O Θεόδωρος Τόσκος γεννήθηκε στην Καστοριά το 1964. Είναι γιος του Αχιλλέα Τόσκου με καταγωγή από την Καστοριά και της Σουλτάνας Λέντζη με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Σπούδασε Βιολογία στο Πανεπιστήμιο Fordham και ασχολήθηκε με τα κοινά. Έχει συγγράψει και αρθρογραφήσει για τη Γλώσσα, την Ιστορία και την Πολιτική. Είναι Πρόεδρος του Συλλόγου Ηπειρωτών Νέας Υόρκης. Είναι παντρεμένος με τη Doris Αναστασιάδη και πατέρας ενός παιδιού.
«Δεν ξέρει κανείς πού πάει αν δεν ξέρει από πού έχει προέλθει»
«You don’t know where you’re go unless you know where you have come from»
Η Καστοριά είναι πόλη και πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο της Δυτικής Μακεδονίας. Είναι χτισμένη πάνω σε χερσόνησο της ομώνυμης λίμνης, σε υψόμετρο 703 μ., ανάμεσα στα βουνά Βίτσι και Γράμμο. Στην μακραίωνη ιστορία της, μιάμιση χιλιετία από κτίσεως και δύο χιλιετίες από οικήσεως, γνώρισε πολιορκίες και κατακτήσεις από Βουλγάρους, Νορμανδούς και Τούρκους, διατηρώντας όμως μέχρι σήμερα ένα σημαντικό αριθμό Βυζαντινών εκκλησιών, κειμηλίων και αρχοντικών ως τεκμήρια της κατά καιρούς ακμής της, λόγω της επιτυχημένης εμπορίας και διακίνησης των γουναρικών σε σημαντικά κέντρα της Ευρώπης. Ως προς την ονομασία της πόλης, επικρατέστερη θεωρείται η άποψη ότι προήλθε από τους κάστορες που ενδημούσαν για αιώνες στην περιοχή. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η περιοχή της Καστοριάς αναδείχτηκε σε κέντρο του Ελληνισμού διατηρώντας την εθνική συνείδηση, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα. Την εποχή αυτή η περιοχή ανέπτυξε έντονη οικονομική και εμπορική δραστηριότητα και γνώρισε άνθηση στις τέχνες και τα γράμματα. Κατά την επανάσταση του 1821 σημειώθηκαν αρκετές επιχειρήσεις στην περιοχή που αποτέλεσε, επίσης, τον πυρήνα προετοιμασίας και δράσης του ένοπλου απελευθερωτικού Μακεδονικού Αγώνα. Εδώ αναδείχθηκαν σημαντικές ιστορικές μορφές, όπως ο Παύλος Μελάς, ο Γερμανός Καραβαγγέλης και ο Ίων Δραγούμης. Η Καστοριά απελευθερώθηκε κατά τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο, στις 11 Νοεμβρίου του 1912. Το πρωί της Δευτέρας, στις 28 Οκτωβρίου 1940, η πόλη της Καστοριάς βομβαρδίζεται από Ιταλικά βομβαρδιστικά και αναφέρονται άμαχοι ανάμεσα στους νεκρούς και αρκετοί τραυματίες. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν σημαντική η συμβολή των κατοίκων της περιοχής στον αγώνα κατά των Ιταλών, Βουλγάρων και Γερμανών κατακτητών. Η άλλοτε ανθηρή Εβραϊκή κοινότητα της Καστοριάς έπαψε να υφίσταται με τη βίαιη μεταφορά, κάτω από απάνθρωπες συνθήκες (24 Μαρτίου 1944), 763 Εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου (1946-1949), η περιοχή της Καστοριάς αποτέλεσε το επίκεντρο εξέλιξης της ένοπλης αιματοχυσίας. Οι σφοδρές μάχες στα ορεινά της συγκροτήματα στο Γράμμο και στο Βίτσι προκάλεσαν απερίγραπτα δεινά στην πόλη. Η Καστοριά με τις εβδομήντα δύο (72) εκκλησίες της είναι η μόνη πόλη στην Ελλάδα που σώζει σε μεγάλο βαθμό αδιάλειπτα τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή μνήμη. Μαζί με τη λίμνη της, ευρύτατα γνωστό χαρακτηριστικό της πόλης είναι η δραστηριοποίηση των κατοίκων της για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια στην τέχνη της γουναρικής. Οι γούνες της Καστοριάς είναι περιζήτητες στην παγκόσμια αγορά και προσέδωσαν στην πόλη τη γνωστή της φήμη και την οικονομική, κατά καιρούς, ευεξία της. Δείγματα της λαμπρής άνθησης της βιοτεχνικής και εμπορικής δραστηριότητας των κατοίκων της Καστοριάς κατά τη διάρκεια ιδιαίτερα του 18ουαι. αποτελούν τα πολυάριθμα πανύψηλα