Η Λίγεια Χιωτοπούλου-Ζαχαριάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και διαμένει έως σήμερα.
Ο πατέρας της, Διογένης Χιωτόπουλος, Πολιτικός Μηχανικός στο επάγγελμα, καταγόταν από τα Μεστά Χίου, γεννήθηκε στην Προύσα της Μικράς Ασίας και σπούδασε στη Γαλλία. Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας στο Σχέδιο Πόλεως, Μηχανικός στην Υπηρεσία Ανταλλάξιμων Προσφύγων, Μέλος του Δ.Σ. του Παπαφείου Ιδρύματος και Μέλος στο Συμβούλιο του Αθλητικού Συλλόγου «ΗΡΑΚΛΗΣ». Υπηρέτησε και παρασημοφορήθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ προσέφερε, επί σειρά ετών, εθελοντικές υπηρεσίες στην «Ανωτέρα Ενοριακή Αντιπροσωπεία Θεσσαλονίκης», στο «Ταμείο Εκπαιδευτικής Προνοίας Θεσσαλονίκης» και στην «Επιτροπή του Ταμείου ανεγέρσεως διδακτηρίων Δήμου Θεσσαλονίκης». Υπήρξε ένθερμος συλλέκτης γραμματοσήμων και η συλλογή του διασώζεται, έως σήμερα, από την κόρη του.
Η μητέρα της, Λόλα Λουτσίλδα Ιωσήφ Μόρο, ιταλικής εθνότητας, από Ιταλό πατέρα και Γαλλίδα μητέρα, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε Αντιπρόεδρος του ΠΙΚΠΑ Θεσσαλονίκης και Τοπική Έφορος Αναλήψεως του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών, στον οποίο ανακηρύχθηκε Επίτιμη Έφορος μετά από 20 χρόνια προσφοράς. Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε εθελοντικά στον «Ερυθρό Σταυρό», στη «Φανέλα του Στρατιώτη», στην «Αγροτική Παιδική Φωλιά» κ.ά.
Η κόρη των δύο αυτών εξαιρετικών ανθρώπων, η Λίγεια Χιωτοπούλου, παντρεύτηκε το 1954 τον Δικηγόρο Πέτρο Ζαχαριάδη και απέκτησε δύο παιδιά: τον Διογένη και την Ειρήνη. Ο Διογένης ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, παντρεύτηκε την Ολίνα Μυλοπούλου και απέκτησε τρία παιδιά, σημερινοί δικηγόροι. Η Ρήνα εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος και συμμετέχει ενεργά στο Σώμα Ελληνικού Οδηγισμού και στο Διεθνές INNER WHEEL.
Η Λίγεια Χιωτοπούλου-Ζαχαριάδου σπούδασε στα Εκπαιδευτήρια Βαλαγιάννη και διδάχθηκε, μεταξύ άλλων, αγγλικά, γαλλικά, πιάνο, απαγγελία και ελληνικούς χορούς. Επίσης, μιλά Ιταλικά και έχει ασχοληθεί με τον αθλητισμό (μπάσκετ, χόκεϋ και βόλεϊ).
Από μαθήτρια ακόμη, η Λίγεια Χιωτοπούλου, ως εθελόντρια, ανέπτυξε κοινωνική, πολιτιστική και αθλητική δράση. Υπήρξε Πρόεδρος της Φιλανθρωπικής Ομάδας, Πρόεδρος της Αθλητικής Ομάδας Μπάσκετ και Μέλος της Ομάδας Λογοτεχνίας του Σχολείου της.
Το 1945, εντάχθηκε στο Σώμα Ελληνίδων Οδηγών και διετέλεσε Πρόεδρος του Περιφερειακού του Συμβουλίου στη Θεσσαλονίκη, από το 1990 έως το 1994. Σήμερα, παραμένει ενεργό μέλος του Σώματος. Παράλληλα, είναι μέλος και της Παγκόσμιας Οργάνωσης Παλαιών Προσκόπων και Οδηγών (IFOFSAG), της οποίας τα Πανελλήνια και Παγκόσμια Συνέδρια παρακολουθεί με συνέπεια.
Από το 1963 έως το 1974, συμμετείχε στο Δ.Σ. της Αγροτικής Παιδικής Φωλιάς, ως Γενική Γραμματέας και μέλος του. Σήμερα, εξακολουθεί να είναι μέλος του Σωματείου του. Ως απόφοιτος, μάλιστα, των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη, συνετέλεσε στην επανίδρυση του Συνδέσμου Αποφοίτων του, το 1988, και διετέλεσε Πρόεδρός του έως το 1998.
