Οι ρίζες της οικογένειας του βιογραφούμενου εντοπίζονται στην ορεινή Ναυπακτία και συγκεκριμένα στο γραφικό χωριό Καλλονή ή Στρωμίνιανη, περιοχή που είναι γνωστή ως Κράβαρα, ορεινή μεν και δύσβατη, αλλά πνιγμένη στα έλατα και τα κρύα νερά. Οι άνθρωποι αυτής της περιοχής διακρίνονται για την τιμιότητα, την εργατικότητα, το αίσθημα της οικονομίας και της λιτότητας και πάνω απ’ όλα ξεχωρίζουν για την υπευθυνότητα και τη συναίσθηση του καθήκοντος για κάθε θεσμό που καλούνται να υπηρετήσουν.
Ο παππούς του Κωνσταντίνου Διαμαντόπουλου, από την πλευρά του πατέρα του, λεγόταν Παναγιώτης και η γιαγιά του Σταυρούλα, πρόσωπα που ο ίδιος δυστυχώς δεν πρόλαβε να γνωρίσει. Ο Παναγιώτης Διαμαντόπουλος, ήταν προκομμένος κτηνοτρόφος και καλός νοικοκύρης. Απέκτησε μεγάλη οικογένεια αποτελούμενη από οκτώ παιδιά, δύο αγόρια και έξι κορίτσια. Η γυναίκα του παππού ήταν συντοπίτισσα από την οικογένεια των Χατζή.
Ο παππούς Παναγιώτης εκεί έξω από την ιστορική πόλη του Μεσολογγίου, στην περιοχή που επίσης ονομάστηκε Καλλονή (σε ανάμνηση του χωριού του) αγόρασε μια μεγάλη έκταση γης και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του. Μοίρασε ακριβοδίκαια τη γη στα παιδιά του, όταν άρχισαν να δημιουργούν τις δικές τους οικογένειες. Φρόντισε ώστε ο γιος του, Παντελής Διαμαντόπουλος (πατέρας του βιογραφούμενου) να τελειώσει το σχολαρχείο (σημερινό Λύκειο).
Οι γονείς της μητέρας του ήταν ο Ανδρέας και η Ευθυμία Σιδέρη που απέκτησαν οκτώ παιδιά, δύο αγόρια και έξι κορίτσια. Ο παππούς του, Ανδρέας Σιδέρης, πέθανε νέος, σε ηλικία σαράντα ετών στον ύπνο του από ανακοπή, αφήνοντας τη γυναίκα του έγκυο στην τελευταία του κόρη που φέρει και το όνομά του, Αντριγούλα.
Από τη γιαγιά Ευθυμία Σιδέρη, έχει αρκετές και ευχάριστες αναμνήσεις, καθώς, όπως θυμάται, η Ευθυμία ήταν ένας πολύ καλός και στοργικός άνθρωπος που παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, δεν έχασε το κουράγιο και την αισιόδοξη ενατένιση της ζωής.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Παντελής Διαμαντόπουλος διακρινόταν για την εργατικότητα, την επιχειρηματική τόλμη, την αγωνιστικότητα, την τιμιότητα, την καλοσύνη, την ευφυΐα και τις πολύ προχωρημένες για την εποχή του αντιλήψεις, χαρακτηριστικά που τον καθιστούσαν έναν πραγματικά ξεχωριστό άνθρωπο. Εκτός όμως από τα παραπάνω προτερήματα, έχει μείνει στη μνήμη των οικείων του και σαν άριστος οικογενειάρχης, ιδανικός σύζυγος και πατέρας. Διάλεξε για γυναίκα του τη συντοπίτισσά του, Σοφία Σιδέρη, από φτωχή οικογένεια, χωρίς προίκα. Ωστόσο εκείνος για να μην δυσαρεστήσει τον πατέρα του έφτιαξε «προικοσύμφωνο» ότι παρέλαβε σαράντα χιλιάδες δραχμές, τις οποίες έβαλε ο ίδιος και τα έδειξε στον πατέρα του. Παντρεύτηκαν με την κήρυξη του πολέμου. Ο χωροφύλακας καθυστέρησε το «φύλλο πορείας» για να γίνει ο γάμος. Την επόμενη μέρα ο πατέρας του βιογραφούμενου έφυγε για τον πόλεμο. Επιστρέφοντας, φρόντισε και αγωνίστηκε σκληρά στη ζωή του για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα μέσα, ώστε ο γιος του να αποκτήσει καλή μόρφωση. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία ογδόντα οκτώ ετών, πλήρης ημερών.