O Σώστης είναι ένα πεδινό χωριό της Ροδόπης με πλούσια ιστορία, καθώς αναφέρεται ήδη τον 17ο αιώνα από τον περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή με την οθωμανική του ονομασία Σουσούρκιοϊ που ερμηνεύεται ως βουβαλοχώρι, ενώ η παρουσία των Ελλήνων ήταν προγενέστερη. Διοικητικά υπάγεται στον Δήμο Ιάσμου και αριθμούσε 712 κατοίκους στην απογραφή του 2011.
Η πρώτη ονομασία του χωριού ήταν Βαλαριά – Βουβαλαριά, δηλαδή ο τόπος που συγκεντρώνονταν τα βουβάλια και αυτή την ονομασία μετέφρασαν οι Οθωμανοί. Οι ντόπιοι κάτοικοι του Σώστη λένε ότι προέρχονται από την Αρχαία Αναστασιούπολη και τον Ίασμο. Στο χωριό μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 κατοικούσαν μουσουλμάνοι και 50 οικογένειες ντόπιων Ελλήνων χριστιανών. Το 1922 εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες που ήλθαν από χωριά της Προύσας Μικράς Ασίας και Ανατολικοθρακιώτες από τη Ραιδεστό, την Αρκαδιούπολη, τη Μηδεία, τη Βιζύη, το Τσακλί και τον Αη Γιώργη. Κάποια στιγμή εγκαταστάθηκαν στο χωριό και οι Κιπτοί όπως και Πομάκοι που ήλθαν από μικρούς οικισμούς του Παπικίου Όρους. Οι πρόσφυγες φιλοξενήθηκαν αρχικά σε σπίτια μουσουλμάνων και αργότερα εγκαταστάθηκαν στη νότια πλευρά του χωριού στο τσιφλίκι του Οσμάν Αγά.
Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την καπνοκαλλιέργεια, τα αμπέλια τα σιτηρά και τα ζαχαροκάλαμα. Μέχρι τη δεκαετία του 1980 στο χωριό υπήρχαν περί τα 100 βουβάλια και όλοι είχαν στα σπίτια τους 2-3 αγελάδες. Επίσης υπήρχαν κοπάδια με πρόβατα και κατσίκια και αρκετοί είχαν βόδια για τις γεωργικές τους εργασίες.
Κεντρική εκκλησία του Σώστη είναι ο Άγιος Γεώργιος που χρονολογείται από το 1870. Κοντά στο χωριό υπάρχει προϊστορικός οικισμός, της νεολιθικής εποχής του Σιδήρου. Έχει ανευρεθεί πήλινο λατρευτικό ειδώλιο γυναικείας μορφής, καθώς και κεραμικά, ενώ παραδίπλα περνάει και η Αρχαία Εγνατία Οδός.