Ο Λάλας είναι χωριό του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, χτισμένο σε υψόμετρο 600 μέτρων. Είναι ένα από τα ιστορικά χωριά της Επανάστασης του 1821 καθώς εκεί διεξήχθη, στις 12 Ιουνίου 1821, μία από τις πρώτες συγκρούσεις των Ελλήνων κατά των μουσουλμάνων Αλβανών κατοίκων της περιοχής.
Τον 14ο αιώνα, στα βυζαντινά χρόνια, ο οικισμός κατοικήθηκε από Αρβανίτες που είχαν έρθει από την Ήπειρο. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, οι Τούρκοι κάλεσαν μουσουλμάνους Αλβανούς στην Πελοπόννησο προκειμένου να τιμωρήσουν τους Έλληνες για τη συμμετοχή τους στα Ορλωφικά. Οι νέοι κάτοικοι όμως άρχισαν να αναπτύσσουν έντονη ληστρική δράση, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση της Υψηλής Πύλης με αποτέλεσμα να προχωρήσει στην καταδίωξή τους. Πολλοί από αυτούς που διέφυγαν εγκαταστάθηκαν στο χωριό του Λάλα, όπου ζούσαν ήδη Τουρκαλβανοί. Υπολογίζεται ότι τις παραμονές της Επανάστασης ζούσαν στο Λάλα περίπου 1.000 οικογένειες μουσουλμάνων. Οι Λάλαιοι Αλβανοί ήταν, μάλιστα, γνωστοί για τη γενναιότητά τους και την ικανότητά τους στη χρήση των όπλων γι’ αυτό πολλές φορές κλήθηκαν να βοηθήσουν στην πάταξη και δίωξη των κλεφτών, κυρίως στη βορειοδυτική Πελοπόννησο. Επίσης, έκαναν συχνά επιδρομές στους κάμπους της περιοχής καταστρέφοντας χωριά και κλέβοντας ζώα και περιουσίες.
Έτσι, οι Λαλαίοι θεωρήθηκαν απειλή για τον Αγώνα και οι Έλληνες οπλαρχηγοί αποφάσισαν να επιτεθούν στο Λάλα. Η πρώτη επίθεση απέτυχε αλλά στη συνέχεια ο Κολοκοτρώνης έστειλε ενισχύσεις για την επίτευξη της άλωσης. Στη νέα επίθεση, στις 12 Ιουνίου 1821, οι Έλληνες ανάγκασαν τους Λαλαίους και τις δυνάμεις του Γιουσούφ πασά που είχαν έρθει προς ενίσχυσή τους να υποχωρήσουν και να εγκαταλείψουν το χωριό πηγαίνοντας προς την Πάτρα. Η νίκη των Ελλήνων αποδείκνυε την αξία της κοινής προσπάθειας, αναπτέρωσε το ηθικό των Αγωνιστών και άνοιξε τον δρόμο για την άλωση της Τριπολιτσάς.