Ο Φουρφουράς είναι χωριό και κοινότητα της επαρχίας Αμαρίου του νομού Ρεθύμνου. Είναι κτισμένο πάνω σε λόφο, σε υψόμετρο 460 μ. Σήμερα έχει 550 κατοίκους. Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη στηρίζεται στο γεγονός ότι το χωριό είναι κτισμένο στην κορυφή βράχου και μοιάζει με φρούριο. Ο Σ. Σπανάκης υποστηρίζει ότι το όνομα ίσως να προήλθε από το επώνυμο του πρώτου οικιστή του χωριού.
Υπάρχει και η πιθανότητα το όνομα του χωριού να προέρχεται από το παλιό ιταλικό ρήμα που σημαίνει εξαπατώ ή κλέβω.
Το χωριό πρέπει να κτίστηκε στη βυζαντινή εποχή. Οι πρώτοι κάτοικοι του είναι απ’αυτήν την εποχή. Οι παλαιότερες οικογένειες είναι οι Χαλκιαδάκηδες, οι Μαράκηδες, οι Ανδρεαδάκηδες, οι Τζωρτζάκηδες, οι Μεράκηδες, οι Γιακουμάκηδες, οι Κωστάκη-δες, οι Σημαντιράκηδες. οι Τσίχληδες.
Οι κάτοικοι του Βιζαρίου λένε ότι ο Φουρφουράς οφείλει την ίδρυση του στους βιζαριανούς βοσκούς που ζούσαν στο Ψηλορείτη. Η απόσταση από κει μέχρι το Βιζάρι ήταν μεγάλη, γι” αυτό στο μέρος που ενδιάμεσα έκαναν μια στάση, έφτιαξαν αρχικά έναν πρόχειρο καταυλισμό, ο οποίος αργότερα εξελίχτηκε στο χωριό Φουρφουράς.
Στο χωριό έγιναν μεγάλες μάχες το 1821 και το 1866. Ο Γ. Ανδρεδάκης, στο βιβλίο του «Ιστορικά σημειώματα», αναφέρει ότι στην περιφέρεια του χωριού υπάρχει μια τοποθεσία στην κορυφή του βουνού που ονομάζεται «Στου παπά το κεφάλι», γιατί εκεί βρήκαν το κεφάλι του παπά I. Ναξάκη. Οι γενίτσαροι, αφού τον σκότωσαν και του έκοψαν το κεφάλι, προσπάθησαν να πείσουν τους τρεις γιους του, ότι ο πατέρας τους ετούρκεψε στο Ηράκλειο και ότι έπρεπε και αυτοί να κάνουν το ίδιο. Οι δύο μεγαλύτεροι γιοι κατάφεραν να ξεφύγουν και να πάνε στο βουνό, όπου έγιναν αρμα-τωλοί. Ο μικρότερος όμως μετά από πίεση των γενίτσαρων τούρκεψε.
Κατά τη Γερμανική Κατοχή αρκετοί κάτοικοι του χωριού πήραν μέρος στην απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιπε.
Στην περιοχή Λέσκα, έξω από το χωριό, υπάρχει ένα σπήλαιο με σταλακτίτες.
Έξω από το χωριό επίσης, σε απόσταση 200 μ., είναι κτισμένη πάνω σε βράχο η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Χριστού. Η παράδοση αναφέρει ότι κτίστηκε από κάποιο Χριστιανό γενίτσαρο. Αυτός είχε παραγγείλει στον τότε ιερέα του Φουρφουρά, ο οποίος επρόκειτο να λειτουργήσει στην εκκλησία της Θεοτόκου, να μην κάνει λειτουργία πριν έρθει ο ίδιος, διότι ήθελε να μεταλάβει. Ο ιερέας πράγματι περίμενε πολύ ώρα, αλλά επειδή ο γενίτσαρος δεν ερχόταν, μετά από απαίτηση των εκκλησιαζό-μενων άρχισε τη λειτουργία. Όταν την τέλειωσε παρουσιάστηκε ο γενίτσαρος, σκότωσε τον ιερέα και τον έριξε στα σκυλιά να τον φάνε.
