Ο Σταμάτης Καστελλάνος γεννήθηκε στην Αθήνα. Φοίτησε στο φημισμένο για την Κλωστοϋφαντουργία Royal Technical College στο Salford της Αγγλίας, απ’ όπου πήρε τον ανώτερο τίτλο του «Εταίρου του Κολλεγίου», ενώ αργότερα πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης, στον κλάδο της Διοίκησης Κλωστοϋφαντουργικών Επιχειρήσεων. Εργάσθηκε αρχικά στην εταιρεία Πειραϊκή-Πατραϊκή στην παραγωγή και αργότερα στην Διεύθυνση Μελετών, μετέβη δε στο Σουδάν, αφού προηγουμένως έλαβε μέρος στην Μελέτη ενός έργου Κλωστοϋφαντουργίας, στην οποία γρήγορα προήχθη σε Διευθυντή (Plant Manager), Βιομηχανίας με προσωπικό 5.000 ατόμων. Εν τω μεταξύ, κατά την παραμονή του στο Σουδάν, του ανέθεσαν από τον Όμιλο Δοξιάδη να πάει στην Γκάνα, για να παραλάβει την κρατική Κλωστοϋφαντουργική Επιχείρηση (κατασκευής της Γαλλικής εταιρείας S.A.C.M), για λογαριασμό της Κυβερνήσεως της Γκάνας. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ίδρυσε δικό του Τεχνικό Γραφείο Μελετών με την επωνυμία ΤΕΧΝΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ, το οποίο ανελάμβανε τη διεκπεραίωση τεχνικοοικονομικών μελετών. Έκτοτε ασχολείται ως Μελετητής-Σύμβουλος στην Βιομηχανία της Κλωστοϋφαντουργίας και ως αντιπρόσωπος Βιομηχανικού Εξοπλισμού, στους κλάδους Κλωστοϋφαντουργίας, Πλαστικών και Μεταποίησης.
Η οικογένεια Αθανασίου και Ανδρονίκης Καστελλάνου εντοπίζεται στην Κεφαλληνία κατά τα τέλη του 1700, αρχές 1800. Ο υιός τους, Άγγελος, νυμφεύεται την Ελέγκω Κόντε στην Κεφαλληνία και περί τα μέσα του 1800 βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη ως επιχειρηματίας. Ιδρύει το φημισμένο CAFE CORONE και κτίζει μια εντυπωσιακή έπαυλη στη νήσο Πρίγκιπο, τις τοιχογραφίες της οποίας ζωγραφίζει γνωστός Γερμανός ζωγράφος της εποχής.
Κατά τη δεκαετία του 1870, το κτίριο του CAFE CORONE καίγεται δύο φορές με αποτέλεσμα την οικονομική καταστροφή του Άγγελου, ο οποίος έρχεται το 1880 μαζί με την οικογένειά του στην Αθήνα. Το ζευγάρι έχει αποκτήσει εν τω μεταξύ πέντε παιδιά: τον Αθανάσιο, τον Αλκιβιάδη -παππού του Σταματίου Καστελλάνου- την Ανδρονίκη, τη Σοφία και την Ευτέρπη.
Ο παππούς, Αλκιβιάδης Καστελλάνος, έζησε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Διέθετε γραφείο τροφοδοσίας πλοίων, ενώ γνώριζε και αρκετές ξένες γλώσσες. Επρόκειτο για ένα άνθρωπο κοσμοπολίτη για την τότε εποχή, άριστο επιχειρηματία και bon viveur.
Παντρεύτηκε τη Μαρία Φωσκόλου με την οποία απέκτησε τρία αγόρια και δύο κορίτσια, τον Άγγελο, τον Νικόλαο -πατέρα του Σταματίου Καστελλάνου- τον Κωνσταντίνο, τη Μάσιγγα και την Ελένη.
Ο Σταμάτης δεν γνώρισε τον παππού και την γιαγιά, από τον πατέρα του, διότι και οι δύο πέθαναν πολύ νέοι.
Ο παππούς από την πλευρά της μητέρας του ονομαζόταν Βουγιούκας Νικόλαος και είχε γεννηθεί στη Σμύρνη. Ήταν σιδεράς και διατηρούσε σιδηρουργείο στον Μπουτζά. Με τον ερχομό του στην Αθήνα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, δημιούργησε πάλι το δικό του εργαστήριο στη Νέα Χαλκηδόνα Αττικής.
Ήταν παντρεμένος με την Αναστασία Μουζάκη, με την οποία απέκτησε δέκα παιδιά, ενώ είχε υιοθετήσει άλλο ένα. Τα ονόματα των παιδιών του ήταν Ελένη, Αγγελική, Ανδρέας, Σταμάτης, Άννα, Μαρία -μητέρα του Σταματίου Καστελλάνου- Δέσποινα, Γιάννης, Ουρανία, Μάρθα.
Ο Σταμάτης θυμάται ότι όταν ήταν μικρός πήγαινε στο εργαστήριο του παππού, τον οποίο έχει στη μνήμη του ως έναν άνθρωπο καλοσυνάτο, δοτικό και λιγομίλητο. Θυμάται ότι ο παππούς είχε δύο μεγαλόσωμους σφυρηλάτες, ενώ ο ίδιος (λεπτοκαμωμένος) με ένα μικρό σφυράκι, κτυπούσε το πυρακτωμένο σίδερο που κράταγε στο αμόνι και από το σημείο, την ισχύ και τον ήχο των κτύπων του, διαμορφωνόταν μια γλώσσα σφυρηλάτησης. Κτυπώντας, λοιπόν, το σημείο που έπρεπε να δουλευτεί, ο παππούς έδινε μέσω των ήχων στους σφυρηλάτες να καταλάβουν πώς θα δουλέψουν.
