Αμφιθεατρικά χτισμένη σε υψόμετρο κοντά στα 1.000 μέτρα, πάνω από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού, η Δημητσάνα είναι ένα ζωντανό μουσείο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα καλντερίμια και τα μικρά πλακόστρωτα δρομάκια της. Η τοποθεσία της χαρίζει υπέροχη θέα προς το φαράγγι του Λούσιου, τον κάμπο της Μεγαλόπολης και τον Ταΰγετο.
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Δημητσάνα έφτασε να έχει 2.500 χιλιάδες κατοίκους, ενώ σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 342 κατοίκους.
Η ιστορία της αρχίζει κατά τους Ομηρικούς χρόνους όταν στη θέση της βρισκόταν η μικρή αρκαδική πόλη Τεύθις. Πολύτιμες πληροφορίες γα την ιστορία της αρχαίας Τεύθιδος προέρχονται από τον Παυσανία, ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή το 174 μ.Χ. και αναφέρει ότι η πόλη έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο στέλνοντας δικό της στρατιωτικό σώμα με αρχηγό τον Τεύθι, ο οποίος τραυμάτισε με το δόρυ του τη θεά Αθηνά. Η θεά τον τιμώρησε δίνοντάς του ανίατη ασθένεια. Η πόλη διέθετε Ακρόπολη και οχυρωματικό τείχος, μέρος των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα.
Η ονομασία της Δημητσάνας είναι πιθανότατα σλαβικής προέλευσης όπως και άλλα τοπωνύμια της Πελοποννήσου που αποδόθηκαν κατά την κάθοδο των Σλάβων που έγινε μεταξύ 7ου και 9ου αιώνα. Το όνομα Δημητσάνα αναφέρεται για πρώτη φορά το 967 μ.Χ. σε πατριαρχικό έγγραφο σχετικό με την χορήγηση προνομίων στη Μονή Φιλοσόφου, η οποία είχε ιδρυθεί το 963.
Η ακμή της Δημητσάνας ξεκινά από τον 16ο αιώνα και τον 18ο αιώνα αποτελεί αξιόλογο εμπορικό και πνευματικό κέντρο της περιοχής. Η οικονομία της αναπτύχθηκε γύρω από την υδροκίνηση με πηγή τα άφθονα νερά της περιοχής. Οι κάτοικοί της, εκμεταλλευόμενοι τη δύναμη των νερών που έρεαν από πηγές γύρω από το φαράγγι του Λούσιου, κατασκεύασαν διάφορες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που συνέβαλαν στην οικονομική άνθηση της Δημητσάνας, όπως αλευρόμυλους, νεροτριβές, βυρσοδεψεία και μπαρουτόμυλους, χρησιμοποιώντας παραδοσιακούς μηχανισμούς,. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, αποτέλεσε το σημαντικότερο κέντρο ανεφοδιασμού σε μπαρούτι και ονομάστηκε «μπαρουταποθήκη της Επανάστασης». Συγκεκριμένα, οι μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας τροφοδοτούσαν ασταμάτητα τους μαχητές της Ρούμελης και του Μοριά. Ο Κολοκοτρώνης, μάλιστα, αναφέρει χαρακτηριστικά στα απομνημονεύματά του: «Μπαρούτι είχαμε, έκαμνε η Δημητσάνα…». Την παραγωγή του μπαρουτιού για την επανάσταση είχαν αναλάβει οι αδελφοί Νικόλαος και Σπύρος Σπηλιωτόπουλος, μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Το αρχοντικό τους είναι σήμερα ένα από τα διατηρητέα σπίτια-μνημεία της Δημητσάνας.
Η Δημητσάνα ήδη από τα χρόνια πριν την Επανάσταση είχε αναπτύξει επικοινωνία με τη Φιλική Εταιρεία, καθώς πολλοί Δημητσανιώτες της διασποράς ήταν μυημένοι σε αυτήν. Από τη Δημητσάνα άλλωστε κατάγονταν και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός που είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία από το 1818.
Η ιστορία της Δημητσάνας διαφαίνεται ακόμα και σήμερα με μία περιήγηση στα δρομάκια της, χάρη στα πολλά κτίρια – κειμήλια που αποτελούν τα πολύτιμα αξιοθέατά της. Το ταξίδι στο χρόνο έχει πολλούς προορισμούς στη Δημητσάνα. Ανάμεσα στα διατηρητέα που πρέπει κανείς να δει, βρίσκονται το σπίτι του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, όπου σήμερα στεγάζεται το Εκκλησιαστικό Μουσείο και το αναστηλωμένο σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού.