αρχοντικά της, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως οικιστικό σύνολο και δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, από την πλευρά του πατέρα του, ονομαζόταν και αυτός Θεόδωρος, γεννημένος και αυτός στην Καστοριά. Είχε άλλα πέντε αδέλφια. Ήταν βυρσοδέψης και γουνοποιός στο επάγγελμα. Σε νεαρή ηλικία μετανάστευσε στην Αμερική και εγκαταστάθηκε στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, όπου εργάστηκε σαν ζαχαροπλάστης, στο μετρό της Νέας Υόρκης και, φυσικά, στη γουνοποιία. Επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Καστοριά, και παντρεύτηκε με την Ελένη Ζάχου. Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του πέντε παιδιά, τέσσερα αγόρια και ένα κορίτσι. Την Ειρήνη, τον Σωτήρη, τον Αθανάσιο, τον Αχιλλέα, πατέρα του βιογραφούμενου, και τον Ηρακλή.
Ο παππούς Θεόδωρος ήταν άνθρωπος ανοιχτόμυαλος και πολύγλωσσος. Γνώριζε πέντε γλώσσες: την Τουρκική, την Αγγλική, τη Γαλλική, τη Γερμανική και την Ελληνική. Υπήρξε άνθρωπος εξαιρετικά δραστήριος, δυναμικός και πολυταξιδευμένος. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών περίπου.
Η γιαγιά Ελένη Ζάχου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Η Κωνσταντινούπολη διεθνώς γνωστή ως Ινσταμπούλ, είναι η μεγαλύτερη πόλη και λιμάνι της Τουρκίας. Συνιστά ταυτόχρονα, κύριο πολιτισμικό, οικονομικό και βιομηχανικό κέντρο της χώρας. Είναι κτισμένη στις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου, στη νότια είσοδο του στενού πορθμού του Βοσπόρου, που συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα στο Βορρά, με τη θάλασσα του Μαρμαρά στο Νότο. Αποτελεί κατ’ αυτό τον τρόπο τη μοναδική πόλη στον κόσμο που βρίσκεται σε δύο ηπείρους, την Ευρώπη και την Ασία. Στη μακραίωνη ιστορία της υπήρξε πρωτεύουσα τριών διαδοχικών αυτοκρατοριών: της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (324-395) της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (330-1453) και στη συνέχεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1453-1923). Η ακμαία Ελληνική κοινότητα της Πόλης συρρικνώθηκε δραματικά ύστερα από διαδοχικούς διωγμούς, με πιο αξιοσημείωτο τα Σεπτεμβριανά του 1955. Φάρος της Ελληνικής κοινότητας και του Οικουμενικού Ελληνισμού είναι μέχρι σήμερα το Οικουμενικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο, που εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη, καθώς επίσης η Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Η Ελένη Ζάχου προέρχονταν από οικογένεια διδασκάλων, αλλά και ενδυματολόγων της Μεγάλης Πύλης. Είχε άλλα τρία αδέλφια, τον Ναούμ, τον Πέτρο και την Αλεξάνδρα. Σε αντίθεση με τους αδελφούς της, που μετανάστευσαν στην Αμερική, παρέμεινε στην Καστοριά. Εκτός από την Ελληνική μιλούσε άπταιστα και την Τουρκική γλώσσα. Ήταν άνθρωπος δραστήριος, εξαιρετική μαγείρισσα και νοικοκυρά, κατάφερε να ανταπεξέλθει σε πολύ δύσκολες εποχές. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Αχιλλέας Τόσκος, γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1927 στην Καστοριά, όπου και τελείωσε τη βασική εκπαίδευση. Υπηρέτησε για έξι χρόνια στον Στρατό, σε διαφορετικούς τομείς. Όταν απολύθηκε από τον στρατό, ταξίδεψε στην Αμερική ως έμπορος γούνας. Όντας άριστος τεχνίτης παρέμεινε στην Αμερική ως γουνοποιός.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ο Αχιλλέας Τόσκος παντρεύτηκε με τη Σουλτάνα Λέντζη και το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του δύο παιδιά, τον βιογραφούμενο Θεόδωρο και την Ελένη. Η Ελένη Τόσκου σπούδασε εργοθεραπεύτρια (occupational therapist).