Δύο από τα παιδιά του, ο Ανδρέας και ο μικρότερος αλλά ενθουσιώδης Σταμάτης, με την απελευθέρωση της Σμύρνης, κατετάγησαν εθελοντές στον Ελληνικό Στρατό. Δυστυχώς όμως, όταν κατέρρευσε το μέτωπο, οι δύο νέοι συνελήφθησαν και σφαγιάσθηκαν. Αρχικά ήταν αγνοούμενοι, όμως μετά από έρευνες αποκαλύφθηκε ότι είχαν σφαγιασθεί. Έτσι, από τον πρόωρα θυσιασμένο υπέρ Πίστεως και Πατρίδος θείο του Σταμάτη, πήρε και ο βιογραφούμενος το όνομά του.
Ο παππούς δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει την οδύνη της σφαγής των υιών του, θρηνώντας κυριολεκτικά, ιδίως κάθε βράδυ που έπεφτε σκοτάδι. Ήταν πολύ ευαίσθητος, λάτρευε όλα του τα παιδιά και εκείνα με τη σειρά τους τον υπεραγαπούσαν. Εν αντιθέσει με τη γιαγιά, η οποία αντιμετώπιζε την ζωή με μεγαλύτερο θάρρος λόγω του ότι ανάλαβε την ανατροφή τόσων παιδιών, ήταν πιο καρτερική και με μητρικές αντοχές. Είχε δε έργο ακόμη να επιτελέσει: να παντρέψει ακόμη πέντε κόρες και τον μικρό της υιό, τον Γιάννη.
Η γιαγιά, με το «κομπόδεμά της» και με ό,τι άλλο τιμαλφές είχε, πληρώνοντας ένα τεράστιο ποσό, κατάφερε να ενοικιάσει ένα πλεούμενο και με τα έξι παιδιά στην αγκαλιά και τον Νικόλα κατάφεραν να αποδράσουν από την καιόμενη Σμύρνη μέχρι που κατέληξαν πρόσφυγες, άστεγοι και άποροι στην Χίο. Ευτυχώς οι δύο μεγαλύτερες κόρες Αγγελική και Ελένη, πολύ πριν την Καταστροφή, ευρίσκοντο η μία στην Αγγλία και η άλλη στην Αθήνα. Και όμως η ζωή συνεχίσθηκε!
Στην διάρκεια της Γερμανοϊταλικής κατοχής, το 1942, ο παππούς ασθένησε βαριά. Δεν υπήρχαν φάρμακα ούτε δυνατότητα νοσηλείας σε νοσοκομείο και υπέφερε από φοβερούς πόνους. Οι γιατροί αποφάνθηκαν: «να ευχόσαστε να αναπαυθεί γρήγορα». Τότε ο παπά Καλλίνικος τον κοινώνησε και ζήτησε όπως ένα αγόρι έως δώδεκα χρονών του διαβάζει την Ευχή Αναπαύσεως, έως ότου ο Θεός τον πάρει κοντά του. Το αγόρι στο οποίο ανέθεσαν την αποστολή αυτή, ήταν ο Σταμάτης, ο οποίος πρωί και βράδυ, στο προσκεφάλι του παππού διάβαζε την Ευχή, ώσπου ο παππούς, γρήγορα, ανελήφθη εις τους ουρανούς.
Ο Νικόλαος Καστελλάνος, πατέρας του Σταμάτη, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896 και κατοικούσε μαζί με την οικογένειά του στον Κεραμεικό. Αφού τελείωσε το Σχολαρχείο, εισήχθη στο Πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Οικονομικά. Αργότερα ξεκίνησε την καριέρα του ιδρύοντας μια δική του επιχείρηση, κατορθώνοντας έτσι να φτάσει σε ένα ιδιαίτερα ψηλό οικονομικό επίπεδο, αφού πρώτα υπηρέτησε επί έξι χρόνια στο στρατό και έλαβε μέρος σε διάφορες εκστρατείες, φτάνοντας μέχρι και τον Σαγγάριο ποταμό.
Για την ιστορία της τότε εποχής (του Διχασμού), η οικογένεια Καστελλάνου ανήκε στους βασιλόφρονες – όλοι εκτός από τον Άγγελο, ο οποίος μια μέρα ανάρτησε κρυφά στο μπαλκόνι του σπιτιού, το πορτρέτο του Ελ. Βενιζέλου.
Καθώς η οικογένεια γευμάτιζε, άρχισαν να πέφτουν πέτρες, να σπάνε τα τζάμια και να έχει μαζευτεί κόσμος έξω από το σπίτι, ο οποίος ξεσπούσε σε ύβρεις για την «προδοσία» των Καστελλάνων. Τα αδέλφια του Άγγελου -ο Νικόλαος, πατέρας του βιογραφούμενου και ο Κωνσταντίνος- άρπαξαν κυριολεκτικά τον αδελφό τους, κατέβηκαν τότε με άμαξα στον Πειραιά και τον ανάγκασαν να επιβιβαστεί σε ένα πλοίο που έφευγε για τη Μασσαλία. Έτσι, εκείνος έζησε ως εξόριστος στη Γαλλία όλη την υπόλοιπη ζωή του, ενώ στην Ελλάδα ήρθε μόνο μια φορά κατόπιν παράκλησης των δύο αδελφών του, οπότε και συμφιλιώθηκαν.
Τη σύζυγό του, Μαρία Βουγιούκα, τη γνώρισε όταν η ίδια πήγε σ’ αυτόν για να ζητήσει εργασία ως δακτυλογράφος, με αποτέλεσμα τελικά να την ερωτευτεί και να την παντρευτεί, αν και ήδη αρραβωνιασμένος.
