Η Δέσποινα Παπαδοπούλου γεννήθηκε στον Πειραιά το 1966. Η καταγωγή της από την πλευρά του πατέρα της είναι από την Κρήτη και από την πλευρά της μητέρας της από τη Σμύρνη. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στη Λαμία και υπηρετεί την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση τα τελευταία 30 χρόνια. Από τον γάμο της με τον Δημήτρη Ρέππα έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Από την πλευρά του πατέρα της, ο παππούς της λεγόταν Γεώργιος Παπαδόπουλος και γεννήθηκε στην Κρήτη και συγκεκριμένα στο Σταυροχώρι Σητείας, ένα χωριό έξω από την Ιεράπετρα, το 1903. Ήταν ένας δίμετρος άντρας με χαρακτηριστική κρητική ομορφιά, που υπηρέτησε ως βρακοφόρος στην ανακτορική φρουρά. Ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος και ασχολήθηκε με τις γεωργικές εργασίες. Γυρνώντας από τον στρατό, ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου με τη Δέσποινα Μαρκάκη, που καταγόταν από το ίδιο χωριό, η οποία γεννήθηκε το 1896. Ο γάμος τους προέκυψε από συνοικέσιο. Και οι δύο προέρχονταν από άνετες οικονομικά οικογένειες. Η βιογραφούμενη μάλιστα θυμάται πως όταν πρωτοδιορίστηκε μετά από αίτημά της στο χωριό, ο παπάς του χωριού την υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά καθώς ήταν η εγγονή του «μεγαλοτσιφλικά» του χωριού.
Η γιαγιά Δέσποινα ήταν μία πολύ δυναμική γυναίκα και είχε τον έλεγχο της οικογένειας. Απέκτησαν μαζί οκτώ παιδιά εκ των οποίων έζησαν τα πέντε, η Μαρία, ο Γιάννης, ο Κωστής, ο Νικολής και η Ειρήνη. Η βιογραφούμενη όταν ήταν μικρή περνούσε εκεί τις διακοπές της και θυμάται την καλοσύνη που χαρακτήριζε τον παππού και τη γιαγιά, η οποία αν και αγράμματη, έδινε συμβουλές σε όλο το χωριό και είχε μια έμφυτη σοφία. Το ζευγάρι έζησε μέχρι τέλους αγαπημένο και απεβίωσαν ο παππούς το 1985 και η γιαγιά το 1993.
Από την πλευρά της μητέρας της, ο παππούς λεγόταν Βαγγέλης και γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1903. Φοίτησε μέχρι την τρίτη δημοτικού στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης καθώς η μητέρα του ήταν δασκάλα. Μετά διέκοψε τις σπουδές του γιατί ορφάνεψε από πατέρα. Είχε τρία μεγαλύτερα αδέρφια, δύο αγόρια κι ένα κορίτσι. Όταν ξεκίνησε η Καταστροφή, όλοι μαζί κρύφτηκαν σε ένα υπόγειο για να μην τους βρουν οι Τούρκοι. Κάποια στιγμή, τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια βγήκαν για να δουν τι γίνεται και δεν ξαναγύρισαν. Τρεις μέρες αργότερα, επειδή δεν είχαν γυρίσει, ο παππούς Βαγγέλης βγήκε να τους αναζητήσει και τους βρήκε νεκρούς. Τους έθαψε σε μία άκρη σε έναν ομαδικό τάφο που υποδείκνυαν οι Τούρκοι, με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να τους μνημονεύουν. Εγκατέλειψαν τον τόπο τους και ο δρόμος της προσφυγιάς τους έβγαλε στη Νίκαια. Αρχικά ο παππούς έπλενε καζάνια στο Νοσοκομείο Αγία Όλγα για να μπορέσει να ζήσει την οικογένειά του. Αργότερα ξεκίνησε να εργάζεται στην κατασκευαστική εταιρεία Γαβαλάς, καταφέρνοντας με τα χρόνια και εδραιωθεί επαγγελματικά. Έγινε εργολάβος και ανέλαβε πολλά έργα, κατασκευάζοντας κτίρια που υπάρχουν έως και σήμερα. Μεταξύ αυτών οι σιταποθήκες (Σιλό) στο λιμάνι του Πειραιά με το ρολόι, το Καπνεργοστάσιο στην Κολοκυνθού και η Σιβιτανίδειος Σχολή.
Η σύζυγός του, η γιαγιά Αναστασία, καταγόταν από τη Μέλισσο, κοντά στην Αλικαρνασσό και γεννήθηκε το 1911. Ήρθε στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Είχε τέσσερις αδερφούς, τρεις εκ των οποίων ήταν στην εξορία. Ο μικρότερος, ο Κώστας, πέρασε στην Ελλάδα κρυμμένος σε ένα πάπλωμα. Η μητέρα τους τον έραψε εκεί για να τον κρύψει, φοβούμενη ότι οι Τσέτες θα της έπαιρναν το μωρό. Οι κάτοικοι που έφυγαν από τη Μέλισσο πήραν μαζί τους τα λείψανα της προστάτιδάς τους, της Οσίας Ξένης. Με μεγάλη επιμονή και κόπο έχτισαν τον Ιερό Ναό της Οσίας Ξένης στη Νίκαια.
