Είναι χωριό και κοινότητα της επαρχίας Σελίνου του νομού Χανίων. Βρίσκεται σε απόσταση 66χλμ. νοτιοδυτικά των Χανίων, κτισμένο σε υψόμετρο 420μ., στην κοιλάδα του Σαρακηνιώτη ποταμού.
Η κοινότητα έχει περίπου 80 οικογένειες. Σύμφωνα με την απογραφή του 1981 οι κάτοικοι είναι 250. Παλαιότερα υπήρχαν οκτώ οικισμοί. Τα Γρηγοριανά, τα Δελιανά, όπου μετά την Τουρκοκρατία λειτούργησε για λίγα χρόνια το Κοινοτικό Σχολείο. Τα Μεσόρουμα, όπου υπάρχει η Εκκλησία «Χριστός» με το αρχαίο νεκροταφείο και απ’ όπου οι τελευταίοι κάτοικοι έφυγαν το 1965-70. Τα Περιβόλια, τα οποία ονομάστηκαν έτσι το 1957, ενώ η παλαιά ονομασία του οικισμού είναι Βεριβιανά. Εκεί, υπάρχουν ερείπια νερόμυλου. Ο Πλάτανος, ο οποίος πριν το 1957 ονομάζονταν Καρπατσουλιανά. Εκεί υπάρχει ερειπωμένο παλαιό ελαιοτριβείο καθώς και νερό τριβή, όπου επεξεργάζονταν ενδύματα που γίνονταν από μαλλιά προβάτων, και τα δύο κινούνταν με νερό. Το Κεφάλι, στον οικισμό αυτόν ήταν το τοπικό δικαστήριο των Τούρκων και το κρατητήριο με την ονομασία Καροακόλι. Ο Χόνδρος, όπου υπάρχει η εκκλησία Αγία Παρασκευή, ρυθμού Βυζαντινού. Τέλος, υπήρχε ο οικισμός Κεραμιά. Αποτελείται από δεκατέσσερα μικρά χωριά, στην επαρχία Κυδωνίας κάτω από τη σκιά των Λευκών Ορέων (μαδάρες). Οι κάτοικοί του είναι συνδεμένο ι με όλους του απελευθερωτικούς αγώνες κατά των κατακτητών της Κρήτης και της Ελλάδας γενικότερα. Είναι φιλοπάτριδες και φιλόξενοι άνθρωποι και στα χωριά αυτά έχουν γεννηθεί πολλά ριζίτικα τραγούδια, όπως το «πότε θα κάνει ξαστεριά», ο «αητός», τα «αγρίμια» και άλλα.
Με τη ρίψη των αλεξιπτωτιστών για την κατάληψη της Κρήτης, ξεσηκώθηκαν όλοι οι κάτοικοι των χωριών και κατηφόρισαν με ρόπαλα, γκράδες και δίκανα και έλαβαν μέρος στις μάχες Βαρύπετρου, Αγιάς και Μάλεμε. Την πρώτη κιόλας μέρα εφοδιάστηκαν με τέλεια όπλα και αυτόματα από τους φονευθέντες αλεξιπτωτιστές τα οποία χρησιμοποίησαν σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής πολεμώντας σε όλη την περιοχή του νησιού.
Στις μάχες στο Θέρισο, στο φαράγγι Αναθάλλοντα, μαζί με άλλες αντιστασιακές ομάδες εφόνευσαν 400 Γερμανούς. Επίσης στη μάχη της Παναγιάς (Κεραμιά), ολόκληρο τάγμα Γερμανών καταποντίστηκε. Στη μάχη Κάμπων (Κεραμιά), ολόκληρο το χωριό πυρπολήθηκε κα ι πολλοί γέροντες κάτοικοι κάηκαν μέσα στα σπίτια τους. Σε αυτό το χωριό ένας λόχος Γερμανών εξοντώθηκε. Ένας γέροντας λεγόμενος Ξηρουχάκης περικυκλώθηκε από τους Γερμανούς μέσα στο σταύλο του και κράτησε μάχη από το πρωί μέχρι το βράδυ με αποτέλεσμα να φονεύσει επτά Γερμανούς και να τραυματίσει δεκάδες. Οι Γερμανοί δε, έστειλαν αγγελιοφόρους γυναίκες που είχαν συλλάβει και ήθελαν να τον δουν, να τον φωτογραφήσουν και να του χαρίσουν τη ζωή. Αυτός όμως το αρνήθηκε και έμεινε ζωντανός.
Το χωριό ονομαζόταν παλιότερα Μεσοχώρι, γιατί βρισκόταν στο κέντρο των συνοικισμών της κοινότητας. Η ονομασία του χωριού προήλθε από μια εξόρμηση των Σαρακηνών πειρατών, οι οποίοι έφτασαν μέχρι τα χωριά της περιοχής και τα λεηλάτησαν. Στο χωριό έχουν βρεθεί σε ανασκαφές αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα.