Αργότερα, ο Αχιλλέας Τόσκος έφερε την οικογένειά του στην Αμερική, μιας και μετά τον γάμο του η σύζυγος και το πρώτο παιδί τους παρέμειναν στην Καστοριά. Έτσι, η οικογένεια ενώθηκε και όλοι μαζί μένουν πλέον μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Ο ίδιος ήταν άριστος στη δουλειά του, με αποτέλεσμα να έχει εκείνες τις οικονομικές απολαβές, που του επέτρεπαν να ζει μία πολύ καλή και ποιοτική ζωή. Δεν έλειψε ποτέ τίποτα στην οικογένειά του. Τα παιδιά του τα έστειλε στο καλύτερο πρότυπο Ελληνο-Αμερικανικό ημερήσιο σχολείο, του Αγίου Σπυρίδωνα και σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Αμερικής, το Fordham University. Όσοι τον γνώρισαν, μιλάνε για έναν άνθρωπο ευγενέστατο, δυναμικό και δραστήριο. Τον χαρακτήριζε ένα ιδιαίτερο ήθος και αξιοπρέπεια. Ήταν η κινητήριος δύναμη της οικογένειας. Άνθρωπος μετρημένος στη συμπεριφορά του και πολύ έντιμος. Είχε την αρχή ότι πρέπει να φερόμαστε στους άλλους όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφέρονται εκείνοι, αρχή που κληροδότησε και στα δύο παιδιά του. Ήταν άνθρωπος φιλότιμος, άριστος οικογενειάρχης και πολύ αγαπητός στον κοινωνικό του περίγυρο. Σαν πατέρας ήθελε και προέτρεπε τα παιδιά του να σπουδάσουν, ενώ έκανε πολλές θυσίες, για να μορφωθούν. Αυτές τις θυσίες τα παιδιά του τις έχουν αναγνωρίσει και τις έχουν εκτιμήσει, όπως και όσο ζούσε και ανταποδώσει. Όπως αναφέρει ο βιογραφούμενος, «στον πατέρα δεν άρεσαν οι ρηχές κοσμικές δελεάσεις και γι’ αυτό μας πήγαινε στα μουσεία και σε εκδηλώσεις ή παραστάσεις με εποικοδομητικό μορφωτικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Απεχθανόταν τη σαθρότητα των ιδεών και των λόγων, ακριβώς όπως και η μητέρα μας. Η κληρονομιά τους μιλάει από μόνη της».
Ο Αχιλλέας Τόσκος έφυγε πρόωρα από τη ζωή σε ηλικία 74 ετών, το 2003.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Σουλτάνα Λέντζη, γεννήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1937 στα Ιωάννινα.