Ωστόσο, αν και στην αρχή τα πήγαινε πολύ καλά με την επιχείρηση, τόσο ο οικογενειακός, όσο και ο κοινωνικός και επιχειρηματικός του κύκλος τον απέρριψαν, λόγω του ότι διέλυσε τον αρραβώνα του και παντρεύτηκε Σμυρνιά προσφυγοπούλα (έτσι ήταν τα έθιμα 100 χρόνια πριν), οπότε σιγά σιγά καταστράφηκε οικονομικά. Ξεκίνησαν τότε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, ενώ την ίδια περίοδο γεννήθηκε και το πρώτο του παιδί, η Γκρατσιέλα. Εργάστηκε για ένα μικρό διάστημα ως υπάλληλος και στη συνέχεια επιχείρησε ξανά να δημιουργήσει κάτι δικό του, ιδρύοντας ένα εργοστάσιο ζαχαρωδών προϊόντων στον Πειραιά. Εν τω μεταξύ, γεννήθηκαν και τα άλλα δύο παιδιά, ο Σταμάτης και η μικρή Αναστασία.
Ο Σταμάτης, αν και πολύ μικρός, ενθυμείται ότι μπαίνοντας στο σπίτι, άκουσε τον πατέρα του να φωνάζει έξαλλος, φοβήθηκε πολύ και έτρεξε στη αγκαλιά της μητέρας του. Όταν ο πατέρας του ηρέμησε, του εξήγησε ότι είχε επιβληθεί Δικτατορία (ούτε βεβαίως καταλάβαινε τι είναι η Δικτατορία) αλλά ο πατέρας του ήταν σφόδρα εναντίον της. Η ημέρα ήταν η επομένη της 4ης Αυγούστου 1936, η Τετάρτη 5 Αυγούστου 1936.
Ο πατέρας δεν επέτρεψε στα παιδιά του, αν και ήταν υποχρεωτικό από την ηλικία των 7 ετών και άνω, να ενταχθούν στην ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας). «Εγώ και η μεγάλη μου αδελφή, ζηλεύαμε τα άλλα παιδιά που ήταν ντυμένα με τις στολές της Νεολαίας και καμάρωναν. Αν ο διευθυντής του σχολείου δεν ήταν οικογενειακός φίλος του πατέρα, θα κινδυνεύαμε να μείνουμε εκτός σχολείου», αναφέρει ο ίδιος.
Με την πάροδο του χρόνου, ο Νικόλαος άρχισε να ξαναστέκεται στα πόδια του, γεγονός όμως που δεν κράτησε πολύ, αφού τον πρόλαβε ο πόλεμος. Κατά τη διάρκεια λοιπόν του πολέμου έγιναν οι βομβαρδισμοί στον Πειραιά, στους οποίους επλήγη και το εργοστάσιο, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς. Έτσι ο Νικόλαος έπρεπε να ξαναρχίσει από το μηδέν κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής για να ζήσει την οικογένειά του.
Αποτέλεσμα των πολλών στερήσεων εκείνης της εποχής (1941-1944), ήταν να πουλήσει η οικογένεια στην Κατοχή ό,τι είχε και δεν είχε για να επιβιώσει. Αναγκάστηκαν να κάψουν μέχρι και τα ξύλινα κουφώματα του σπιτιού τους για να ζεσταθούν. Ωστόσο, ένα πράγμα που ο Νικόλαος δεν στέρησε στα παιδιά του, παρ’ όλες τις οικονομικές δυσκολίες, ήταν η μόρφωση.
Μετά το πέρας του πολέμου άρχισε να εργάζεται ως λογιστής σε διάφορες εταιρείες, αλλά και ως Διαπιστευμένος Λογιστής του Υπουργείου Οικονομικών (κάτι ως Ορκωτός Λογιστής εκείνης της εποχής). Έτσι, ασχολήθηκε με αυτόν τον τομέα μέχρι και τη συνταξιοδότησή του. Για μια περίοδο διετέλεσε και γραμματέας της Κοινότητας της Νέας Χαλκηδόνας.
Για την ιστορία, κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής κατοχής, ο Δημήτριος Γλυνός προοριζόταν να φυγαδευτεί στην Αίγυπτο, με σκοπό να ηγηθεί της εξόριστης Ελληνικής Κυβερνήσεως στο Κάιρο, δεδομένου ότι ήταν αποδεκτός ως ακέραιος πολιτικός, από μέρους όλων των κομμάτων. Προ της φυγής του, υπεβλήθη σε εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας στο τότε Πολιτικό Νοσοκομείο, όπου και συνελήφθη, ευρισκόμενος υπό Ιταλική φρούρηση. Ο Σταμάτης, συγγενής εξ αγχιστείας, ήταν ο μόνος στον οποίον επιτρεπόταν, λόγω της μικρής ηλικίας του, να τον επισκέπτεται και να του πηγαίνει χρειώδη, άνθη και μηνύματα. Δυστυχώς, ύστερα από κάποιες επιπλοκές, ο Δημήτριος Γλυνός απεβίωσε και δεν πραγματοποιήθηκε η αποστολή του, γεγονός το οποίο ίσως να είχε επηρεάσει ευμενώς τα Ελληνικά πράγματα και να είχε αποφευχθεί και η αιματοχυσία του Δεκεμβρίου 1944, οπότε ουσιαστικά άρχισε και ο εμφύλιος πόλεμος.
Η μητέρα του Σταματίου Καστελλάνου, Μαρία, υπήρξε ένας άγγελος καλοσύνης. Όταν όλοι είχαν εγκαταλείψει τον σύζυγό της, εκείνη κατάφερε να μεσολαβήσει και να τον φέρει σ’ επαφή με την οικογένειά του και τ’ αδέλφια του. Η μεγάλη της ευγένεια και καλοσύνη, σιγά σιγά τους κέρδισε όλους και την ανέβασε στην εκτίμησή τους. Όταν ο Νικόλαος κατάφερε να ορθοποδήσει οικονομικά και ν’ αποκτήσει πάλι οικονομική οντότητα, τότε οι συγγενείς επικοινωνούσαν με τη Μαρία για να μεσολαβήσει προς τον σύζυγό της, για ό,τι ήθελαν να ζητήσουν.
