χωριού, υψώνεται το μεταβυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Σολομονής. Σύμφωνα με την παράδοση είναι ο κεντρικός Ναός (το Καθολικό) από το ομώνυμο ιστορικό Μοναστήρι που υπήρχε παλαιότερα. Αποτελεί μνημείο με σημαντική εθνική και πνευματική προσφορά στην ζωή της περιοχής, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπου λειτούργησε σαν κρυφό σχολειό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοιχογραφίες, που κοσμούν το εσωτερικό του Ναού. Η Αγία Σολομονή και τα επτά τέκνα της «Άγιοι Μακαβαίοι» γιορτάζουν την 1η Αυγούστου

Σε κοντινή απόσταση από το χωριό, στην τοποθεσία Κλόγκοβα υπάρχουν ίχνη ύπαρξης  της ομώνυμης πολιτείας που φαίνεται ότι είχε γνωρίσει μεγάλη ακμή σε απροσδιόριστο χρόνο.

Οι Ακοβίτες διατηρούν τις παραδόσεις και κρατούν ζωντανά τα έθιμα του τόπου τους. Κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου, προστάτη του χωριού, πραγματοποιείται μεγάλο πανηγύρι το οποίο συγκεντρώνει πλήθος κόσμου από την περιοχή. Στο πανηγύρι αναβιώνει ένα μοναδικό τοπικό έθιμο, η «θυσία του Κουρμπανιού», το οποίο καθιερώθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας από τον προεστό Καρούτσο, πεθερό του Κολοκοτρώνη. Ο Καρούτσος έταξε να θυσιάζεται κάθε χρόνο ένα μοσχάρι στον Άη-Γιώργη. Στο φαγητό έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν μόνον οι ξένοι επισκέπτες και όχι οι Ακοβίτες ή οι έχοντες συγγενείς εκεί. Στον περίβολο της εκκλησίας υπάρχει στέγαστρο για τους προσκυνητές, σφαγείο όπου γίνεται η θυσία του μοσχαριού, όπως και μαγειρείο όπου γίνεται η προετοιμασία και το μοίρασμα του κρέατος στους ξένους επισκέπτες.

Άλλο σημαντικό τοπικό πανηγύρι είναι της Κοίμησης της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου όπου εορτάζει το μικρό εξωκλήσι της Παναγίας που είναι χτισμένο χαμηλότερα, στον κάμπο του χωριού. Και αυτό το πανηγύρι συγκεντρώνει αρκετό κόσμο από την περιοχή αλλά και πολλούς επισκέπτες.

Κοντά στο εξωκλήσι της Παναγίας υπάρχει η όμορφη εκκλησία της Αγίας Τριάδας που εορτάζει την Πεντηκοστή με πανηγύρι όπου προσφέρεται γίδα βραστή, τοπικό κρασί, χωριάτικο ψωμί και τυρί μυζήθρα. Την φροντίδα έχει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ακόβου. Ο περίβολος του ναού είναι κατάλληλα διαμορφωμένος με στέγαστρο, τραπέζια και καθίσματα για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών. Επίσης στην κορυφή του ιστορικού βουνού της Δραμπάλας, βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής που εορτάζει στις 26 Ιουλίου. Μετά τη λειτουργία προσφέρεται στους προσκυνητές ψητή γουρουνοπούλα και τοπικό κρασί. Στη θέση της εκκλησίας υπήρχε ένα εξωκλήσι που κατά την διάρκεια της μάχης της Δραμπάλας χρησιμοποιήθηκε ως πρόχειρο νοσοκομείο. Το εξωκλήσι κατεστράφη από τους Τούρκους, αλλά αργότερα χτίστηκε από τους ίδιους τους Κολοκοτρωναίους. Σήμερα ο γύρω χώρος έχει διαμορφωθεί και έχει στηθεί Μνημείο Πεσόντων.

Το χωριό τιμά βέβαια και τη μάχη της Δραμπάλας με εκδηλώσεις μνήμης κάθε χρόνο την ημέρα της Πεντηκοστής.