Τα Ιωάννινα είναι η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη του νομού Ιωαννίνων και της Ηπείρου. Βρίσκεται στο ΒΔ κομμάτι της ηπειρωτικής Ελλάδας, στο κέντρο του ομώνυμου λεκανοπεδίου. Είναι μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας με πλούσια πολιτιστική παράδοση. Μεταξύ των πολυποίκιλων γεωγραφικών χαρακτηριστικών της περιοχής, ξεχωριστή θέση κατέχει η λίμνη Παμβώτιδα, που παράκειται της πόλης. Άξιο αναφοράς είναι και το νησάκι της λίμνης (νήσος Ιωαννίνων), στο οποίο βρίσκεται μικρός οικισμός και διάφορα μνημεία και αξιοθέατα, όπως η τελευταία κατοικία του Αλή Πασά. Υπάρχουν επίσης έξι μοναστήρια, το παλιότερο του Αγίου Νικολάου (Ντίλιου) ή Στρατηγοπούλου του 11ου αιώνα, στο οποίο δίδαξε κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο λόγιος Αλέξιος Σπανός. Τα Ιωάννινα αποτέλεσαν το σημαντικότερο κέντρο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού μαζί με την Κωνσταντινούπολη και τα κέντρα του απόδημου Ελληνισμού στη Βιέννη και στο Βουκουρέστι. Ιωαννίτες ήταν οι ιδρυτές και των τεσσάρων ελληνικών τυπογραφείων της Βενετίας, ενώ τον 17ο και 18ο αιώνα Ιωαννίτες έχτισαν πολλές σχολές: η Επιφανείου (1647), η Μπαλάνειος (1676), η Μαρούτσιος (1742), η Καπλάνειος (1805), η Ζωσιμαία Σχολή (1828) και άλλες. Οι σχολές αυτές αποτέλεσαν σημαντικά κέντρα στην ανάπτυξη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, συνέχισαν τη Βυζαντινή παράδοση και συνέβαλαν αποφασιστικά στην αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων. Το 1789 η πόλη έγινε έδρα της περιοχής (πασαλίκι) που ήλεγχε ο Αλή πασάς, μουσουλμάνος αλβανικής καταγωγής από το Τεπελένι, ο οποίος είχε υπό τον έλεγχό του όλη την περιοχή της Βορειοδυτικής Ελλάδας, τη Θεσσαλία, τμήμα της Εύβοιας και την Πελοπόννησο. Κατά το διάστημα αυτό, η πόλη γνώρισε το απόγειο της ακμής της. Από τότε έχει μείνει γνωστή η έκφραση ότι τα Ιωάννινα είναι «πρώτα στα άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα». Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 τα Ιωάννινα απελευθερώθηκαν κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και ενσωματώθηκαν στο Ελληνικό Κράτος. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922) και την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι περισσότερες Τουρκικές οικογένειες αποχώρησαν για την Τουρκία και ταυτόχρονα υποδέχτηκε αρκετούς πρόσφυγες. Το 1943, κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, σχεδόν το σύνολο της Εβραϊκής κοινότητας της πόλης, εστάλησαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία και τη Γερμανία, από τους οποίους ελάχιστοι επέστρεψαν. Σήμερα διατηρείται η Εβραϊκή Συναγωγή Ιωαννίνων.
Στα Ιωάννινα η Σουλτάνα Λέντζη σπούδασε ραπτική και έγινε μια εξαιρετική σχεδιάστρια μόδας και μοδίστρα. Μετά τον γάμο της και τη γέννηση του πρώτου παιδιού της, του βιογραφούμενου Θόδωρου, έρχεται στην Αμερική και παράλληλα με το νοικοκυριό εξακολουθεί τη ραπτική της. Στη συνέχεια βοήθησε και τον σύζυγό της στη γουνοποιία, ενώ αργότερα ασχολήθηκε αποκλειστικά με την υψηλή ραπτική, κυρίως, τη δημιουργία νυφικών και βραδινών επίσημων γυναικείων ενδυμάτων, μία δραστηριότητα που συνεχίζει ως έναν βαθμό και σήμερα. Είναι μία γυναίκα εξαιρετικά δραστήρια και δυναμική, με πολύ δημιουργικό και ευφάνταστο μυαλό. Άνθρωπος φοβερά καλοσυνάτος, δοτικός και γενναιόδωρος. Η οικογένεια βρίσκεται στη ζωή της στην πρώτη θέση και μετά όλοι οι άλλοι. Είναι γυναίκα εξαιρετικά φιλότιμη, κοινωνική και πολύ αγαπητή στον κοινωνικό της περίγυρο.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, από την πλευρά της μητέρας του, ονομαζόταν Αθανάσιος Λέντζης και γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Η καταγωγή του, ωστόσο, ήταν από τη Σαμαρίνα, ορεινό χωριό του Νομού Γρεβενών στη Μακεδονία. Βρίσκεται στη βόρεια Πίνδο στις ανατολικές πλαγιές του Σμόλικα σε υψόμετρο 1.500 ή 1.450 μ. Θεωρείται ως ένα από τα ψηλότερα χωριά της Ελλάδας αλλά και των Βαλκανίων. Η πρώτη μνεία για το χωριό γίνεται σε χάρτη του 1560. Κατεξοχήν κτηνοτροφικό χωριό, άκμασε κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και προσέφερε πολλά στην Ελληνική επανάσταση του 1821 και κατά τον Μακεδονικό Αγώνα. Σήμερα, η Σαμαρίνα είναι ένα παραθεριστικό χωριό και συνδέεται οδικά με τα Γρεβενά και με το χιονοδρομικό κέντρο της Βασιλίτσας, που απέχει περίπου 15 χλμ. Στις 15 Αυγούστου γίνεται στη Σαμαρίνα το φημισμένο τριήμερο πανηγύρι της Παναγίας, όπου συγκεντρώνει περίπου 3.000 προσκυνητές.