Η Μαρία είχε μοιάσει κατ’ εξοχήν στον πατέρα της. Διέθετε ένα φοβερά ήπιο και ευγενικό χαρακτήρα, ήταν πονόψυχη, καθώς και η πιο μορφωμένη απ’ όλες τις αδελφές της (φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης με υποτροφία). Όταν αργότερα μπόρεσε και μέχρι το τέλος της ζωής της, βοηθούσε οικονομικά ορισμένους αναξιοπαθούντες συνανθρώπους μας. Μέχρι το τέλος της ζωής της υπήρξε Μεγαλοϊδεάτισσα και Θρήσκα.
Ο Νικόλαος και η Μαρία Καστελλάνου, υπήρξαν τυχεροί γονείς γιατί απήλαυσαν τα μέγιστα από την αγάπη των παιδιών τους, τα οποία φρόντισαν και τους δυο γονείς τους μέχρι τα βαθιά τους γηρατειά.
Ο Σταμάτης Καστελλάνος γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου η οικογένειά του κατοικούσε τότε στον Άγιο Παντελεήμονα. Φοίτησε στο Ηρώδειο Δημοτικό στη Νέα Χαλκηδόνα και κατόπιν στο Λεόντειο Λύκειο.
O πόλεμος, το πρωί της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου 1940, βρίσκει τον Σταμάτη στη Γ΄ Δημοτικού, που ο ίδιος όπως και όλα τα παιδιά, μη γνωρίζοντας, ζητωκραύγαζαν χαρούμενα όλη την ημέρα τα συνθήματα «Ζήτω ο Πόλεμος, ζήτω η Ελλάς» και τραγουδώντας ένα στίχο που διεδόθη σαν αστραπή «μας βουλιάξατε την ΕΛΛΗ, θα σας πιούμε το ζουμί».
Στις ημέρες του πολέμου υπήρχε ένας ενθουσιασμός και μία ψυχική συνοχή και ανάταση όλων των Ελλήνων, ιδίως με τις συνεχείς νίκες του Ελληνικού Στρατού, που είχαν εξαφανίσει τον φόβο του πολέμου. Όλοι ήταν στρατευμένοι στην υπόθεση της Νίκης. Ο Σταμάτης έμαθε να πλέκει κάλτσες και γάντια μάλλινα για το Στρατό (τα μάλλινα νήματα τα έδινε η οργάνωση ΦΑΝΕΛΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ) μαζί δε και με άλλα παιδιά μάζευε σίδερα από τα σπίτια, που χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες του πολέμου.
Η πιο αξέχαστη ημέρα στη ζωή του, του πολέμου, θα μείνει η 22α Νοεμβρίου 1940, ημέρα που ελευθερώθηκε η Κορυτσά, όταν ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους αλαλάζοντας από ενθουσιασμό και εθνική υπερηφάνεια. Από τις φωνές, τα τραγούδια τις ζητωκραυγές και τα πηδήματα αρρώστησε, έκλεισε ο λαιμός του Σταμάτη και δεν μπορούσε να μιλήσει για ολόκληρες ημέρες, παρά τα γιατροσόφια της μάνας του.
Αργότερα, την άνοιξη του 1941 επήλθε η Γερμανοϊταλοβουλγαρική κατοχή, που βύθισε τη χώρα στο σκοτάδι και στην πείνα. Άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους από την πείνα, την οποία δοκίμασε σε μεγάλη διάρκεια και ένταση ο Σταμάτης με την οικογένειά του.
Η πολυπόθητη ελευθερία ήλθε την ημέρα της 12ης Οκτωβρίου 1944 που έφυγαν οι Γερμανοί και όπου ο κόσμος ξεχύθηκε πάλι στους δρόμους με σημαίες εκδηλώνοντας την χαρά του, ότι ξανάρθε Λευτεριά. Ύστερα από τα 4 μαύρα χρόνια σκλαβιάς, «είχαμε όλοι συνειδητοποιήσει τι σημαίνει Ελευθερία» αναφέρει.
Ο Σταμάτης, την προηγουμένη, παίζοντας με κάτι φιτίλια δυναμίτιδας, (τότε τα παιδιά ήταν εξοικειωμένα με μπαρούτια, δυναμίτες ακόμη και με όπλα), είχε κτυπήσει το μάτι του και ενώ όλοι χαίρονταν την ελευθερία, ο πατέρας του τον έτρεχε στο Οφθαλμιατρείο Αθηνών, το οποίο αν και κλειστό, ο τότε Διευθυντής κ. Φρονημόπουλος (φίλος της νονάς του) τούς έμπασε από την πίσω πόρτα και με ειδικό μαγνήτη, του αφαίρεσε φράγμα μετάλλου, που απειλούσε να τυφλώσει το αριστερό του μάτι. Έτσι ο Σταμάτης έμεινε με σκεπασμένο το ένα μάτι, μονόφθαλμος επί μεγάλο διάστημα διότι κινδύνευε να χάσει το αριστερό του μάτι. Η οικογένεια δεν μπόρεσε να χαρεί την Λευτεριά, αγωνιώντας για το μάτι του Σταμάτη.
«Εμπρός σηκωθείτε και βγείτε στους δρόμους, γυναίκες και άντρες με όπλα στους ώμους…» ακούγονταν βροντερά τραγούδια χαράματα στους δρόμους, πετάγονταν επάνω αγουροξυπνημένοι. Δυστυχώς είχε ξεκινήσει το γνωστό Κομμουνιστικό Κίνημα της 3ης Δεκεμβρίου 1944 και ακολούθησε η αιματοχυσία και ο νέος διχασμός που κατέληξε στην Συμφωνία της Βάρκιζας στις 12 Φεβρουαρίου 1945.
