Ο Νίκος Κωνσταντινίδης του Ιωάννη και της Μαρίας, γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ρόδο. Έπειτα από εκτενείς πανεπιστημιακές σπουδές, επέστρεψε στη Ρόδο όπου εργάζεται και ζει σήμερα. Έχει πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα, είναι συγγραφέας, ασχολείται με τα κοινά, αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ συμμετέχει σε διάφορους συλλόγους. Είναι παντρεμένος με την Βιργινία Καραγιαννάκη, με την οποία έχουν αποκτήσει δύο παιδιά.
Ο βιογραφούμενος φοίτησε στην Αστική Σχολή Ρόδου -το παλαιότερο δημοτικό σχολείο στη Ρόδο- και στη συνέχεια αποφοίτησε από το Βενετόκλειο Γυμνάσιο Ρόδου. Οι ανώτατες σπουδές του περιλαμβάνουν: Α.Σ.Σ.Ε. Τμήμα Στελεχών Επιχειρήσεων, ΠΑΣΠΕ Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου και Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
Ο Νίκος Κωνσταντινίδης εργάζεται από την ηλικία των 6 ετών. Η πρώτη του εργασία ήταν στη λαχαναγορά της Ρόδου. Εν συνεχεία, εργάστηκε ως πωλητής, ξενοδοχοϋπάλληλος, εργάτης, αλλά και ως πλασιέ βιβλίων και διαφόρων ενδυμάτων και τουριστικών ειδών, με δημιουργική παρέμβαση σε αυτά, όταν ήταν φοιτητής προκειμένου να ολοκληρώσει τις σπουδές του, εργασία από την οποία κέρδισε αρκετά χρήματα. Όταν τέλειωσε τις σπουδές του εργάστηκε στον Πολιτιστικό Οργανισμό Δήμου Ρόδου και στα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών ως καθηγητής. Προετοίμαζε ακόμη ομάδες μαθητών παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι του για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Επιπλέον, εργάστηκε ως καθηγητής στην Τουριστική Σχολή Ρόδου αλλά και ως λογιστής σε πάρα πολλές επιχειρήσεις. Διετέλεσε προϊστάμενος του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΣΜΕΔΕ), Διευθυντής του e-ΕΦΚΑ-ΠΥΣΥ Νοτίου Αιγαίου. Σήμερα είναι Διευθυντής e-ΕΦΚΑ της Τοπικής Διεύθυνσης Α΄ Δωδεκανήσου, με έδρα τη Ρόδο και είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ρόδου.
Υπήρξε αθλητής στίβου και συμμετείχε σε πολλούς σχολικούς και διασυλλογικούς αγώνες, με το αθλητικό Σωματείο «Κολοσσός», σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Ο Νίκος Κωνσταντινίδης ασχολείται εκτενώς με τα κοινά. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και σε πολιτιστικά περιοδικά της Δωδεκανήσου. Τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται είναι οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά. Είναι πρόεδρος του Συλλόγου Κασιωτών Ρόδου «Ο Χαδιώτης» και Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Δωδεκανησιακών Παροικιακών Συλλόγων Ρόδου. Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου (Σ.Τ.Γ.Δ.), αντικείμενα της οποίας αποτελούν η λαογραφία, η ιστορία, η γραμματολογία, η αρχαιολογία, το περιβάλλον και οι τέχνες. Η Σ.Γ.Τ.Δ. απέσπασε το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το εκδοτικό της έργο. Ακόμη, είναι μέλος της Αντικαρκινικής Εταιρείας, του συλλόγου περιβάλλοντος, του Ολοσοφικού Συνδέσμου Ελλάδος και της «Δωδεκανησιακής Μέλισσας», ενός φιλανθρωπικού και πολιτιστικού σωματείου με έδρα την Αθήνα, το οποίο προσφέρει αξιόλογο φιλανθρωπικό έργο που αφορά κυρίως τη χορήγηση υποτροφιών εκπαίδευσης σε Δωδεκανήσιους φοιτητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η Δωδεκανησιακή Μέλισσα διατηρεί παράρτημα στη Ρόδο, όπου πραγματοποιεί συχνά διάφορες εκδηλώσεις.