Σε νεαρή ηλικία ο Αθανάσιος Λέντζης μετανάστευσε στην Αμερική και αρχικά εγκαταστάθηκε στη Νέα Ορλεάνη. Αργότερα μετοίκησε στο Κονέκτικατ και εκεί ίδρυσε βιοτεχνία υποδημάτων. Στην εποχή του υπήρξε από τους πρώτους Έλληνες επιχειρηματίες της Αμερικής. Έχοντας την επανέγερση της πατρίδας στην ψυχή του, σε κάποια στιγμή επέστρεψε στην Ελλάδα και παντρεύτηκε με την Παρασκευούλα Παδιού, επίσης με καταγωγή τη Σαμαρίνα, γεννημένη στην Καρδίτσα.
Η Καρδίτσα είναι πόλη της Θεσσαλίας και πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού. Είναι κτισμένη σε υψόμετρο 105 μ. και βρίσκεται στο δυτικό άκρο της Θεσσαλικής πεδιάδας. Η πόλη συγκεντρώνει τη διακίνηση και το εμπόριο των αγροτικών προϊόντων της εύφορης περιοχής της, κυρίως βαμβακιού, σταριού, καπνού και κτηνοτροφικών προϊόντων. Αποτελεί το κύριο εμπορικό και διοικητικό κέντρο του νομού. Η Καρδίτσα συναντάται από τον 15ο αι. και έως την Επανάσταση του 1821 αναφέρεται ως ένα μικρό κονιαροχώρι με το όνομα Καρδίτζα. Για τους Τούρκους η θέση ήταν παραμεθόρια και γι’ αυτό δεν επέτρεπαν να εγκατασταθούν εκεί χριστιανοί. Η πρώτη χριστιανική οικογένεια έφτασε στην Καρδίτσα το 1845 και από τότε δεν σταμάτησαν να έρχονται ιδιαίτερα από τις ορεινές περιοχές της Αργιθέας, της Σαμαρίνας και αλλού. Το 1856 εγκαινιάστηκε η μικρή εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης. Το 1880 αναφέρονται 5.000 κάτοικοι από τους οποίους 2.615 χριστιανοί και 2.387 μωαμεθανοί. Η ανάπτυξή της όμως καθυστέρησε από τα εμπόδια που παρενέβαλαν, για δικά τους προσωπικά συμφέροντα, οι μπέηδες της περιοχής. Αλλά τα προϊόντα της εύφορης πεδιάδας της, ιδίως ο καπνός και το βαμβάκι, και η θέση της, στο δρόμο που ένωνε το Βόλο με τα Ιωάννινα, την οδήγησαν τελικώς στην ανάπτυξη. Στα τέλη του 19ου αι. ήταν ένα από τα κέντρα εσωτερικού εμπορίου της Θεσσαλίας, ρόλο που ποτέ δεν έπαψε να έχει από τότε. Στην Ελλάδα προσαρτήθηκε το 1881 μαζί με την υπόλοιπη Θεσσαλία. Στην Καρδίτσα υπάρχει το Λαογραφικό Μουσείο όπου φυλάσσονται προσωπικά είδη του Νικόλαου Πλαστήρα (1883-1953, στρατιωτικός και πολιτικός από την Καρδίτσα, ηγέτης της επανάστασης του 1922, Πρωθυπουργός τα έτη 1945,1950,1951-52). Στην πόλη γεννήθηκαν και οι πολιτικοί Αλλαμανής Στέλιος (1910), Σιάντος Γεώργιος (1890), Ταλιαδούρος Αθανάσιος (1918), Ταλιαδούρος Σπυρίδων (1881). Επίσης, στην Καρδίτσα υπάρχει Πινακοθήκη, η οποία διαθέτει σημαντικές συλλογές έργων Καρδιτσιωτών ζωγράφων.
