Κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, Διοικητής της Ρόδου αλλά και άλλων νησιών ήταν ο Λέων Γαβαλάς, ο γενάρχης των Γαβαλάδων της περιοχής του Αιγαίου, ο οποίος, για πάρα πολλά χρόνια, κυβέρνησε τη Ρόδο, ενώ πήρε τους τίτλους Άρχων της Ρόδου και της Καρπάθου και Καίσαρ των Κυκλάδων. Γι’ αυτό και η οικογένεια του βιογραφούμενου εδώ και αιώνες είναι άρρηκτα δεμένη με την περιοχή.
Ο Γαβαλάς Νικόλαος γεννήθηκε το 1949 στην Κάλυμνο, όπου μεγάλωσε και πήγε σχολείο, ενώ αργότερα επέλεξε να φύγει στην Ιταλία, προκειμένου να σπουδάσει Ιατρική. Εκείνη την περίοδο, αν και μακριά από τον τόπο του, πήρε μέρος στην Αντίσταση κατά της Χούντας, συμμετέχοντας ενεργά στους Φίλους του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ), κάτι που τον έστειλε δυο φορές στο στρατοδικείο. Αυτό, ωστόσο, δεν τον σταμάτησε από το να μείνει στην Ιταλία και να τελειώσει τις σπουδές του, παίρνοντας ειδικότητα στη Γηριατρική και τη Γεροντολογία.
Μάλιστα, αγαπώντας τόσο πολύ το αντικείμενό του, υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του πρώτου Δημοτικού Γηριατρικού Κέντρου του Δήμου του Κιέτι στην Ιταλία, ενώ ίδρυσε ένα από τα πρώτα ΚΑΠΗ στην Ελλάδα, στον Δήμο Καλύμνου.
Ο βιογραφούμενος είναι παντρεμένος με την Αντωνιέττα Ντεζίνι, από τη Σαρδηνία, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, την Κατερίνα και τη Νομική, και έχει δύο εγγόνια, τον Δημήτρη και την Αντωνιέττα.
Η οικογένεια Γαβαλά, η οποία είναι από τις παλαιότερες οικογένειες των Δωδεκανήσων, μετά το 1204 πήρε τον έλεγχο της Ρόδου, στην οποία αυτοανακηρύχθηκε «Καίσαρ» ο Λέων Γαβαλάς μέχρι το 1240 και στη συνέχεια ο αδελφός του, Ιωάννης, έως την κατάληψη της Ρόδου από τους Ιωαννίτες Ιππότες. Μάλιστα, διαθέτει οικόσημο, το οποίο ανακαλύφθηκε πρόσφατα σε μία αφιερωματική εικόνα σε ένα μοναστήρι στην Κρήτη, το οποίο επιβεβαιώθηκε από νομίσματα της εποχής που το φέρουν. Το κράτος του Λέοντος Γαβαλά έκοψε χρυσά νομίσματα που βρίσκονται «ίσως» στο μουσείο της Βιέννης.
Ο Νικόλας Γαβαλάς, παππούς του βιογραφούμενου, ήταν τεχνίτης του ξύλου, όπως, άλλωστε, και όλοι οι Γαβαλάδες του 19ου αιώνα. Μην μπορώντας να ανεχτεί την πίεση που ασκείτο από την παρουσία των Τούρκων και έτσι κυνηγημένος όπως ήταν από αυτούς, αποφάσισε να φύγει στο εξωτερικό, και συγκεκριμένα στην Αμερική, όπου είχαν ήδη μετοικήσει άλλα του αδέρφια, με σκοπό να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον.
Παντρεμένος με την Ειρήνη Μπαϊράμη, η οποία δεν θέλησε να τον ακολουθήσει στην Αμερική, αφού, σαν αληθινή Καλύμνια μάνα, επέλεξε να μείνει στο νησί για να αναθρέψει τα τέσσερα παιδιά τους –την Καλλιόπη, τον Βασίλη, τον Μικέ και τον Γιάννη– σύμφωνα με τις παραδόσεις του τόπου τους. Εκείνος, παρ’ όλα αυτά, μετανάστευσε στην Αμερική, όπου και πέθανε, δίχως να προλάβει να δει την απελευθέρωση της Καλύμνου.