Ακολουθούν τα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου (Συμμοριτοπόλεμου όπως αποκαλείτο επισήμως) από την έναρξή του στο Λιτόχωρο την 30η Μαρτίου 1946 έως την λήξη του, τον Αύγουστο του 1949 με την επιχείρηση Πυρσός στον Γράμμο και στο Βίτσι. Οι μόνες ημέρες χαράς γίνονται την 31 Μαρτίου 1947 με την Ένωση της Δωδεκανήσου και την 7η Μαρτίου 1948 με την Ενσωμάτωση. Μέσα στην θλίψη της αιματοχυσίας, οι ημέρες εκείνες στάθηκαν γιορτινές για όλους.
Έφηβος πλέον, περνά τις δυσκολίες της ζωής, εργαζόμενος όλα τα Καλοκαίρια, χωρίς ποτέ διακοπές, στο μηχανουργείο του θείου του Γιάννη, μιας και προοριζόταν για μηχανικός αλλά και για να βοηθά την οικογένεια.
Ο Σταμάτης, γεμάτος εμπειρίες και ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τον Νοέμβριο του 1949 έφυγε για την Αγγλία, όπου σπούδασε κλωστοϋφαντουργός στο Royal Technical College του Πανεπιστημίου του Salford, ένα επάγγελμα που την εποχή εκείνη αποτελούσε σπάνιο και το πλέον αποδοτικό οικονομικά. Εκεί είχε στο πλευρό του και τη θεία Αγγελική, η οποία τον βοήθησε σημαντικά σε ό,τι χρειαζόταν και της οποίας τη μνήμη τιμά.
Το απολυτήριο του τότε οκτατάξιου Γυμνασίου εντυπωσίασε τους Άγγλους καθηγητές λόγω της πληθώρας των μαθημάτων και των γνώσεων που απεδείκνυε ότι προσέφερε στους μαθητές και έτσι ο Σταμάτης έγινε αποδεκτός να φοιτήσει στο Royal Technical College στο Salford, απ’ όπου το 1953 πήρε το πτυχίο του.
Ακολούθως, επέστρεψε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη θητεία του. Φοίτησε στην Σχολή Διαβιβάσεων, από την οποία οι Δόκιμοι προήγοντο αμέσως στον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Λόγω της άριστης γνώσης της Αγγλικής που κατείχε, φοίτησε και στη Σχολή Διερμηνέων εκπαιδευθείς στη στρατιωτική ορολογία. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επιλεγεί και κατόπιν εκπαιδεύσεως, να αποσταλεί ως μάχιμος στην Κορέα, κατά τη διάρκεια της Κορεάτικης Εκστρατείας, όπου η Ελληνική Δύναμη ήταν ενταγμένη στο 7ο Σύνταγμα της ιστορικής και περιωνύμου 1ης Μεραρχίας Ιππικού της 8ης Στρατιάς (First Cavalry Division/ 8th Army).
Αργότερα, από την Κορέα μετετέθη στο Στρατηγείο των Ηνωμένων Εθνών, στο Τόκιο της Ιαπωνίας, όπου έδρευε ο Ελληνικός Στρατιωτικός Σύνδεσμος και υπηρέτησε υπό τον Συνταγματάρχη Γιάννη Γεννηματά, Διοικητή της Ελληνικής Εκστρατευτικής Δύναμης, ως Υπασπιστής του και Διερμηνέας και υπό τον υπολοχαγό Μάκη Αρναούτη, μετέπειτα Υπασπιστή του Βασιλέως Κωνσταντίνου.
Για την ιστορία πάλι, η Ελληνική Δύναμη ευρίσκετο εντός Βορειοκορεατικής περιοχής, βορείως του 38ου παραλλήλου, στην περιοχή Chorwon για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο τότε Διοικητής των Επικεφαλής Δυνάμεων του ΟΗΕ και της 8ης Στρατιάς, Στρατηγός Μaxwel Taylor, κάλεσε και ζήτησε από τον κ. Γεννηματά να αποσυρθεί η Ελληνική Δύναμη στα μετόπισθεν, διότι είχε υπερβεί κατά πάρα πολύ την παραμονή της στα πρόσω. Η απάντηση του Γεννηματά ήταν: «ο Ελληνικός Στρατός ήλθε για να πολεμήσει, όχι για ανάπαυση στα μετόπισθεν». Ο Στρατηγός έμεινε άναυδος στην αρχή και στη συνέχεια ευχαρίστησε και συνεχάρη τον Διοικητή.
Άλλη μία περίπτωση άξια μνημονεύσεως, υπήρξε με την επιστροφή του Ελληνικού Σμήνους. Πήραν μήνυμα από την Ελλάδα να ζητήσουν «άδεια προσγειώσεως του Σμήνους στην Κύπρο, για ανεφοδιασμό καυσίμων». Απευθύνθηκαν στον Άγγλο Διοικητή Στρατηγό κ. Hirsh και του ζήτησαν να εγκρίνει σχετικώς. Εκείνος επιφυλάχθηκε να ενημερώσει το Λονδίνο. Ύστερα από μία εβδομάδα τους κάλεσε και τους διαβίβασε την απάντηση, η οποία ήταν αρνητική. Ε λοιπόν, το Σμήνος παρά την απαγόρευση προσγειώθηκε στην Κύπρο (για λόγους πάντοτε βεβαίως Εθνικούς).
Κατά τη διάρκεια της Κορεάτικης εκστρατείας, η Ελληνική Εκστρατευτική Δύναμη παρέμεινε κυρίως στη μεθόριο μεταξύ Βορείου και Νοτίου Κορέας και δεν περιορίστηκε σε στρατιωτικές επιχειρήσεις μόνο, αλλά προέβη και στην κατασκευή σχολείων, εκκλησίας και δρόμων στην Seoul. Έτσι, οι διερχόμενοι έβλεπαν «οδός Αθηνών», «οδός Σπάρτης» κ.ά.).
