Ο μικρός οικισμός της Σκιλλουντίας (παλαιότερα Μάζι) είναι χτισμένος στους κατάφυτους λόφους νότια του Αλφειού, στην περιοχή που βρισκόταν η ομώνυμη αρχαία τριφυλιακή πόλη. Το τοπωνύμιο Σκιλλούς ετυμολογείται από το φυτό σκίλλα που φυτρώνει σε αφθονία στην περιοχή.
Κοντά στη Σκιλλουντία βρισκόταν το Τυπαίο όρος και η ιερή άλτη από όπου οι γυναίκες παρακολουθούσαν τους αρχαίους ολυμπιακούς αγώνες, καθώς δεν επιτρεπόταν να πλησιάσουν πιο κοντά. Στην πόλη υπήρχαν οι ναοί της Αθηνάς Σκιλλουντίας και της Εφεσίας Αρτέμιδος, αντίγραφο του ναού της Εφέσου, τον οποίο είχε κατασκευάσει ο Ξενοφών μετά από χρησμό του Μαντείου των Δελφών. Ο Ξενοφών εγκαταστάθηκε στην πόλη, όπου του παραχωρήθηκε περιουσία από τους Σπαρτιάτες, όταν εξορίστηκε από την Αθήνα επειδή είχε πολεμήσει υπό τον Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαο εναντίον των Αθηναίων στην Κορώνεια ή κατά άλλους επειδή προσέφερε βοήθεια στον Πέρση Κύρο τον νεότερο, ο οποίος ήταν εχθρός της Αθήνας και σύμμαχος του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Β’. Ο Ξενοφών έζησε στη Σκιλλουντία για 30 χρόνια και εκεί συνέγραψε την «Ανάβαση».
Σημαντικά μνημεία της αρχαίας πόλης είναι τα ερείπια δωρικού περίπτερου ναού του 390 π.Χ. που θεωρείται ότι πρόκειται για τον ναό της Σκιλλουντίας Αθηνάς, καθώς και άλλοι δύο ναοί, πλούσιοι κι αυτοί σε αγάλματα που σήμερα βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πύργου. Κοντά στο χωριό έχει αποκαλυφθεί υστεροκλασικό νεκροταφείο με είκοσι τάφους και τέσσερις χτιστούς ταφικούς περιβόλους.
Το 1965 μετά από καταστροφικούς σεισμούς, ο οικισμός μεταφέρθηκε σε νέα θέση και δημιουργήθηκε ο οικισμός της Νέας Σκιλλουντίας, με αποτέλεσμα στο παλιό χωριό να μείνουν ελάχιστοι κάτοικοι.
Στο κέντρο του παλιού χωριού βρίσκεται η βασιλική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, χτισμένη το 1892 από οικοδομικό υλικό που προερχόταν από αρχαίους ναούς της περιοχής. Αξιόλογο χτίσμα είναι και η ερειπωμένη κόκκινη εκκλησία του 6ου αιώνα που διασώζεται σε μέγιστο ύψος ενός μέτρου.