Ο Μικές Γαβαλάς, θείος του βιογραφούμενου, αγαπούσε κι εκείνος την τέχνη του ξύλου, ενώ θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο αξιόλογους ξυλογλύπτες της εποχής του. Μάλιστα, πολλά έργα του βρίσκονται σε αρκετές εκκλησίες της Καλύμνου, της Πάτμου, καθώς και άλλων νησιών.
Ο πατέρας του Νικόλα, Βασίλης Γαβαλάς, γεννήθηκε και έζησε στην Κάλυμνο, ενώ από πολύ νωρίς πήρε μέρος στην αντίσταση κατά των Ιταλών κατακτητών, γι’ αυτό και συνελήφθη και καταδικάστηκε σε δεκαεννιά χρόνια φυλάκιση στις Ιταλικές φυλακές του Καστέλ Φράνγκο Βενέτο. Όταν δραπέτευσε από τη φυλακή μαζί με άλλους μετά από έναν βομβαρδισμό των Αμερικανών στις φυλακές, οκτώ χρόνια αργότερα μετά από πολλές περιπέτειες λόγω του πολέμου, ήρθε επιτέλους στην Κάλυμνο.
Βραβεύτηκε με Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων από το Ελληνικό κράτος και στη συνέχεια με τον Χρυσό Σταυρό του Πατριάρχη Βαρθολομαίου για τις δραστηριότητές του εναντίον των Ιταλών.
Ελεύθερος πια, παντρεύτηκε τη Νομική Συριώτη, παιδί μεταναστών από την Οδησσό, με καταγωγή από την Κάλυμνο, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τη Μαρία, που ζει με τον σύζυγό της, Μιχάλη Αμοργίνο και τα τρία τους παιδιά, την Ειρήνη, τον Γιώργο και την Καλλιόπη, στην Κάλυμνο, τον Νικόλα, τον βιογραφούμενο, και τον Μανώλη, που είναι Διευθυντής της Γυναικολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο της Καλύμνου και έχει δύο παιδιά, τον Βασίλη και τον Γιώργο.
Ο πατέρας του Βασίλης Γαβαλάς δούλεψε ως δημόσιος υπάλληλος στο Υπουργείο Εμπορίου, από όπου, όμως, εκδιώχθηκε επί Χούντας και εξορίστηκε στη Σάμο, κάτι που συνέβη και σε άλλα μέλη της οικογένειάς του.
Αλλά και ο παππούς Νικόλας Συριώτης ήταν ένας αξιόλογος και σπουδαίος άνθρωπος, ο οποίος εργάστηκε ως τεχνίτης των ταρσανάδων, ενώ υπήρξε ένας από τους τελευταίους βρακοφόρους της Καλύμνου. Τόσο αυτός, όσο και η γυναίκα του, η Μαρία Σπίρτου, Καλύμνια από την Οδησσό, ήταν δύο πολύ ήσυχοι άνθρωποι, που αγαπούσαν τις παραδόσεις του τόπου τους.
Ο Νικόλας Γαβαλάς γεννήθηκε το 1949 στην Κάλυμνο, αποφοίτησε από το Νικηφόρειο Γυμνάσιο και αποφάσισε να μεταφερθεί στην Πίζα της Ιταλίας για να σπουδάσει Ιατρική. Παντρεύτηκε την Αντωνιέττα Ντεζίνι, από το Σάσσαρι της Σαρδηνίας, η οποία είναι απόφοιτος Γαλλικής Φιλολογίας, και μαζί απέκτησαν δύο κόρες: την Κατερίνα, Οφθαλμίατρο στο Νοσοκομείο της Κω, που ζει με τον σύζυγό της Κυριακόπουλο Νίκο, Γυναικολόγο στο Νοσοκομείο της Κω και τον γιο τους, Δημήτρη και τη Νομική, διαιτολόγο, που ζει με τον σύζυγό της, Δημήτρη Βολονάκη, Μηχανικό της ΔΕΗ, και την κόρη τους Αντωνιέττα, στην Κάλυμνο.
