Η Ευθαλία (Έφη) Βεργοπούλου Μαρκεσίνη, Χημικός Πολυμερών, γεννήθηκε στις 2 Μαΐου 1939 στο Κάιρο της Αιγύπτου. Αποτελεί κομμάτι του Ελληνισμού που έζησε και δραστηριοποιήθηκε στην Αίγυπτο.
Η ιστορία της οικογένειάς της ξεκινά από το Μούρεσι του Πηλίου. Ο παππούς της, Δημοσθένης Βεργόπουλος, ασχολήθηκε με το βαμβάκι, καλλιέργεια που εκείνη την εποχή ήταν πολύ σημαντική για την οικονομία της χώρας. Παντρεμένος με την Ευθαλία, αποκτά πέντε παιδιά, τον Ιωάννη (πατέρα της βιογραφούμενης), τον Αλέκο, τον Απόστολο, τη Βασιλική και τον Γιώργο.
O Ιωάννης Βεργόπουλος, πατέρας της βιογραφούμενης, γεννιέται το 1904. Τα πρώτα του γράμματα τα μαθαίνει στο Μούρεσι και συνεχίζει στο Γυμνάσιο της Τσαγκαράδας. Στο διάστημα αυτό, η οικογένεια αποφασίζει να μετακομίσει στο Κάιρο ακολουθώντας το παράδειγμα πολλών Ελλήνων εκείνης της εποχής που ζουν στην Αίγυπτο. Η Αίγυπτος αποτελεί πόλο έλξης για κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με το διεθνές εμπόριο και ονειρεύεται καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ο αριθμός των Ελλήνων που ζούσαν εκείνη την εποχή στην Αίγυπτο ήταν πολύ μεγάλος. Το Ελληνικό στοιχείο διαπρέπει και κάνει περήφανη την Ελλάδα για τα παιδιά της. Προσωπικότητες από το χώρο της λογοτεχνίας (Καβάφης κ.ά.), της εκπαίδευσης και του εμπορίου μεγαλουργούν σε Αλεξάνδρεια και Κάιρο. Ο Ιωάννης Βεργόπουλος αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές οικονομικών στο Κάιρο, αποφασίζει μαζί με τα αδέλφια του να ιδρύσουν μία εταιρία βάμβακος και εκκοκκιστήρια, συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας. Στη συνέχεια προωθούν το βαμβάκι στην Αλεξάνδρεια, στο χρηματιστήριο.
Ο Ιωάννης παντρεύεται τη Γαρυφαλλιά Χατζήκου και αποκτούν δύο παιδιά, τον Δημοσθένη το 1936 και την Ευθαλία (βιογραφούμενη) το 1939. Ο Δημοσθένης σπούδασε οικονομικά στην Αγγλία, εκεί γνώρισε τη σύντροφο της ζωής του Τζένιφερ και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Τζων και τον Αλεξάντερ Βεργόπουλο.
Η βασική εκπαίδευση της Έφης Μαρκεσίνη έγινε στο Κάιρο. Πρώτα στο Ελληνικό Δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια το Αγγλικό Γυμνάσιο. Η βιογραφούμενη συνέχισε τις σπουδές της στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο του Καΐρου σαν Χημικός. Ταυτόχρονα σπούδασε στο Ωδείο TIEGERMAN μουσική με ειδικότητα στο πιάνο, από όπου αποφοίτησε με δίπλωμα του Royal Academy of Music του Λονδίνου. Η δίψα της για μόρφωση και η αγάπη της για τη Χημεία την οδήγησαν στο Μιζούρι των Ηνωμένων Πολιτειών, μαζί με τον Ανδρέα Μαρκεσίνη με τον οποίο γνωρίστηκε στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου και συνέχισαν έκτοτε κοινή πορεία σπουδών.
Εκείνη τη χρονιά ο Προέδρος της Αιγύπτου, Gamal Abdel Nasser, διέκοψε την εξαγωγή συναλλάγματος ακόμη και από ιδιωτική πηγή για σπουδές στο εξωτερικό. Έτσι βρέθηκε δίχως χρήματα και δεν υπήρχε πλέον δυνατότητα παραμονής στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Οι σπουδές της στη μουσική της έδωσαν την δυνατότητα να εργαστεί ως καθηγήτρια πιάνου στο ωδείο της πόλης. Παράλληλα, ο Ανδρέας προσελήφθη ως Χημικός σε ιδιωτική εταιρία και έτσι ολοκλήρωσαν με επιτυχία το πρώτο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην Οργανική Χημεία και Βιοχημεία το 1961. Την επομένη χρονιά βρίσκονται στο Λονδίνο για να παρακολουθήσουν το δεύτερο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην επιστήμη και τεχνολογία των Πολυμερών. Θα ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στο Plastics Institute (The Institute of Materials) του Λονδίνου αποκτώντας το δίπλωμα του Μηχανικού Πολυμερών το 1962.
