O Μαραθόκαμπος είναι παραδοσιακό Σαμιώτικο χωριό, χτισμένο αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού Κέρκης, στις παρυφές του λόφου Φτεριά. Έχει πανοραμική θέα προς τα Δωδεκάνησα, τους Φούρνους και τη Σαμιοπούλα. Απέχει 44 χιλιόμετρα από την πόλη της Σάμου και 13 χιλιόμετρα από το Καρλόβασι. Η κύρια ασχολία των 1.000 περίπου κατοίκων του είναι η γεωργία, ο τουρισμός και η αλιεία, ενώ έχει αρκετούς ναυτικούς.
Η ιστορία του Μαραθόκαμπου ξεκινά στα τέλη του 16ου αιώνα όταν εγκαταστάθηκαν εκεί οι λεγόμενοι Χιοσάμιοι, δηλαδή οι Σαμιώτες που είχαν καταφύγει στη Χίο ακολουθώντας τους Γενοβέζους κατά την ερήμωση του νησιού το 1476, προκειμένου να προστατευτούν από τις πειρατικές επιδρομές. Την ίδια περίοδο περίπου ήρθαν και οικιστές από την περιοχή Βάτικα της Νοτιοανατολικής Πελοποννήσου και ακολούθησαν μικρότερες ομάδες από την Κάρπαθο, την Κρήτη, την Ικαρία, την Κάλυμνο, την Κάρυστο, την Πάτμο και την Κύπρο. Η κάθε ομάδα κατοίκων έφτιαχνε τη δική της γειτονιά και της έδινε σχετικό όνομα. Ο Εμμανουήλ Κρητικίδης ανέφερε στο βιβλίο του «Τοπιογραφία της Σάμου» ότι οι πρώτοι οικιστές ήρθαν από το Γύθειο ή Μαραθονήσι όπως ονομαζόταν τότε, αποδίδοντας εκεί και το τοπωνύμιο του χωριού, μια άποψη που αργότερα καταρρίφθηκε καθώς δεν διαπιστώθηκαν μετακινήσεις από την ευρύτερη περιοχή του Γυθείου προς τη Σάμο. Η πιθανότερη εκδοχή για το όνομα του χωριού είναι ότι προέρχεται από το φυτό μάραθος που φυτρώνει σε αφθονία στην περιοχή.
Το κύριο προϊόν του χωριού ήταν το ελαιόλαδο, ενώ τη δεκαετία του 1960 οι κάτοικοι παρήγαγαν επίσης κρεμμύδια, σταφύλια, σιτηρά και όσπρια και ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και την αλιεία. Παράλληλα, υπήρχε σχετικά ανεπτυγμένη βιομηχανία με την ύπαρξη πολλών ελαιοτριβείων σε διάφορες περιοχές. Στον Όρμο Μαραθοκάμπου, από το 1924 μέχρι και σήμερα λειτουργεί εργοστάσιο σαπωνοποιίας, ενώ παλιότερα υπήρχαν και ναυπηγεία (ταρσανάδες) που κατασκεύαζαν ξύλινα σκάφη, βάρκες και καΐκια.
Τα σπίτια του χωριού είναι παραδοσιακά, με μεσοτοιχίες, στοές, χαγιάτια και πάνω από τα πλακόστρωτα σοκάκια βρίσκονται καμάρες. Γραφικά στοιχεία είναι επίσης οι πέτρινες βρύσες, τα πλυσταριά, οι μικρές πλατείες, οι εκκλησίες και τα νεοκλασικά κτίρια. Η παλιότερη εκκλησία του χωριού είναι ο Άγιος Αθανάσιος που χρονολογείται από το 1795 σύμφωνα με επιγραφή επάνω από τη νότια είσοδό του.
Στον Μαραθόκαμπο βρίσκεται η σπηλιά του Πυθαγόρα όπου σύμφωνα με την παράδοση βρήκε καταφύγιο ο σπουδαίος μαθηματικός της αρχαιότητας όταν τον καταδίωκε ο Πολυκράτης. Σε κοντινή απόσταση βρίσκεται ένα ακόμη σπήλαιο στο εσωτερικό του οποίου έχει κτιστεί η εκκλησία της Παναγίας της Σαραντασκαλιώτισσας με αξιόλογες τοιχογραφίες. Αξιόλογο είναι και το Κακοπέρατο σπήλαιο με θαυμάσιους σταλακτίτες και σταλαγμίτες σε διάφορους σχηματισμούς.
Ένα από τα πιο γνωστά έθιμα του Μαραθόκαμπου είναι αυτό των οβίδων που χρονολογείται από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Το μεσημέρι της Κυριακής του Πάσχα πέφτουν χιλιάδες οβίδες δημιουργώντας ένα άκρως εντυπωσιακό οπτικοακουστικό θέαμα. Η προετοιμασία κρατά σχεδόν όλο τον χρόνο και οι κάτοικοι κάθε ενορίας μαζεύουν χρήματα για την αγορά μπαρουτιού αλλά και για την κατασκευή καινούριων βλημάτων. Κάθε ενορία διαθέτει τον δικό της χώρο φύλαξης, το δικό της «Ταμπάνι» δηλαδή τον χώρο – ύψωμα περιμετρικά του χωριού όπου θα τις τοποθετήσει. Η κάθε ενορία ξεκινά να ρίχνει τις μπαταριές της (ομοβροντίες) την ώρα που το αναστάσιμο λάβαρο της ενορίας της περνά από συγκεκριμένο σημείο του χωριού. Εξίσου σημαντικό για το χωριό είναι το τοπικό καρναβάλι, τα «Φρατζόλια» όπως το ονομάζουν. Οι μασκαράδες με αστεία και αλλόκοτη περιβολή χορεύοντας και τραγουδώντας επισκέπτονται τα σπίτια του χωριού μεταφέροντας την εύθυμη διάθεσή τους στους ενοίκους που τους φιλεύουν, χορεύουν μαζί τους και ανταλλάσσουν σατιρικά λόγια και άσεμνες, κάποιες φορές, χειρονομίες που αυτή τη μέρα επιτρέπονται.
Φωτό: https://mwsamos.gr/ (Δήμος Δυτικής Σάμου)