Ο Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959. Είναι γιος του Θεοδόση Σπηλιωτόπουλου με καταγωγή από τον Πύργο Ηλείας και της Δήμητρας Σκουλουδάκη με καταγωγή από το Ρέθυμνο. Είναι Νευροχειρουργός και από το 2003 μέχρι σήμερα εργάζεται στο ΑΧΕΠΑ, το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Είναι Διευθυντής του ΕΣΥ και Διδάκτωρ Νευροχειρουργικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Διετέλεσε Πρόεδρος της Εταιρείας Χειρουργών Σπονδυλικής Στήλης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Νευροχειρουργικής Εταιρείας. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νευροχειρουργών, μέλος της Παγκόσμιας Ένωσης Χειρουργών Σπονδυλικής Στήλης, ταμίας της Ελληνικής Εταιρείας Βάσεως Κρανίου και μέλος της Παγκόσμιας Ένωσης Νευροχειρουργών. Έχει περισσότερες από εκατόν εξήντα (160) δημοσιεύσεις σε Επιστημονικά περιοδικά. Το 2006, υπήρξε υποψήφιος Δήμαρχος του Δήμου Πεύκων στη Θεσσαλονίκη. Είναι παντρεμένος με την ιατρό Ελένη Γκέκα και το ζευγάρι έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Από την πλευρά του πατέρα του βιογραφούμενου, προπάππος του ήταν ο Θεοδόσης Σπηλιωτόπουλος, κτηματίας που είχε γεννηθεί στον Πύργο Ηλείας. Ήταν παντρεμένος με την Ελένη και είχαν αποκτήσει επτά παιδιά, έξι αγόρια και ένα κορίτσι.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος, γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας και μεγάλωσε στην Αθήνα. Εργαζόταν ως εργολάβος δημοσίων έργων και ήταν εποπτεύων της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας, φροντίζοντας για την αποζημίωση των ανθρώπων που τους έκοβε ο δρόμος το χωράφι. Ήταν άνθρωπος δίκαιος, συμπονετικός και γλεντζές, ενώ υπήρξε “καρδιοκατακτητής”. Πήρε μέρος στον πόλεμο του 1940 και είχε επαφές με πολιτικά πρόσωπα της εποχής. Στις σχέσεις του με τα εγγόνια του ήταν λίγο απόμακρος και ίσως αυτό οφείλεται στο ότι έχασε τη γυναίκα του τη Βασιλεία πολύ νωρίς και κλείστηκε στον εαυτό του. Η γιαγιά Βασιλεία ήταν μία γλυκύτατη, τρυφερή γυναίκα με πράσινα μάτια και λευκό δέρμα αλλά δυστυχώς έφυγε από τη ζωή πριν από τα 40 της χρόνια.
Ο παππούς Αθανάσιος, δύο χρόνια μετά τον θάνατο της γυναίκας του, παντρεύτηκε με την Ελισσώ που καταγόταν από την Πόλη. Ήταν μία καλοσυνάτη, ευτραφής γυναίκα που αγαπούσε πάρα πολύ τα παιδιά και τα εγγόνια του άνδρα της. Ωστόσο, ο βιογραφούμενος παραδέχεται ότι ο πατέρας του δεν συγχώρεσε ποτέ τον παππού του γι’ αυτόν τον γάμο. Κι αυτό γιατί ο παππούς ερωτεύτηκε πάρα πολύ την Ελισσώ με αποτέλεσμα να παραμελήσει λίγο τα παιδιά του και να αναγκαστεί ο πατέρας του βιογραφούμενου να αναλάβει πατρικά χρέη για τα αδέλφια του.
Ο πατέρας του βιογραφούμενου, Θεοδόσης Σπηλιωτόπουλος, γεννήθηκε στην Αθήνα, στην Κάτω Κηφισιά, το 1928. Είχε μεγάλη αδυναμία στη μητέρα του που έφυγε νωρίς και πήρε τον θάνατό της πολύ πιο βαριά από τα άλλα αδέλφια του. Υπηρέτησε στη Χωροφυλακή και μετά μπήκε στη Διεύθυνση Οικονομικού του ΟΤΕ. Παράλληλα διατηρούσε με τη σύζυγό του έναν οίκο νυφικών και μαζί άνοιξε και φωτογραφείο αφού είχε ταλέντο στη φωτογραφία.
Ο Θεοδόσης Σπηλιωτόπουλος ήταν άνθρωπος συντηρητικός, παλαιών αρχών, ο τυπικός εκπρόσωπος του πατριαρχικού μοντέλου, τόσο για τη δική του οικογένεια όσο και για τα αδέλφια του που τα βοηθούσε πολύ και τα στήριζε. Ήταν πολύ εργατικός, τον ευχαριστούσε η κοινωνική καταξίωση και του άρεσαν τα μεγάλα αυτοκίνητα. Ο βιογραφούμενος θυμάται ότι ήταν οι πρώτοι στη γειτονιά που πήραν τηλεόραση, “ένα μαύρο κουτί με χιόνια”, όπως λέει χαρακτηριστικά.