Όλοι οι κάτοικοι της Σαρακήνας συμμετείχαν στους αγώνες απελευθέρωσης από τους Τούρκους με αποκορύφωμα τη μάχη στην τοποθεσία Ακισαρέ, όπου τον Ιανουάριο του 1896 οι κάτοικοι της κοινότητας βοηθούμενοι από κατοίκους των γύρω κοινοτήτων σκότωσαν 150 Τούρκους. Το ίδιο ηρωικά πάλεψαν και εναντίον των Γερμανών στη μάχη της Παναγιάς Κυδωνίας.
Στο χωριό υπάρχουν οι εκκλησίες του Αγίου Ιωάννη, βυζαντινή με τοιχογραφίες, του Αγίου Γεωργίου και του Αρχάγγελου Μιχαήλ, βυζαντινή με τοιχογραφίες του 120υ και 130υ αιώνα. Στην εκκλησία ο θρύλος αναφέρει ότι υπήρχε μια χρυσή καμπάνα, η οποία ακουγόταν πολλά χιλιόμετρα μακριά. Αναφέρεται ότι είναι κρυμμένη σε κάποιο σημείο, αλλά δεν την έχουν βρει οι κάτοικοι του χωριού.
Το βουνό Κοράκια έχει υψόμετρο 850μ. Στην τοποθεσία «δυο κοπελιές – του βουνού Βιτσιλιά και στο «ψηλό κεφάλι» του βουνού Αστιβιδωπή υπάρχουν πολεμίστρες και χαρακώματα, από την εποχή της Τουρκοκρατίας, τα οποία χρησίμευαν ως ορμητήρια εναντίον των Τούρκων.
Οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού πήραν μέρος στη Μάχη της Κρήτης, στην Κάντανο.
Στο χωριό υπάρχει ένας παλιός μύλος και ένα ελαιουργείο, που λειτουργούσαν παλιότερα με τη δύναμη του νερού. Παλιότερες οικογένειες του χωριού είναι οι Μπουζάκηδες, οι Λιγκουνάκηδες, οι Τζανάκηδες, οι Λινιουδάκηδες, οι Λακκιωτάκηδες, οι Φραγκάκηδες, οι Περδικάκηδες, οι Κουλιεράκηδες, οι Συροκάκηδες, οι Ξανθάκηδες, οι Σκαλισάκηδες, οι Τσαγκαράκηδες, οι Κουκουλάκηδες, οι Σφηναρολάκηδες, οι Κουμαδοράκηδες, οι Γρηγοράκηδες, οι Δερμιτζάκηδες, οι Καστρινάκηδες και οι Ντουλάικηδες.
Μάχη Αλετρουβαρίου Κεραμιών
Στις 27.9.44 μια ομάδα Γερμανών, αποσπάστηκε από τα φυλάκια, κατέβηκε σε μια χαράδρα (φαράγγι Αλετρουβαρίου) και πήγε στο χωριό Λούλιο με σκοπό να σκοτώσει Έλληνες αντάρτες. Εκεί όμως αντίκρυσαν μεγάλη δύναμη, φοβήθηκαν και κρύφτηκαν στην αποθήκη του σπιτιού του Νίκου Κρητικάκη και έφυγαν το ηλιοβασίλεμα κατά τον ίδιο τρόπο που είχαν έρθει, Περνώντας όμως από το Αλετρουβάρι από την εκκλησία Τίμιος Σταυρός, συναντήθηκαν με δύο Έλληνες πατριώτες που μετέφεραν με ζώα πολεμοφόδια για τους αντάρτες. Πυροβόλησαν εναντίον τους και τραυμάτισαν τον ένα στο κεφάλι. Στη συνέχεια ετράπησαν σε φυγή προς τη χαράδρα. Αμέσως σηκώθηκαν στα όπλα όλοι οι άντρες του Αλετρουβαριού, κυνήγησαν τους Γερμανούς και εφόνευσαν δυο από αυτούς, ενώ ο τρίτος κρύφτηκε και έφτασε ζωντανός στα φυλάκια. Την επόμενη, 28.9.44, εξόρμησε ένα τάγμα Γερμανών και περικύκλωσαν το χωριό Αλετρουβάρι για να σκοτώσουν και να κάψουν. Βρέθηκαν όμως αντιμέτωποι με τους άντρες των γύρω χωριών Αλετρουβάρι, Λούλο, Αχλάδες κ.λ.