Επιστρέφουν στην Ελλάδα όπου και παντρεύονται και συνεχίζουν την κοινή πορεία της ζωής τους. Μιλούν και οι δυο έξι γλώσσες: Ελληνικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ιταλικά, Γερμανικά και Αραβικά.
Η Έφη Μαρκεσίνη, πλούσια σε εφόδια, ακολούθησε μια λαμπρή καριέρα με αφετηρία τη θέση του Χημικού Ερευνητή, τον Ιανουάριο του 1963, στο Κέντρο Ερευνών της μεγάλης εταιρίας Montecatini, της μετέπειτα Montedison, στην Castellanza της Ιταλίας. Μέλος της ομάδας ερευνητών ήταν εκεί και ο καθηγητής Giulio Natta, βραβευμένος με βραβείο Nobel στη Χημεία (1963) για την ανακάλυψη του σχετικά με τα πολυμερή.
Το 1967, η Έφη επιστρέφει στην Ελλάδα και εργάζεται στην εταιρία ΞΥΛΟΠΑΝ Α.Ε., στη Θεσσαλονίκη, σαν Χημικός Διευθυντής. Μαζί με τον Ανδρέα Μαρκεσίνη αναπτύσσουν ένα καινοτόμο χημικό προϊόν, κατάλληλο για χρήση στην βιομηχανική παραγωγή μοριοσανίδων (νοβοπάν), όπου επέφερε τη μείωση του κόστους παραγωγής και των εκλύσεων φορμαλδεΰδης. Η εφεύρεση αυτή κατοχυρώθηκε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (πατέντα) σε περισσότερες από 40 χώρες (1977) και αξιοποιήθηκε αρχικά με την ίδρυση, το 1978, της εταιρίας ΜΑΡΛΙΤ Ε.Π.Ε., που ξεκίνησε να παράγει το νέο προϊόν σε βιομηχανική κλίμακα. Η Έφη εκτός από ιδρυτικό μέλος και μέτοχος εκτελεί και χρέη Διευθύνοντος Συμβούλου στη νέα εταιρία.
Ωστόσο, η συνεργασία με την γερμανική εταιρία Bison Werke Bähre und Greten (μεγαλύτερη εταιρία παγκοσμίως στην κατασκευή εργοστασίων παραγωγής μοριοσανίδων) στην ίδρυση κοινής εταιρίας το 1978, αποτέλεσε το όχημα για την εκμετάλλευση της εφεύρεσης πέρα των ελληνικών συνόρων.
Η Bison κάλεσε την Έφη και τον Ανδρέα στη Γερμανία για να συνεργαστούν στην βιομηχανική παραγωγή του νέου προϊόντος, καθώς και στην εφαρμογή της εφεύρεσης διεθνώς στη βιομηχανία. Η μεν Έφη συγκεντρώθηκε στην ανάπτυξη νέων προϊόντων στο εξαιρετικό χημικό εργαστήριο της Bison, τα οποία επίσης κατοχυρώθηκαν με πατέντες διεθνώς, ο δε Ανδρέας ασχολήθηκε με την εφαρμογή των προϊόντων στα ανά τον κόσμο εργοστάσια, σε περίπου σαράντα χώρες μέσα σε διάστημα δυο ετών.
Το 1979 αποκτούν τον γιο τους, Κάρολο Μαρκεσίνη. Πριν το παιδί ξεκινήσει τα σχολικά του χρόνια, οι νέοι γονείς αποφάσισαν να μεταφέρουν τη βάση τους στην Ελλάδα, για να μεγαλώσει ο γιος τους στη χώρα καταγωγής του και να αποκτήσει ελληνικές ρίζες.
Η Bison δέχεται να μεταφέρουν το τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης προϊόντων για την βιομηχανία μοριοσανίδων από τη Γερμανία στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη (1983). Αυτό οδήγησε στην ίδρυση νέας ελληνικής εταιρίας, της ΑΡΙ ΕΠΕ, με αντικείμενο την έρευνα για νέα χημικά πρόσθετα που επιφέρουν μείωση της έκλυσης φορμαλδεΰδης από προϊόντα σύνθετης ξυλείας, καθώς και για νέες τεχνολογίες παραγωγής συγκολλητικών ρητινών φορμαλδεΰδης.