Το έμβλημα των μετεχόντων στην Κορεατική εκστρατεία ήταν το «Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος» του Περικλέους. Όμως παρά ταύτα, οι σωροί των 183 νεκρών αξιωματικών, αεροπόρων και στρατιωτών περισυνελέγησαν με σεβασμό, μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και ετάφησαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Άλλοι 610 αξιωματικοί και οπλίτες τραυματίστηκαν, αλλά επέζησαν για να θυμούνται.
Με την επιστροφή του από την Ιαπωνία/Κορέα ο Σταμάτης, αφού δικαιούταν άδεια (δεν είχε πάρει ποτέ ούτε μιας ώρας άδεια) πρότεινε στη μητέρα του να επισκεφθούν τη γενέτειρά της, τη Σμύρνη, ξεκινώντας από την Κωνσταντινούπολη.
Δυστυχώς μεσολάβησαν τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου του 1955, στα οποία ήταν παρών και έζησε εκείνο το φοβερό νεοδιωγμό των Τούρκων κατά των Ελλήνων. Βρισκόμενος μεταξύ του αλαλάζοντος όχλου, κατέφυγε σ’ ένα αστυνομικό τμήμα και δήλωσε στον αξιωματικό υπηρεσίας ότι ήταν Έλληνας Αξιωματικός ζητώντας προστασία. Εκείνος αρνήθηκε να τον βοηθήσει και του ζήτησε να φύγει τονίζοντας «Φύγε! Ούτε σε είδαμε ούτε μας είδες!». Έτσι, την επομένη το βράδυ μετά από οδύσσεια περιπέτεια, κατάφερε να αποδράσει με ένα τρένο για Θεσσαλονίκη.
Την Πατρίδα υπηρέτησε μέχρι τον βαθμό του υπολοχαγού, τιμηθείς με τα παράσημα Εξαιρέτων Πράξεων και της Ευαρέσκειας του Syngman Rhee, Προέδρου της Δημοκρατίας της Ν. Κορέας και Βεβαιώσεως Συστάσεων του Συνταγματάρχου κ. Finn, Προϊσταμένου των Συνδέσμων του Στρατηγείου των Η.Ε. εις αναγνώριση των υπηρεσιών που προσέφερε στον ΟΗΕ.
Αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ο Σταμάτης προσελήφθη στην Πειραϊκή-Πατραϊκή. Αργότερα, το 1960-1961, κέρδισε μια υποτροφία της Γαλλικής Κυβερνήσεως, με την οποία πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία. Όταν ξαναγύρισε στην Ελλάδα, συμμετείχε σε μια μελέτη στην Πειραϊκή-Πατραϊκή, για τη δημιουργία μιας Βιομηχανίας Κλωστοϋφαντουργίας στο Σουδάν, η οποία υπεβλήθη στην περίφημη εταιρεία Lockwood Green Engineers. Όντως η μελέτη είχε την έγκριση της εταιρείας αυτής (αποδοχής της κυβερνήσεως των ΗΠΑ), την οποία ανέλαβε να πραγματοποιήσει ο επιχειρηματίας Ι. Θεοδωρακόπουλος, πλοιοκτήτης και συνέταιρος στην εταιρεία ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ.
Η Αμερική τότε είχε δημιουργήσει ορισμένα προγράμματα προσφοράς βοήθειας (AMERICAN AID) και στις Αφρικανικές χώρες. Παρ’ όλα αυτά, τα χρήματα που προσφέρονταν εξαφανίζονταν και έτσι η Αμερική αποφάσισε ν’ αναλάβει η ίδια την επιστασία δημιουργίας των έργων, ώστε να πραγματοποιούνται και ει δυνατόν και να αποσβένονται. Ένα τέτοιο έργο πραγματοποιήθηκε στο Χαρτούμ του Σουδάν, όπου δεν υπήρχε βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας.
Η AΜΕRICAN AID, λοιπόν, κατόπιν ειδικής συμφωνίας, χρηματοδότησε τον κ. Θεοδωρακόπουλο, ο οποίος ως Έλλην ήταν αποδεκτός από τους Σουδανούς και ο οποίος ανέθεσε στην Πειραϊκή-Πατραϊκή το έργο Μελέτης, Κατασκευής και Επιβλέψεως, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια βιομηχανία τόσο μεγάλη, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες όλου του πληθυσμού του Σουδάν σε υφάσματα. Ο Σταμάτης, αφού έλαβε μέρος στη μελέτη του έργου, απεσπάσθη στο Σουδάν και στη συνέχεια προήχθη σε Διευθυντή στη βιομηχανία αυτή με προσωπικό 5.000 ατόμων.
Εν τω μεταξύ, κατά την παραμονή του στο Σουδάν, του ανέθεσαν από τον Όμιλο Δοξιάδη, μέσω της εταιρείας Πειραϊκή-Πατραϊκή, να πάει στην Γκάνα για ν’ αναλάβει μια κλωστοϋφαντουργία για λογαριασμό της κυβερνήσεως της Γκάνας. Κυβερνήτης τότε ήταν ο Κβάμε Νκρούμαχ, ο οποίος είχε αναθέσει σ’ ένα μεγάλο Αγγλικό όμιλο να του σχεδιάσει την πόλη Tema, επίνειο της πρωτεύουσας Accra, χρησιμοποιώντας το πολεοδομικό σύστημα της κυκλικής ρυμοτομίας, το οποίο χρησιμοποιούσαν χαρακτηριστικά οι Άγγλοι πολεοδόμοι.