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Σοφία Διαμαντοπούλου είναι γεννημένη το 1910 στο χωριό Στρωμίνιανη (Καλλονή) της Ορεινής Ναυπακτίας. Πρόκειται για μια εξαιρετική γυναίκα, η οποία κατάφερε να λάβει τη βασική εκπαίδευση σε μια εποχή σχεδόν απαγορευτική απέναντι στις γυναίκες για μόρφωση και χειραφέτηση και σε μια δύσκολη ιστορική περίοδο, όπου η ακραία φτώχεια και η πολεμική απειλή ήταν τα μόνιμα στοιχεία της καθημερινότητας. Μάλιστα, οι αντιδράσεις των συγχωριανών στη βούληση της μητέρας της, να τελειώσει η Σοφία το σχολείο αποτυπώνονται σε φράσεις όπως «πού το στέλνεις το κορίτσι να μάθει γράμματα μέσα σε τόσα αγόρια;» Όπως συμπεραίνεται, ήταν το μοναδικό κορίτσι του χωριού που πήγαινε σχολείο. Η μητέρα του Κωνσταντίνου Διαμαντόπουλου, παρά τις όποιες αντιδράσεις, κατόρθωσε τελικά να πραγματοποιήσει το όνειρό της, παίρνοντας στα χέρια της το πολυπόθητο απολυτήριο και έκτοτε ανέλαβε να διαβάζει για λογαριασμό των συγχωριανών της τα γράμματα που έφερνε ο ταχυδρόμος.
Η Σοφία, η ονομαζόμενη «Παντελίνα», κρατούσε ένα μπακάλικο στην Καλλονή και παράλληλα καλλιεργούσε τα κτήματα της οικογένειας και αν περίσσευε χρόνος ξενοδούλευε και σε άλλα κτήματα. Καλή μάνα, καλή σύζυγος, καλή γιαγιά, αδελφή, γειτόνισσα, φίλη. Είχε μια μεγάλη αγάπη, μια μεγάλη αφοσίωση και αδυναμία στον γιο της τον Κώστα. «Κόλλαγε το στόμα της, σπάραζε η ψυχή της γι’ αυτόν», αναφέρει η νύφη της, η Όλγα Σιούλα. «Όταν βρέθηκα στο σπίτι της πεθεράς μου, ένοιωσα δέος και ιερότητα, παρακολουθώντας το μέγεθος της αγάπης, της έννοιας και της αφοσίωσης μιας μάνας προς τον γιο της…». Αυτή η πανέξυπνη μικροσκοπική γυναίκα στάλαξε στην ψυχή του γιου της τη φιλοδοξία, την επιθυμία να γίνει ένας σπουδαίος άνθρωπος.
Ο Κωνσταντίνος Διαμαντόπουλος ήρθε στη ζωή το 1947 στην ηρωική και ιερή πόλη του Μεσολογγίου. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές στην πόλη του και αφού αποφοίτησε από την Παλαμαϊκή Σχολή, ήρθε για ένα χρόνο στην πρωτεύουσα προκειμένου να φοιτήσει στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Οι οικονομικές δυσκολίες ήταν μεγάλες. Τα χρήματα λίγα, αλλά η φιλοδοξία αγιάτρευτη. Κατόπιν τούτων, ξαναέδωσε εξετάσεις και η σκληρή περίοδος της δικτατορίας των συνταγματαρχών τον βρήκε φοιτητή στην Ιατρική Σχολή της Θεσσαλονίκης.
Ωστόσο, καθ’ όλη τη διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών εργάζεται για να μπορέσει να αντεπεξέλθει οικονομικά. Στις διακοπές των Χριστουγέννων και του Πάσχα καθώς και τα καλοκαίρια, δουλεύει στη γενέτειρά του, το Μεσολόγγι, όπου βρει δουλειά για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.
Μόλις αποφοίτησε από την ιατρική σχολή, υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία. Στα επεισόδια της Κύπρου το 1974, η επιστράτευση τον βρίσκει να υπηρετεί στο νησί της Χίου, απέναντι από την Τουρκία. Υπηρέτησε στο στρατό 34 μήνες σε διάφορα μέρη, Νευροκόπι, Γιάννενα, ως οπλίτης γιατρός. Στα Γιάννενα θα γνωρίσει τη γυναίκα του, τη Γιαννιώτισσα Φιλόλογο Όλγα Σιούλα. Μετά τη στρατιωτική του θητεία, επέστρεψε γεμάτος πείρα και γνώσεις στην πόλη του για να κάνει εκεί το αγροτικό του στο Γενικό Νοσοκομείο Χατζηκώστα Μεσολογγίου.
