Μενού Κλείσιμο

Φαλαισία Αρκαδίας

 

Η Φαλαισία (ή Μπούρα) είναι ένα μικρό χωριό της Ανατολικής Φαλαισίας που έδωσε το όνομά του σε ολόκληρη την περιοχή από την αρχαιότητα. Είναι χτισμένο σε έναν κατάφυτο λόφο, στους πρόποδες του Ταϋγέτου, σε υψόμετρο 760 μέτρων. Υπάγεται στον Δήμο Μεγαλόπολης και έχει λίγους μόνιμους κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.

Η μακραίωνη ιστορία της ευρύτερης περιοχής της Φαλαισίας αποδεικνύεται από αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και τη μαρτυρία του Παυσανία που αναφέρεται σε αυτήν με την ονομασία Φαλαισίαι. Από τον πληθυντικό αριθμό εικάζεται ότι υπήρχαν πολλοί οι οικισμοί που έφεραν τη συγκεκριμένη ονομασία. Μέχρι σήμερα οι αρχαιολογικές έρευνες έχουν αποκαλύψει έξι οικιστικά κέντρα της Φαλαισίας που κατοικούνταν από τη γεωμετρική εποχή έως τους ρωμαϊκούς χρόνους, δηλαδή από τον 9ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ. To οικιστικό κέντρο των Φαλαισιών πρέπει να βρισκόταν μέσα στην περιφέρεια του σημερινού χωριού Φαλαισία και συγκεκριμένα γύρω από το εξωκλήσι της Αγίας Τριάδας, που υπάρχει ανακαινισμένο μέχρι σήμερα.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι Οθωμανοί κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τις Φαλαισίες και όσοι κάτοικοι γλύτωσαν από την σφαγή και την αιχμαλωσία ανέβηκαν ψηλότερα και εγκαταστάθηκαν στη θέση του σημερινού χωριού, που κατά την εποχή εκείνη ήταν πυκνά δασωμένη και άγρια. Τα πρώτα σπίτια του χωριού φτιάχτηκαν με ξύλινους πασάλους (πλοκός) και με κλαδιά αναμεταξύ τους ούτως ώστε να σχηματίζεται ένα ξύλινο πλέγμα. Αυτό στη συνέχεια εχριζόταν με αγελαδοκοπριά (σβουνιά) για να είναι ανθεκτικό στον αέρα. Η σκεπή των σπιτιών αυτών γινόταν με δέματα σικαλοκαλαμιάς (ράπη).

Την περίοδο της τουρκοκρατίας ήταν η εποχή που ονομάστηκε το χωριό «Μπούρα». Για την προέλευση του τοπωνύμιου έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές. Η πρώτη υποστηρίζει πως προέκυψε από τη φράση «βούρα να φύγουμε» που φέρεται να είπαν οι προεστοί, όταν είδαν τους Τούρκους να εισβάλουν στο χωριό τους. Η δεύτερη αποδίδει το όνομα σε έναν αρματολό, ονόματι Μπούρα, που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντίσταση των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων. Η τρίτη άποψη θέλει το χωριό να παίρνει το όνομά του από κάποιον Μπουγά, που βαφτίστηκε χριστιανός με το όνομα Γεώργιος Μπούρας. Επίσης υπάρχει η άποψη ότι η ονομασία προέρχεται από τη λέξη «μπούγια», που σημαίνει λεβέντης, ανδρείος, καθώς οι κάτοικοι του Μπούρα φημίζονταν για τη λεβεντιά τους, ενώ μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το χωριό πήρε την ονομασία Μπούρα, επειδή, μετά την τουρκική επιδρομή  οι κάτοικοί του έχτισαν τον πρώτο οικισμό με την ονομασία «Παλαιά Φαλαισία», στους πρόποδες του δασώδους λόφου «Μπουρνιά», στον οποίο βέβαια είναι χτισμένο σήμερα το χωριό Φαλαισία.

Η σημερινή ονομασία που συνέδεσε το χωριό με την αρχαία ιστορία της περιοχής αποδίδεται στη σύνθεση του ρήματος φάω που σημαίνει φωτίζω και στα επίθετα φαλός, δηλαδή λαμπρός, και αίσιος, δηλαδή ευοίωνος.

Η κεντρική εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Αγίου Νικολάου και χτίστηκε το 1925 με τη βοήθεια των κατοίκων του χωριού αλλά και με τη συνδρομή των συμπατριωτών τους από την Αμερική. Το 2004, με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση του Πολιτιστικού Συλλόγου των Απανταχού Φαλαισιωτών «Άγιος Νικόλαος» δημιουργήθηκε στο κτίριο του παλιού σχολείου λαογραφικό μουσείο στο οποίο εκτίθενται αντικείμενα παραδοσιακού βίου, αγροτικής καλλιέργειας και κτηνοτροφίας, υφαντικής, ενδυμασίες, κεντήματα, οικιακά σκεύη καθώς και φωτογραφικό αρχείο. Ανάμεσα στα αντικείμενα ξεχωρίζουν ο παραδοσιακός αργαλειός και ένα Ευαγγέλιο που χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Κάθε χρόνο διοργανώνεται από τον πολιτιστικό σύλλογο διήμερο πολιτιστικών εκδηλώσεων στις 22 και 23 Αυγούστου εορτάζοντας την Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Στις εκδηλώσεις συμμετέχουν παραδοσιακά μουσικά συγκροτήματα και χορευτικές ομάδες και γίνεται παζάρι σπιτικών παραδοσιακών προϊόντων. Επίσης εορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου ο πολιούχος του χωριού Άγιος Νικόλαος με θεία λειτουργία και πατροπαράδοτο γεύμα ή κέρασμα από τον πολιτιστικό σύλλογο.