Ο Αθανάσιος και η Παρασκευούλα Λέντζη απέκτησαν από τον γάμο τους τέσσερα παιδιά, δύο αγόρια και δύο κορίτσια. Τον Γεώργιο, τον Αστέριο, τη Σουλτάνα, μητέρα του βιογραφούμενου, και την Άννα.
Μετά τον γάμο του, ο Αθανάσιος Λέντζης διέμεινε πλέον μόνιμα στα Ιωάννινα και εκεί άνοιξε οπλοπωλείο, οπλοποιείο και οπλουργείο, το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα. Όσοι τον γνώρισαν μιλούν για έναν άνθρωπο φοβερά δυναμικό και από τους πιο δημιουργικούς άντρες της εποχής του. Ήταν πολύγλωσσος και έμαθε μόνος τέσσερις ξένες γλώσσες (Γαλλική, Αγγλική, Ελληνική και Τουρκική). Από την άλλη μεριά, η γιαγιά Παρασκευούλα ήταν μία εξαιρετική νοικοκυρά. Άνθρωπος καλοσυνάτος και συντηρητικός, αφιέρωσε όλη τη ζωή της στην οικογένειά της. Ο παππούς Αθανάσιος έφυγε πρόωρα από τη ζωή το 1971, ενώ η γιαγιά Παρασκευούλα πέθανε πλήρης ημερών σε ηλικία 94 ετών.
Ο βιογραφούμενος, Θεόδωρος-Α. Τόσκος, γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1964 στην Καστοριά. Μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Αμερική, όταν ήταν στην ηλικία των 2,5 ετών, και μεγάλωσε στο Μανχάταν. Φοίτησε στο Ελληνοαμερικανικό Σχολείο του Αγίου Σπυρίδωνα, ένα σχολείο που όπως αναφέρει: «σφυρηλατούνται στα παιδιά οι ρίζες τους, πέραν της οικογένειας, και η αγάπη τους για τα Ελληνικά και τα Αγγλικά». Το 1975 επιστρέφει οικογενειακώς στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στα Ιωάννινα, όπου φοιτά στο Γυμνάσιο της Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων. Στο συγκεκριμένο Γυμνάσιο γίνεται δεκτός μετά από εξετάσεις, καθώς ήταν πρότυπο σχολείο και καθιερωμένη πρακτική εκείνη την εποχή. Κατόπιν φοιτά στη Α’ και Β’ τάξη του 3ου Μικτού Λυκείου Ιωαννίνων. Όπως σημειώνει ο ίδιος, «οφείλω πολλά, όχι μόνο στην οικογένειά μου, αλλά και στους εξαίρετους καθηγητές που είχα. Θέλω να κάνω μία ειδική αναφορά στην αείμνηστη δασκάλα μου, την κυρία Αφροδίτη Κωνσταντοπούλου και τον εν δυνάμει ακόμα κύριο Ηλία Διακολιό, οι οποίοι με δίδαξαν και έθεσαν τα θεμέλια της αγάπης μου για την Ελλάδα και την Ελληνική. Πρέπει, επίσης, να αναφέρω και τους ανθρώπους που λούστραραν τα θεμέλια της γνώσης μου, όπως τους κ.κ. Παναγιώτη Βολτέρα, Απόστολο Ζάρα, Παύλο Μπότσικο. Επιπλέον, θα αναφέρω τις θείες μου Χαρίκλεια Λιότσου, το γένος Γκαμπλέτσα, καθηγήτρια Γαλλικής, και Ευανθούλα Γκαμπλέτσα, καθηγήτρια φιλόλογος – επιθεωρήτρια, καθώς και τους κ.κ. καθηγητές Αθανάσιο Γκόντοβο και Παναγιώτη Χάρο (Γυμνασιάρχη Ζωσιμαίας), οι οποίοι έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην εκπαίδευσή μου, σφυρηλάτησαν τα Ελληνικά μου, και μπορώ να πω ότι έθεσαν τις ρίζες της πολιτικής μου σκέψης, αλλά και τον φιλόλογο-καθηγητή κ. Ιωάννη Κάτσενο, ο οποίος πραγματικά μου άνοιξε το κλουβί της σκέψης, για να πετάξουν τα φτερά μου».
