O Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης γεννήθηκε στο Θολοποτάμι της Χίου το 1956. Είναι γιος του Παναγιώτη Ντούλη με καταγωγή από τα Σκλαβιά Χίου και της Μαρίας Σιταρά με καταγωγή από το Θολό Ποτάμι της Χίου. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες, Οικονομικά και Ιστορία στο Queen’s College και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημόσια Πολιτική και Διοίκηση, στο Baruch College. Εργάστηκε επί σειρά ετών στον δημόσιο τομέα των ΗΠΑ και σήμερα είναι συνταξιούχος. Υπήρξε μέλος πολλών εθελοντικών οργανώσεων και έχει βραβευτεί για την προσφορά του στη δημόσια ζωή. Είναι παντρεμένος με τη Δέσποινα Γκιουζεπάκη και πατέρας τριών παιδιών.
Οι ρίζες του βιογραφούμενου και από τους δύο γονείς του βρίσκονται στο νησί της Χίου. Η Χίος είναι νησί του Ανατολικού Αιγαίου και απέχει ελάχιστα από τις ακτές της Μικράς Ασίας. Είναι το πέμπτο μεγαλύτερο σε μέγεθος νησί στην Ελλάδα και έχει μεγάλη απόδημη κοινότητα σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Τα κύρια προϊόντα που εξάγει είναι η μαστίχα, το λάδι, τα σύκα και το κρασί, ενώ έχει διεθνή φήμη για το μέγεθος και την ποιότητα της ναυτιλίας της. Πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη της Χίου, που λέγεται και Χώρα.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, από την πλευρά του πατέρα του, ονομαζόταν Αλέξανδρος Ντούλης και γεννήθηκε στα Σκλαβιά της Χίου, που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το χωριό Βαβίλοι και είναι ένας Μεσαιωνικός οικισμός, κτισμένος μέσα σε μία κατάφυτη τοποθεσία.
Ο Αλέξανδρος Ντούλης είχε έναν αδελφό, τον Γιάννη. Ο ίδιος ήταν γεωργός και καλλιεργούσε τη δική του κτηματική περιουσία. Σε νεαρή ηλικία μετανάστευσε στην Αμερική και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη και Βιρτζίνια αναζητώντας μία καλύτερη ζωή. Μετά από τέσσερα χρόνια στην ξενιτιά επέστρεψε στη Χίο. Στο νησί του παντρεύτηκε δύο φορές. Από τον πρώτο του γάμο με την Ευανθία απέκτησε έξι παιδιά, τέσσερα κορίτσια και δύο αγόρια. Την Ανέζα, την Ελένη, την Αργέτα, τον Κώστα, τον Στέλιο και τη Kατίνα, που πέθανε σε παιδική ηλικία. Από τον δεύτερο γάμο του με τη Βαρβάρα Μοσχοβάκη, γιαγιά του βιογραφούμενου, απέκτησε τέσσερα παιδιά. Τον Παναγιώτη, πατέρα του βιογραφούμενου, τον Σταμάτη, τον Πέτρο και τον Οδυσσέα. Το τελευταίο παιδί της οικογένειας, ο Οδυσσέας, έφυγε από τη ζωή στην Κωνσταντινούπολη από σκωληκοειδίτιδα σε ηλικία μόλις 22 ετών.
Ο παππούς Αλέξανδρος ήταν ένας αυταρχικός άνθρωπος, αλλά πολύ δοτικός και φιλάνθρωπος. Είχε βοηθήσει πολύ κόσμο προσφέροντας οπωροκηπευτικά, στις δύσκολες μέρες του πολέμου, όπου τα τρόφιμα σπάνιζαν και οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα. Άνθρωπος δίκαιος και αγαπητός σε όλο το χωριό. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 85 ετών.
