Η Υπάτη μνημονεύεται από τον Αριστοτέλη από τον 4ο αιώνα π.Χ., γεγονός που υπονοεί την προΰπαρξή της και πριν από αυτή την χρονολογία. Κατά τα χρόνια της ακμής της αριθμούσε 60.000 κατοίκους με πρώτους κατοίκους την φυλή των Αινιάνων. Από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι τον 8ο αι. μ.Χ. ήταν γνωστή με τις ονομασίες: Υπάτη, ‘Ύπατα, Υπάτα, Υπατία, ενώ από τον 8ο αι. μ.Χ. μέχρι το 1453 με την ονομασία Νέαι Πάτραι. Από το 1453 μέχρι το 1833 ήταν γνωστή με τις ονομασίες: Νέαι Πάτρεαι, Νεοπάτρα, Πάτρα, Νέαι Πάτραι της Ελλάδος, Πατρατζίκιον, και από εκεί και πέρα μέχρι και σήμερα έχει το αρχικό της όνομα, Υπάτη.
Η πρώτη παρουσίαση χάλκινου νομίσματος της Υπάτης ανάγεται στα χρόνια 400 – 344 π.Χ. Κατά τις επιδρομές των Αιτωλών οι Υπαταίοι αναγκάστηκαν να προσχωρήσουν στους Αιτωλούς είτε το 280, είτε το 229 π.Χ. Στη συνέχεια καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και κατά το έτος 121 ή 122 μ.Χ. επί βασιλείας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ανδριανού, υπήρξε διένεξη μεταξύ Υπάτης και Λαμίας για τον καθορισμό των μεταξύ τους ορίων, η οποία διευθετήθηκε από τον Ανθύπατο της Μακεδονίας. Το κείμενο της απόφασης καθορισμού των ορίων βρέθηκε σε πλάκα στις Μεξιάτες το 1885. Επί Ιουστινιανού του Α’ (527 – 565 μ.Χ.) κτίσθηκε στην πόλη της Υπάτης φρούριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και κατά την Φραγκοκρατία.
Μετά την περίοδο 1195 – 1204 μ.Χ. η Νέαι Πάτραι βρέθηκε στα χέρια των Φράγκων και κατά την πρώτη διάσπαση της περιοχής σε φέουδα, εντάχθηκε στη βαρωνία του Ζητουνίου (Λαμία). Οι Φράγκοι εκδιώχθηκαν μετά τη μάχη του Ελβασάν (1217) από τον δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Άγγελο Κομνηνό. Το 1237 οι Νέαι Πάτραι, όπως και όλο το δεσποτάτο της Ηπείρου, πέρασε στα χέρια του Μιχαήλ Β’ Άγγελου Κομνηνού, ενώ το 1259 βρέθηκε υπό την ηγεσία του Μιχαήλ Παλαιολόγου. Το 1271 ο Ιωάννης Α’ Δούκας Άγγελος έκανε έδρα του δεσποτάτου του την Νέα Πάτρα. Το 1319 οι Νέαι Πάτραι κατελήφθησαν από τους Κατελανούς όπου δημιούργησαν το Δουκάτο των Νέων Πατρών. Το 1365 καταλήφθηκε για λίγο από τους Αλβανούς που εκστράτευσαν από βόρεια, αλλά εκδιώχθηκαν από τον Ματθαίο Μογκάδα ο οποίος είχε οριστεί επίτροπος του δουκάτου από τον βασιλιά της Σικελίας Φρειδερίκου του Γ’. Μετά τον θάνατο του βασιλιά της Σικελίας Φρειδερίκου του Γ’ το 1378, η Νέα Πάτρα υποτάχθηκε στο βασίλειο της Αραγωνίας.