Κάποτε οι συμφωνίες με τους Άγγλους διακόπηκαν και ο Νκρούμαχ ανέθεσε τη συνέχιση του έργου στην γνωστή παγκοσμίως εταιρεία του πολεοδόμου κ. Δοξιάδη, του οποίου η πολεοδομία, αντιθέτως, δημιουργούσε πόλεις με καθέτους και οριζοντίους ευθείς δρόμους. Η δημιουργία της Tema λοιπόν συνεχίσθηκε με αυτόν τον τρόπο και η πόλη προέκυψε μισή με την αγγλική τεχνοτροπία και μισή με την ορθογώνια τεχνοτροπία του Δοξιάδη.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, της Γκάνα, επειδή δεν διέθετε έμπειρα στελέχη, ζήτησε από τον Δοξιάδη να παραλάβει για λογαριασμό της όλα τα λιμάνια και τα εργοστάσια που κατασκευάζονταν στην Tema, ένα από τα οποία ήταν κι αυτό της κλωστοϋφαντουργίας που κλήθηκε να παραλάβει ο Σταμάτης Καστελλάνος εκ μέρους της εταιρείας Δοξιάδη.
Το 1968 ο Σταμάτης επέστρεψε στην Ελλάδα από το Σουδάν αναλαμβάνοντας το εργοστάσιο ΒΙΕΝ, με αντικείμενο την κατασκευή έτοιμων ενδυμάτων, ενώ παράλληλα άρχισε ν’ ασχολείται και ιδιωτικά ως Τεχνικός Σύμβουλος.
Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας της 21ης Απριλίου, η νομοθεσία επέβαλλε την ύπαρξη διαπιστευμένων Γραφείων Συμβούλων, των οποίων οι μελέτες θα υποβάλλονταν από τους διαφόρους επενδυτές σε Τράπεζες ή Υπουργεία, προκειμένου να δανειοδοτηθούν, για την δημιουργία κυρίως Βιομηχανιών. Έτσι ο ίδιος συνεργάστηκε αρχικά ως Τεχνικός Σύμβουλος για την κλωστοϋφαντουργία, με την γνωστή στον κλάδο εταιρεία I.C.A.P.
Μετ’ ου πολύ, ίδρυσε δικό του Τεχνικό γραφείο με την επωνυμία ΤΕΧΝΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ. Στην περίοδο του βιομηχανικού οργασμού το γραφείο του Σταμάτη αναλάμβανε τη διεκπεραίωση Τεχνικοοικονομικών Μελετών, οι οποίες αποτελούσαν απαραίτητη προϋπόθεση, για την παραχώρηση δανείων κυρίως από την ΕΤΒΑ και ΕΤΕΒΑ, θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν, ο Σταμάτης άσκησε το επάγγελμα του Μελετητή για τη δημιουργία βιομηχανιών κλωστοϋφαντουργίας με πολλές επιτυχημένες εγκρίσεις, κυρίως δημιουργίας Βαμβακοκλωστηρίων, λόγω του ότι στην Ελλάδα καλλιεργείται το βαμβάκι και υπήρχε άφθονος πρώτη ύλη για τον σκοπό αυτό.
Με τη μεταπολίτευση το 1974 η κλωστοϋφαντουργία γνώρισε ύφεση, με αποτέλεσμα να ελαττωθούν και οι δανειοδοτήσεις για τη δημιουργία νέων κλωστοϋφαντουργείων. Έτσι, ο Σταμάτης προχώρησε στην ίδρυση δύο καινούριων εταιρειών, της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Α.Ε., με αντικείμενο την εξαγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και της εταιρείας ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑΙ ΕΛΛΑΔΟΣ, με αντικείμενο την ανάληψη αντιπροσωπειών μηχανημάτων κλωστοϋφαντουργίας.
Σύντομα, λόγω της μεγάλης ανάπτυξης του κλάδου των πλαστικών και της τεχνικής συγγένειάς τους με την παραγωγή ινών από πλαστικές ύλες, ο Σταμάτης οδηγήθηκε στην ανάληψη αντιπροσωπειών μηχανημάτων παραγωγής πλαστικών και εν συνεχεία και μηχανημάτων μεταποίησης, που διατηρεί μέχρι σήμερα.
Στο παρελθόν, ο Σταμάτης Καστελλάνος διετέλεσε ειδικός Σύμβουλος για την Τυποποίηση Κλωστοϋφαντουργίας στο ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ.
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα χρημάτισε Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Επιστημόνων Κλωστοϋφαντουργών.
Κατά τη διάρκεια, ακόμη, του Κομμουνιστικού Καθεστώτος στην Τσεχοσλοβακία, του ανετέθη η αντιπροσώπευση της κρατικής εταιρείας INVESTA, Παραγωγής/Εξαγωγής Μηχανημάτων Κλωστοϋφαντουργίας. Το γεγονός αυτό, του έδωσε τη δυνατότητα επισκέψεων στα κράτη του τότε Ανατολικού Μπλοκ και της εμπειρίας των απολυταρχικών εκείνων καθεστώτων.
Με την μεταπολίτευση το 1974, προσελήφθη ως Τεχνικός Σύμβουλος επί θεμάτων της Κλωστοϋφαντουργίας στην ΕΤΒΑ.
Η πορεία του στο χώρο είναι συνυφασμένη με την πορεία της Ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας εντός, αλλά και εκτός Ελλάδος, ενώ ο ίδιος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του χώρου.
Όλες οι εταιρείες του, έφεραν επωνυμία στην οποία τονιζόταν η Εθνική, η Ελληνική προέλευση (GREEK PRODUCTS S.A., HELLENIC INDUSTRIAL AGENCIES, HELLENIC INDUSTRIAL REPRESENTATIONS). Σκοπός υπήρξε να τονίζεται προς τους ξένους βιομηχάνους που αντιπροσώπευε, ο επιθετικός προσδιορισμός «ελληνικό» ως υψηλού βαθμού επαγγελματισμός και τεχνογνωσία των εταιρειών αυτών, ώστε η γνώμη τους για την Ελληνική βιομηχανία, των υπηρεσιών και Τεχνογνωσίας που προσέφερε, να υπολογίζονται και να εκτιμώνται, ως Ελληνικής υψηλής στάθμης.