π. Η μάχη εκράτησε μέχρι το βράδυ και οι περισσότεροι από τους Γερμανούς σκοτώθηκαν ενώ κανένας από τους Έλληνες αντάρτες δεν σκοτώθηκε ούτε και τους άφησαν να μπούνε στο χωριό. Το ηλιοβασίλεμα, και ενώ οι Γερμανοί μάζευαν νεκρούς και τραυματίες και οπισθοχωρούσαν, οι αντάρτες συγκεντρώθηκαν στο ύψωμα Καστέλλι για να συσκευθούν. Τότε επισημάνθηκαν από τις γερμανικές βάσεις πυροβολικού Μαλάξας και Κόκκινου Χωριού και άρχισαν καταιγισμό οβίδων ισοπεδώνοντας τα υψώματα Καστέλλι. Οι αντάρτες άρχισαν να αποχωρούν προς τις χαράδρες, οι πιο θαρραλέοι όμως φοβούμενοι μήπως οι Γερμανοί επανασυνταχτούν και κάψουν το χωριό, παρέμειναν στις θέσεις τους ταμπορωμένοι στο ύψωμα. Αποτέλεσμα ήταν να φονευθούν οι εξής αγωνιστές: Παναγιώτης Κουνδουράκης, Εμμανουήλ Καμαριανάκης, Ιωάννης Καρυδάκης και Κυριάκος Μανινάκης. Οι τρεις πρώτοι κάτοικοι Αλετρουβαρίου και ο τέταρτος κάτοικος Λούλου. Τραυματίστηκαν δε βαριά ο Εμμανουήλ Κουνδουράκης και Εμμανουήλ Μανινάκης.
Η αντίποινα των Γερμανών γι’ αυτή τη μάχη ήταν λυσσαλέα. Συγκέντρωσαν όλες τις δυνάμεις τους από όλη την Κρήτη και με εκατοντάδες τανκς και ολόκληρες στρατιές γερμανικών δυνάμεων εξόρμησαν κατά των δεκατεσσάρων χωριών. Παρά τις σκληρές μάχες, που έγιναν στις οποίες σκοτώθηκαν εκατοντάδες Γερμανοί και αχρηστεύτηκαν δεκάδες τανκς από τους πατριώτες στον ποταμό Κατεχώρι, οι Έλληνες αγωνιστές υποχρεώθηκαν να οπισθοχωρήσουν από τον καταιγισμό του πυροβολικού προς τα Λευκά Όρη. Στα χωριά που κατέλαβαν οι Γερμανοί συνέλαβαν γέροντες, ανάπηρους και μικρά παιδιά που άλλους έκαψαν και πυροβόλησαν μέσα στα σπίτια τους ενώ από το χωριό Κοντόπουλα μάζεψαν δεκάδες τους οποίους εκτέλεσαν ομαδικά στον ποταμό Κλαδισσό. Χαρακτηριστικό της οργής τους, ο αποκεφαλισμός ενός δωδεκάχρονου αγοριού (Αρβελάκης), το οποίο πέταξαν σε ομαδικό τάφο μαζί με τους συγχωριανούς του.
Τα παρακάτω στοιχάκια είναι αφιερωμένα στους φονευθέντες στη μάχη του Αλετρουβαρίου και γενικότερα σε όλους τους αγωνιστές της Μάχης της Κρήτης.
«Κουντούρης και Καμαριανός, Καρύδης και Μανίνης
σαν τα λιοντάρια μάχονται στης μάχης το καμίνι
κι αφού σκοτώσαν εκατό στη μάχη αυτή γερμανοφασιστάδες,
άφησαν τέκνα ορφανά και δύστυχες μανάδες.
Τέσσερα χρόνια κράταγαν τα όπλα τους στα χέρια
και ιστορίες έγραψα ν στα Κρητικά λημέρια.
Μαδάρες και βουνοκορφές στα μαύρα να ντυθείτε
τους τέσσερεις σταυραετούς δεν θα τους ξαναδείτε.
Στ’ Αλετρουβάρι έδωσαν την τελευταία μάχη
και πότισε το αίμα τους της Λευτεριάς τη δάφνη.
Κρήτη μου ένδοξο νησί, περήφανο να είσαι
για τί ε σύ γονάτισες τους Γερμανοφασίστες.
Κρήτη με την αντίσταση και με τη λεβεντιά σου
ετίμησες παντοτινά τα ένδοξα παιδιά σου.
Στην Κρήτη όπου και να στραφείς, σ’ όποια μεριά κι αν σκάψεις
αίμα παληκαριών θα βρεις, κόκκαλα θα ξεθάψεις.»
Σήμερα όμως, διατηρούνται μόνο τέσσερις οικισμοί γιατί οι υπόλοιποι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις να λέγονται οικισμοί.
*Στοιχεία από 15ετή έρευνα, 1980-1995.