O Μούδρος είναι παραλιακό χωριό της Λήμνου, χτισμένο στον ομώνυμο όρμο και θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα και ασφαλέστερα φυσικά λιμάνια της Μεσογείου. Είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος οικισμός του νησιού μετά την πρωτεύουσα Μύρινα και διαθέτει πλήρεις τουριστικές υποδομές και υπηρεσίες.
Η περιοχή κατοικείτο από τα προϊστορικά χρόνια με επίκεντρο το νησάκι Κουκονήσι, μια μικρή νησίδα που βρίσκεται ΒΑ του Μούδρου με έκταση 140 στρέμματα περίπου και υψόμετρο 10 μ. Από την απέναντι ακτή το χωρίζει μια αβαθής θαλάσσια στενωπός πλάτους 400 μέτρων περίπου, η οποία συχνά αποξηραίνεται δημιουργώντας μια μικρή λασπώδη χερσόνησο.
Πιθανότερη εκδοχή για την ονομασία του Μούδρου είναι ότι προέκυψε εξαιτίας κάποιου «μύδρου», γρανιτένιου βράχου από στερεοποιημένη λάβα που υπήρχε κοντά στο λιμάνι, στον οποίο έδεναν οι ναυτικοί τα πλοία τους. Αναφέρεται ως οικισμός με αυτό το όνομα το 1355 σε έγγραφο της Μονής Μεγίστης Λαύρας που διατηρούσε μετόχι στην περιοχή και αργότερα το 1362 και το 1380 σε δύο χρυσόβουλα του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου «περί του εν Λήμνω Μούδρου».
Ο Μούδρος βρισκόταν επί αιώνες υπό την κατοχή Ενετών, Βυζαντινών και Οθωμανών. Θεωρείται ότι κατά την Ενετική κυριαρχία στο νησί, τον 13ο αιώνα, κατασκευάστηκε το κάστρο του, απομεινάρια του οποίου υπάρχουν μέχρι σήμερα. Το κάστρο απέκρουσε την τουρκική επίθεση του 1470, αλλά έπεσε το 1479 όταν οι Ενετοί παρέδωσαν τη Λήμνο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στο κάστρο εγκαταστάθηκε τουρκική φρουρά και εξακολουθούσε να θεωρείται από τα σημαντικότερα του νησιού τους επόμενους δύο αιώνες. Το 1656 οι Ενετοί κατέλαβαν το νησί και κατέστρεψαν όλες τις οχυρώσεις του, με αποτέλεσμα ο περιηγητής Randolph να αναφέρει το κάστρο του Μούδρου ως ερειπωμένο και έρημο κατά την επίσκεψή του το 1680.
Η τοποθεσία του Μούδρου στον κόλπο που προστατεύεται από τους βόρειους ανέμους και τα ρεύματα των Δαρδανελλίων, τον κατέστησε στρατηγικής σημασίας λιμάνι στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιλέχθηκε ως βάση του ελληνικού στόλου από τον ναύαρχο Κουντουριώτη κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και την περίοδο 1914-1916 ήταν ναυτική βάση των Συμμάχων για τις επιχειρήσεις της Καλλίπολης και των Δαρδανελλίων και βάση του ανεφοδιασμού τους. Τότε αγκυροβόλησαν στον κόλπο 500 πολεμικά πλοία και φιλοξενήθηκαν στην περιοχή ως και 30.000 στρατιώτες. Στον Μούδρο υπεγράφη το 1918 η Συνθήκη Ανακωχής μεταξύ των Συμμάχων και της Τουρκίας που σήμανε τη λήξη του Πολέμου. Στον Μούδρο υπάρχει Συμμαχικό Νεκροταφείο, όπου είναι θαμμένοι οι νεκροί από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά συστάδες, ανάλογα με την εθνικότητά τους.
Τα χρόνια του μεσοπολέμου ο Μούδρος αναπτύχθηκε ως εμπορικό λιμάνι, ενώ μεταπολεμικά έγινε τόπος εξορίας των αριστερών.
Αξιόλογα αξιοθέατα του Μούδρου είναι οι δύο εκκλησίες του, η εκκλησία των Ταξιαρχών και ο ναός της Ευαγγελίστριας. Η τρίκλιτη εκκλησία των Ταξιαρχών χτίστηκε το 1835 και έχει ξύλινο τέμπλο που λέγεται ότι είναι αντίγραφο από τέμπλο ναού της Σμύρνης. Ο εντυπωσιακός ναός της Ευαγγελίστριας χτίστηκε το 1903-1904 και είναι τρίκλιτη βασιλική με πύργους στο καμπαναριό και αξιόλογα αρχιτεκτονικά στοιχεία, ενώ ο επιτάφιός της είναι δώρο του ναύαρχου Κουντουριώτη. Στον χώρο του ναού βρισκόταν παλιότερα μετόχι της Αγίας Μαρίνας της μονής Κουτλουμουσίου που το έκαψαν οι Τούρκοι μαζί με επτά καλόγερους επειδή ανακάλυψαν στον πάτο του πηγαδιού του νεκρούς Τούρκους αξιωματικούς. Κάποιοι μοναχοί που σώθηκαν κατέφυγαν στο Κουτλουμούσι και υποστήριξαν ότι τους Τούρκους τους είχαν σκοτώσει περίοικοι του μετοχίου για να ενοχοποιήσουν τους μοναχούς, να διαλυθεί το μετόχι και να οικειοποιηθούν τα κτήματά του. Τότε ο ηγούμενος έριξε ανάθεμα στο χωριό, που λύθηκε πανηγυρικά μόλις πριν από λίγα χρόνια.
Στο κτίριο του παλιού σχολείου του Μούδρου λειτουργεί Κέντρο Ενημέρωσης Ιστορίας και Ναυτικής Παράδοσης Μούδρου που έχει ως στόχο την ανάδειξη της στρατηγικής σημασίας της περιοχής τόσο κατά την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων και της απελευθέρωσης των νησιών του Βορείου Αιγαίου όσο και κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ως βάση της Αντάντ.