Το 1967, εκλέχτηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο του «Ασύλου του Παιδιού», το οποίο υπηρέτησε σε όλους τους ρόλους (Μέλος, Ταμίας, Γεν. Γραμματέας [18 χρόνια]) με αποκορύφωμα αυτόν της Προέδρου (11 χρόνια), έως το 2007, οπότε και ανακηρύχθηκε με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, Επίτιμη Πρόεδρος.
Η Λίγεια Ζαχαριάδου αποτέλεσε, επίσης, έναν από τους συντελεστές της ίδρυσης των πρώτων παιδικών σταθμών για Δημοσίους Υπαλλήλους στη Θεσσαλονίκη, που είχε αναλάβει το Ίδρυμα Εργαζομένου Κοριτσιού. Διορίστηκε Γενική Γραμματέας στο Ιδρυτικό Συμβούλιο του Ι.Ε.Κ., το οποίο υπηρέτησε για επτά χρόνια. Συμμετείχε στην Επιτροπή Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων της Χ.Α.Ν.Θ. επί 15 χρόνια και είναι ιδρυτικό μέλος της Διαβαλκανικής Εταιρείας Γυναικών UNESCO. Έως σήμερα, είναι μέλος και των δύο φορέων.
Επιπλέον, ανήκε στην ομάδα των εθελοντών που απάρτιζαν μία άτυπη επιτροπή που στόχο είχε τη συγκέντρωση οικονομικών πόρων για την υλικοτεχνική και οικονομική στήριξη δασκάλων που διδάσκουν την ελληνική γλώσσα στη Βόρεια Ήπειρο, ενώ ως μέλος της Ομάδας Συνεργασίας του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών έχει συμβάλει ουσιαστικά στη στήριξη του Οδηγισμού στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
Επιπροσθέτως, είναι μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, του Σωματείου των Φίλων του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού, του Σωματείου των Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου, του Λυκείου Ελληνίδων Θεσσαλονίκης και της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας «ΤΕΧΝΗ».
Η Λίγεια Χιωτοπούλου-Ζαχαριάδου έχει βραβευτεί και τιμηθεί για την κοινωνική και πολιτιστική της δράση.
Το 1998, έλαβε το Βραβείο Ευποιίας και το Αργυρό Μετάλλιο από τους Ροταριανούς Ομίλους Θεσσαλονίκης. Το 2001, τιμήθηκε για την προσφορά της στην πόλη από τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης, κ. Βασίλη Παπαγεωργόπουλο. Το ίδιο έτος, δέχθηκε Τιμητική Πλακέτα από τον Όμιλο Πολιτιστικής Ανάπτυξης Θεσσαλονίκης, ενώ δύο χρόνια μετά, έλαβε το Αριστείο Γυναικών 2003 από τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης και την Πρόεδρο του Βαφοπουλείου Πνευματικού Κέντρου, κ. Ξ. Μηλιαρά-Βλαχάκη.
Την 20η Μαΐου 2004, τιμήθηκε με Μετάλλιο από το Κέντρο Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης «Εις αναγνώριση της εξαιρετικής κοινωνικής προσφοράς της στην πόλη της Θεσσαλονίκης» και το 2013, έλαβε το Βραβείο Ευποιίας και Μετάλλιο από την Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ανδρών Θεσσαλονίκης.
Η Λίγεια Χιωτοπούλου-Ζαχαριάδου γαλουχήθηκε από τους εξαιρετικούς γονείς της με ιδανικά και αξίες, τα οποία υπηρέτησε με αφοσίωση και συνέπεια.
Η κοινωνική της δράση επικεντρώθηκε στη φροντίδα και στην προστασία ευπαθών κοινωνικών ομάδων και κυρίως των παιδιών. Δραστήρια και αποφασιστική, ευέλικτη και εύστοχη, συμπονετική και ευαισθητοποιημένη, αποτέλεσε, επί σειρά ετών, σταθερό σημείο αναφοράς για ιστορικούς φορείς της Θεσσαλονίκης. Τα ευεργετικά αποτελέσματα της πρότερης συμβολής της εξακολουθούν έως σήμερα, που συνεχίζει να προσφέρει και να στηρίζει πρωτοβουλίες με κοινωφελείς σκοπούς.
Ενέπνευσε πάρα πολλούς συνανθρώπους της, οι οποίοι ακολούθησαν το «παράδειγμά» της, αλλά και άλλους που στήριξαν τις δικές της προσπάθειες και συνετέλεσαν στην υλοποίηση των στόχων της.
Για τη Λίγεια Ζαχαριάδου η προσφορά και ο εθελοντισμός είναι φιλοσοφία ζωής. Η αξιόλογη πολυετής πορεία της, εμποτισμένη από τα δύο αυτά συστατικά, ανέδειξε, για μία ακόμη φορά, το μεγαλείο του Ανθρώπου, όταν αυτός θέλει και μπορεί…