O πρώτος χημικός που προσελήφθηκε για να πλαισιώσει την ομάδα ήταν ο Δημήτρης Αλεξανδρόπουλος, ο οποίος αποτέλεσε πολύτιμο συνεργάτη και εξελίχθηκε σε συνεταίρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρίας, ακολουθώντας τη μακρά πορεία ανάπτυξής της.
Τόσο η ΜΑΡΛΙΤ όσο και η ΑΡΙ αποτέλεσαν την απαρχή για την μετέπειτα εξέλιξη του εταιρικού ομίλου που δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε από την Έφη και τον Ανδρέα Μαρκεσίνη και τους επιστήμονες που τους πλαισίωσαν, κυρίως στη δεκαετία του ’90.
Η εταιρία CHIMAR HELLAS AE αποτελεί τον σημερινό απόγονο αυτής της προσπάθειας, με αξιόλογη πορεία στον 21ο αιώνα και έντονη διεθνή παρουσία. Το όνομα CHIMAR προέκυψε από το συνδυασμό των λέξεων ΧΗΜΙΚΑ και ΜΑΡΚΕΣΙΝΗ.
Η CHIMAR ξεχωρίζει και διαπρέπει σε ένα διεθνές και απόλυτα εξειδικευμένο περιβάλλον. Η δραστηριότητα της αφορά στην έρευνα, ανάπτυξη και εκμετάλλευση ανταγωνιστικής τεχνολογίας για την βιομηχανική παραγωγή συγκολλητικών ουσιών και χημικών προσθέτων και την εφαρμογή τους στη βιομηχανική παραγωγή σύνθετης ξυλείας σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα, ο όγκος των προϊόντων τύπου MDF και μοριοσανίδας που παράγονται ετησίως με την τεχνολογία και τις υπηρεσίες της CHIMAR ξεπερνά το 10% της παγκόσμιας παραγωγής και το μερίδιο της CHIMAR στην παγκόσμια αγορά τεχνολογίας συγκολλητικών ξύλου εκτιμάται σε 33%.
Η Έφη Μαρκεσίνη είναι η πρόεδρος της CHIMAR. Έχει κατοχυρώσει περισσότερες από 20 οικογένειες ευρεσιτεχνιών σε διάφορες χώρες, έχει πρωτοστατήσει και συμμετάσχει σε πληθώρα δημοσιεύσεων και έχει παρακολουθήσει πολυάριθμα συνέδρια και σεμινάρια του κλάδου.
To εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό της CHIMAR, που αριθμεί σήμερα 30 μέλη, αποτελεί μια δυναμική ομάδα που όντας πολλά χρόνια μαζί έχει τους δεσμούς μιας οικογένειας. Πολλά από τα μέλη είναι πάνω από 25 χρόνια στην εταιρία και όλοι μαζί καταφέρνουν να οδηγούν την CHIMAR σε πρόοδο, μέσα στο έντονα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον του κλάδου.
Αλλά και με τους πελάτες της, η CHIMAR έχει μακρόχρονες σχέσεις εμπιστοσύνης, αφού στο πελατολόγιο της υπάρχουν εταιρείες που είναι μαζί της από την πρώτη κιόλας μέρα, οι οποίες συνεχίζουν μέχρι σήμερα να ανανεώνουν τα συμβόλαια και την εμπιστοσύνη τους στη CHIMAR.
Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι καταφέρνει να αναπτύσσει συνεχώς νέα προϊόντα που γνωρίζουν επιτυχία διεθνώς, ενώ συνεχίζει να αποκτά νέους πελάτες, ακόμη και στη δύσκολη εποχή της ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ του COVID-19.
Σήμερα, στο τιμόνι της εταιρίας συμμετέχει και ο γιος της βιογραφούμενης Έφης και του Ανδρέα, Κάρολος Μαρκεσίνης, Χημικός Μηχανικός, με μεταπτυχιακό δίπλωμα στην Εφαρμοσμένη Πληροφορική-Συστήματα Υπολογιστών, ο οποίος διατελεί σήμερα Αντιπρόεδρος Έρευνας και Ανάπτυξης στην CHIMAR.
Ο Ανδρέας Μαρκεσίνης, σύζυγος της βιογραφούμενης, απεβίωσε το 2019.