Υπήρξε μέλος της χορωδίας του Δήμου Ρόδου έχοντας την ευκαιρία να συμμετάσχει στα πρώτα πανελλήνια χορωδιακά Φεστιβάλ και σε συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Για πολλά χρόνια, ο Σύλλογος Κασιωτών Ρόδου και ο βιογραφούμενος αγωνίζονταν για να αναγνωριστεί η συμβολή της Κάσου στον απελευθερωτικό αγώνα και το «Ολοκαύτωμα της Κάσου». Οι επίμονες προσπάθειες απέδωσαν. Με την αρωγή των Δωδεκανησίων βουλευτών, της τ. Δημάρχου Κάσου, του Προέδρου της Ομοσπονδίας των Παροικιακών Συλλόγων Αθηνών και άλλων πατριωτών, κατατέθηκε αίτημα στην Προεδρία της Δημοκρατίας με συνέπεια να μετονομαστεί η Κάσος σε «Ηρωική Νήσος Κάσος».
Την 1η Μαρτίου 2018, στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων των 70 ετών από την ανεξαρτησία των Δωδεκανήσων, οι οποίες ήταν αφιερωμένες στον Γιάννη Ζίγδη, τ. Υπουργό, έναν από τους πρώτους Δωδεκανησίους Βουλευτές των Ελεύθερων Δωδεκανήσων και πρόεδρο της «Ένωσης Κέντρου», ήταν ο κεντρικός ομιλητής στη Βουλή των Ελλήνων. Ο Γιάννης Ζίγδης είχε συγγένεια με τη μητέρα του βιογραφούμενου, Μαρία Ζερβού, όπως και ο πρώτος του ξάδελφος Γιάννης Ζερβός, πολιτευτής με την «Ένωση Κέντρου» για πολλά χρόνια.
Ο Νίκος Κωνσταντινίδης, για σειρά ετών, εξέδιδε με δική του επιμέλεια δυο εφημερίδες: του Συλλόγου Κασιωτών Ρόδου και της Ομοσπονδίας Δωδεκανησιακών Παροικιακών Σωματείων Ρόδου.
Αγαπημένη του ασχολία είναι η ξυλογλυπτική και τα τεχνουργήματα, με «ό,τι ξεβράζει η θάλασσα». Έχει κάνει ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε μία έκθεση στο Λουξεμβούργο.
Έγραψε δύο ποιητικές συλλογές: «ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ» και «ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ». Επίσης έχει γράψει τα βιβλία: «ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ» και «ΑΓΓΕΛΟΣ, μια ζωή σαν παραμύθι» που εκδόθηκαν από τα Ελληνικά Γράμματα, «Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΕΔΕΜ», «ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ ΛΥΧΝΑΡΙ» από τις εκδόσεις Φυτράκη, «ΑΘΑΝΑΣΙΑ», «ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΥΤΥΧΙΑ» και «ΤΟ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΤΙΠΟΤΑ» από τις Εκδόσεις Παπαζήση, το θεατρικό μονόπρακτο «ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ASCAR» από τις εκδόσεις Παπαζήση, ενώ είναι σε εξέλιξη, την περίοδο της έκδοσης, το θεατρικό του έργο με τίτλο «ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ».
Είναι μέλος της οργανωτικής τριμελούς επιτροπής του Καλλιτεχνικού Φεστιβάλ Ροδίων Δημιουργών, μαζί με τον μουσουργό Τάκη Βούη και τον ζωγράφο Μάνο Αναστασιάδη, το οποίο κάθε καλοκαίρι διοργανώνει πολλές πολιτιστικές δράσεις στη Ρόδο. Η Ομοσπονδία Δωδεκανησιακών Παροικιακών Συλλόγων και ο Σύλλογος Κασιωτών Ρόδου, των οποίων είναι Πρόεδρος, διοργανώνουν πολλές πολιτιστικές δράσεις στη Ρόδο, την Ηρωική Νήσο Κάσο και τα Δωδεκάνησα και σε συνεργασία με την Ομοσπονδία των Δωδεκανησιακών Παροικιακών Συλλόγων Αθηνών, στον Πειραιά και την Αθήνα. Έχει συνδράμει πολύ στα πολιτιστικά δρώμενα των νησιών της Δωδεκανήσου και έχει παρουσιάσει πολλά βιβλία συγγραφέων, αλλά και δικά του, σε πολλές πόλεις της Ελλάδας.
