Μενού Κλείσιμο

Ρούλια Δέσποινα

Η Δέσποινα Ρούλια είναι η ψυχή πίσω από τα ζαχαροπλαστεία «ΔΕΣΠΟΙΝΑ». Ποτέ άλλοτε ένα ζαχαροπλαστείο δεν αγαπήθηκε τόσο πολύ για το γλυκό του (στην προκειμένη περίπτωση το αφράτο μιλφέιγ του) όσο τα ζαχαροπλαστεία Despina. Η εμμονή στην υψηλή ποιότητα των υλικών, η συνεχής αναζήτηση νέων γεύσεων, η τεχνογνωσία και η σχολαστική προσοχή στη λεπτομέρεια καθιέρωσαν το όνομα Despina ως ένα από τα καλύτερα patisserie της Αθήνας αλλά και της δημιουργικής κουζίνας στον χώρο του catering.

Η ιστορία της Δέσποινας είναι σαν ένα γλυκό όνειρο που ξεκινά λίγο πριν το 1930 κάπου στην Πάτρα από τον πατέρα του πατέρα της, Θεόδωρο Θεοδωρακόπουλο και τη γιαγιά Δέσποινα, που ζούσαν κάπου στην περιοχή Ψαροφάι. O παππούς ήταν αρχοντάνθρωπος, μεγαλοκτηματίας στο επάγγελμα, γλυκός και τρυφερός στην ψυχή, που γέμιζε χαρά με τα παιδιά και τα εγγόνια γύρω του. Δυο παιδιά απέκτησαν με τη γιαγιά Δέσποινα κι άλλο ένα όταν χήρεψε και ξαναπαντρεύτηκε. Οι μέρες κυλούσαν ευτυχισμένα μέχρι το 1930 που ήρθε η οικονομική του καταστροφή.

Ο παππούς, από τη μεριά της μητέρας της ήταν ο Ευάγγελος Φινιάκης, από την Κεφαλονιά -που είχε το καφενείο στον Μώλο- και γιαγιά της η Κατερίνα από την Πάτρα, που αγαπούσε δυο πράγματα: να κρατά το σπίτι νοικοκυρεμένο και τα εγγόνια ενθουσιασμένα με παλιές ιστορίες της ζωής της. Τους ευλόγησε κι αυτούς η ζωή με τέσσερα παιδιά και εγγόνια, όμως o παππούς πέθανε πριν προλάβει η Δέσποινα να τον γνωρίσει.

Απ’ τις δυο αυτές οικογένειες στην Πάτρα έσμιξαν ο πατέρας της  Παναγιώτης και η μητέρα της Αναστασία. Ορφάνεψε νωρίς ο Παναγιώτης από μάνα, κι όταν o πατέρας του o Θοδωρής πτώχευσε, o μικρός Παναγιώτης βγήκε στη βιοπάλη. Μα ήταν δυνατός και κατόρθωσε να μάθει την τέχνη του επιπλοποιού και να ορθοποδήσει. Όταν γνώρισε την Αναστασία, αναθάρρησε πως η ζωή είναι γλυκιά και έχει και αγάπη και παρά τις αντιρρήσεις του παππού Θοδωρή, o Παναγιώτης την πήρε την Αναστασία, έστω κι έτσι, φτωχή. Δυο καρπούς έφερε ο έρωτάς τους, δυο αδερφές γλυκές σαν γλυκό τριανταφυλλάκι: πρώτα τη Δέσποινα κι ύστερα την αδελφή της. Χαρές που έκανε τότε ο παππούς ο Θοδωρής, που αρχικά δεν ήθελε αυτόν τον γάμο, μα με τον ερχομό της Δέσποινας σαν να γλύκανε κι αυτός…

Ο Παναγιώτης τα κατάφερε καλά στη ζωή. Άνοιξε δικές του δουλειές για να μεγαλώσει με άνεση οικονομική τα παιδιά του, γαλουχώντας τα συνάμα με αξίες ηθικές και δίκαιες. Άλλοτε αυστηρός και άλλοτε τρυφερός, προσπαθούσε να βρίσκεται όσον το δυνατόν πιο κοντά τους, να μη χάσει στιγμή απ’ τις στιγμές τους. Μαζί με την Αναστασία, έκαναν τα πάντα για να δώσουν στις κόρες τους όσα περισσότερα εφόδια μπορούσαν.

Κι έτσι τα χρόνια περνούσαν κι από τη μαγική μαγιά των παππούδων και των γονιών γεννήθηκε η Δέσποινα. Η Δέσποινα που αγάπησε τα γλυκά όσο κανείς. Που δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Που αντιμετώπιζε τις δυσκολίες πάντα προσθέτοντας λίγη ζάχαρη για να κάνει τη ζωή πιο γλυκιά. Το Δεσποινάκι από την Πάτρα, τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και όταν πήγε 19 χρονών παντρεύτηκε -κατά πώς έπρεπε τότε- με τον βιομήχανο Νικόλαο Ρούλια. Τον αγαπούσε τον άντρα της η Δέσποινα. Και δίπλα του στάθηκε στις στενοχώριες, όταν τα οικονομικά προβλήματα της οικογενειακής επιχείρησης τους χτύπησαν την πόρτα. Όμως, κράτησαν χαρακτήρα, αρνήθηκαν συνεργασία με ομοειδείς επιχειρήσεις που εξεδήλωσαν ενδιαφέρον συνεταιρισμού, κρατώντας την οικογένεια δεμένη και την επιχείρηση υπό τον έλεγχό της. Μια λύση φαινόταν τότε σωτήρια προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα οικονομικά προβλήματα μπροστά σε μια επικείμενη πτώχευση: o Νικόλας Ρούλιας να ιδρύσει μια θυγατρική επιχείρηση στο Ζαΐρ. Κι έτσι κι έγινε. Η προσπάθεια ήταν επιτυχής και έσωσε την κεντρική επιχείρηση στην Ελλάδα.