Η Βιβλιοθήκη Δημητσάνας φιλοξενεί χιλιάδες τόμους, σπάνιες εκδόσεις και πλούσιο ιστορικό αρχείο. Ιδρύθηκε το 1764 όταν ο σοφός καλόγερος Αγάπιος αποφάσισε να μεταφέρει σε νέο χώρο τα βιβλία της Μονής Φιλοσόφου. Η βιβλιοθήκη μεγάλωνε συνεχώς μέχρι το 1821, διότι το Πατριαρχείο την προμήθευε με νέα βιβλία, καθώς στη Δημητσάνα λειτουργούσε ιερατική σχολή που έγινε γνωστή ως «Φροντιστήριο Ελληνικών Γραμμάτων», η περίφημη Σχολή Δημητσάνας. Από τη Σχολή Δημητσάνας αποφοίτησαν πολλοί μητροπολίτες και λόγιοι, ανάμεσά τους ο Γρηγόριος ο Ε΄ και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός. Κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1821, μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης καταστράφηκε, γιατί οι Έλληνες χρειάζονταν το χαρτί για να φτιάχνουν φυσέκια. Σήμερα στον ίδιο χώρο λειτουργεί το Μουσείο της Ελληνικής Σχολής Δημητσάνας, το Τοπικό Ιστορικό Αρχείο, με αρχαιολογική συλλογή και λαογραφικά κειμήλια.
Απέναντι από τη Βιβλιοθήκη δεσπόζουν η εκκλησία της Αγίας Κυριακής που αποτελεί τον μητροπολιτικό ναό της Δημητσάνας και δίπλα της το περίφημο Ρολόι της Δημητσάνας, δωρεά των Δημητσανιτών της Νέας Υόρκης. Ο μηχανισμός και η καμπάνα του ρολογιού, που λέγεται ότι ζυγίζει 700 κιλά, στάλθηκαν γύρω στο 1900-1910, ενώ το 1934 μαρμαροτεχνίτες από την Τήνο ολοκλήρωσαν το επιβλητικό έργο.
Κομμάτι της ιστορίας του τόπου είναι το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, που δημιουργήθηκε έπειτα από αναστήλωση το 1997, για την ανάδειξη των παραδοσιακών υδροκίνητων εγκαταστάσεων που παλαιότερα ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στην περιοχή. Ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να δει από κοντά πως λειτουργούσαν οι νεροτριβές όπου πλένονταν τα ρούχα, ο αλευρόμυλος, το βυρσοδεψείο για την επεξεργασία των δερμάτων και φυσικά ο μπαρουτόμυλος με κοπάνια για την παραγωγή μπαρουτιού.
Στα εκκλησιαστικά αλλά και ιστορικά αξιοθέατα της περιοχής ανήκουν η Μονή Φιλοσόφου και η Μονή Προδρόμου. Η ιστορική Μονή Φιλοσόφου χτίστηκε το 963 μ.Χ, σε χαράδρα πάνω από το ποτάμι του Λούσιου. Σήμερα πολύ κοντά στα ερείπια της παλαιάς Μονής Φιλοσόφου βρίσκεται η νέα Μονή Φιλοσόφου. Η Μονή έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της Ελληνικής ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς αφού σε αυτή αλλά και στην ευρύτερη περιοχή λειτούργησαν αρκετά «κρυφά σχολεία» κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στη διαδρομή προς την Αρχαία Γόρτυνα, μέσα σε πλούσια βλάστηση και σχεδόν μετέωρη από το βράχο βρίσκεται η Ιερά Μονή Προδρόμου. Ιδρύθηκε τον 16ο αιώνα και για πολλά χρόνια αποτέλεσε καταφύγιο για τους κατοίκους, κέντρο ανεφοδιασμού και νοσοκομείο για τους αγωνιστές κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.
Το φυσικό αξιοθέατο της περιοχής είναι ο ποταμός Λούσιος και το φαράγγι του που προσεγγίζεται εύκολα από ένα πολύ όμορφο παραποτάμιο μονοπάτι. Η πορεία μέσα από το φαράγγι καταλήγει στα ερείπια της Αρχαίας Γόρτυνας που άκμασε από την Αρχαϊκή μέχρι και την Ελληνιστική εποχή, εκεί όπου βρισκόταν το ιερό του Ασκληπιού.