Τα Δάφια είναι ένα χωριό της Λέσβου, χτισμένο στους πρόποδες του βουνού Παρθένης, στα βορειοδυτικά της Καλλονής. Υπάγονται διοικητικά στον Δήμο Δυτικής Λέσβου και αριθμούσαν, κατά την απογραφή του 2011, 992 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία και τη γεωργία.
Το όνομα του χωριού οφείλεται πιθανότατα στη «Δαφνία Αρτέμιδα» που λατρευόταν στην περιοχή, και στοιχειοθετείται από ευρήματα που μαρτυρούν ότι μάλλον υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη θεά στη θέση του τούρκικου τζαμιού και από επιγραφές που κάνουν λόγο για την Άρτεμη. Στη Λεσβιακή διάλεκτο το επίθετο «Δαφνία» με το ανέβασμα του τόνου έγινε «Δάφνια» και με τον χρόνο εξέπεσε το «ν» κι έγινε «Δάφια».
Θεωρείται ότι ήταν ένας από τους 24 οικισμούς του κάμπου κατά τα βυζαντινά χρόνια. Αναφορά στα Δάφια γίνονται από τον Μητροπολίτη Γαβριήλ που περιγράφει την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου που χτίστηκε το 1792 και την ύπαρξη πενήντα πέντε σπιτιών χριστιανών κι άλλων τόσων Αγαρηνών (Τούρκων). Λέγεται ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι Τούρκοι αξιωματούχοι προτιμούσαν να μένουν στα Δάφια επειδή είχε πολύ καλό κλίμα. Είχαν, μάλιστα, τόση δύναμη ώστε είχαν καταστήσει το χωριό έδρα του ναζιράτου, δηλαδή έδρα του Τούρκου ηγεμόνα για όλο το νησί. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια βρίσκονταν στο χωριό απομεινάρια του τζαμιού, του χαμάμ και των χαρεμιών.
Το 1912, μετά την απελευθέρωση του νησιού από τους Τούρκους, τα Δάφια είχαν 450 κατοίκους και το 1922 εγκαταστάθηκαν εκεί 300 πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Στο χωριό προστέθηκαν και κάτοικοι του εγκαταλελειμμένου σήμερα χωριού Κλαπάδος που βρισκόταν στα βόρεια της Καλλονής.
Από τα Δάφια καταγόταν ο σπουδαίος Μητροπολίτης Σμύρνης Χρύσανθος.