Ένα γεγονός άξιο καταγραφής στη ζωή του, υπήρξαν τα γεγονότα των Ιμίων (31.1-1.2.1996), όταν διεγράφετο ο κίνδυνος πολέμου με την Τουρκία. Τότε, Σάββατο 3 Φεβρουαρίου, ο Μητροπολίτης Δημητριάδος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Μακαριστός Χριστόδουλος, έκανε ένα προσκλητήριο ανδρών και κυρίως εφέδρων αξιωματικών, στο Μοναστήρι της Παναγίας της Χρυσοπηγής (Πολυδένδρι), στο οποίο συμμετείχε ο Σταμάτης και στο οποίο αποφάσισαν όπως σε περίπτωση σύρραξης, ως παράδειγμα θυσίας για την Πατρίδα, συστήσουν Ιερό Λόχο υπό τον Χριστόδουλο.
Στην προσωπική του ζωή ο Σταμάτης Καστελλάνος (Χριστιανός Ελληνορθόδοξος) είναι παντρεμένος από το 1961 με την Αγγελική Τζέλιου, η οποία κατάγεται από την Ήπειρο. Το ζευγάρι από τον γάμο του απέκτησε δύο κόρες, τη Μαρία-Ελλάδα και τη Γκρατσιέλα-Φωτεινή.
Η Μαρία-Ελλάδα σπούδασε Νομικά και έκανε μεταπτυχιακά στο Ινστιτούτο Max Plank στο Freiburg της Γερμανίας. Παντρεύτηκε τον πλοίαρχο Steven Hoefel.
Η Γκρατσιέλα-Φωτεινή σπούδασε Ψυχολογία και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Louvain La Neuve στο Βέλγιο και Φιλολογία στο Όγδοο Πανεπιστήμιο των Παρισίων και είναι Διδάκτωρ Γαλλικής Φιλολογίας. Επίσης, ως Επίκουρος Καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, διδάσκει Πολιτισμό και Ιστορία 18ου-19ου αι. Η Γκρατσιέλα παντρεύτηκε τον Θ. Παπαδόπουλο με τον οποίο απέκτησαν ένα υιό, τον Παναγιώτη Καστελλάνο-Παπαδόπουλο.
Ο Σταμάτης, αγαπώντας με πάθος τη μάθηση και τη γνώση ως δρόμους που οδηγούν στο Θείο, προσέφερε στις κόρες του (και όχι μόνον) απλόχερα όλα τα μέσα να σπουδάσουν και να μάθουν.
Στο ελεύθερο χρόνο του, έχει σαν hobby την έρευνα των γυναικείων ονομάτων που έχουν δοθεί στις Ελληνίδες και όχι μόνον, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, με την ετυμολογία τους ή και ιστορικά στοιχεία που συνδέονται με αυτά.
Το αγαπημένο του sport υπήρξε η ιππασία. Δυστυχώς ήταν και κυνηγός, έως ότου μία ημέρα κτύπησε μία ελαφίνα της οποίας το μωρό βρέθηκε κοντά της. Το ελαφάκι το φρόντισε σαν να ήταν παιδί του και κατόπιν το δώρισε στον Ζωολογικό Κήπο του Χαρτούμ. Έκτοτε μετεβλήθη σε εχθρό του κυνηγιού και των κυνηγών και επηρεασμένος από το γεγονός, έπαυσε να τρώει κρέας μέχρι σήμερα.
Από μουσική και θέαμα, αγαπά ιδιαιτέρως την κλασική και την Όπερα. Στα ταξίδια του πάντοτε οι επισκέψεις στα Μουσεία και τις Όπερες είχαν προτεραιότητα και ήταν απαραίτητες.
Γεννήθηκε σκεπασμένος με μια μάσκα και οι μαίες έδωσαν χρησμό στην μητέρα του ότι «αυτό το παιδί θα γνωρίσει όλο τον κόσμο». Πράγματι, ο Σταμάτης ταξίδεψε πάρα πολύ και στις πέντε ηπείρους.
Κατέβηκε στο άδυτο του Αγίου Τάφου στην Ιερουσαλήμ και ανέβηκε Χατζής. Γνώρισε και έζησε πολλούς λαούς και φυλές και ένιωσε ότι όλοι οι άνθρωποι της Γης, πλάσματα του ίδιου Θεού, χαίρονται με τις ίδιες χαρές και ελπίζουν με τις ίδιες ελπίδες.
Διανύει με καρτερία την περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού Covid-19, η οποία έδειξε στους ανθρώπους πόσο αδύναμοι αλλά και ίσοι είναι έναντι της Φύσεως.
Θεωρεί τον εαυτό του ευνοημένο και τυχερό, ότι γεννήθηκε Έλληνας στην Ελλάδα (ΕΛ=Φως+ΛΑΣ=Πέτρα: ΕΛΛΑΣ= Γη του Φωτός), από Έλληνες γονείς, ότι ζει στην Ελλάδα και ομιλεί τη Γλώσσα των Θεών.
Ερχόμενος όπως όλοι μας από την Αρχή και μετουσιωνόμενοι συνεχώς, εξακολουθεί να μετρά τα προς το ζην, χαιρετίζοντας με εθνική υπερηφάνεια την επέτειο των 200 ετών από την Απελευθέρωση του Ελληνικού Γένους και διανύοντας για ενενηκοστή πρώτη φορά, μία ακόμα περιφορά γύρω από τον Ήλιο.