Η μητέρα του βιογραφούμενου, Δήμητρα Σκουλουδάκη, γεννήθηκε στην Αθήνα, στην περιοχή της Πλάκας, όπου τελείωσε το Δημοτικό σχολείο. Στα 18 της χρόνια γνώρισε τον Θεοδόση Σπηλιωτόπουλο, ερωτεύτηκαν, ένωσαν τις ζωές τους και μετακόμισαν στο Παγκράτι. Ήταν μία γυναίκα πρόσχαρη, δοτική και με ανοιχτό μυαλό, πάντα στοργική με τα παιδιά της και τους γύρω της. Πολύ καλή μοδίστρα αλλά και διπλωμάτης, κρατούσε το κατάστημα νυφικών και βοηθούσε σημαντικά τον σύζυγό της τον οποίο υπεραγαπούσε. Γυναίκα “έξω καρδιά”, της άρεσαν τα ταξίδια και πάντα φρόντιζε να βοηθά τους γύρω της συνεχίζοντας την παράδοση της μητέρας Τερέζας στη γειτονιά.
Ο προπάππος του βιογραφούμενου, από την πλευρά της μητέρας του, γεννήθηκε και έζησε στα Ανώγεια της Κρήτης, ήταν Βενιζελικός και είχε κτήματα. Απέκτησε τέσσερα παιδιά, μία κόρη και τρεις γιους. Ήταν ένας κλασικός Κρητικός που κάπνιζε πολύ και αγαπούσε πολύ τη δουλειά του. Ήταν σοβαρός οικογενειάρχης, λίγο απόμακρος με τα παιδιά του, αλλά ασχολιόταν αρκετά μαζί τους και ήταν πολύ τρυφερός με τη σύζυγό του. Με τον έναν από τους τρεις γιους του, τον Απόστολο, παππού του βιογραφούμενου, είχε έντονες διαφωνίες λόγω πολιτικών πεποιθήσεων (ο Απόστολος ήταν Βασιλικός). Αποτέλεσμα της διαμάχης ήταν να απειλήσει ο προπάππος τον Απόστολο ότι θα τον αποκληρώσει. Ο Απόστολος απάντησε: «Αποκληρώνομαι και μόνος μου!». Μάζεψε τα υπάρχοντά του, έφυγε από την Κρήτη και άλλαξε το όνομά του από Σκουλούδης σε Σκουλουδάκης. Έτσι χάθηκε κάθε επαφή.
Η προγιαγιά του βιογραφούμενου, η Ελένη, ήταν η ωραία της περιοχής. Εξαιρετικά καλοσυνάτη, νοικοκυρά και αγαπητή σε όλο το χωριό. Λάτρευε τα παιδιά της και τους το έδειχνε με τη στοργή και τη φροντίδα της. Όταν ο γιος της έφυγε για την Αθήνα, έκανε μεγάλο αγώνα για να καταφέρει την επάνοδό του στο χωριό αλλά κανείς από τους δύο δεν υποχώρησε.
Ο παππούς του βιογραφούμενου, ο Απόστολος Σκουλούδης, γνώρισε στην Αθήνα και ερωτεύτηκε την Όλγα Γεροντίδη που καταγόταν από την περιοχή της Πλάκας. Το πατρικό της σπίτι βρισκόταν δίπλα από την Αρχαία Αγορά, κοντά στο Φανάρι του Διογένη. Το ζευγάρι απέκτησε από το γάμο του δύο παιδιά, τη Δήμητρα και τον Ανδρέα που είναι οδηγός ταξί.
Ο παππούς Απόστολος ήταν στρατιωτικός στο επάγγελμα, με επιβλητική φυσιογνωμία, ψηλός, αρχοντάνθρωπος. Ως χαρακτήρας ήταν αυστηρός αλλά καλοσυνάτος. Είχε λίγους αλλά καλούς φίλους και λάτρευε την οικογένειά του. Η κόρη του, η μητέρα του βιογραφούμενου, θυμόταν με πολλή αγάπη τρυφερές στιγμές με τον πατέρα της να την παίρνει στα γόνατά του και να τη συμβουλεύει. Με τη γυναίκα του ήταν πολύ αγαπημένοι κι εκείνος ήταν η φωλιά, η σκέπη, το στήριγμα και η μεγάλη αγκαλιά της οικογένειας.