Το 1393 ο Τούρκος Σουλτάνος Βογιαζίτ κατέλαβε τη Νέα Πάτρα κατά την εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδος. Τότε η Νέα Πάτρα μετονομάστηκε σε «Πατρατζίκι», δηλαδή Μικρή Πάτρα. Οι Τούρκοι εκδιώχθηκαν προσωρινά το 1402 από τον δεσπότη της Πελοποννήσου Θεόδωρο, για να επιστρέψουν το 1414 επί Μωάμεθ του Α’. Το 1416, μετά την ήτα των Τούρκων από τους Βενετούς στην Καλλίπολη η Νέα Πάτρα επέστρεψε στα χέρια των Ελλήνων. Επί του Μουράτ του Β’ η Στερεά Ελλάδα πέρασε πάλι στα χέρια των Τούρκων το 1423. Μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1453, το Πατρατζίκι (πρώην Νέα Πάτρα) υπάγόταν διοικητικά στο σαντζάκι (διοίκηση) της Ναυπάκτου. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το Πατρατζίκι πέρασε όλα τα δεινά που υπέστη όλος ο τότε Ελληνισμός, από την υπεξαίρεση των περιουσιακών στοιχείων των κατοίκων της περιοχής μέχρι και το παιδομάζωμα. Οι Τουρκικές αρχές, όπως και σε άλλες κυρίως ορεινές περιοχές, δημιούργησε αρματωλίκι στο Πατρατζίκι με αρκετούς διοικητές-αρματωλούς. Ένας γνωστός αρματωλός ήταν ο Μήτσος Κοντογιάννης, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες στην Επανάσταση ως οπλαρχηγός στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο.
Μετά την απελευθέρωση του Ελληνικού έθνους, στην περιοχή έδρασαν αρκετοί ληστές, εκμεταλλευόμενοι τα απόκρημνα όρη και το δασώδες της περιοχής. Όταν, κατά τον ατυχή πόλεμο του 1897, οι Τούρκοι έφτασαν στον Δομοκό, η Υπάτη εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της, οι οποίοι κατέφυγαν στα ορεινά χωριά Καστανιά, Σμόκοβο, Νεοχώρι, Χομίργιαννη, κ.ά.
Στις 2 Δεκεμβρίου 1942, δέκα κάτοικοι της Υπάτης εκτελέστηκαν στα ερείπια της γέφυρας του Γοργοποτάμου, ως αντίποινα από τους Γερμανούς για την ανατίναξή της, ενώ στις 5 Δεκεμβρίου άλλοι έξι Υπαταίοι εκτελέστηκαν στα Καστέλλια Φωκίδος από τους Ιταλούς. Στις 17 Ιουνίου 1944 στρατιωτικά τμήματα της κεντρικής Γερμανικής διοίκησης Λαμίας επιτέθηκαν κατά της Υπάτης, εκτελώντας 28 άτομα, τραυματίζοντας 30, καταστρέφοντας 375 από τα 400 σπίτια της πόλης, βυζαντινές εκκλησίες και ιστορικά αρχοντικά.
Στην Υπάτη λειτουργεί το Βυζαντινό Μουσείο Φθιώτιδας και το Κακογιάννειο Αστεροσχολείο Υπάτης στο οποίο πραγματοποιούνται εκπαιδευτικά προγράμματα για τη διάδοση της αστρονομίας. Το Αστεροσχολείο έχει ένα μικρό πλανητάριο, τηλεσκόπιο και αμφιθέατρο.
Αξιοπρόσεχτος είναι ο ναός της Αγίας Σοφίας, ο οποίος έχει κτιστεί στη θέση παλαιότερου ναού αναγόμενου στην παλαιοχριστιανική περίοδο. Στον σημερινό ναό, ο οποίος γειτνίαζε με Βαπτιστήριο του 5ου αιώνα στη νότια πλευρά του, διακρίνονται σπαράγματα του πρώτου συγκροτήματος. Ο ναός του Αγίου Νικολάου είναι επίσης κτισμένος στη θέση παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 4ου έως 6ου αιώνα.
Σημαντικό αξιοθέατο είναι το Κάστρο της Υπάτης, κτισμένο σε λόφο επάνω από τον οικισμό. Το Κάστρο ανοικοδομήθηκε ή ενισχύθηκε σε διάφορες φάσεις από Έλληνες, καθώς και Φράγκους και Καταλανούς κατακτητές.
Έξω από την Υπάτη, στους πρόποδες της Οίτης, βρίσκεται η Ιερά Μονή Αγάθωνος, η οποία ιδρύθηκε τον 14ο – 15ο αιώνα από τον Μοναχό Αγάθωνα. Εκεί βρήκαν προστασία τόσο οι Κοντογιανναίοι, όσο και άλλοι αρματωλοί και κλέφτες επί τουρκοκρατίας, ενώ εκεί γίνονταν τακτικές συγκεντρώσεις αγωνιστών της Επανάστασης. Τον 18ο αιώνα λειτούργησαν εκεί Σχολές Μοναχών και Παιδιών, όπου δίδαξε ο αγωνιστής, δάσκαλος και ιερωμένος Παπαζαχαρίας Αινιάν. Η Μονή πυρπολήθηκε από τον Δράμαλη το 1822.
Φωτό: https://www.kaliterilamia.gr/2020/06/video.html