Η γιαγιά Βαρβάρα Μοσχοβάκη γεννήθηκε στο Θολoποτάμι, ένα όμορφο χωριό της Χίου, που απέχει 12 χλμ. από την πρωτεύουσα της Χίου. Το δημοτικό διαμέρισμα Θολοποταμίου περιλαμβάνει εκτός από το Θολοποτάμι και το μικρό οικισμό Σκλαβιά. Το Θολοποτάμι είναι χτισμένο στην πλαγιά του βουνού Προφήτης Ηλίας, σε υψόμετρο 305 μ. Από την ανατολική του πλευρά διακρίνονται τα παράλια της Μικράς Ασίας. Στα όρια του χωριού βρίσκονται και τα «Θεόκτιστα», τα οποία είναι απομεινάρια πελασγικών τειχών. Το χωριό διαθέτει πολλές πηγές και πλατάνια. Η ίδρυση του χωριού χρονολογείται από τον 12ο αιώνα. Η ονομασία του προήλθε από μία καθίζηση η οποία έλαβε χώρα στην περιοχή Ράγα και είχε ως αποτέλεσμα να αναβλύσει νερό, το οποίο έρρεε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο δάσκαλος του χωριού Λουκάς Ι. Τσαμπάς διέσωσε την παράδοση ότι η πρώτη ονομασία του χωριού ήταν Μάνη, καθώς ο πρώτος κάτοικός του είχε αυτήν την καταγωγή. Κατά τη σφαγή της Χίου από τους Τούρκους το 1822 οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού σφαγιάστηκαν. Η πολυβραβευμένη κινηματογραφική ταινία του Χιώτη σκηνοθέτη Δήμου Αβδελιώδη με τίτλο «Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων» αναφέρεται στο Θολοποτάμι.
Η Βαρβάρα Μοσχοβάκη ήταν μία άφταστη μαγείρισσα και νοικοκυρά. Δεν υπήρχε φρούτο στο περιβόλι της οικογένειας, που να μην το έφτιαχνε και γλυκό. Ήταν γυναίκα πολύ φιλότιμη, εξαιρετικά φιλόξενη και πολύ αγαπητή σε όλο τον κοινωνικό της περίγυρο. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 72 ετών.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Παναγιώτης Ντούλης, γεννήθηκε το 1928 στα Σκλαβιά της Χίου. Αποφοίτησε από το Δημοτικό σχολείο του χωριού και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την κτηματική περιουσία της οικογένειας, μαζί με τα αδέλφια του, τον Στέλιο, τον Σταμάτη και τον Πέτρο. Σε όλη τη ζωή τους ασχολήθηκαν όλοι μαζί με την καλλιέργεια της γης. Με την πάροδο του χρόνου κατάφεραν να αυξήσουν την κτηματική περιουσία τους, αγοράζοντας και οι ίδιοι περισσότερη γη. Αργότερα μοίρασαν όλη την περιουσία τους στα τέσσερα.
Ο Παναγιώτης Ντούλης παντρεύτηκε με τη Μαρία Σιταρά και το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του τρία παιδιά. Το πρώτο παιδί πέθανε σε βρεφική ηλικία. Τα υπόλοιπα παιδιά είναι ο βιογραφούμενος Αλέξανδρος και η αδελφή του Ζωή. Η Ζωή Ντούλη ζει σήμερα στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Όσοι γνώρισαν τον Παναγιώτη Ντούλη μιλούν για έναν εξαιρετικά τίμιο άνθρωπο, πολύ εργατικό, άριστο οικογενειάρχη και πατέρα. Ήταν ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, πάρα πολύ δραστήριος και δυναμικός. Το 1966 πήρε την απόφαση να μεταναστεύσει οικογενειακώς στην Αμερική για μία καλύτερη ζωή. Όταν έφτασαν στη νέα πατρίδα τους, ο ίδιος εργάστηκε από την επόμενη κιόλας μέρα ως υπάλληλος ξενοδοχείου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στη νέα δουλειά του ζητήθηκε να ξυρίσει το μουστάκι του, το οποίο διατηρούσε από τα νεανικά του χρόνια, και επειδή δεν δέχτηκε, του άλλαξαν πόστο. Στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο εργάστηκε από το 1966 και για τα επόμενα 25 χρόνια. Παράλληλα με την εργασία του στο ξενοδοχείο εργαζόταν σε ζαχαροπλαστείο, αλλά και σε εστιατόριο. Δούλευε ταυτόχρονα σε τρεις δουλειές και καθημερινά κοιμόταν μόνο 3 – 4 ώρες για επτά ολόκληρα χρόνια. Στη συνέχεια δούλευε για 15 χρόνια σε δύο δουλειές καθημερινά. Στα 62 του χρόνια, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπισε με την καρδιά του, σταμάτησε να εργάζεται και συνταξιοδοτήθηκε. Ήταν άνθρωπος πολύ φιλόξενος και φιλότιμος, εξαιρετικά αγαπητός στον κοινωνικό του περίγυρο. Σαν πατέρας ήθελε πολύ να μορφωθούν τα παιδιά του, γιατί ο ίδιος αν και ήταν πολύ έξυπνος άνθρωπος δεν του δόθηκε η ευκαιρία να μορφωθεί και το είχε απωθημένο. Στις σχέσεις με τα παιδιά του ήταν πολύ δημοκρατικός και τα άφησε να επιλέξουν ελεύθερα την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών, το 2015.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Μαρία Σιταρά, γεννήθηκε στο Θολoποτάμι της Χίου. Αποφοίτησε από το Δημοτικό σχολείο του χωριού και στη συνέχεια ασχολήθηκε με οικιακά και αγροτικές εργασίες. Ήταν γνωστή στο χωριό, γιατί ήξερε να κάνει ενέσεις. Σε ηλικία 12 ετών βρέθηκε με την οικογένειά της στην Αφρική και συγκεκριμένα στο Βελγικό Κονγκό, που είχε μεταναστεύσει ο πατέρας της λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο Κονγκό παρέμειναν γύρω στα τέσσερα χρόνια και μετά τον πόλεμο επέστρεψαν στη Χίο. Στη νέα της πατρίδα, η Μαρία αφοσιώθηκε στην οικογένεια, στα παιδιά και στο σπίτι. Μεγάλωσε τα παιδιά της με στοργή, αγάπη και φροντίδα, ενώ τους μετέδωσε ήθος, αρχές και ηθικές αξίες. Στα θέματα ηθικής ήταν πολύ αυστηρή με τα παιδιά της. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ήταν η ισχυρογνωμοσύνη της. Επίσης, ήταν άνθρωπος εξαιρετικά φιλότιμος, φιλόξενος και πολύ αγαπητός στον κοινωνικό του περίγυρο. Σήμερα ζει στην Αστόρια κοντά στον γιο της.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, από την πλευρά της μητέρας του, ονομαζόταν Γεώργιος Σιταράς και γεννήθηκε στο Θολό Ποτάμι Χίου. Είχε άλλα έξι αδέλφια, τρία αγόρια και τρία κορίτσια. Τον Κώστα, τον Ματθαίο, την Ελένη, τη Στυλιανή, την Ευθυμία και τον Παναγιώτη. Ο ίδιος ήταν γεωργός και λίγο πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, μετανάστευσε στην Αφρική, στο Βελγικό Κονγκό, όπου παρέμεινε για τέσσερα χρόνια. Εντωμεταξύ πριν τον πόλεμο είχε μεταναστεύσει μόνος του στην Αμερική, αλλά επέστρεψε λίγο αργότερα στην Ελλάδα.
Ο Γεώργιος Σιταράς παντρεύτηκε με τη συγχωριανή του Ευφροσύνη Παπαμονιόδη, η οποία είχε πέντε αδέλφια. Τον Δημήτρη, τον Παναγιώτη, τη Μαριγώ, τον Νίκο και τον Βασίλη, ο οποίος έζησε στην Αμερική για πενήντα χρόνια.
Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του έξι παιδιά, εκ των οποίων, τα τρία αγόρια πέθαναν σε βρεφική ηλικία. Τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας είναι η Μαρία, μητέρα του βιογραφούμενου, η Σμαρώ και η Δέσποινα. Η Δέσποινα Σιταρά ήταν η πρώτη από τις αδελφές που μετανάστευσε στην Αμερική και στη συνέχεια έφερε τη Μαρία με την οικογένειά της.