Η Όλγα, η γιαγιά του βιογραφούμενου, ήταν πρόσχαρη, κοινωνική, βοηθούσε και στήριζε όσους είχαν ανάγκη και την χαρακτήριζαν ως τη Μητέρα Τερέζα της περιοχής. Πανέξυπνη, διακριτική, ευέλικτη και αλτρουίστρια, έφερνε κοντά όλους τους ανθρώπους όντας εύγλωττη και διπλωμάτισσα. Ήταν πολύ καλή νοικοκυρά, τακτική και δεξιοτέχνης στο ράψιμο, στα πλεκτά και στα κεντήματα διαθέτοντας δύο μηχανές ραψίματος στο σπίτι. Ο βιογραφούμενος θυμάται ότι η γιαγιά του είχε μια ζεστή αγκαλιά και ήταν η προστάτης των παιδιών όταν τα μάλωνε η μάνα τους, ενώ σε αυτόν είχε μεγάλη αδυναμία. Η γιαγιά Όλγα ζούσε μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια σε μία κάμαρη στην αυλή, στο πατρικό σπίτι του βιογραφούμενου στο Παγκράτι και αυτό είχε μετατραπεί στο καταφύγιο των παιδιών. Η έννοια της για τα εγγόνια της ήταν να γίνουν καλοί άνθρωποι και αυτό τους τόνιζε συνέχεια λέγοντάς τους: “Εσείς πρέπει να προστατεύετε την κοινωνία, γιατί η κοινωνία είναι οι άνθρωποι”. Δεν την ενδιέφερε για το τι επάγγελμα θα ακολουθούσαν τα παιδιά, αλλά να γίνουν σωστοί άνθρωποι. Ο Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος φέρνει στη θύμησή του τη μεγάλη αγάπη που είχε η γιαγιά του σε μια τεράστια αμυγδαλιά που είχαν στον κήπο, γιατί της θύμιζε την αμυγδαλιά που υπήρχε στο πατρικό της σπίτι στην Πλάκα. Αισθανόταν ξενιτεμένη στο Παγκράτι και νοσταλγούσε τη γειτονιά της, στο κέντρο της Αθήνας. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποια στιγμή που ο γαμπρός της της πρότεινε να μείνουν όλοι μαζί στην Κηφισιά, εκείνη του απάντησε ότι “δεν τρελάθηκε να πάει να ζήσει με τους λύκους”.
Η γιαγιά Όλγα ήταν πολύ κοκέτα, έραβε μόνη της τα ρούχα της και ντυνόταν πάντα πολύ κομψά ακόμη και μέσα στο σπίτι. Η αγαπημένη της συνήθεια ήταν να κάθεται σε μία καρέκλα κάτω από την αμυγδαλιά που ήταν στον κήπο, για να βλέπει και να χαιρετάει όλο τον κόσμο που περνούσε. Όταν έπεσε και χτύπησε το ισχίο της, δεν μπορούσε πια να βγει στον κήπο και τότε άρχισε να παθαίνει κατάθλιψη. Πέθανε σε ηλικία 78 ετών και ακόμη και 2-3 μέρες πριν από τον θάνατό της κι ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο ανησυχούσε και ρωτούσε για τον εγγονό της.
Ο Θεοδόσης και η Δήμητρα Σπηλιωτοπούλου απέκτησαν από τον γάμο τους τρία παιδιά. Τον βιογραφούμενο Αθανάσιο, τον Βασίλη και την Όλγα.
Ο Βασίλης Σπηλιωτόπουλος, αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού απ’ όπου συνταξιοδοτήθηκε, παντρεύτηκε την Κυριακή Σαράφη και έχει δύο παιδιά, τον Θεοδόση και την Αριστέα. Μένει στην Αθήνα.
Η Όλγα ζει στην Αθήνα και είναι επιχειρηματίας. Παντρεύτηκε τον Οδυσσέα Μουστάκα και απέκτησαν τον Σταμάτη (βαφτισιμιό του βιογραφούμενου) και τη Δήμητρα.
Ο βιογραφούμενος, Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959. Ως ο πρωτότοκος της οικογένειας, είχε επιφορτιστεί με τη βοήθεια στο σπίτι εκτός από τα σχολικά του καθήκοντα, αφού η μητέρα του τα πρωινά κρατούσε το κατάστημα νυφικών και διατηρούσε την ισορροπία μεταξύ των τριών παιδιών. Από 13 ετών βοηθούσε στα μαγαζιά που είχαν οι γονείς του και ο πατέρας του, για να δοκιμάζει τα αντανακλαστικά του, τηλεφωνούσε στον έμπορο που τον έστελνε για να αγοράσει διάφορα πράγματα που χρειάζονταν και του έλεγε να τον ξεγελάσει. Έτσι, πολύ γρήγορα έμαθε να αντιδρά ανάλογα.
