Η Ορεινή είναι χωριό της Ηλείας χτισμένο σε υψόμετρο 800 μέτρων στις νοτιοανατολικές πλαγιές του όρους Λάμπεια. Διοικητικά ανήκει στον Δήμο Αρχαίας Ολυμπίας και στην απογραφή του 2011 αριθμούσε 194 μόνιμους κατοίκους. Ωστόσο οι μόνιμοι κάτοικοι είναι πολύ λιγότεροι και ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία και με λιγοστές καλλιέργειες και αμπέλια στην δεξιά όχθη του Ερύμανθου ποταμού.
Η παλιότερη ονομασία του χωριού ήταν Μοστενίτσα, μάλλον με σλάβικη ρίζα. Ευρήματα που ήρθαν στο φως το 1927 κατά τη διάνοιξη του δρόμου προς το χωριό μαρτυρούν ότι η περιοχή, κατά την αρχαιότητα, φαίνεται να ανήκε στην πόλη-κράτος της αρχαίας Ψωφίδας. Στον Αϊ-Γιάννη, που βρίσκεται πάνω από το χωριό και νοτιοανατολικά του βουνού, έχουν εντοπιστεί αρχαιολογικά ευρήματα, μεταξύ των οποίων και ένας λαξευτός τάφος σχήματος Γ. Εικάζεται ότι στην περιοχή ήταν ο τάφος των βασιλιάδων της αρχαίας Ψωφίδας και του Αζάνα, από τον οποίο πήρε το όνομα της η χώρα των Αζάνων που περιελάμβανε σχεδόν όλη την σημερινή περιοχή των Καλαβρύτων, την περιοχή του Φενεού στον νομό Κορινθίας καθώς και ένα τμήμα της Γορτυνίας.
Η ορεινή περιοχή της Ηλείας, από το 746 έως και το 783 μ.Χ., είχε καταληφθεί από Σλάβικα φύλα και συγκεκριμένα τους Εζερίτες, οι οποίοι ήταν ένας ποιμενικός και νομαδικός λαός. Οι Σλάβοι στην περιοχή της Μοστενίτσας, φαίνεται ότι είχαν χτίσει το εκκλησάκι του Αϊ-Γιάννη του Θεολόγου. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, από το 1204 έως το 1460, η Ηλεία ήταν υποταγμένη σε δύο ανταγωνιστικά κρατίδια: στο Φράγκικο Πριγκιπάτο και στο Βυζαντινό Δεσποτάτο. Το 1460 κυριάρχησαν οι Οθωμανοί με την περίοδο της πρώτη Τουρκοκρατίας να τελειώνει το 1685.
Στην περίοδο της Ενετοκρατίας, σύμφωνα με τα έγγραφα του Κρατικού Αρχείου της Βενετίας, η Μοστενίτσα υπαγόταν στην επαρχία της Καρύταινας. Στην τριακονταετή κατοχή από τους Ενετούς (1685-1715) και συγκεκριμένα στην απογραφή του 1700 αναφέρεται λατινικά ως «Mostenizza» με πληθυσμό 206 κατοίκους. Εκείνη την εποχή ήταν υποχρεωμένη, μαζί με τα χωριά Νεμούτα και Μοναστηράκι, να συντηρεί τρεις Δραγόνους.
Την περίοδο της δεύτερης Τουρκοκρατίας η Μοστενίτσα αποτελούσε την έδρα του Λιμάζ και Ελμάζ αγά, δύο Τουρκαλβανών από το Λάλα, οι οποίοι κατείχαν ανάκτορα με ισχυρά περιτοιχίσματα και μεγάλες αποθήκες τροφίμων και πολεμοφοδίων στο κέντρο του χωριού καθώς και στα Τριπόταμα, τα ερείπια των οποίων σώζονταν μέχρι πρόσφατα. Αυτοί οι δύο αγάδες πληροφορήθηκαν πρώτοι την κήρυξη της επανάστασης και τη μετέδωσαν στους Λαλαίους, με αφορμή την επίθεση κατά του Σεϊδή Λαλιώτη και του Ταμπακόπουλου.
Η συνεισφορά των Μοστενιτσάνων στην ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν πολύ σημαντική. Στην περιοχή, οι κάτοικοι είχαν ζωστεί τα άρματα και έβγαιναν στα βουνά και τις χαράδρες, ενώ έλαβαν μέρος σε μεγάλες μάχες και πολύ σημαντικές πολιορκίες
Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και στα γεγονότα στη Μικρά Ασία πολέμησαν και χάθηκαν αρκετοί Μοστενιτσάνοι. Κατά την Μικρασιατική καταστροφή άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι παρέμειναν αγνοούμενοι, ενώ άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι και γύρισαν στον τόπο τους ύστερα από χρόνια.
Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η Μοστενίτσα είχε πολλούς κατοίκους και λειτουργούσε στο χωριό δημοτικό σχολείο και γυμνάσιο. Μετά το 1960 άρχισε το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα στο εξωτερικό και στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδος.
Η εκκλησία του Αϊ-Γιάννη του Θεολόγου βρίσκεται πάνω από το χωριό, σε υψόμετρο 1400 μέτρων, στην κορυφή του απότομου βουνού. Αρχικά, το εκκλησάκι χτίστηκε από Σλάβους ενώ στη συνέχεια ξαναχτίσθηκε πολλές φορές, καθώς είναι εκτεθειμένο στις ακραίες καιρικές συνθήκες. Κάθε Αύγουστο συρρέουν εκατοντάδες επισκέπτες αποβραδίς στο βουνό, για να γιορτάσουν τα Θυρανοίξια. Επίσης, στις 26 Σεπτεμβρίου, που έχει πανηγύρι, ανεβαίνουν οι Μοστενιτσάνοι αλλά και οι κάτοικοι από τα γύρω χωριά.
Η Ορεινή έχει λιθόχτιστα σπίτια, πολλά φτιαγμένα από Λαγκαδινούς και Καλαβρυτινούς μαστόρους και πέτρινες βρύσες με καθαρό νερό. Αξιοθέατα του χωριού είναι η πετρόχτιστη βρύση της Καθολικής με τους τρεις καντάλους που χρονολογείται από την εποχή της Τουρκοκρατίας, τα ρυάκια και τα ξύλινα γεφυράκια, η νεροτριβή που μέχρι πρόσφατα δεχόταν τα ντόπια υφαντά από όλα τα γύρω χωριά και ο καλοδιατηρημένος νερόμυλος που χρησιμοποιείται ως μουσείο. Άξια λόγου είναι επίσης τα βυζαντινά μνημεία του Αγίου Γεωργίου, τα ερείπια των Αγίων Ταξιαρχών που χρονολογούνται από την εποχή της Φραγκοκρατίας και η Παναγία η Καθολική.
Φωτό: https://sites.google.com/site/oreinhileias/