Παράλληλα, στα Γιάννενα αρχίζει και τη σπουδή της Γαλλικής γλώσσας υπό την καθήγηση της περίφημης Ισμήνης Τζαβέλλα, αργότερα και με τη φροντίδα των καθηγητών κ. Μ. Φραγκάκη και της κυρίας Πλιάκου.
Στην 3η τάξη του Λυκείου ο βιογραφούμενος επιστρέφει στη Νέα Υόρκη, όπου αποφοιτά από John F. Kennedy High School, στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης. Στη συνέχεια γίνεται δεκτός στο πανεπιστήμιο Fordham, όπου σπουδάζει και αποφοιτεί Βιολόγος. Την ίδια εποχή δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για την Αγγλική φιλολογία και την Ιστορία. Τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του είχαν σαν αποτέλεσμα να τελειοποιήσει ο ίδιος τη γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Στην Ελλάδα είχε ήδη αποκτήσει το πρώτο πτυχίο στην Αγγλική (First Certificate in English) μέσω του Cambridge University. Ο ίδιος θεωρεί ότι πρέπει να αποτίσει φόρο τιμής σε κάποιους καθηγητές του, που τον βοήθησαν να τελειοποιήσει τα Αγγλικά του, όπως η κυρία Bartolone, o κύριος Stolfi και ο κ. Keane στο JFK, αλλά και ιδιαίτερα στο Fordham University στις καθηγήτριες κυρίες Hastings και Schroeder, καθώς και τον Professor κ. Kezel, ο οποίος του άνοιξαν το Αγγλικό κλουβί της σκέψης, για να πετάξει ξανά.
Ο Θεόδωρος Τόσκος αποφοιτά από το Πανεπιστήμιο το 1986. Η πρώτη του επαφή στον επαγγελματικό τομέα είναι στον χώρο του πτυχίου του, της Βιολογίας, ως βοηθός του Διευθυντή Dr. Νικόλαο Μεζίτη, τον καταξιωμένο ενδοκρινολόγο και δραστήριο στην ομογένεια καθηγητή, στην έρευνα του διαβήτη και ειδικά στη συστηματική πλέον μελέτη του φαρμάκου γλυβενκλαμίδη (gliburide), στο Νοσοκομείο Saint Luke’s.
Αμέσως μετά κάνει μία μεγάλη στροφή και ακολουθεί το δεύτερο πάθος στη ζωή του και προσλαμβάνεται στην Ολλανδική αεροπορική εταιρεία KLM. Εκεί σε συνεργασία με τους ειδικούς μηχανικούς της εταιρείας μαθαίνει το πρόγραμμα συμβουλής, προώθησης, συντήρησης και πώλησης του αεροσκάφους DC-10-30, μέσω του Ομίλου που είχαν δημιουργήσει οι τεχνικοί της εταιρείας για τον σκοπό αυτό, ως ειδικευόμενος σε θέματα Νοτιοδυτικής Ευρώπης, Αφρικής και Άπω Ανατολής.
Αργότερα, παράλληλα με τις μεταφράσεις συνεργάζεται με επιχειρήσεις εισαγωγών – εξαγωγών. Ταυτόχρονα αναζωογονείται η πολιτική σκέψη και δράση του. Εκλέγεται και είναι ένας από τους νεότερους συμβούλους του ιστορικού Συλλόγου των Καστοριανών «ΟΜΟΝΟΙΑ» στη Νέα Υόρκη, όπου και γεννάται η πολιτική του περσόνα. Την ίδια περίοδο γράφει αρκετά πολιτικά άρθρα με ψευδώνυμο. Επίσης, συνέγραψε την εργασία – βιβλίο με τίτλο «Θέματα στην Ελληνική Γλώσσα», που αποτελεί μία αρχική επαφή των Ελληνικών με ανιούσα κλίμακα επεξεργασίας θεμάτων, αποτινόμενη κυρίως στους μη χειριστές της Ελληνικής. Το βιβλίο αυτό το αφιέρωσε στην κόρη του. Ακόμη έχει συγγράψει μία σειρά πιλοτικών προγραμμάτων για την τηλεόραση, καθώς και το ιδιαίτερα σοβαρού επιπέδου «Σκέψεις εν Στίχω» που αφορά τα φλέγοντα πολιτικά θέματα προς υποστήριξη της γενέτειράς του, συμπεριλαμβανομένων των «Ode to Vardar – Geolarceny», το «Όρια – Σύνορα – Δεσμά» και το «Άγιος Αθανάσιος».