Μεγάλωσε στο Παγκράτι και τελείωσε το 1ο Πειραματικό Γυμνάσιο-Λύκειο στην Καισαριανή. Από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στο Παγκράτι θυμάται τις εκκλησίες Πέτρου και Παύλου και Προφήτη Ηλία, το σινεμά Παλλάς και τις ώρες που περνούσε στον Πολιτιστικό Σύλλογο Υμηττού προσπαθώντας να μάθει τρομπόνι και να ενταχθεί στη μουσική μπάντα του Δήμου Υμηττού.
Ο Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος σπούδασε Ιατρική εκπληρώνοντας εμμέσως το όνειρο του πατέρα του που ήθελε να γίνει γιατρός και μάλιστα παρακολουθούσε διαλέξεις στο πανεπιστήμιο. Ειδικεύτηκε στη Νευροχειρουργική και από το 2003 μέχρι σήμερα εργάζεται ως Νευροχειρουργός στο ΑΧΕΠΑ, το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Είναι Διευθυντής του ΕΣΥ και Διδάκτωρ Νευροχειρουργικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Ο βιογραφούμενος διετέλεσε Πρόεδρος της Εταιρείας Χειρουργών Σπονδυλικής Στήλης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Νευροχειρουργικής Εταιρείας. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νευροχειρουργών, μέλος της Παγκόσμιας Ένωσης Χειρουργών Σπονδυλικής Στήλης, ταμίας της Ελληνικής Εταιρείας Βάσεως Κρανίου και μέλος της Παγκόσμιας Ένωσης Νευροχειρουργών. Έχει περισσότερες από εκατόν εξήντα (160) δημοσιεύσεις σε Επιστημονικά περιοδικά. Το 2006, υπήρξε υποψήφιος Δήμαρχος του Δήμου Πεύκων στη Θεσσαλονίκη.
Ο Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος παντρεύτηκε με την Ελένη Γκέκα, η οποία γεννήθηκε το 1961 στη Λάρισα ενώ η καταγωγή της είναι από το Λιτόχωρο Πιερίας. Η Ελένη Γκέκα είναι ιατρός Αναισθησιολόγος-Εντατικολόγος και Διευθύντρια στο Ε.Σ.Υ. Πρόκειται για μία λαμπρή επιστήμονα, κόρη, σύζυγο και μητέρα. Οι γονείς της, Δημήτριος και Πηνελόπη Γκέκα ζουν στο Λιτόχωρο.
Η Ελένη, ως υπεύθυνη της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του ΑΧΕΠΑ νοσήλευσε το πρώτο περιστατικό κορωνοϊού στην Ελλάδα. Έδωσε μεγάλες μάχες τα τελευταία χρόνια τόσο για την αναμόρφωση της Μονάδας Εντατικής του ΑΧΕΠΑ όσο και για την περαιτέρω ανάπτυξή της. Βραβεύθηκε από την Ελληνική Πολιτεία ως μία από τις γυναίκες της χρονιάς.
Το ζευγάρι απέκτησε από τον γάμο του δύο παιδιά, τον Θεοδόση και την Πηνελόπη. Ο Θεοδόσης Σπηλιωτόπουλος είναι 28 ετών, έχει τελειώσει την Ιατρική και επιθυμεί να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του και να γίνει Νευροχειρουργός. Είναι ειδικευόμενος Νευροχειρουργός στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας.
Η Πηνελόπη Σπηλιωτοπούλου είναι 23 ετών και είναι Διαιτολόγος. Είναι απόφοιτος του Γαλλικού Κολεγίου, ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές και εργάζεται σε μία φαρμακευτική εταιρεία.
Ο Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος είναι ένας άνθρωπος που λατρεύει την οικογένειά του, ανησυχεί αλλά και φροντίζει για το μέλλον των παιδιών του, ακολουθεί όμως και τα χνάρια της μητέρας του, αφού του αρέσει η ανιδιοτελής προσφορά στον συνάνθρωπο. Τα τελευταία χρόνια συμμετέχει σε μία ομάδα εθελοντών που βοηθά ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, με κινητικά προβλήματα ή κωφάλαλους να ανεβαίνουν στο βουνό και να δραστηριοποιούνται. Πιστεύει ότι το σημαντικότερο κομμάτι του λειτουργήματός του ως γιατρός είναι η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και η βοήθεια στους αδύναμους. Η νευροχειρουργική είναι μία ακόμα μεγάλη του αγάπη. Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει ιδιαίτερες τεχνικές στον τομέα της Χειρουργικής της Σπονδυλικής στήλης με συνεχείς διαλέξεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, “διδάσκων και διδασκόμενος” όπως του αρέσει να λέει. Άτομο ιδιαίτερα υποστηρικτικό στους συναδέλφους του, αρέσκεται στο να μοιράζεται τις γνώσεις του ιδίως με τους νεώτερους συναδέλφους, να τους στηρίζει τόσο επιστημονικά όσο και κοινωνικά και να τους ανοίγει νέους δρόμους για τη μελλοντική τους εξέλιξη.