Πολύ αργότερα έχοντας ακόμη τύψεις, γι” αυτό που έκανε, εξομολογήθηκε στον επίσκοπο, ο οποίος του είπε να κτίσει μια εκκλησία. Τρεις φορές την έκτισε αλλά και τις τρεις τη χάλασε. Έτσι πέθανε χωρίς να την τελειώσει. Λέγεται μάλιστα ότι μετά το θάνατο του τα σκουλήκια έβγαιναν από το μνημείο του και πήγαιναν στον τάφο του ιερέα που βρίσκονταν σε απόσταση 2 χμ. σαν να ήθελαν να ζητήσουν συγχώρεση.
Την παράδοση αυτή, καθώς και την παρακάτω ανέφερε ο Ευθύμιος Μαθιουδάκης δάσκαλος του Φουρφουρά.
Νοτιοανατολικά του χωριού υπάρχει το ξωκλήσι της Παναγίας της Καρδιώτισσας, βυζαντινής εποχής με τοιχογραφίες, τις οποίες όμως η εκκλησιαστική επιτροπή κάλυψε με ασβέστη σε μια προσπάθεια καλωπισμού της εκκλησίας. Στο μέρος αυτό ήταν παλιά μοναστήρι καλογραιών, από το το οποίο σώζονται ακόμη ερείπια κελιών, καθώς και μνημεία. Ένα δε από αυτά ονομάζεται ακόμη και σήμερα «της καλογριάς το μνήμα». Στο μνήμα αυτό, όταν ήταν ανομβρία, έβαζαν το νερό που κατεβαίνει από την πηγή Κεφαλόβρυση και τότε λέγεται ότι έβρεχε. Αυτό όμως σταμάτησε να γίνεται όταν άνοιξαν το μνήμα και έθαψαν μέσα ένα παιδί.
Λέγεται ακόμα ότι στο μοναστήρι ζούσε μια μοναχή που έβλεπε απέναντι, σε κάποιο σημείο, ένα φως. Το σημείο αυτό ονομάζεται σήμερα Άνω Μέρος. Τέλος υπάρχει ακόμη μια παράδοση σχετική με το μοναστήρι που αναφέρει ότι κάποια κοπέλα έφυγε από το σπίτι της χωρίς τη συγκατάθεση τον πατέρα της για να πάει εκεί να γίνει μοναχή. Στο δρόμο ορκίστηκε ότι και να καίγονταν το σπίτι της δε θα γύριζε πίσω. Πέρασαν χρόνια και κάποτε το σπίτι της πήρε φωτιά. Τότε αυτή πήρε την εικόνα της Παναγίας, τη γύρισε προς την κατεύθυνση του σπιτιού και η φωτιά έσβησε.
Εκτός από τις δυο παραπάνω εκκλησίες στο χωριό υπάρχουν και οι παλιές καταγραφές εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου (1411) και του Αγίου Αντωνίου. Οι τοιχογραφίες τους όμως είναι κατεστραμμένες.
Μια από τις προσωπικότητες που ανέδειξε το χωριό είναι ο Ανδρεαδάκης Γεώργιος ο οποίος ήταν γιατρός, βουλευτής, αντιπρόεδρος της Βουλής επί Ελ. Βενιζέλου. Στο χωριό υπάρχει προς τιμή του ανδριάντας.
Σήμερα η περιοχή αναπτύσσεται συνεχώς και διαθέτει οικοτροφείο, λύκειο, γραφείο γεωργικής ανάπτυξης, αγροτικό ιατρείο, αθλητικό όμιλο, κέντρο επιμόρφωσης. Το χωριό υδρεύεται από την πηγή Μάχα που βρίσκεται στους πρόποδες του Ψηλορείτη και απέχει από το Φουρφουρά 1 χλμ.
*Στοιχεία από 15ετή έρευνα 1980-1995.
Φωτογραφία: https://omospamari.gr