Όσο ο βιογραφούμενος σπούδαζε στην Ιταλία, ήταν Πρόεδρος των Ελλήνων φοιτητών αρχικά στην Πίζα και αργότερα στο Κιέτι Πεσκάρα, ενώ ανήκε στην Αντίσταση κατά της Χούντας στην οποία και συμμετείχε ενεργά με τους Φίλους του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ). Γι’ αυτό και διώχθηκε κατά την περίοδο της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών και δικάστηκε δύο φορές ερήμην από το στρατοδικείο, ενώ υπηρέτησε μειωμένη στρατιωτική θητεία το 1978 λόγω του στρατοδικείου. Αργότερα, επέστρεψε και πάλι στην Ιταλία, για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Κιέτι, και πήρε ειδικότητα στη Γεροντολογία και Γηριατρική.
Το 1981, μόλις γύρισε στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Κάλυμνο, εργάστηκε στο νοσοκομείο του νησιού, ενώ μέχρι σήμερα δουλεύει ως ελεύθερος επαγγελματίας. Έως τώρα, έχει πραγματοποιήσει πολλές επιστημονικές εργασίες και έχει πάρει μέρος σε πολλά Συνέδρια, ενώ από το 1979 έως το 1986 οργάνωσε σημαντικές επιστημονικές αποστολές ερευνητικού ενδιαφέροντος του Πανεπιστημίου του Κιέτι σε συνεργασία με Πανεπιστήμια άλλων Ιταλικών πόλεων και του Δήμου Καλύμνου. Πρωτοστάτησε στην αδελφοποίηση του Δήμου Καλύμνου και του Κιέτι, ανοίγοντας έτσι δρόμο σε Καλύμνιους φοιτητές να σπουδάσουν στην Ιταλία.
Αξίζει ακόμα να σημειωθεί πως όσο ήταν στην Ιταλία, και με τη βοήθεια δύο καθηγητών του, του Λουίτζι Μαρινέλι και του Τζουζέπε Αμπάτε, ίδρυσε το πρώτο Δημοτικό Γηριατρικό Κέντρο, το οποίο διηύθυνε αμισθί από το 1975 έως το 1981, έως ότου γύρισε στην Κάλυμνο, ενώ πολύ αργότερα, ίδρυσε στο νησί του ένα από τα πρώτα ΚΑΠΗ της Ελλάδας, το οποίο και διηύθυνε, επίσης αμισθί, για δέκα ολόκληρα χρόνια.
Εντούτοις, τα ενδιαφέροντά του δεν σταματούν εκεί. Έχει ασχοληθεί πολύ με τα κοινά και έχει εκλεχθεί Δημοτικός Σύμβουλος για πέντε τετραετίες. Υπήρξε Γραμματέας για πολλά χρόνια στο ΠΑΣΟΚ, υποψήφιος βουλευτής για το ίδιο κόμμα, κατείχε πολλές διοικητικές θέσεις μετέχοντας σε Διοικητικά Συμβούλια Οργανισμών, όπως του Νοσοκομείου Καλύμνου, του Ιατρικού Συλλόγου Καλύμνου αλλά και του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, Δημοτικών παιδικών σταθμών, κ.ά. Σήμερα είναι Πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας νόσου Αλτσχάιμερ και συναφών ανοιών της Επαρχίας Καλύμνου και Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Καλύμνιων.
Ο Νικόλας Γαβαλάς είναι ένθερμος οπαδός της αγαθοεργίας με ποικίλες δραστηριότητες και πολλά ενδιαφέροντα. Κοινωνικά ευαίσθητο άτομο, με πολύ υψηλό αίσθημα ευθύνης και ανιδιοτελούς προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο διαχρονικά.