Το 1986 παντρεύτηκε τη Βιργινία Καραγιαννάκη από την Κάσο, η οποία έχει σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων. Η Βιργινία διετέλεσε γραμματέας του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ρόδου για τέσσερις δεκαετίες περίπου. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά: τον Γιάννη και τον Μιχάλη. Ο Γιάννης σπούδασε στην Αγγλία αγγλική φιλολογία και αποφοίτησε από το Τμήμα Γραφιστικής της Σχολής ΑΚΤΟ. Σήμερα εργάζεται ως εικονογράφος και είναι εξαιρετικός κομίστας. Ασχολείται ακόμη με την κριτική του κινηματογράφου και τη διαφήμιση. Ο Μιχάλης σπούδασε Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Οικονομικές Σπουδές στη Θεσσαλονίκη. Σήμερα είναι οικονομολόγος με ιδιωτικό γραφείο στη Ρόδο. Γράφει μουσική και στίχους και στο ενεργητικό του έχει κυκλοφορήσει το πρώτο του CD, με δική του μουσική και στίχους. Παίζει διάφορα μουσικά όργανα, αλλά το κυρίως όργανό του είναι η ηλεκτρική κιθάρα.
Ο πατέρας της συζύγου του βιογραφούμενου, Μιχάλης Καραγιαννάκης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2011, ήταν ο τελευταίος επιζών του Συντάγματος των Εθελοντών Δωδεκανησίων. Δάσκαλος στο επάγγελμα, έμεινε γνωστός ως «ο Δάσκαλος της Κάσου». Οι περισσότεροι Κασιώτες πέρασαν από τα χέρια του. Ήταν λαογράφος, ιστορικός και ιστοριοδίφης. Επί είκοσι πέντε χρόνια έκανε εκπομπές στο Ραδιόφωνο της ΕΡΤ. Ιδιαίτερα ευειδής άντρας, έπαιζε λύρα, τραγουδούσε και έψελνε. Χαρακτηριστική ήταν η ερμηνεία του στο τραγούδι «Πάθος». Επιπλέον, ήταν ο βασικός ανταποκριτής της Κάσου σε διάφορες εφημερίδες. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Κασιωτών Ρόδου «Ο Χαδιώτης».
Η μητέρα της συζύγου του, ονομάζεται Καλλιόπη Καραγιαννάκη-Ασλανίδου, με καταγωγή από την Ηρωική Νήσο Κάσο. Η αδελφή της είναι η Μαριγούλα Αντιμισιάρη-Ασλανίδου.
Αδελφή της συζύγου του, είναι η Μάγκυ Καραγιαννάκη, η οποία είχε παντρευτεί τον καπετάνιο Δασκαλάκη Μηνά. Ο πολυταξιδεμένος καπετάνιος Δασκαλάκης Μηνάς, για ένα σημαντικό διάστημα της ζωής του, πρακτόρευε, μαζί με το θείο του Νίκο Φιλάρετο, τα πλοία που επισκευάζονταν στο ναυπηγείο της Σύρου. Ο θείος, Νίκος Φιλάρετος, διετέλεσε Δήμαρχος Σύρου.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Μαρία Ζερβού, γεννήθηκε το 1930 και κατάγεται από το Μάσσαρη Ρόδου -ονομασία που πιθανόν να προέρχεται από την έκφραση «το μέσον της Ρόδου». Πατέρας της ήταν ο Ευάγγελος Ζερβός και μητέρα της η Φλώρα Γιακουμάκη, η οποία πέθανε πολύ νέα. Η Μαρία σχεδόν δεν γνώρισε τη μητέρα της. Ο Ευάγγελος Ζερβός ήταν αγρότης, αλλά καταγινόταν και με άλλα πράγματα. Ασχολείτο με τα κοινά· συγκεκριμένα συμμετείχε στη Δημογεροντία του χωριού και ήταν Επίτροπος στην Εκκλησία. Ο Ευάγγελος Ζερβός ήταν από τους λίγους εγγράμματους χωρικούς και όλοι όσοι ήθελαν να γράψουν κάτι απευθύνονταν σε αυτόν. Με τη Φλώρα απέκτησαν 7 παιδιά, από τα οποία επέζησαν τα 6: τον Μανώλη, τον Δημήτρη, την Αντωνία, τη Χαριστούλα, την Φίνα και τη Μαρία, τη μητέρα του βιογραφούμενου. Ο παππούς της Μαρίας Ζερβού, προπάππους του βιογραφούμενου, ήταν ο Μανώλης, ο οποίος ήταν γεωργός και σύζυγός του ήταν η Χαριστούλα.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Ιωάννης Κωνσταντινίδης, γεννήθηκε στη Βεγγάζη της Λιβύης, μέρος όπου τότε υπήρχαν αρκετοί Έλληνες. Ο παππούς του βιογραφούμενου, ο Νίκος Κωνσταντινίδης, καθώς και ο προπάππους του, Ευκλής Κωνσταντινίδης, κατάγονταν από την Κάρπαθο, αλλά ποτέ δεν έζησαν εκεί. Μεγάλο διάστημα της ζωής τους έζησαν στη Σύμη. Ο Νίκος, καθώς και ο πατέρας του, ο Ευκλής, εκτός από άλλες εργασίες με τις οποίες καταπιάνονταν ήταν και καπετάνιοι. Άνθρωποι που δεν δίσταζαν να ταξιδέψουν προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, έμπειροι θαλασσινοί και τολμηροί, ταξίδεψαν στη Μικρά Ασία, στην Κύπρο, στην Αφρική και τη Λιβύη. Ο παππούς Νίκος, μετέφερε επίσης πολύ κόσμο από τη Μικρά Ασία στα απέναντι νησιά.