Ο Θεόδωρος Τόσκος έχει δώσει πολλές ομιλίες στη Νέα Υόρκη, με θέμα τη Δημοκρατία και την Ελληνοαμερικανική εμπειρία. Έχει, επίσης, λάβει μέρος σε Φόρουμ για τη Δημοκρατία.
Έχει διατελέσει Ύπατος Γραμματέας της Πανμακεδονικής Ένωσης Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, καθώς και όπως έχουμε προαναφέρει Πρόεδρος του Συλλόγου Ηπειρωτών Νέας Υόρκης.
Το μότο του βιογραφούμενου άρχεται στην αξία ότι: «If there is no historical or otherwise fundamental justice underpinning policy, domestic or foreign it is ultimately unimplementable». Επίσης, πιστεύει ακράδαντα πως η αφετηρία στις σχέσεις της ζωής συνοψίζεται στην παρακάτω αρχή: «η μόρφωση φέρνει την περηφάνια. Η υπερηφάνεια φέρνει την πεποίθηση. Η πεποίθηση κάνει εφικτή την προσέγγιση. Η προσέγγιση τον διάλογο. Ο διάλογος τον αμοιβαίο σεβασμό. Ο αμοιβαίος σεβασμός τη φιλία. Η φιλία ντε φάκτο την ειρήνη». Τούτο ισχύει για όλο το φάσμα της πολιτικής σκέψης και τις σχέσεις μεταξύ των πολιτικών ιδεολογιών. Ο ίδιος απεχθάνεται τα παραπετάσματα και αποσκοπεί πάντα στην εξέλιξη και την πρόοδο.
Ο Θεόδωρος Τόσκος παντρεύτηκε με τη Doris Αναστασιάδη, γεννημένη στη Νέα Υόρκη. Η Doris κατάγεται από την Κορησό Καστοριάς, από την πλευρά του πατέρα της, και από το Καρπενήσι και την Πάτρα, από την πλευρά της μητέρας της. Έχει σπουδάσει Αγγλική γλώσσα και εργάζεται, ως αναλύτρια, στην τράπεζα Societe General.
Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του μία κόρη, τη Σουλτάνα – Σούζαν Τζούνιορ. Η Σούζαν σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες και είναι στο τελευταίο έτος. Παράλληλα, σπουδάσει Women Studies και αυτή στο Πανεπιστήμιο Fordham, όπου σπούδασε και ο πατέρας της.
Ο Θεόδωρος Τόσκος αφιερώνει τον ελεύθερο χρόνο του σε εις βάθος πολιτικές και διεθνείς συζητήσεις με την κόρη, τη σύζυγο και τους φίλους του, καθώς και με τις βαριές δουλειές του σπιτιού, που δέχεται να εκτελέσει φυσικά κατόπιν εις βάθους ανάλυσης. Του αρέσει ιδιαίτερα η ποιοτική μουσική και τα καλογραμμένα βιβλία ιστορικού και πολιτικού περιεχομένου. Διαβάζει με ενδιαφέρον τις βιογραφίες σημαντικών ανθρώπων του αιώνα μας, που υπήρξαν καινοτόμοι και διαφορετικοί από τους άλλους μέσα στις ιδιαίτερες περιστάσεις της ζωής τους. Όπως λέει ο ίδιος, «έχω αφιερώσει το Είναι μου στην οικογένειά μου, η οποία πάντοτε κατέχει τον πρωταρχικό ρόλο στη ζωή μου. Η Doris και η Σουλτάνα-Σούζαν βρίσκονται πάντα στο πλευρό μου και με στηρίζουν ηθικά, πνευματικά, ολοκληρωτικά, όπως ακριβώς αισθάνομαι κι εγώ προς αυτές. Ή δε άλλως, η ζωή δεν έχει νόημα ή σκοπό»!.