Η γιαγιά Ευφροσύνη, που ήταν και η νονά του βιογραφούμενου, ήρθε στην Αμερική μετά από πρόσκληση του εγγονού της Αλέξανδρου. Ο παππούς Γεώργιος και η γιαγιά Ευφροσύνη έφυγαν από τη ζωή σε ηλικία 77 ετών περίπου.
Ο βιογραφούμενος, Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης, γεννήθηκε το 1956 στο Θολό Ποτάμι της Χίου. Φοίτησε στο Δημοτικό σχολείο του χωριού μέχρι την 4η τάξη του. Σε ηλικία 10 ετών, αν και ο ίδιος δεν ήθελε καθόλου να αφήσει τον τόπο του, μετανάστευσε οικογενειακώς στην Αμερική. Στη Νέα Υόρκη φοίτησε στο Αμερικανικό σχολείο της Αστόρια. Από πολύ μικρός δεν ήθελε με τίποτα να ξεχάσει τη γλώσσα του και γι’ αυτό διάβαζε άρθρα στην Ελληνική από την εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ». Συνεχίζει σχολείο στο Γυμνάσιο 141 της Αστόρια και στο Λύκειο του Long Island City. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι την εποχή που οι δικοί του έλαβαν την Αμερικανική υπηκοότητα, ο ίδιος ήταν μόλις 15 ετών. Αν και ήταν πολύ εύκολο τότε, ο ίδιος δεν δέχτηκε να γίνει Αμερικανός πολίτης, γιατί όλα του τα όνειρα συνοψίζονταν στην επιστροφή του στην Ελλάδα. Τελικά έλαβε την Αμερικανική υπηκοότητα στην ηλικία των 24 ετών, όταν έπρεπε να φέρει στην Αμερική τη σύζυγό του.
Ο Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες, Οικονομικά και Ιστορία στο Queen’s College και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημόσια Πολιτική και Διοίκηση, στο Baroux College. Παράλληλα με τις σπουδές του εργαζόταν στο Υπουργείο Εμπορίου, στο Τμήμα Small Business Consulting, ως Σύμβουλος Επιχειρήσεων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του μετατέθηκε στο Depart of Education, ως Αναλυτής Προϋπολογισμού. Σε διάστημα τεσσάρων ετών αναλαμβάνει καθήκοντα Τμηματάρχη και δύο χρόνια αργότερα προάγεται στη θέση του Υποδιευθυντή, στο Γραφείο Στρατηγικών Προγραμματισμών. Το 1993 ο βιογραφούμενος επιχειρεί μία σημαντική στροφή στην επαγγελματική πορεία του, μέσα στο Department of Education, και αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Δημογραφικού Γραφείου (Demographic and Capacity Utilization). Στο Γραφείο αυτό διεξάγονται μελέτες, που προβλέπουν τις τεχνικές ανάγκες της υπηρεσίας για τα επόμενα δέκα χρόνια, τόσο σε κτίρια, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό για όλα τα παιδιά (1 εκατομμύριο μαθητές και φοιτητές). Το Γραφείο έχει την ευθύνη ενός προϋπολογισμού 13 δις δολαρίων. Το 2012 μετακινείται από τη συγκεκριμένη υπηρεσία και αναλαμβάνει Διευθυντής Διοίκησης, στο Γραφείο Space Planning, που είναι υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας και ασχολείται με τη σωστή και αποτελεσματική λειτουργία των σχολικών κτιρίων. Στη θέση αυτή παραμένει μέχρι το 2015, όπου και συνταξιοδοτείται. Ο ίδιος έχει αφήσει σημαντικό έργο σε όλες τις υπηρεσίες που εργάστηκε, χάρη στην οργάνωση, μεθοδικότητα και αποτελεσματικότητά του.
Το 1980 ο Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης παντρεύτηκε με τη Δέσποινα Γκιουζεπάκη, γεννημένη στο Θολό Ποτάμι της Χίου. Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του τρεις κόρες, τη Μαρία, την Ιουλία και την Παναγιώτα.