Ο παππούς Νίκος πήγε στη Λιβύη πριν παντρευτεί προκειμένου να εργαστεί. Εκεί ασχολήθηκε επιτυχώς με το δικό του καράβι και το εμπόριο. Στη Λιβύη γνώρισε τη γυναίκα του, την Υπαπαντή Λεριά, η οποία ήταν μια σεμνή, θεοσεβούμενη, μικροκαμωμένη γυναίκα. Κάποτε, όταν το ξύλινο καράβι του ναυάγησε, ο Νίκος κηρύχθηκε αγνοούμενος και η Υπαπαντή ορκίστηκε να μην κόψει ποτέ ξανά τα μαλλιά της, όρκο τον οποίο κράτησε, όχι μόνο μέχρι που εμφανίστηκε ο Νίκος έπειτα από τρία χρόνια, αλλά και σε όλη της τη ζωή. Στο μεταξύ, είχε μείνει έγκυος, χωρίς να το γνωρίζει ο Νίκος που ήταν αγνοούμενος. Συνεπώς ο πατέρας του βιογραφούμενου, ο Ιωάννης, ήταν ήδη 3 ετών τότε που επέστρεψε ο δικός του πατέρας από το ναυάγιο. Ο Νίκος και η Υπαπαντή απέκτησαν συνολικά 3 παιδιά· τον Ιωάννη, πατέρα του βιογραφούμενου, τη Σεβαστή και την Ανεζούλα.
Η περιουσία της οικογένειας χάθηκε εξαιτίας του ναυαγίου και έτσι το 1932 έφυγαν από τη Λιβύη και επέστρεψαν όλοι στη Ρόδο, ευρισκόμενοι σε δεινή οικονομική κατάσταση. Έπειτα από κάποια περιπλάνηση κατέληξαν να κατοικήσουν στον καθολικό συνοικισμό της Ρόδου «Σαν Φραγκίσκο». Η ονομασία του συνοικισμού οφείλεται στην ομώνυμη καθολική εκκλησία της περιοχής. Η Ρόδος τότε ευημερούσε. Υπήρχαν αρκετές βιομηχανίες, όπως βιομηχανία τοματοπολτού, τσιγάρων, ζυμαρικών, αλλά και η ΚΑΪΡ, στην οποία εργάστηκε ο Νίκος, αλλά και ο Γιάννης, ο πατέρας του βιογραφούμενου. Η γιαγιά του βιογραφούμενου, η Υπαπαντή, ήταν πολύ θρησκευόμενη. Παρά το γεγονός ότι ήταν ορθόδοξη φρόντιζε για όλη της τη ζωή την καθολική εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου στη Ρόδο.
Ο παππούς Νίκος ήταν ιδρυτικό μέλος του Ν.Ο.Ρ (Ναυτικού Ομίλου Ρόδου). Ο στρατιωτικός Διοικητής των Δωδεκανήσων Cesare Maria De Vecchi, τον εμπιστευόταν να πηγαίνει βόλτα τη γυναίκα του με βάρκα, από τις εγκαταστάσεις του Ναυτικού Ομίλου. Ο Τερλίτσι Κόσιμο, ένας Ιταλός αξιωματικός άκουγε από το απέναντι σπίτι τη Σεβαστή, την κόρη του παππού Νίκου και θεία του βιογραφούμενου, να παίζει κιθάρα -η ίδια ήταν αυτοδίδακτη- και την ερωτεύτηκε σφόδρα. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος, την ζήτησε σε γάμο και οι γονείς της, παρά το γεγονός ότι οι εποχές δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο, συμφώνησαν γιατί ο νεαρός απειλούσε ότι θα αυτοκτονήσει. Το ζευγάρι έφυγε και πήγε να ζήσει στην Ιταλία. Η οικογένεια της Σεβαστής σήμερα αποτελείται από 100 και πλέον άτομα, τα οποία κατοικούν στο Πρίντεζι και το Μπάρι της νότιας Ιταλίας. Η Σεβαστή απέκτησε και τρισέγγονα. Ο πατέρας της προς το τέλος της ζωής του είχε τυφλωθεί. Ωστόσο, τυφλός και παρά τη θέληση της οικογένειάς του, ταξίδεψε κρυφά και με μεγάλες δυσκολίες για να συναντήσει για τελευταία φορά την κόρη του και τα εγγόνια του στην Ιταλία. Έτσι έδωσε την ευχαρίστηση στη μεγάλη του θυγατέρα, την Σεβαστή, να τον φροντίσει για ένα διάστημα της ζωής του. Είναι αξιοσημείωτο ότι η τοπική καθολική εκκλησία ανακήρυξε την Σεβαστή «αγία» για το φιλανθρωπικό της έργο.