Την πρωτοχρονιά του 1979 γεννιέται το πρώτο του παιδί, ο Παντελής Διαμαντόπουλος και αμέσως μετά ξαναβρέθηκε στην Αθήνα ως ειδικευόμενος γιατρός Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα. Είχε μεγάλη τύχη να βρεθεί κοντά σε σπουδαίους πανεπιστημιακούς δασκάλους, τον Διονύσιο Κασκαρέλη, τον Διονύσιο Αραβαντινό, τον Στυλιανό Μιχαλά, και να μυηθεί στην μαιευτική και γυναικολογία. Δύσκολα χρόνια… Η οικογένεια στο Μεσολόγγι, εκείνος μόνος στην Αθήνα.
Μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας του, της απόκτησης τίτλου ειδικότητας στην πρωτεύουσα, επιλέγει ως τόπο κατοικίας το Αγρίνιο, συνδυάζοντας την ιατρική επιστήμη με το επιχειρηματικό πνεύμα. Το ξεκίνημα ήταν δύσκολο, αλλά με την εργατικότητα, την υπευθυνότητα, τη σύνεση, αλλά κυρίως την επιστημονική του επάρκεια, ξεκινάει το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής του. Επί είκοσι οκτώ συναπτά χρόνια, πρόσφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες στο ΙΚΑ Αγρινίου, ως θεραπευτής ιατρός του ιδρύματος. Από τις 31 Δεκεμβρίου 1990 είναι συνιδιοκτήτης της Γενικής Κλινικής «ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΡΙΝΙΟΥ», προσφέροντας ιατρικές υπηρεσίες υψηλής επιστημονικότητας. Ο Κωνσταντίνος Διαμαντόπουλος διακατέχεται από έναν και μόνο στόχο. Να υπηρετήσει τον άνθρωπο, να προσφέρει τις πιο έγκυρες και αποτελεσματικές ιατρικές φροντίδες. Όλη του η έννοια είναι ο άνθρωπος. Αυτός ο βαθύς και ειλικρινής ανθρωπισμός που τον διακατέχει, μαζί με την επιστημοσύνη του, είναι οι λόγοι που γρήγορα θα γίνει αποδεκτός από την τοπική κοινωνία και όχι μόνο.
Παράλληλα μεγαλώνει η οικογένειά του καθώς γεννιούνται οι δύο κόρες του, Σοφία Διαμαντοπούλου και Σταυρούλα-Βασιλική Διαμαντοπούλου. Το επάγγελμα ενός μαιευτήρα είναι σκληρό. Οι ευθύνες είναι τεράστιες, οι ώρες εργασίας πολλές και το ωράριο ακατάστατο και εξαντλητικό. Ανταποκρίνεται σε όλες αυτές τις απαιτήσεις χωρίς δυσφορία και δυσανασχέτηση. Ενημερώνεται λεπτομερώς και επισταμένως για κάθε νέο ιατρικό δεδομένο. Παρακολουθεί συστηματικά τα Ελληνικά, Ευρωπαϊκά και διεθνή συνέδρια. Διαβάζει και παρακολουθεί κάθε νέα ιατρική ανακοίνωση. Προσφέρει αφειδώς την εμπειρία του και τις γνώσεις του για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε ιατρικού προβλήματος. Το ιατρικό του γραφείο μετατρέπεται σε κέντρο ιατρικής φροντίδας που προωθεί και διεκπεραιώνει όλα τα δύσκολα ιατρικά περιστατικά του νομού, που χρήζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης, προωθώντας τα σε ιατρικά εξειδικευμένα κέντρα της πρωτεύουσας.
Παράλληλα με το ιατρικό κομμάτι, φροντίζει να μην αδικεί την οικογένειά του, να βρίσκεται όσο είναι δυνατόν κοντά στα παιδιά του. Και το πιο σημαντικό, έχει κοντά του τα παιδιά του, τα χαίρεται, τα απολαμβάνει, γιατί το επάγγελμά του απορροφάει όλη του το χρόνο και στερείται της παρουσίας τους. Ο χρόνος που αφιερώνει στα παιδιά του μπορεί να υστερεί σε ποσότητα, πλεονεκτεί όμως σε ποιότητα. Σε όσους τομείς εκείνος δεν μπορεί να είναι παρών, αναπληρώνεται από την σύντροφό του, Όλγα Σιούλα. Και βέβαια μεγάλη συμβολή και συνεισφορά στο μεγάλωμα των παιδιών του είναι αυτή των παππούδων και των γιαγιάδων.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του είναι η αγάπη του για την γενέτειρα πόλη, την Ιερή Πόλη του Μεσολογγίου. Αυτή η αγάπη περιλαμβάνει τόσο το φυσικό, μαγευτικό περιβάλλον της λιμνοθάλασσας, όσο και το ανθρώπινο περιβάλλον. Είναι μεγάλο το ενδιαφέρον του για τους συγγενείς, τους φίλους και τους συγχωριανούς του, αλλά και εκείνους που τον σέβονται και τον εκτιμούν.