Ο Βαγγέλης και η Αναστασία γνωρίστηκαν με συνοικέσιο και παντρεύτηκαν. Η γιαγιά Αναστασία ήταν χαρακτηριστική Μικρασιάτισσα, καταπληκτική νοικοκυρά, που περιποιούνταν τον εαυτό της. Το ζευγάρι απέκτησε συνολικά οκτώ παιδιά, εκ των οποίων έζησαν τα πέντε: ο Σωτήρης, ο Νίκος, η Σμαράγδα, η Πολυξένη και η Σοφία. Η βιογραφούμενη έχει όμορφες αναμνήσεις από τους παππούδες της καθώς μεγάλωσε μαζί τους. Θυμάται έντονα τα υπέροχα φαγητά της γιαγιάς της. Ο παππούς Βαγγέλης έφυγε απ’ τη ζωή το 1989 και η γιαγιά Αναστασία («Στάσα» όπως χαρακτηριστικά την φώναζαν) το 1995.
Ο Νικολής, ο πατέρας της βιογραφούμενης, είχε πολύ δυνατό μαθηματικό μυαλό. Μετά τον στρατό ανακοίνωσε στον πατέρα του ότι ήθελε να σπουδάσει. Εκείνος δεν ήθελε καθώς είχε περιουσία στο χωριό και ήθελε να την αναλάβει. Παρ’ όλα αυτά του επέτρεψε να έρθει στην Αθήνα και να σπουδάσει στη Βιομηχανική Σχολή. Αργότερα κατάφερε να τελειώσει και τη Νομική Σχολή. Εργάστηκε στο ΙΚΑ και έφτασε στον βαθμό του διευθυντή. Ήταν άνθρωπος ήσυχος και παντρεύτηκε την αγαπημένη του Σμαράγδα το 1966. Απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, τη βιογραφούμενη Δέσποινα και την Αναστασία. Ο Νικολής ήταν ένας δραστήριος άνθρωπος με πολλά ενδιαφέροντα. Του άρεσαν οι εκδρομές ενώ συμμετείχε και σε διάφορους Συλλόγους. Η Σμαράγδα είναι μια πολύ δοτική γυναίκα, δυναμική και αεικίνητη. Ο Νικολής έφυγε από τη ζωή στις 23 Ιουνίου 2017. Ένιωθε ότι ερχόταν το τέλος του και γι’ αυτό επέμενε στη γυναίκα του να πάνε στην Κρήτη. Ο θάνατός του συνέπεσε την ίδια μέρα που έκαναν το μνημόσυνο του αδερφού του, που είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα.
Η Δέσποινα Παπαδοπούλου έζησε τα παιδικά της χρόνια στον Πειραιά. Το πατρικό της σπίτι χτίστηκε από τον παππού με την αποζημίωση μετά το 1922. Είχε μία ήρεμη παιδική ηλικία γεμάτη αγάπη και σεβασμό. Ήθελε να γίνει γλωσσολόγος, αλλά όταν έδωσε πανελλήνιες εξετάσεις πέρασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα της Λαμίας και κατόπιν προτροπής του πατέρα της πήγε. Όταν τελείωσε τις σπουδές της και μέχρι να διοριστεί, εργάστηκε στην εταιρεία Άμστελ. Όταν ήρθε ο διορισμός της, αποφάσισε να ακολουθήσει το επάγγελμα που σπούδασε. Ταυτόχρονα έκανε και μαθήματα φωνητικής.
Μετά τον διορισμό της στην Κρήτη, και αφού υπηρέτησε στο χωριό του πατέρα της, μετατέθηκε σε δημοτικό σχολείο στο Κερατσίνι και γνώρισε τον σύζυγό της, Δημήτρη Ρέππα, που ήταν δάσκαλος εκεί. Ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου το 1997 και απέκτησαν μία κόρη το 1998 κι έναν γιο το 2002. Η κόρη τους Σμαράγδα από την ηλικία των 13 ετών ασχολήθηκε με τη ρομποτική και σπούδασε πληροφορική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών με σκοπό να ασχοληθεί με τον προγραμματισμό στη ρομποτική. Ο Θοδωρής σπουδάζει στο Τμήμα Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων και Γεωργικής Μηχανικής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ο σύζυγος της Δέσποινας είναι από την Πελοπόννησο, λατρεύει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ασχολείται με τη μηχανογράφηση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Σήμερα η Δέσποινα Παπαδοπούλου διδάσκει στο 32ο Δημοτικό Σχολείο Πειραιά. Της αρέσει η ιστορία και η ενασχόληση με θέματα οικολογίας και περιβάλλοντος.