Ο Ιωάννης Κωνσταντινίδης, ο πατέρας του βιογραφούμενου, ήρθε στη Ρόδο το 1932, σε ηλικία δύο ετών και αργότερα πήγε σε Ιταλικό σχολείο. Ως παιδί που μεγάλωσε στον πόλεμο, εργαζόταν από μικρός. Επιθυμία του ήταν να παντρευτεί κάποια κοπέλα από χωριό, ώστε να αποκτήσει και ο ίδιος κάποια εδαφική περιουσία. Κατά την περίοδο του πολέμου και ιδιαίτερα της παρουσίας του γερμανικού στρατού στα Δωδεκάνησα, η πόλη της Ρόδου είχε αποκοπεί εντελώς από τα χωριά και ο κόσμος λιμοκτονούσε. Τη Μαρία Ζερβού, τη μητέρα του βιογραφούμενου, την παντρεύτηκε με συνοικέσιο. Εγκαταστάθηκαν στο Μάσσαρη και έκαναν δύο παιδιά· τον βιογραφούμενο και την Τσαμπίκα.
Η αδερφή του βιογραφούμενου, Τσαμπίκα, ήταν μοδίστρα και διακοσμήτρια. Παντρεύτηκε τον Σπύρο Κολιόπουλο, με τον οποίο γνωρίστηκε ενόσω εκείνος φοιτούσε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ρόδου. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, την Κωνσταντίνα, απόφοιτο της Νομικής και τον Θοδωρή, Κοινωνικό Λειτουργό. Η Τσαμπίκα σήμερα ζει στον Πύργο Ηλείας και είναι πολύ γνωστή διακοσμήτρια στην περιοχή. Διατηρεί κατάστημα με την ονομασία «ΙΔΕΟΠΩΛΕΙΟΝ». Η Μίκα Κωνσταντινίδη υπήρξε μέλος της χορωδίας του Δήμου Ρόδου και σήμερα του Πύργου Ηλείας. Η Κωνσταντίνα, ανιψιά του βιογραφούμενου, είναι δικηγόρος στον Πύργο Ηλείας και ο Θεόδωρος, ανιψιός του βιογραφούμενου, εργάζεται ως εκπαιδευτικός σε ειδικά σχολεία του Πύργου Ηλείας. Η Κωνσταντίνα Κολλιοπούλου είναι παντρεμένη με τον Χρήστο Χριστόπουλο με τον οποίο απέκτησαν δύο πολλά υποσχόμενα παιδιά, τη Μαρία και τον Γιάννη.
Με πρωτοβουλίες του βιογραφούμενου, που ξεκίνησαν το 2021, επιτεύχθηκε η σύμπραξη των τεσσάρων Δωδεκανησιακών Ομοσπονδιών: Της Ομοσπονδίας Δωδεκανησιακών Παροικιών Συλλόγων Ρόδου, της Ομοσπονδίας των Δωδεκανησιακών Παροικιακών Συλλόγων Αθηνών, της Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου και της Ομοσπονδίας Δωδεκανησιακών Παροικιακών Συλλόγων Αμερικής, για τη δημιουργία του Δωδεκανησιακού site: “dodekanisos.com.gr” το οποίο προβάλει τις δράσεις των απανταχού Δωδεκανησιακών Συλλόγων και τα νησιά της Δωδεκανήσου. Το ηλεκτρονικό περιοδικό συμβάλει στην προβολή της Δωδεκανησιακής ταυτότητας και της κουλτούρας των νησιών του Νότιου Αιγαίου. Σε αυτή τη συλλογική προσπάθεια συμμετέχουν περισσότεροι από 100 σύλλογοι, που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και το εξωτερικό.