Μέσα στο εργοστάσιο μπισκοτοποιίας στο Ζαΐρ μεγάλωσαν η Δέσποινα κι o Νικόλας τα δυο αγόρια και τη μια τους κόρη. Και το εργοστάσιο έγινε μετά και φούρνος και ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια.

Μα η Αφρική δεν ήταν για τη Δέσποινα. Ήξερε πως κάτι άλλο είχε γεννηθεί να κάνει. Αφού μεγάλωσαν πια τα παιδιά, πήρε την απόφαση να επιστρέψει στην πατρίδα. Αυτή ήταν και η αρχή του πρώτου ζαχαροπλαστείου «ΔΕΣΠΟΙΝΑ» στην Ερυθραία, που άνοιξε τις πόρτες του κάπου το 1987. Λες και την είχε κυριεύσει ένα γλυκό μεράκι, ένα πάθος για τη ζαχαροπλαστική, η Δέσποινα άνοιξε τα φτερά της πηγαίνοντας στο Βέλγιο για να μελετήσει υλικά συσκευασίας, να φέρει κρέμες ζαχαροπλαστικής υψηλής ποιότητας και να δημιουργήσει ένα άριστο, ξεχωριστό προϊόν υψηλής αισθητικής στην αγορά. Και το πέτυχε. Παρότι τα γλυκά της ήταν ακριβά, η ίδια πίστευε ότι για τους παραπάνω λόγους η προσπάθειά της θα ήταν επιτυχής. Πού να ήξερε ο κόσμος τότε τι ήταν η μιλφέιγ! Η Δέσποινα θα τους το μάθαινε και μάλιστα με τον καλύτερο τρόπο! Θα καθόταν η ίδια να φτιάξει τις κρέμες της, χειροποίητες και φρέσκες, θα καθόταν η ίδια πίσω από τον πάγκο να πουλήσει τα γλυκά της. Θα τα έδινε ακόμη και δωρεάν προκειμένου o κόσμος να τα δοκιμάσει. Γιατί όποιος τα δοκίμαζε μια φορά, δεν τα ξεχνούσε ποτέ ξανά. Με το γλυκό χαμόγελο και το πείσμα η Δέσποινα τα κατάφερε. Ανακάτευε με αγάπη την κρέμα με ξύλινη κουτάλα στην κατσαρόλα κι αυτή η αγάπη της έδινε άλλη γεύση! Κι έτσι τα μαγαζιά έγιναν δυο, μετά τρία, κι ένα ακόμη στο Ψυχικό, στο Κολωνάκι, στη Φιλοθέη και αλλού… Και ήρθε το 1997 που είχε χαρά και πίκρα μαζί. Γιατί εκείνη τη χρονιά η Δέσποινα έχασε τον αγαπημένο της σύζυγο, αλλά κατάφερε να κατασκευάσει μια ολόκληρη εργοστασιακή μονάδα στη Μεταμόρφωση και να συνεχίσει το όραμά της, ανοίγοντας το 2002 ακόμη τρία ζαχαροπλαστεία και πόσα ακόμη στο μέλλον.

Και τα παιδιά της μεγάλωσαν και η Δέσποινα μεγάλωσε, όπως μεγάλωσε και η αγάπη του κόσμου για τη μοναδική της μιλφέιγ, αλλά και όλα τα γλυκά που δημιουργεί. Κι έγινε παράδειγμα πως τίποτα στη ζωή δεν μπορεί να σταματήσει την ορμή και τη θέλησή σου να πετύχεις κάτι αν το αγαπάς. Κι έτσι έμαθε και στα τρία παιδιά της να τολμούν, να αγαπούν και να αγωνίζονται για ένα ακόμη μεγαλύτερο όραμα. Κι αυτά με τη σειρά τους χάρισαν στη Δέσποινα εγγόνια, που σήμερα πια σπουδάζουν και ήδη ακολουθώντας τα χνάρια της γιαγιάς, δραστηριοποιούνται στην επιχείρηση για να κάνουν τις μέρες μας πιο γλυκές!

Σήμερα η Δέσποινα και τα τρία παιδιά της, Γιώργος, Παναγιώτα και Λουκάς μαζί με τα εγγόνια της και με 70 ακόμη ανθρώπους που κρατούν ζωντανή την επιχείρηση, βρίσκονται πίσω από τα γλυκά DESPINA που αγαπάμε. Πίσω από μια κεντρική μονάδα εργαστηρίου που προμηθεύει τα εννέα καταστήματα DESPINA στην Αττική. Πίσω από όλη αυτή τη γλυκιά παράδοση. Πίσω από τα γλυκά, μια γλυκιά ιστορία. Η ιστορία της Δέσποινας που θα μένει για πάντα σαν τη γλυκιά επίγευση της κρέμας μιλφέιγ της σε κάθε κουταλιά που απολαμβάνουμε, όσα χρόνια κι αν περάσουν…