Η Μαρία Ντούλη γεννήθηκε το 1981 στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Queen’s College και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στο George Washington University, στην Ουάσινγκτον. Δραστηριοποιείται στο Ίδρυμα Citizens Budget Commission, στο οποίο είναι Αντιπρόεδρος και έχει σαν αντικείμενο την επίβλεψη των οικονομικών μελετών, που γίνονται σχετικά με την αποτελεσματική λειτουργία του Δήμου και της Πολιτείας. Είναι παντρεμένη με τον Νίκο Κοντονικόλα, με καταγωγή από την Κάρπαθο. Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του δύο κόρες, τη Δέσποινα (4 ετών) και την Ειρήνη (9 μηνών).
Η Ιουλία Ντούλη γεννήθηκε το 1986 στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε Λογοθεραπεία στο Hunter College και έκανε το μεταπτυχιακό της στο Πανεπιστήμιο Adelphi του Long Island. Είναι αρραβωνιασμένη με τον Γιάννη Μιχαηλίδη, με καταγωγή από την Αθήνα και την Καλαμάτα.
Η Παναγιώτα Ντούλη γεννήθηκε το 1989 στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε Σχολικός Σύμβουλος στο Πανεπιστήμιο Queen’s College και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στο Saint John’s Univerity.
Ο Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης από το 1976 σε ηλικία μόλις 20 ετών ασχολήθηκε πολύ ενεργά με τον εθελοντισμό σε μη κυβερνητικές οργανώσεις των ΗΠΑ. Είναι μέλος του Queens Borough President’s Citizenship and Immigration Task Force, του HANAC’s Private Sector Advisory Council, του Fidelity Investment Customer Advisory Panel και του U.S. – Hellenic Census Steering Committee. Έχει διατελέσει επίσης δύο φορές Πρόεδρος της Χιακής Ομοσπονδίας Νέας Υόρκης, και Πρόεδρος του Francis Lewis Civic Association. Για την εθελοντική προσφορά του έχει τιμηθεί από το Office of the Comptroller, τον Πρόεδρο του Queens, την Congresswoman Carolyn Maloney, τον Δήμαρχο και τον Μητροπολίτη της Χίου, την Intercollegiate Hellenic Society, το Modern Greek Language and Literature Department of St. John’s University, ενώ έχει αναγνωριστεί από το Congressional Record για την πολύχρονη υπηρεσία του ως ένας ηγέτης που κάνει τη διαφορά στις ζωές των ανθρώπων. Τα τελευταία 17 χρόνια δραστηριοποιείται στη Μη Κυβερνητική-Κερδοσκοπική Οργάνωση Francis Lewis Civic Association, της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος και είναι μία οργάνωση που ασχολείται με τα πάσης φύσεως προβλήματα της παροικίας που διαμένει και έχει πληθυσμό 10.000 άτομα. Η FLCA σε συνεργασία με άλλες εθελοντικές οργανώσεις έχουν προσφέρει διάφορες υπηρεσίες εξυπηρέτησης. Για 35 χρόνια υπήρξε μέλος της Χιώτικης Ομοσπονδίας, της οποίας δύο φορές διετέλεσε Πρόεδρος, ωστόσο, την υπηρέτησε και από διάφορες άλλες θέσεις. Στη Χιώτικη Ομοσπονδία αξίζει να αναφέρουμε ότι υλοποίησαν ένα πρόγραμμα, όπου κάθε δύο μήνες το Σάββατο συγκέντρωναν όλους τους ηλικιωμένους και τους προσέφεραν πρωινό και πολλές φορές και γεύμα. Όπως αναφέρει ο βιογραφούμενος, «πέρα από το φαγητό αυτό που έχει σημασία για τους ηλικιωμένους είναι ότι βρίσκονται σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον με παρέα και το πιο σημαντικό παρέα με νεώτερους ανθρώπους. Έτσι μπορούν να συζητάνε και να περνάνε δημιουργικά τον χρόνο τους».
Ο Αλέξανδρος (Αλέκος) Ντούλης αφιερώνει ένα μέρος του ελεύθερου χρόνου του στο διάβασμα, που του αρέσει πάρα πολύ, αλλά και στην καλή φιλική παρέα. Επίσης, αφιερώνει πολύ χρόνο στα εγγονάκια του, αλλά και στη μητέρα του, προσφέροντάς της σημαντική βοήθεια λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει με την υγεία της.