Παράλληλα με την ιατρική επιστήμη και το επάγγελμά του, μέγιστη προτεραιότητα του ίδιου και της συντρόφου του είναι η μόρφωση των παιδιών. Έτσι ξεκινάει ένας αγώνας μαραθώνιος, κυρίως από την πλευρά των παιδιών και βεβαίως της συντρόφου του. Βοηθάει το γεγονός ότι η σύντροφός του είναι εκπαιδευτικός, φιλόλογος, διορισμένη στο δημόσιο. Αποτέλεσμα αυτού του πολυετούς, πολυμέτωπου αγώνα είναι να καταφέρει να μεταλαμπαδεύσει την αγάπη του για την ιατρική στα τρία του παιδιά, τον Παντελή Διαμαντόπουλο, Πλαστικό Χειρουργό, απόφοιτο της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, ειδικευθέντα στο Νοσοκομείο «Άγιος Σάββας» Αθηνών, τη Σοφία Διαμαντοπούλου Γυναικολόγο-Μαιευτήρα Χειρουργό, απόφοιτη της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, ειδικευθείσα στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» Αθηνών, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα της και μελλοντική αντικαταστάτριά του και τη Σταυρούλα-Βασιλική Διαμαντοπούλου, Γναθοπροσωπικό Χειρουργό, απόφοιτη της Οδοντιατρικής Σχολής Αθηνών και της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, «Αριστεύσασα» ειδικευθείσα στη Γναθοχειρουργική, στο «Αττικό» Νοσοκομείο Αθηνών.
Ο Κωνσταντίνος Διαμαντόπουλος εμφύσησε στις ψυχές των παιδιών του και τους κληροδότησε την αγάπη για την ιατρική επιστήμη, τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα του ιατρικού λειτουργήματος, την ενσυναίσθηση προς τον πάσχοντα άνθρωπο και βέβαια τη συνειδητότητα της μεγάλης ευθύνης του ιατρικού επαγγέλματος.
Τα παιδιά του Κώστα Διαμαντόπουλου υπηρετούν το ιατρικό τους επάγγελμα με επιστημοσύνη, υπευθυνότητα, ανθρωπισμό, θεωρώντας το ως λειτούργημα και όχι μόνο ως μέσον βιοπορισμού, έχοντας ως σηματωρό και πυξίδα τις αρχές που χάραξε ο πατέρας τους.
Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, ο ίδιος και η σύντροφός του βίωσαν τον θάνατο αγαπημένων τους προσώπων αφού έχασαν ο καθένας τους από μια αδελφή νέας ηλικίας και τον σύζυγο της άλλης της αδελφής, με αποτέλεσμα να μείνουν παιδιά ορφανά χωρίς τη μητρική και πατρική φροντίδα, που είχαν την ανάγκη τους, ηθική και υλική και γενικά τη συμπαράστασή τους. Αυτά τα γεγονότα συσσώρευσαν επιπλέον υποχρεώσεις και φροντίδες. Αλλά με επιμονή, υπομονή και καρτερία ο Κώστας Διαμαντόπουλος κατάφερε να υπερκεράσει όλες τις δυσκολίες της ζωής. Φρόντισε, επίσης, τους γονείς του με απαράμιλλη αφοσίωση μέχρι τα βαθιά τους γεράματα.
Έζησε μια ζωή πλούσια σε γεγονότα και εμπειρίες με ευτυχισμένες, αλλά και δύσκολες περιόδους. Ωστόσο οι επιτυχίες στον επιστημονικό και οικονομικό τομέα δεν τον οδήγησαν στην έπαρση και την αλαζονεία. Έζησε με σεμνότητα, λιτότητα, τιμιότητα, ειλικρίνεια και διαφάνεια, τιμώντας την ιδιότητα του ιατρού, του πατέρα, του παππού, του συζύγου, του γιου, του αδελφού, του φίλου και γενικά του ανθρώπου.